Του Κωστή Σταυρουλάκη*
Την ώρα που ο λαός παραμένει εκτεθειμένος, χωρίς ουσιαστικά μέτρα προστασίας από την πανδημία, χωρίς αποφασιστική ενίσχυση του δημόσιου συστήματος Υγείας και με τη μεγάλη κατάκτηση των εμβολίων κατά του κορονοϊού να υποτάσσεται στα κέρδη φαρμακευτικών κολοσσών και σε γεωπολιτικούς ανταγωνισμούς, η κυβέρνηση εμφανίζει ως λύση τα διάφορα «κίνητρα», «δωράκια» και «προνόμια» για τους εμβολιασμένους που ανακοινώνει, προτάσσει ξανά τα περί «ατομικής ευθύνης» και μάλιστα στην πιο εκφυλισμένη τους μορφή. Από κοντά, ο ΣΥΡΙΖΑ και τα άλλα αστικά κόμματα φουντώνουν μια αποπροσανατολιστική αντιπαράθεση γύρω από την «αποτελεσματικότητα» ή «πρακτικότητα» των μέτρων…
Επιδιώκεται και σε αυτό το κρίσιμο ζήτημα να κρυφτεί η ουσία, το πραγματικό ερώτημα:
Τι καθυστερεί τον εμβολιασμό του πληθυσμού; Γιατί 6 ολόκληρους μήνες μετά την έναρξη των εμβολιασμών στη χώρα έχει εμβολιαστεί πλήρως μόνο το 35%;
Η εμπορευματοποίηση των εμβολίων, η υποταγή της παραγωγής και της διανομής τους στα κέρδη μεγάλων ομίλων της φαρμακοβιομηχανίας, οι συμβάσεις της ΕΕ που διασφαλίζουν αυτήν την κερδοφορία, οι σφοδροί ανταγωνισμοί, είναι οι παράγοντες που καθόρισαν τη μεγάλη ανεπάρκεια στις ποσότητες των εμβολίων, ιδιαίτερα κατά τους πρώτους κρίσιμους μήνες της εμβολιαστικής εκστρατείας, όπως και τα «κανόνια» στις παραδόσεις.
Και στην Ελλάδα και στη Κρήτη, για ολόκληρους μήνες οι εμβολιασμοί γίνονταν με το σταγονόμετρο, χάθηκε πολύτιμος χρόνος, ακριβώς λόγω της έλλειψης επαρκών ποσοτήτων εμβολίων. Παρά τη σχετική αύξηση των παραδόσεων, οι ίδιοι παράγοντες εξακολουθούν να βάζουν «ταβάνι» στον ρυθμό εμβολιασμών και σήμερα.
Και μετά τους πρώτους μήνες άλλωστε, οι περιορισμένες ποσότητες εμβολίων καθώς και άλλοι, γεωπολιτικοί παράγοντες, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στις παλινωδίες της κυβέρνησης και στο θέμα των συστάσεων για τους εμβολιασμούς, δημιουργώντας ερωτήματα και δίνοντας ξανά αέρα στα πανιά διαφόρων ανορθολογικών θεωριών γύρω από τα εμβόλια. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση των ηλικιών 30 έως 44 ετών, για τις οποίες με κυβερνητική απόφαση ο εμβολιασμός «άνοιξε» αρχικά αποκλειστικά με το εμβόλιο της «AstraZeneca», για να τους πουν μόλις λίγες βδομάδες μετά ότι τελικά συνιστάται να εμβολιαστούν με άλλα εμβόλια!
Τις ίδιες ανορθολογικές θεωρίες που τάχα «πολεμάει» η κυβέρνηση, τις τροφοδότησε η ίδια όλο το προηγούμενο διάστημα, αντιμετωπίζοντας ως «απαγορευτικό κόστος» τη λήψη ουσιαστικών μέτρων για την προστασία του λαού στους χώρους δουλειάς, και άλλους κρίσιμους χώρους, επιχειρώντας μεταξύ άλλων να μας πείσει ότι ο κορονοϊός «δεν κολλάει», στα 100% γεμάτα αεροπλάνα, ότι καλύτερα να έχουμε τάξεις με 25 μαθητές παρά με 15 και άλλα τέτοια αμίμητα… Τα ίδια γίνονται και σήμερα, όταν την ώρα που εξαπλώνεται η νέα πιο επικίνδυνη μετάλλαξη «Δ», η κυβέρνηση «χαλαρώνει» ξανά τα «πρωτόκολλα» του Τουρισμού και των Μεταφορών, με «πυξίδα» τα κέρδη των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων των δύο κλάδων.
