ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗ

Η απάντηση των Κρητικών στον ημιμαθή Πάγκαλο

Θ. Πάγκαλος

Ανακοίνωση – απάντηση στις δηλώσεις του Θεόδωρου Πάγκαλου περί Κρητικών και Επανάστασης του 1821, συντάχτηκε από ομάδα πρωτοβουλίας ιστορικών και υπογράφεται, μεταξύ άλλων, από τον Αρχιεπίσκοπο, αρχιερείς της Εκκλησίας της Κρήτης και Κρήτες επιστήμονες.

Αναλυτικά η ανακοίνωση προς τον ημιμαθή, πρώην Υπουργό:

Προβληματιστήκαμε πολύ αν θα έπρεπε να απαντήσουμε σε δηλώσεις ενός ανιστόρητου πρώην υπουργού των κυβερνήσεων που οδήγησαν την Ελλάδα στο χάος της οικονομικής χρεωκοπίας και της κοινωνικής εξαθλίωσης. Ίσως θα έπρεπε να τον αφήσουμε μόνο στον κατήφορο της αμετροέπειας και τη μακαριότητα της προκλητικής άγνοιας(;) της ιστορίας, της παλαιότερης και της σύγχρονης. Θεωρήσαμε, όμως, ότι δεν έχουμε δικαίωμα να σιωπούμε όταν βιάζεται με τον πιο βάναυσο τρόπο η ιστορική αλήθεια και όταν προσβάλλεται με προκλητικότητα η μνήμη των προγόνων μας.

Με αφορμή ένα θλιβερό περιστατικό, το θάνατο ενός ανθρώπου από πυροβολισμούς, ο λαλίστατος πρώην Υπουργός τόλμησε να αμφισβητήσει ακόμη και τη συμμετοχή των Κρητικών στην επανάσταση του 1821. (Προς άρσιν κάθε πιθανής παρεξηγήσεως δηλώνουμε απερίφραστα ότι φαινόμενα όπως η οπλοφορία και η οπλοχρησία είναι καταδικαστέα απ’ όλους όσοι δίνουμε πραγματικό αγώνα για την εξάλειψή τους).

Αφού ήθελε να σχολιάσει ο τιμητής των πάντων πρώην υπουργός το απαράδεκτο φαινόμενο της οπλοφορίας και της οπλοχρησίας, ας περιοριζόταν σε αυτό και ας μην προσπαθούσε να βεβηλώσει την ιστορία ενός τόπου που οι άνθρωποί του αγωνίστηκαν σε όλα τα πεδία των εθνικών και δημοκρατικών αγώνων για να μπορεί σήμερα ο κάθε κύριος Πάγκαλος να περιφέρεται στα τηλεοπτικά κανάλια λησμονώντας τη δική του ιστορία, την οποία κάποιος επιτέλους θα πρέπει να του υπενθυμίσει.

Η ιστορία, κύριε Πάγκαλε, είναι πολύ σοβαρή υπόθεση για να γίνεται αντικείμενο επιπόλαιων σχολιασμών από αμαθείς· για να γίνεται αντικείμενο προκλητικών δηλώσεων από ανθρώπους που, όπως φαίνεται, αποσκοπούν στο να διατηρηθούν σε μιαν εφήμερη όσο και αυτάρεσκη δημοσιότητα. Την τελική κρίση για όλους και για όλα (και για σας, βέβαια, όπως και για τον τρόπο με τον οποίο χειριστήκατε τα εθνικά μας θέματα) θα την κάμει η ιστορία. Αυτή που έχει καταγράψει στις δέλτους της ότι όχι μόνον συμμετείχαν οι Κρητικοί στην επανάσταση του 1821, αλλά και υπέστησαν τα φοβερότερα δεινά και πλήρωσαν -ίσως πιο ακριβά απ’ όλους- τη δίψα τους για λευτεριά και αξιοπρέπεια. Άλλωστε, δεν ήταν η πρώτη φορά που ξεσηκώνονταν. Το ίδιο είχαν κάμει και λίγες δεκαετίες νωρίτερα, το 1770, με την πιο παράτολμη επανάσταση, εκείνη του Δασκαλογιάννη.

