«Για πρώτη φορά μια κυβέρνηση δεν αρκείται σε διαπιστώσεις για «τρωκτικά» και «πιράνχας» αλλά ανοίγει μέτωπο με τη διαχρονική διαφθορά στην υγεία και στο φάρμακο» υπογραμμίζει ο υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός στη συνέντευξη που παραθέτει στο «Βήμα». Κατά τη μεταμνημονιακή εποχή «πυξίδα» για τον ίδιο αποτελεί η «ηθικοποίηση» του συστήματος αλλά και οι ανακουφιστικές παρεμβάσεις για τους πολίτες και το δοκιμαζόμενο ΕΣΥ.
Κύριε υπουργέ, η Υγεία θα ανανήψει στη μεταμνημονιακή εποχή;
«Στη νέα περίοδο, μετά το τέλος του μνημονιακού προγράμματος, θα εξακολουθήσουν να υπάρχουν προβλήματα, δυσκολίες και περιορισμοί, αλλά σίγουρα θα υπάρχουν αυξημένες δυνατότητες για να στηριχθούν η δημόσια περίθαλψη και το κοινωνικό κράτος. Η Υγεία έχει ήδη ανανήψει εντός του Μνημονίου, επειδή υπήρξε σοβαρή ενίσχυση του ΕΣΥ με μόνιμο και επικουρικό προσωπικό και με επιπλέον χρηματοδότηση. Οχι μόνο εξασφαλίστηκε η σταθεροποιημένη λειτουργία των νοσοκομείων, αλλά είναι πλέον εγγυημένη η ελεύθερη και δωρεάν πρόσβαση όλων των πολιτών (ασφαλισμένων και ανασφάλιστων) στο δημόσιο σύστημα υγείας. Τώρα το στοίχημα είναι η ποιότητα της φροντίδας, η αποτελεσματικότητα των δημόσιων υπηρεσιών, η θεσμική εξυγίανση του συστήματος και ο σεβασμός των δικαιωμάτων και της αξιοπρέπειας των ασθενών».
– Ο χώρος της Υγείας βρίσκεται στην επικαιρότητα των «σκανδάλων». Αρκετοί εκτιμούν ότι με αυτόν τον τρόπο η κυβέρνηση δυναμιτίζει, τεχνηέντως, την προεκλογική περίοδο. Τι απαντάτε;
«Οποιος θεωρεί «σκευωρία» και «πολιτική δίωξη» τη θεσμική διερεύνηση του αδιαμφισβήτητου party στην Υγεία, ή δεν έχει καταλάβει τίποτα για τη φαυλότητα που επικρατούσε σε αυτόν τον ευαίσθητο χώρο ή καλύπτει συνειδητά τους ενόχους. Για πρώτη φορά μια κυβέρνηση δεν αρκείται σε διαπιστώσεις για «τρωκτικά» και «πιράνχας» αλλά ανοίγει μέτωπο με τη διαχρονική διαφθορά στην Υγεία και στο φάρμακο. Η εμπλοκή της Βουλής, των ελεγκτικών μηχανισμών και της Δικαιοσύνης στην προσπάθεια αναζήτησης ενδεχόμενων ποινικών ευθυνών για πολιτικά πρόσωπα ή κρατικούς λειτουργούς δεν μπορεί να χαρακτηρίζεται «σκανδαλολογία» ούτε μπορεί να θεωρείται «προσπάθεια εξόντωσης αντιπάλων που δυναμιτίζει το πολιτικό κλίμα». Η συγκάλυψη των σκανδάλων και η «ομερτά» του πολιτικού συστήματος είναι που δυναμιτίζουν το κοινωνικό κλίμα και εκτρέφουν την αντι-πολιτική και την Ακροδεξιά. Από το πώς τοποθετείται κάθε πολιτική δύναμη στο θέμα του party στην Υγεία κρίνονται η αξιοπιστία της και η διάθεσή της να συμβάλει στην υπέρβαση των παθογενειών του συστήματος και της φαυλότητας του παρελθόντος».
