Η 25η Μαρτίου έφτασε και φέτος και όλοι οι προβληματισμένοι άνθρωποι αναζητούμε το νόημα της εθνικής επετείου στην Ελλάδα του σήμερα.
Η ιστορική μνήμη είναι απολύτως απαραίτητη για την κατανόηση του παρόντος και τον σχεδιασμό του μέλλοντος. Και όμως – ή ίσως ακριβώς γι’ αυτό – η γνώση της Ιστορίας στις νέες γενιές είναι υποβαθμισμένη και ο τρόπος που διδάσκεται η Ιστορία ως μάθημα στα σχολεία μάλλον συντελεί στην υποβάθμιση αυτή, παρά την αποτρέπει.
Η εποχή μας διαθέτει βασικές ομοιότητες με την εποχή της Επανάστασης του 1821 και τις παραμονές της. Επιλέγουμε τέσσερις από αυτές τις ομοιότητες.
Κατ’ αρχάς, πανίσχυρες αυτοκρατορίες εξουσιάζουν τον κόσμο. Αυτοκρατορίες δυτικής προελεύσεως, όπως συνέβαινε και κατά τις αρχές του 19ου αιώνα. Σήμερα οι αυτοκρατορίες αυτές – η νέας μορφής αποικιοκρατία – υπό το πρόσχημα των εθνικών κρατών ή μιας πανευρωπαϊκής ενότητας, είναι στην πραγματικότητα συνασπισμοί τεράστιων οικονομικών δυνάμεων, που διεισδύουν όχι μόνο στις κοινωνίες των μικρών κρατών, αλλά και στην ίδια την προσωπική ζωή των πολιτών του δυτικού κόσμου, τους οποίους μετατρέπουν σε ελεγχόμενες μονάδες εργαζομένων και καταναλωτών με κάποια επίφαση «ελευθερίας».
Δεύτερον, παρατηρείται άνοδος του ισλαμικού φανατισμού και επεκτατισμού, και μάλιστα με κύρια πηγή πλέον, όχι το ISIS, αλλά την Τουρκία. Η Τουρκία (όπως τότε η Οθωμανική Αυτοκρατορία) συνεχίζει να είναι «ο μεγάλος ασθενής» (όπως χαρακτηριζόταν τον 19ο αιώνα), που η Δύση μπορεί να εξουδετερώσει όποτε θέλει, αλλά δεν το κάνει όσο μπορεί να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά της. Εμείς, οι Έλληνες, είμαστε για μια ακόμη φορά οι άμεσα εμπλεκόμενοι με τον επεκτατισμό αυτόν (κυματοθραύστης της Ευρώπης) και πιθανόν αύριο θα χρειαστεί να τον αντιμετωπίσουμε στο πεδίο της μάχης. Δεν είναι και τόσο ρεαλιστικό να περιμένουμε «προστασία» από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή το ΝΑΤΟ, εκτός αν αυτό εξυπηρετεί τότε τα συμφέροντα που υποκρύπτονται πίσω από αυτούς τους δύο συνασπισμούς.
Το τρίτο στοιχείο είναι η διαφαινόμενη διάλυση των λεγόμενων «εθνικών κρατών» και η ανάμιξη των πληθυσμών, με τη σύγχρονη μετανάστευση, που οδηγεί στην ανάδυση της περιβόητης «πολυπολιτισμικής» Ελλάδας και Ευρώπης. Η Ιστορία μας, τόσο στα ελληνιστικά χρόνια όσο και στα χριστιανικά ρωμαϊκά («βυζαντινά») χρόνια, συμπεριλαμβανομένης της Τουρκοκρατίας, είναι Ιστορία πολυεθνικών κρατών, με σημαντικά στοιχεία όμως τον ελληνικό πολιτισμό και ένα σύστημα αξιών εμπνεόμενο αφενός από την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και αφετέρου από τη χριστιανική πνευματικότητα των Πατέρων της Εκκλησίας, που δίδαξαν έναν δρόμο ανόδου από τον άνθρωπο στον Θεάνθρωπο (άγιο). Στις μέρες μας αυτό το σύστημα αξιών, αφού αρχικά αντικαταστάθηκε από το ιδεώδες της οικονομικής και καταναλωτικής ευμάρειας, πλέον αντικαθίσταται από το ιδεώδες του «μετανθρώπου», δηλ. του τεχνολογικά ενισχυμένου ανθρώπου. Πάντως η συνάντηση λαών και πολιτισμών στην αυλή μας είναι γεγονός και, όπως στο παρελθόν, καλούμαστε να διατηρήσουμε τα «τιμαλφή του Γένους μας», δηλ. τις πολύτιμες αξίες του πολιτισμού μας – και ει δυνατόν να τα μεταλαμπαδεύσουμε – κάτω από έναν πολιτισμικό οδοστρωτήρα που συνθλίβει τους πάντες.