Αν μπαίνατε στον κόπο να ανοίξετε κάποιο βιβλίο ιστορίας (ακόμη και σχολικό) θα μαθαίνατε ότι η επανάσταση εξαπλώθηκε τάχιστα από την μιαν άκρη του νησιού μέχρι την άλλη και ότι, αμέσως με την έναρξη του αγώνα, την άνοιξη του 1821, οι Οθωμανοί εξόντωσαν τον χριστιανικό πληθυσμό του Ηρακλείου (800 και πλέον νεκροί σε μια μέρα). Βλέπετε, τότε οι Κρητικοί δεν είχαν όπλα. Κι όσα είχαν τα χρησιμοποίησαν όχι σε άσκοπους πυροβολισμούς, όπως θέλετε να πιστεύετε, αλλά σε αγώνες ακατάπαυστους.

Ίσως έχετε ακουστά λέξεις όπως Μίλατος και Μελιδόνι. Μάθετε, λοιπόν, ότι δεν πρόκειται μόνο για ονομασίες όμορφων οικισμών της Κρήτης, αλλά και για τόπους – ορόσημα στους οποίους διαδραματίστηκαν γεγονότα που συγκλόνισαν όλον τον πολιτισμένο κόσμο. Γύρω στους 2.000 οι νεκροί στο σπήλαιο της Μιλάτου, τους περισσότερους τους ποδοπάτησε το οθωμανικό ιππικό. Κοντά στους 500 οι νεκροί στο σπήλαιο του Μελιδονίου. Ένας σοβαρός ιστορικός, ο Διονύσιος Κόκκινος (ίσως να τον έχετε ακουστά), έγραψε:

«Το φαινόμενον της επαναστάσεως της Κρήτης είναι μοναδικόν εις όλην την ιστορίαν του ελληνικού αγώνος. Ήτο μία έγερσις εγκαθείρκτου και αλυσοδεμένου τιτάνος με μόνην δύναμιν την ελληνικήν του συνείδησιν, την ζωτικότητά του, την φιλοτιμίαν και την οργήν του. Και αυτή η δύναμις ήτο αρκετή όχι μόνον διά ν’ αρχίσει η επανάστασις αφ’ εαυτής, αλλά και να συνεχισθεί ακατάβλητος, λάμπουσα εις την όλην ελληνικήν εποποιίαν με το φως του αυθορμήτου της […] καταδυομένη και αναδυομένη διαρκώς εντός κυμάτων αίματος, αντλούσα ολοένα δυνάμεις από τον σκληρότατον αγώνα της…»

Ίσως να έχετε ακουστά (αν και, μάλλον, δεν υποχρεούστε) ότι οι Κρητικοί δεν άφησαν τα όπλα από τα χέρια τους για έναν ολόκληρον αιώνα, μέχρι το 1898. Κι όταν ένιωσαν ότι ανέτελλε η ελπίδα της ελευθερίας, έτρεξαν μαζικά στη Μακεδονία συνεχίζοντας τον αγώνα για την απελευθέρωση και άλλων περιοχών της Ελλάδας. Ακόμη και οι ιστορικώς ημιμαθείς πρώην υπουργοί θα έχουν ακούσει για τους Κρήτες Μακεδονομάχους, αυτούς που ο Γερμανός Καραβαγγέλης (αν τον έχετε ακουστά…) χαρακτήρισε ως τέλειους τύπους πολεμιστών: «Γενναίοι, ευφυείς, τολμηροί, αποφασιστικοί, φιλόδοξοι και έχοντες ανεπτυγμένον το εθνικόν αίσθημα. Είμαι βέβαιος ότι θα ενισχύσωσιν καταπληκτικώς τον αγώνα …».