– Η υπόθεση Novartis έχει αποτελέσει πυξίδα για τη δημιουργία ενός αποδοτικότερου ελεγκτικού πλαισίου; Τι έχετε κάνει;
«Εχουμε για πρώτη φορά στη χώρα έναν αξιόπιστο μηχανισμό Αξιολόγησης της Φαρμακευτικής Καινοτομίας (ΗΤΑ) και Διαπραγμάτευσης της τιμής αποζημίωσης των ακριβών φαρμάκων. Εχουμε ενσωματώσει πάνω από 50 σύγχρονα θεραπευτικά πρωτόκολλα στο σύστημα ηλεκτρονικής συνταγογράφησης, συγκροτούμε σιγά-σιγά τα πρώτα Μητρώα Ασθενών, εφαρμόζουμε – επίσης για πρώτη φορά – τη δημοσιοποίηση της οικονομικής σχέσης των φαρμακευτικών με τις επιστημονικές ιατρικές εταιρείες, τους ΕΛΚΕ των πανεπιστημίων και τους γιατρούς, έχουμε ένα διαφανέστατο σύστημα τιμολόγησης στον ΕΟΦ χωρίς τις γνωστές «υπουργικές παρεμβάσεις και συναλλαγές». Εχουμε λοιπόν δημιουργήσει «θεσμικές δικλίδες ασφαλείας» στον τομέα του φαρμάκου, που εγγυώνται διαφάνεια, ορθολογικότερη συνταγογράφηση και κυρίως ευχερή πρόσβαση όλων των πολιτών στις αναγκαίες θεραπείες».
– Το «Ερρίκος Ντυνάν» είναι ακόμη μια υπόθεση που έχει πάρει τον δρόμο της Δικαιοσύνης. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα μεγάλο νοσοκομείο, όμως τελικά οι ενδιαφερόμενοι για τον διαγωνισμό είναι μόνον δύο. Πώς βλέπετε την επόμενη ημέρα;
«Η πώληση του «Ερρίκος Ντυνάν» σε μια τράπεζα μετά από μια περίοδο φαύλης διαχείρισης και οικονομικής χρεοκοπίας είναι ένα μεγάλο οικονομικό και πολιτικό σκάνδαλο. Το νοσοκομείο αυτό ήταν κοινωφελούς χαρακτήρα και ιδιωτικοποιήθηκε πλήρως. Η προσπάθεια επαναδημοσιοποίησής του μέσω του Ιδρύματος Ωνάση είναι η πολιτική απάντηση της κυβέρνησης σε έναν χειρισμό που έβλαψε το δημόσιο συμφέρον».
– Χωρίς τις σημαντικές δωρεές ιδρυμάτων – όπως είναι το «Σταύρος Νιάρχος» και το Ιδρυμα Ωνάση – πώς θα ήταν το ΕΣΥ σήμερα;
«Οι δωρεές αυτές είναι ζωτικής σημασίας για τον εκσυγχρονισμό και την αναβάθμιση των υποδομών του ΕΣΥ, παρά το ότι υπάρχει ένας σοβαρός σχεδιασμός αξιοποίησης όλων των διαθέσιμων δημόσιων χρηματοδοτικών εργαλείων (ΕΣΠΑ, ΠΔΕ, αποθεματικό υπουργείου Υγείας, πόροι της Αυτοδιοίκησης κ.λπ.) που σίγουρα δεν επαρκούν. Είμαστε ευγνώμονες για τις δωρεές των ιδρυμάτων γιατί υπηρετούν ένα πολιτικό σχέδιο καθολικής κάλυψης των πολιτών, ενδυνάμωσης και όχι «παθητικής ιδιωτικοποίησης» του δημόσιου συστήματος υγείας. Δεν πρέπει όμως να ξεχνάμε ότι ο κρίσιμος παράγοντας για την απόδοση του συστήματος είναι το ανθρώπινο δυναμικό και η λειτουργική υποστήριξη των δημόσιων δομών. Και αυτός ο παράγοντας, με συστηματικό τρόπο, έχει ενισχυθεί αυτά τα χρόνια. Από το 2015 σταμάτησαν οι περικοπές στις δαπάνες υγείας και αυξάνονται σταδιακά οι προϋπολογισμοί των νοσοκομείων, ενώ από το 2016 το ισοζύγιο προσλήψεων/αποχωρήσεων είναι θετικό. Ετσι, καταφέραμε, με την πολιτική της «συνέργειας δημόσιων και ιδιωτικών πόρων», να στηρίξουμε σε περίοδο λιτότητας τη δημόσια περίθαλψη και να είναι σήμερα το ΕΣΥ σε καλύτερη κατάσταση, όρθιο, αποτελεσματικό και κυρίως ανοικτό σε όλους, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς».
