Η περιφερειακή παράταξη «Ριζοσπαστική Συνεργασία Κρήτης»-Αντιπεριφέρειας Ρεθύμνου με υποψήφιο Αντιπεριφερειάρχη τον Γιάννη Σταθάκη διοργάνωσε την 5η θεματική εκδήλωση-συζήτηση το Σάββατο 10 Μαΐου 2014 στο Επιμελητήριο Ρεθύμνου με θέμα: «Ο πολιτισμός… η αναπνοή μας»
Προτάσεις περιφερειακών πολιτικών για τον πολιτισμό. Ομιλητές ήταν ο Αντώνης Λιοδάκης, ψυχίατρος, υποψήφιος περιφερειακός Σύμβουλος Ρεθύμνου, Κορίνα Μηλιαράκη, Πρόεδρος του Πολιτιστικού Συλλόγου Πανόρμου «Επιμενίδης» και Κυριάκος Ψαρουδάκης, αρχαιολόγος. Στην εκδήλωση παραβρέθηκαν ο υποψήφιος Αντιπεριφερειάρχης Ρεθύμνου Γιάννης Σταθάκης, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ Ανδρέας Ξανθός και υποψήφιοι περιφερειακοί σύμβουλοι.
Ο Α. Λιοδάκης κάνοντας το άνοιγμα της εκδήλωσης τόνισε: «Σήμερα ο πολιτισμός αντιμετωπίζεται ως το έσχατο κομμάτι της πολιτικής ατζέντας από τις μνημονιακές κυβερνήσεις. Δεν μπορούμε να μιλάμε για πολιτισμό αντιμετωπίζοντας τον ως ένα ξεχωριστό κομμάτι της κοινωνικής ζωής απομονωμένο από την υπόλοιπη κοινωνία. Ο χώρος του πολιτισμού δεν είναι ένας υπερβατικός τόπος που κατοικείται μόνο από τα έργα και τους ανθρώπους που τα δημιουργούν, τα μελετούν, τα σχολιάζουν, ή τα απολαμβάνουν με επάρκεια γνώσης και ευαισθησίας .Αντίθετα ο πολιτισμός και η τέχνη τρέφονται από τους χυμούς της οικονομίας και αποτελούν μέρος μιας ευρύτερης διαδικασίας στην οποία μετέχουμε όλοι. Δεν μπορούμε να μιλάμε για πολιτισμό χωρίς να μιλάμε για πολιτική. Δεν μπορούμε να μιλάμε για πολιτισμό χωρίς να τον αναγνωρίζουμε και να τον αναζητούμε στην καθημερινότητα κάθε πολίτη, στην ποιότητα της ζωής του στον τρόπο που συνομιλεί με τους άλλους και συμμετέχει στην κοινότητα.
Η Ριζοσπαστική Συνεργασία Κρήτης επεξεργάζεται προγράμματα και δράσεις για τον πολιτισμό που είναι η αναγωγή του από προϊόν σε αγαθό, η σύνδεση του με την παιδεία και την εκπαίδευση, η αποσαφήνιση της έννοιας της παράδοσης ως ενεργή διεργασία και η συνεχή πολιτιστική παραγωγή σε όλα τα επίπεδα της καθημερινής ζωής».
Στην παρέμβαση της η Κ. Μηλιαράκη, αναφέρθηκε για τον πολιτισμό στην βαθιά περίοδο πολύπλευρης κρίσης που ζούμε, που όχι μόνο δεν είναι πολυτέλεια αλλά είναι το ζωογόνο οξυγόνο για να αντισταθούμε ως λαός και κοινωνία και να αναγεννηθούμε πνευματικά ηθικά και πολιτικά και τόνισε: «Η ισοπέδωση και κατάργηση της διαφορετικότητας, της ετερότητας κάθε χώρας η περιοχής, είναι σήμερα η μεγαλύτερη απειλή. Με εφαλτήριο την μεγάλη πολιτισμική και ιστορική δημιουργία του παρελθόντος της Κρήτης και του Ελληνισμού ευρύτερα, σε συνδυασμό με την καινούργια δημιουργία των σύγχρονων πολιτιστικών ρευμάτων και των μεγάλων και σημαντικών δημιουργών να ξαναγίνει σύντομα η Κρήτη οικουμενική κοιτίδα πολιτισμού σε διεθνές επίπεδο. Τρεις είναι οι μεγάλοι άξονες πολιτισμικού κεφαλαίου της Κρήτης. Ο Μινωικός πολιτισμός και όλη η αρχαιοελληνικής περίοδος που συνδέεται στενά μαζί του και αποτελεί οργανική συνέχεια μέχρι και το Βυζάντιο, η περίοδος της Κρητικής Αναγέννησης και τέλος τα μεγαλειώδη απελευθερωτικά και κοινωνικά κινήματα εναντίον των ξένων Δυνάμεων, που συμπύκνωσαν τις αξίες της ελευθερίας, της δικαιοσύνης, της ισότητας, της αλληλεγγύης κ.α. και οδήγησαν στην απελευθέρωση της Κρήτης, στην ένωση με την Ελλάδα και στην διεκδίκηση εσωτερικά καλύτερων όρων ζωής για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα».