Το τέταρτο στοιχείο είναι το θρησκευτικό υπόβαθρο όλων των ανωτέρω. Ακόμη και η λεγόμενη «ουδετερόθρησκη» Δύση είναι στην πραγματικότητα άκρως θρησκευόμενη, με τις επιρροές του θρησκευτικού κινήματος της «Νέας Εποχής» (New Age), μιας ανάμιξης βουδισμού, ινδουισμού, πνευματισμού και παγανιστικών ιδεών και πρακτικών, κάτω από μια κρούστα θρησκευτικής ουδετερότητας, να διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην κοσμοθεωρία της. Αυτό καθιστά ιδιαίτερα σημαντική την ανακάλυψη της δικής μας ορθόδοξης πνευματικής και πολιτισμικής κληρονομιάς, που συνιστά τον δικό μας δρόμο προς τη σοφία, την αυτογνωσία, την ηθική και πνευματική ανάπτυξη και τη σχέση μας με τους άλλους, με τον εαυτό μας, με το περιβάλλον και φυσικά με τον Θεό, άσχετα από το τι νομίζει ο καθένας γι’ Αυτόν.
Γι’ αυτό και εξακολουθούμε να συνεορτάζουμε την έναρξη της Επανάστασης του 1821 με τον Ευαγγελισμό της Θεοτόκου στις 25 Μαρτίου, όπως είναι καθιερωμένο από τις πρώτες δεκαετίες της ιστορίας του νεώτερου ελληνικού κράτους (και όπως ήταν προγραμματισμένη η έναρξη της Επανάστασης από τους ίδιους τους αγωνιστές, ασχέτως αν τελικά άρχισε λίγες μέρες νωρίτερα). Και παράλληλα με τον Εθνικό Ύμνο ψάλλουμε στις εκκλησίες της πατρίδας μας αυτή την περίοδο το πολυαγαπημένο κοντάκιο «Τῇ ὑπερμάχῳ», που, εισάγοντας τους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου και με παράλληλες αναφορές στην Παναγία και στη σωτηρία της πατρίδας, προκαλεί ευτυχώς ακόμη και σήμερα συγκίνηση σε όσους – αντιστεκόμενοι στις Σειρήνες – διαθέτουν αφτιά για ν’ ακούσουν.
Αν όλα αυτά σχηματίζουν το ψηφιδωτό (παζλ) ενός κόσμου που συνθλίβει και καταπιέζει τον άνθρωπο και την κοινωνία, ας δώσουμε και το αισιόδοξο μήνυμα. Αυτό το μήνυμα προκύπτει από το ήθος των αγωνιστών του 1821 και εκείνων που είχαν προετοιμάσει το έδαφος για την Επανάσταση χρόνια πριν. Κατά τη διάρκεια της Επανάστασης σημειώθηκαν πολλά δραματικά και μελανά γεγονότα – προδοσίες και αδελφομαχίες – αλλά και σελίδες λαμπρού ήθους, μεγαλοψυχίας, ανιδιοτέλειας και ηρωισμού. Απλοί άνθρωποι, χωρίς εξωτερική βοήθεια, με σημαία την πίστη στον Χριστό και την αγάπη για την πατρίδα, επαναστάτησαν ενάντια όχι μόνο στην βάρβαρη Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και στις αδίστακτες αποικιοκρατικές αυτοκρατορίες της Δύσης («Ιερά Συμμαχία»). Ιδιαίτερα σημαντικό: αυτοί οι άνθρωποι είναι πρόγονοί μας. Στην προσπάθειά τους, αλλού πέτυχαν, αλλού απέτυχαν, άλλοτε έπεσαν ηθικά, άλλοτε ανορθώθηκαν. Εμείς καλούμαστε να μελετήσουμε τα γεγονότα και τις προσωπικότητες, να αποφύγουμε τα λάθη και να παραδειγματιστούμε από τα σωστά.
Ελευθερία ή θάνατος είναι δύο επιλογές προτιμότερες από τη σκλαβιά. Εκτός αν πάψαμε να είμαστε απόγονοι του Κολοκοτρώνη, του Καραϊσκάκη, του Μακρυγιάννη, του Μάρκου Μπότσαρη, της Μπουμπουλίνας, της Μαντώς Μαυρογένους, του Κανάρη, των Κρητών αγωνιστών, όπως ο καπετάν Μιχάλης Κόρακας, ο χατζή Μιχάλης Γιάνναρης και πλήθος άλλων. Και η Επανάσταση του 1821 δεν ήταν και δεν είναι η μόνη Επανάσταση για την ελευθερία του τόπου μας και του λαού μας.
Αν εξακολουθούμε να είμαστε απόγονοί τους, ας αφήσουμε την καρδιά μας να χτυπήσει στους ίδιους ρυθμούς. Ας ποθήσουμε κι εμείς την ελευθερία μας και την ελευθερία των παιδιών μας και ας θυσιάσουμε τη βολή μας – μια «βολή» δουλείας και εξευτελισμού – για να την κερδίσουμε.
Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Υποψήφιος βουλευτής Ρεθύμνου
Δημοκρατικό Πατριωτικό Κίνημα ΝΙΚΗ