– Απομένουν λιγότεροι από δύο μήνες για την «επίσημη» έναρξη της νέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας. Παρ’ όλα αυτά, τα κενά σε γιατρούς και δομές παραμένουν. Επαρκεί ο χρόνος;
«Το νέο μοντέλο στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα έχει δρομολογηθεί από πέρυσι τον Δεκέμβρη όταν εγκαινιάστηκαν οι πρώτες ΤΟΜΥ από τον Πρωθυπουργό. Μάλιστα, τον ερχόμενο μήνα, που συμπληρώνεται ένα έτος, θα πραγματοποιήσουμε ημερίδα σε συνεργασία με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, όπου θα γίνει μια πρώτη αποτίμηση των αποτελεσμάτων του νέου υποδείγματος στην ΠΦΥ. Αυτό που θα ξεκινήσει από 1/1/2019 είναι το νέο σύστημα παραπομπών από τον οικογενειακό γιατρό σε άλλους πιο εξειδικευμένους γιατρούς, το οποίο θα προχωρήσει σταδιακά και με την απαραίτητη ευελιξία, επειδή πράγματι δεν έχουμε ακόμη την κάλυψη που θα θέλαμε σε οικογενειακούς γιατρούς. Επίσης είναι σημαντικό να διευκρινίσουμε ότι από το νέο σύστημα παραπομπών θα εξαιρούνται τα έκτακτα – επείγοντα περιστατικά, τα οφθαλμιατρικά, γυναικολογικά, ψυχιατρικά, οδοντιατρικά περιστατικά, καθώς και οι ασθενείς με σοβαρές χρόνιες παθήσεις οι οποίοι θα συνεχίσουν να παρακολουθούνται από τον ειδικό γιατρό τους, όπως έκαναν και στο παρελθόν».
– Οι ελαστικές σχέσεις εργασίας στο ΕΣΥ τείνουν να είναι η πάγια τακτική. Υπάρχει πλάνο για συγκεκριμένο αριθμό μόνιμων προσλήψεων;
«Δεν πρόκειται για πάγια τακτική. Τα τελευταία τρία χρόνια έχουν προκηρυχθεί περισσότερες από 8.000 θέσεις μόνιμου προσωπικού στο ΕΣΥ. Οι προσλήψεις αυτές θα συνεχιστούν και στο επόμενο διάστημα μετά την επιτυχή διαπραγμάτευση της κυβέρνησης με τους δανειστές όπου επιτεύχθηκε η αναλογία 1 προς 1 (μία πρόσληψη για κάθε συνταξιοδότηση). Αυτό είναι πολύ σημαντικό γιατί το δημόσιο σύστημα βρέθηκε ένα βήμα πριν από το λειτουργικό black out λόγω του μνημονιακού κανόνα 1 προς 5 (μία πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις), αναλογία που έχει δηλώσει ότι θα επαναφέρει ο κ. Μητσοτάκης. Είναι σαφές λοιπόν ότι το σχέδιο της ΝΔ για την Υγεία δεν είναι άλλο από την εγκατάλειψη και τη συρρίκνωση του ΕΣΥ προς όφελος του ιδιωτικού τομέα. Εμείς, αντιθέτως, θέλουμε ένα δημόσιο σύστημα υγείας προσβάσιμο σε όλους που να παρέχει δωρεάν, ισότιμη και ποιοτική φροντίδα. Στις αρχές του 2019 θα παρουσιάσουμε λεπτομερώς τον στρατηγικό σχεδιασμό για το ανθρώπινο δυναμικό στο ΕΣΥ με πρόβλεψη περίπου 15.000 μόνιμων προσλήψεων γιατρών και λοιπού προσωπικού σε βάθος 5ετίας, προκειμένου να καλύψουμε με σχετική επάρκεια τα κενά των επερχόμενων συνταξιοδοτήσεων αλλά και αυτά που προέκυψαν στην πρώτη 6ετία του Μνημονίου που είχαν παγώσει οι προσλήψεις. Οσον αφορά τις ελαστικές σχέσεις εργασίας, αυτές αποτελούν μια αναγκαστική επιλογή για όσο υπάρχουν επείγουσες ανάγκες και περιορισμός στις προσλήψεις».