Η Κ. Μηλιαράκη έκανε προτάσεις για να γίνει η Κρήτη Παγκόσμια Περιφέρεια Πολιτισμού, όπως η δημιουργία Κέντρου έρευνας του Μινωικού Πολιτισμού, η χρηματοδότηση ανασκαφής της πόλης της Κνωσού και ανάδειξη των μεγάλων Μινωικών και Μυκηναϊκών κέντρων που δεν έχει ολοκληρωθεί ακόμα η ανασκαφή τους π.χ. Μοναστηράκι Ρεθύμνου, λιμάνι της Κνωσού, λειτουργική ανάδειξη των μινωικών φρυκτωριών, η ανάδειξη του Πολιτισμικού Κεφαλαίου της Κρητικής Αναγέννησης, η ίδρυση Μουσικής Ακαδημίας, η δημιουργία Ορχήστρας Νέων της Μεσογείου, η στήριξη της προσπάθειας του Ντέιλι Ρος στο Χουδέτσι, η στήριξη όλων των πολιτιστικών φορέων του νησιού που δημιουργούν στον χώρο τους και η συνεργασία με σοβαρούς πολιτιστικούς φορείς της Ελλάδας και του εξωτερικού , της Ευρώπης, κυρίως των Μεσογειακών χωρών.
Ο Κ. Ψαρουδάκης, στην ομιλία του περιέγραψε την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει σήμερα ο πολιτισμός, τόσο ο τομέας της πολιτιστικής κληρονομιάς όσο και εκείνος του σύγχρονου πολιτισμού, είναι απελπιστική, με θεσμικούς του –και όχι μόνο- φορείς να υποβαθμίζονται, να συρρικνώνονται ή να κλείνουν.
Στη συνέχεια ο Κ. Ψαρουδάκης επεσήμανε τα εξής: «Η παραπάνω διαπίστωση γίνεται ακόμη πιο οδυνηρή, αν αναλογιστούμε ότι ο πολιτισμός αντιμετωπίζεται πλέον ως ένα κατεξοχήν οικονομικό μέγεθος, στο πλαίσιο της λεγόμενης «δημιουργικής οικονομίας», η οποία έχει τελευταία προστεθεί στις επενδυτικές προτεραιότητες, αλλά και στη ρητορική της ευρωπαϊκής Ένωσης.
Είναι ενδεικτικό πως, στο πλαίσιο του Συμφώνου Εταιρικής Σχέσης 2014-2020 (το νέο ΕΣΠΑ), ο τομέας που πρόκειται να χρηματοδοτήσει τον πολιτισμό ονομάζεται «πολιτιστικές και δημιουργικές βιομηχανίες», και καθορίζεται από την Ε.Ε. σε συνεργασία με το ελληνικό κράτος, στη βάση πολιτικών προτεραιοτήτων που για την επόμενη περίοδο θεωρούνται ως η «έξυπνη» ανάπτυξη. Τα αποτελέσματα μιας τέτοιας πολιτικής είναι η εισβολή του ιδιωτικού τομέα στον πολιτισμό και ο συνακόλουθος περιορισμός της κρατικής χρηματοδότησης (που και τώρα είναι υποτυπώδης), η ολιγοπωλιακή κυριαρχία στην εθνική αγορά που εξοντώνει τις μικρές επιχειρήσεις (έξι ιδιωτικά ιδρύματα κυριαρχούν σήμερα στον χώρο του πολιτισμού) και ο αφανισμός εκείνων των πολιτιστικών δομών που δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν στο νέο ανταγωνιστικό οικονομικό περιβάλλον.
Ο δημόσιος χαρακτήρας του πολιτισμού υποστέλλεται και αντικαθίσταται από ένα νέο πολιτιστικό μοντέλο με νεοφιλελεύθερα χαρακτηριστικά. Χρέος των προοδευτικών δυνάμεων είναι η ανάσχεση αυτής της προοπτικής και ο επαναπροσδιορισμός της με κοινωνικές αξίες βασισμένες στην ισότητα, την προστασία της φύσης, την κοινωνική αλληλεγγύη και τη βελτίωση του δομημένου περιβάλλοντος. Ο ρόλος του κράτους στο σχεδιασμό και την υλοποίηση μιας τέτοιας πολιτιστικής πολιτικής είναι αναγκαίος και αναντικατάστατος, αφού πρώτα απαλλαγεί από παλαιές του παθογένειες και τον πελατειακό χαρακτήρα και εκσυγχρονιστεί με τα νέα τεχνολογικά επιτεύγματα, που έχει επιτύχει η τεχνοεπιστήμη (κυρίως η ψηφιακή τεχνολογία).
Εξίσου σημαντικός, διακριτός και απαραίτητος είναι και ο ρόλος της Τ.Α. η οποία πρέπει να παρεμβαίνει, ιδιαίτερα σήμερα όπου διαμορφώνονται εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και να στηρίζει τον πολιτισμό, ως ο κατεξοχήν εκείνος θεσμός που μπορεί να σχεδιάσει και να υλοποιήσει μια πολιτιστική πολιτική βασισμένη στις τοπικές ανάγκες και ιδιαιτερότητες.