Οι συνεχείς αγώνες του 19ου αιώνα συγκλόνισαν κορυφαίες μορφές του πνεύματος, όπως τον Βίκτωρα Ουγκώ (μήπως τον έχετε ακουστά;) που έγραψε λόγια σαν και τούτα:

«Στο μοναστήρι του Αρκαδιού δεκάξι χιλιάδες Τούρκοι πολεμάνε εκατόν ενενήντα εφτά άντρες και τριακόσιες σαράντα τρεις γυναίκες και παιδιά. Το τούρκικο ασκέρι έχει είκοσι έξη κανόνια και δύο οβούζια. Οι Έλληνες κρατάνε μονάχα διακόσια σαράντα ντουφέκια. Δυο μερόνυχτα βαστάει ο πόλεμος. Το μοναστήρι έγινε κόσκινο από διακόσιες μπόμπες. Ένα τειχί τινάχτηκε κι οι Τούρκοι χύνουνται μέσα. Οι Έλληνες συνεχίζουν τη μάχη. Εκατόν πενήντα ντουφέκια έχουν ανάψει, μα παλεύουν ακόμα έξη ώρες από κελί σε κελί κι από σκαλί σε σκαλί. Δυο χιλιάδες κουφάρια είναι στίβα στην αυλή. […] Γιατί επαναστάτησε η Κρήτη; Γιατί ο Θεός την έφτιαξε ομορφότερη απ’ όλες τις χώρες του κόσμου και οι Τούρκοι την κατάντησαν πιο δύστυχη απ’ όλες. Γιατί έχει καρπούς και γεννήματα αλλά δεν έχει εμπόριο. Γιατί έχει πολιτείες χωρίς δρόμους, χωριά χωρίς στράτες, λιμάνια χωρίς ταρσανάδες, ποτάμια χωρίς γεφύρια, παιδιά χωρίς σχολεία, γιατί έχει δικαιώματα χωρίς νόμους, έχει ήλιο αλλά δεν φωτίζεται…».

Η Κρήτη και οι Κρητικοί δεν έχουν ανάγκη να αποδείξουν τίποτα και σε κανέναν. Δεν επιτρέπουν, όμως, και σε κανέναν να προσβάλει τη μνήμη των ανθρώπων που βρέθηκαν μπροστάρηδες σε όλους τους εθνικούς και τους κοινωνικούς αγώνες.

Τελειώνοντας, θα θέλαμε μόνο να μοιραστούμε έναν προβληματισμό με τους υπόλοιπους Συνέλληνες: Πώς είναι δυνατόν να χειρίζονται (ή να χειρίστηκαν στο παρελθόν) κρίσιμα εθνικά ζητήματα άνθρωποι που αγνοούν ακόμη και τα στοιχειώδη από την ιστορία της χώρας τους; Και, μάλιστα, από κορυφαίες θέσεις όπως εκείνη του Αντιπροέδρου της Κυβέρνησης, του Υπουργού Πολιτισμού ή του Υπουργού Εξωτερικών;

Ειρηναίος, Αρχιεπίσκοπος Κρήτης
Νίκος Ψιλάκης, Δημοσιογράφος – Συγγραφέας
Ηρακλής Πυργιανάκης, Αρχιτέκτων Μηχανικός
Μανώλης Γ. Δρακάκης, δρ Ιστορίας της Εκπαίδευσης του Πανεπιστημίου Κρήτης
Μιχάλης Τρούλης, Φιλόλογος – Ιστορικός, Δ/ντής Δημόσιας Βιβλιοθήκης Ρεθύμνου
Μαρία Μαραγκού, Κριτικός Τέχνης, Διευθύντρια Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης Ρεθύμνου
Δημήτρης Σάββας, Προϊστάμενος της Βικελαίας Δημοτικής Βιβλιοθήκης Ηρακλείου
Μακάριος, Μητροπολίτης Γορτύνης και Αρκαδίας
Ζαχαρένια Σημανδηράκη, Ειδ. Συνεργάτις των Γενικών Αρχείων του Κράτους
Κώστας Φουρναράκης, Προϊστάμενος Γενικών Αρχείων Κράτους, Ιστορικό Αρχείο Κρήτης
Σήφης Κοσόγλου, Φιλόλογος – Συγγραφέας
Οδυσσέας Σγουρός, Αρχιτέκτονας, Αντιπρόεδρος ΤΕΕ Ανατ. Κρήτης