– Υπάρχει περιθώριο για αποτελεσματική αύξηση των προϋπολογισμών στο ΕΣΥ;
«Η μεταμνημονιακή περίοδος, παρά τους δημοσιονομικούς περιορισμούς με βάση τα συμφωνημένα πρωτογενή πλεονάσματα, δημιουργεί σίγουρα μεγαλύτερα περιθώρια ενίσχυσης της δημόσιας περίθαλψης. Στόχος μας είναι να υποχωρεί σταδιακά η λιτότητα και σε βάθος 5ετίας να συγκλίνουμε με τους μέσους ευρωπαϊκούς όρους στις δημόσιες δαπάνες υγείας (7,0% του ΑΕΠ όταν στην Ελλάδα είναι 5,0% ). Με τις επιπλέον δαπάνες θα ενισχύσουμε με ισόρροπο τρόπο όλους τους τομείς (λειτουργικές δαπάνες ΕΣΥ, κλειστούς προϋπολογισμούς για το φάρμακο, λοιπές παροχές του ΕΟΠΥΥ) έτσι ώστε να είναι αισθητή η βελτίωση στην καθημερινότητα των πολιτών. Ηδη στο 2019 έχουμε προϋπολογίσει για 1η φορά 40 εκατ. ευρώ για «αγορά» οδοντιατρικής φροντίδας των παιδιών από ιδιώτες οδοντιάτρους».
– Ο θεσμός του οικογενειακού γιατρού έφερε μεν νέες θέσεις εργασίας, όμως δεν φάνηκε να δελεάζει τους νέους γιατρούς και να ανακόπτει το κύμα του brain drain…
«Για τους γιατρούς των ΤΟΜΥ κάναμε την καλύτερη δυνατή ρύθμιση: οι αποδοχές τους είναι στο επίπεδο του Επιμελητή Α’ του ΕΣΥ, δηλαδή 1.650 € καθαρά. Πιστεύουμε ότι για τα μισθολογικά δεδομένα του Δημοσίου και της χώρας, είναι αξιοπρεπείς αποδοχές. Η μη ικανοποιητική ανταπόκριση στις προκηρύξεις οφείλεται στο γεγονός ότι είναι μειωμένη η διαθέσιμη δεξαμενή νέων γιατρών στη χώρα λόγω του brain drain και στην ανασφάλεια για την προοπτική του νέου θεσμού μετά τη λήξη του ευρωπαϊκού χρηματοδοτικού προγράμματος. Εχουμε, ωστόσο, εξηγήσει ότι η χρηματοδότηση θα συνεχιστεί και μετά την τετραετία, με την εμπλοκή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων και τη συνδρομή Εθνικών Πόρων, καθώς πρόκειται για μια πολύ σημαντική μεταρρύθμιση η οποία δεν θα μείνει μετέωρη επειδή ακριβώς θα έχει αναγνωρισμένη κοινωνική ανταποδοτικότητα. Από την άλλη, τo brain drain έχει πολλαπλά αίτια, απαιτεί συνδυασμό παρεμβάσεων και κινήτρων, ολοκληρωμένο σχέδιο ανάπτυξης του Συστήματος Υγείας και δεν αντιμετωπίζεται μόνο με υψηλότερους μισθούς. Είναι, όμως, πολύ ενδιαφέρον ότι ήδη στις ΤΟΜΥ που επισκεπτόμαστε κατά καιρούς, έχουμε συναντήσει γιατρούς που εργάζονταν σε χώρες της Ευρώπης και τώρα με αυτή τη μεταρρύθμιση είχαν την ευκαιρία να επιστρέψουν στην Ελλάδα, έχοντας μάλιστα την ικανοποίηση ότι συμβάλλουν στην ανάπτυξη ενός νέου θεσμού που διευρύνει τις παροχές δημόσιας υγείας και εναρμονίζεται με πετυχημένα μοντέλα άλλων ευρωπαϊκών χωρών».
