Το Δώρο Πάσχα και το Δώρο Χριστουγέννων, είναι κατοχυρωμένα για όλους τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα στην ελληνική επικράτεια από την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας (ΣΣΕ).
Σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία, όλοι οι μισθωτοί που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα με σχέση εξαρτημένης εργασίας αορίστου ή ορισμένου χρόνου, πλήρους ή μερικής απασχόλησης, σε οποιονδήποτε εργοδότη, δικαιούνται Δώρο Πάσχα.
Τι προβλέπεται για την καταβολή Δώρου Πάσχα το 2020
Λόγω των έκτακτων συνθηκών εξαιτίας της πανδημίας του κορονοϊού η Πράξη Νομοθετικού Περιεχομένου της 30ής Μαρτίου 2020 (άρθρο 19) προβλέπει αναφορικά με το Δώρο Πάσχα τα ακόλουθα:
- Οι επιχειρήσεις-εργοδότες, των οποίων η επιχειρηματική δραστηριότητα έχει ανασταλεί, με απόφαση της δημόσιας αρχής, καθώς και οι επιχειρήσεις-εργοδότες οι οποίοι ανήκουν στους κλάδους που πλήττονται σημαντικά, λόγω των αρνητικών συνεπειών της πανδημίας, μπορούν να καταβάλουν το Δώρο Πάσχα, μέχρι την 30ή Ιουνίου 2020.
- Στην περίπτωση κατά την οποία η εργασιακή σχέση των απασχολουμένων στις ανωτέρω επιχειρήσεις-εργοδότες τίθεται σε αναστολή και η διάρκεια της εργασιακής σχέσης, έως την αναστολή της, δεν καλύπτει ολόκληρη τη χρονική περίοδο από την 1η Ιανουαρίου έως τις 30 Απριλίου του τρέχοντος έτους, το Δώρο Πάσχα καταβάλλεται μειωμένο, λαμβάνοντας υπόψη για τον υπολογισμό του το χρόνο διάρκειας της εργασιακής σχέσης έως την αναστολή αυτής, ενώ το ποσό του Δώρου Πάσχα που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα αναστολής της εργασιακής σχέσης καταβάλλεται από το κράτος.
Στις παραπάνω περιπτώσεις, το Δώρο Πάσχα υπολογίζεται, βάσει του καταβαλλόμενου μισθού ή ημερομισθίου την προηγούμενη της ημερομηνίας αναστολής της εργασιακής σχέσης.
Αξίζει να σημειωθεί πως το Δώρο Πάσχα σε καμία περίπτωση δεν επιτρέπεται να καταβληθεί σε είδος, αλλά μόνο σε χρήμα.
Επίσης, σε περίπτωση που το Δώρο Πάσχα δεν καταβληθεί έγκαιρα, οι εργαζόμενοι ή/και τα σωματεία μπορούν και πρέπει να προσφύγουν στην οικεία Επιθεώρηση Εργασίας, προκειμένου να συνταχθεί μηνυτήρια αναφορά.
Το ποσό του δώρου που υπολείπεται και θα καταβληθεί απευθείας στους λογαριασμούς των εργοδοτών
Οι εργοδότες υποχρεούται μέχρι τις 30 Ιουνίου να καταβάλλουν το τμήμα του Δώρου που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα από 1η Ιανουαρίου έως την στιγμή της αναστολής – είτε με κρατική εντολή είτε με απόφαση του εργοδότη – ενώ το κράτος θα συμπληρώσει το τμήμα του Δώρου που αντιστοιχεί στο χρονικό διάστημα της αναστολής της σύμβασης εργασίας.
Παράδειγμα:
Μισθωτός που τέθηκε σε αναστολή στις 20 Μαρτίου ο εργοδότης θα καταβάλλει το τμήμα του δώρου που αντιστοιχεί από 1η Ιανουαρίου έως 20 Μαρτίου. Το κράτος θα καταβάλλει το τμήμα που αντιστοιχεί από 20 Μαρτίου έως 30 Απριλίου.
Για τον υπολογισμό του ποσού του Δώρου Πάσχα, λαμβάνεται υπόψη ο τρόπος αμοιβής των μισθωτών, δηλαδή αν αμείβονται με ημερομίσθιο ή με μισθό. Η χρονική περίοδος που υπολογίζεται το Δώρο αρχίζει από την 1 Ιανουαρίου μέχρι τις 30 Απριλίου κάθε έτους. Συνεπώς, στην περίπτωση που η σχέση εργασίας διήρκεσε ολόκληρο το χρονικό διάστημα, ο εργαζόμενος δικαιούται να λάβει μισό μηνιαίο μισθό, αν αμείβεται με μισθό και 15 ημερομίσθια, αν αμείβεται με ημερομίσθιο.
Σε περίπτωση, όμως, που η σχέση εργασίας κάποιου μισθωτού με τον εργοδότη του δεν είχε διάρκεια ολόκληρο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, δικαιούται να λάβει αναλογία Δώρου, η οποία υπολογίζεται, ως εξής: προκειμένου για αμειβόμενο με μισθό, ποσό ίσο με 1/15 του μισού μηνιαίου μισθού ή ένα ημερομίσθιο, ενώ για τους αμειβόμενους με ημερομίσθιο για κάθε οκτώ ημερολογιακές ημέρες διάρκειας της εργασιακής σχέσης. Εάν η σχέση εργασίας διαρκέσει λιγότερο από οκτώ ημέρες, δικαιούται ανάλογο κλάσμα για Δώρο Πάσχα.
Εκτός από την περίπτωση που η εργασία παρασχέθηκε χωρίς διακοπή όλο το διάστημα από την 1η Ιανουαρίου έως την 30ή Απριλίου, στο διάστημα αυτό, συνυπολογίζονται και όλες οι ημέρες που οι εργαζόμενοι-ες απουσιάζουν νόμιμα από την εργασία τους (π.χ. με ετήσια άδεια, με άδεια μητρότητας, με σπουδαστική άδεια).
Ειδικά, ως προς την απουσία των εργαζομένων, λόγω ασθένειας, στο διάστημα υπολογισμού του Δώρου Πάσχα συνυπολογίζονται τα «τριήμερα ασθενείας», δηλαδή ο χρόνος απουσίας κατά τον οποίο δεν καταβάλλεται επίδομα ασθενείας, ενώ αφαιρούνται τα διαστήματα που καταβάλλεται από τον ασφαλιστικό φορέα επίδομα ασθενείας.