– Από το κονδύλι του 1,2 δισ. για τα ειδικά μισθολόγια τι αντιστοιχεί στους γιατρούς;
«Σε συνεννόηση με το υπουργείο Οικονομικών και το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους έχουμε την τελική εικόνα: θα επιστραφούν 140 εκατ. ευρώ καθαρά (220 εκατ. μεικτά) στους γιατρούς ΕΣΥ των νοσοκομείων και ΚΥ όλων των βαθμίδων, στους επικουρικούς και ειδικευόμενους γιατρούς».
«Υποχώρηση της συμμετοχής ανάλογα με το εισόδημα»
– Επειτα από τρία χρόνια διακυβέρνησης υπάρχουν εκκρεμότητες από πλευράς του υπουργείου Υγείας στο πεδίο του φαρμάκου σε σχέση με την ανακούφιση των πολιτών;
«Η πρώτη προτεραιότητα στη μεταμνημονιακή περίοδο είναι η σταδιακή μείωση της συμμετοχής των ασθενών στο κόστος αγοράς φαρμάκων. Ηδη έχουμε πετύχει μια μικρή αλλά πολιτικά σημαντική υποχώρηση της οικονομικής επιβάρυνσης των πολιτών κατά 40 εκατ. ευρώ ανά έτος όταν επιλέγουν γενόσημο και κατά 20 εκατ. ευρώ λόγω της μείωσης του 1 ευρώ/συνταγή με την κατάργηση των 3 φαρμάκων ανά συνταγή. Θα συνεχίσουμε στην ίδια κατεύθυνση ανάλογα με τον διαθέσιμο δημοσιονομικό χώρο, γιατί κάθε μείωση της συμμετοχής του ασθενούς συνεπάγεται αυξημένη δαπάνη για τον ΕΟΠΥΥ και άρα επιπλέον δημοσιονομικό βάρος. Στόχος είναι να πάμε σε ένα νέο μοντέλο που η συμμετοχή του ασθενούς να υποχωρεί ανάλογα με το εισόδημά του και με τη χρονιότητα της πάθησής του».
– Θα αυξηθεί η φαρμακευτική δαπάνη;
«Η δημόσια φαρμακευτική δαπάνη είναι πολύ οριακή και χρειάζεται ενίσχυση. Εξασφαλίσαμε κατ’ αρχάς την ετήσια αναπροσαρμογή του κλειστού προϋπολογισμού (εξωνοσοκομειακό-νοσοκομειακό φάρμακο) με βάση την αύξηση του ΑΕΠ. Ετσι για το 2019 θα έχουμε 45 εκατ. περισσότερα για τα νοσοκομειακά φάρμακα που σήμερα καταγράφουν διαρκώς αυξανόμενη δαπάνη. Το ίδιο θα συμβεί και τα επόμενα χρόνια με βάση τις προβλέψεις για επιπλέον δημοσιονομική “ευρυχωρία”».
– Ως γιατρός βιώσατε τα πρώτα χρόνια του Μνημονίου και των επιδράσεών του στην υγεία. Πλέον όμως έρχεστε συχνά αντιμέτωπος με τους συναδέλφους-γιατρούς που διαμαρτύρονται για τις συνθήκες εργασίας. Πώς αντιμετωπίζετε αυτόν τον «κόντρα» ρόλο;
«Ακριβώς επειδή έχω οργανική σχέση με το ΕΣΥ και έχω ζήσει τις αντιξοότητες και τις δυσκολίες, ειδικά τα πρώτα ζοφερά χρόνια της κρίσης και της “υγειονομικής φτώχειας”, καταλαβαίνω και εκτιμώ πάρα πολύ τη συνεισφορά των συναδέλφων στην προσπάθεια να μείνει το δημόσιο σύστημα υγείας όρθιο. Ξέρω ότι υπάρχει συσσωρευμένη κόπωση και δυσφορία, είμαι σίγουρος όμως ότι υπάρχει και αναγνώριση των θετικών βημάτων που έχουν γίνει και της έντιμης και ειλικρινούς προσπάθειάς μας να στηριχθεί η δημόσια περίθαλψη, πάντα με σεβασμό στο έργο, στα δικαιώματα και στην αξιοπρέπεια του προσωπικού. Ο ρόλος του υπουργού είναι προφανώς διαφορετικός, είναι άλλη η αίσθηση των πραγματικών δυνατοτήτων και άλλη η ευθύνη των χειρισμών και των κρίσιμων αποφάσεων. Η γνώση της καθημερινότητας και των αναγκών του ΕΣΥ, η ενεργός συμμετοχή στις αγωνίες και στους αγώνες των υγειονομικών μάς βοήθησε στη σωστή ιεράρχηση και προτεραιοποίηση, έκανε τη διαφορά».
– Μετά την επιδημία ιλαράς που καταγράφηκε τον περυσινό χειμώνα, τι μέτρα δρομολογείτε για την εμβολιαστική κάλυψη του πληθυσμού γενικά;
«Αυτή την περίοδο έγινε μια σημαντική προσπάθεια να ενισχυθεί η κουλτούρα των εμβολιασμών και να ευαισθητοποιηθούν οι πολίτες αλλά και το υγειονομικό προσωπικό του ΕΣΥ. Αυτή η προσπάθεια του υπουργείου, της Γενικής Γραμματείας Δημόσιας Υγείας, του ΚΕΕΛΠΝΟ, των Ιατρικών Συλλόγων και των υπόλοπων υγειονομικών έχει αποδώσει καθώς καταγράφεται αυξανόμενη εμβολιαστική κάλυψη τα τελευταία χρόνια. Αυτό μάλιστα αποτυπώνεται και στην έκθεση “State of Vaccine Confidence in the EU 2018”, όπου το 92,8% του πληθυσμού στη χώρα μας πιστεύει ότι είναι σημαντικός ο εμβολιασμός των παιδιών, το 84,5% ότι τα εμβόλια είναι ασφαλή και το 89,4% ότι είναι αποτελεσματικά. Εχει πολύ μεγάλη σημασία ότι τα ποσοστά αυτά είναι υψηλότερα σε σχέση με τον μέσο όρο άλλων χωρών της ΕΕ. Ωστόσο, δεν πρέπει να εφησυχάζουμε αλλά να παραμένουμε σε εγρήγορση, καθώς ο εμβολιασμός είναι το πιο αποτελεσματικό μέτρο πρόληψης των σοβαρών λοιμωδών νοσημάτων και προστασίας της δημόσιας υγείας».
– Γιατί καθυστερούν οι εποπτευόμενοι χώροι χρήσης ναρκωτικών και το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τα Ναρκωτικά;
«Αυτές τις μέρες πρόκειται να αναρτηθεί στο site του υπουργείου ο στρατηγικός σχεδιασμός για την αντιμετώπιση των εξαρτήσεων, στον οποίο αποτυπώνεται μια συνεκτική και ολιστική πρόταση και όχι απλώς η συρραφή των επιμέρους σχεδίων δράσης των δημόσιων φορέων που ασχολούνται με τις εξαρτήσεις. Πρόκειται για το πρόπλασμα ενός εθνικού σχεδίου που θα εκπονήσει η Εθνική Επιτροπή Σχεδιασμού και Συντονισμού με την ευθύνη του νέου Εθνικού Συντονιστή. Οσον αφορά τους χώρους εποπτευόμενης χρήσης, υπάρχει σχετική νομοθετική ρύθμιση σε νομοσχέδιο που είναι ήδη στη νομοπαρασκευαστική επιτροπή της Βουλής και μέχρι τα Χριστούγεννα θα έχει ψηφιστεί. Παρότι θεωρούμε ότι οι χώροι αυτοί δεν είναι πανάκεια, θα τους στηρίξουμε ως μέρος μιας δέσμης αναγκαίων παρεμβάσεων στη λογική της μείωσης της βλάβης».
Συνέντευξη στην Μάρθα Καϊτανίδη, «Το Βήμα»