Ταυτόχρονα, καθοριστικό ρόλο στην καθυστέρηση των εμβολιασμών παίζει – μέσα στη συνολική «γύμνια» του δημόσιου συστήματος Υγείας – η ανυπαρξία μιας δημόσιας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας που να αγκαλιάζει συστηματικά όλο τον πληθυσμό. Με ανεπτυγμένο δίκτυο οικογενειακών γιατρών και γιατρών Εργασίας, Κέντρων Υγείας και ανάλογων υποδομών, με προσωπική σχέση και πλήρες ιστορικό για τον καθένα και την καθεμιά, με δυνατότητες ουσιαστικής και προσωποποιημένης ενημέρωσης του κόσμου για την ανάγκη μαζικού εμβολιασμού. Αλλά και με σταθερή παρακολούθηση των εμβολιασμένων, για έγκαιρη επέμβαση σε τυχόν παρενέργειες και για να υπάρχει επιστημονική καταγραφή των αποτελεσμάτων του εμβολιασμού. Οι δομές ΠΦΥ στο Ρέθυμνο είναι ελάχιστες, με μία ΤΟΜΥ και ένα Κ.Υ. μόνο, μέσα στον αστικό ιστό, υποστελεχωμένες και με απαρχαιωμένο εξοπλισμό. Για να μην μιλήσουμε για την κατάσταση του νοσοκομείου.
Και εδώ, όμως, το «μπαλάκι» πετιέται ξανά στην «ατομική ευθύνη»: Είναι χαρακτηριστικό το παράδειγμα εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων με το ένα ή το άλλο πρόβλημα υγείας, που αφέθηκαν μόνοι τους να ψάχνουν να βγάλουν άκρη ρωτώντας όποιον γιατρό μπορούσαν για το τι πρέπει να κάνουν, για το αν η πάθησή τους συνιστά αντένδειξη για κάποιο από τα εμβόλια κ.ο.κ., με τους γιατρούς μάλιστα πολλές φορές να αδυνατούν να απαντήσουν κατηγορηματικά, αφού ποτέ δεν οργανώθηκε μια συστηματική επιστημονική ενημέρωση όλου του ιατρικού δυναμικού της χώρας, με προετοιμασία για ουσιαστική συμβολή τους στον μαζικό εμβολιασμό με καινούργια εμβόλια για μια καινούργια νόσο.
Όποια πλευρά του θέματος κι αν πιάσει κανείς, επιβεβαιώνεται ότι ένοχος και στο ζήτημα του αργού ρυθμού των εμβολιασμών είναι η ίδια αντιλαϊκή διαχείριση της πανδημίας, τα αντικειμενικά όρια της πολιτικής όλων των αστικών κυβερνήσεων, σε όλες τις χώρες και όλων των αποχρώσεων, που βάζουν τις ανάγκες του λαού στο ζύγι του «κόστους – οφέλους» για τα κέρδη του κεφαλαίου. Αναδεικνύονται οι πολύμορφες συνέπειες της πολιτικής εμπορευματοποίησης και υποχρηματοδότησης του δημόσιου συστήματος Υγείας, η οποία φέρει τη σφραγίδα όλων των κυβερνήσεων ΝΔ – ΣΥΡΙΖΑ – ΠΑΣΟΚ.
Απέναντι στην πολιτική που αφήνει τον λαό εκτεθειμένο, επιβάλλεται η ενίσχυση της πάλης για αποφασιστική θωράκιση του δημόσιου συστήματος Υγείας, για την ενίσχυση της ΠΦΥ και την εξασφάλιση ουσιαστικής ενημέρωσης του λαού, για τη λήψη όλων των αναγκαίων μέτρων προστασίας σε όλους τους κρίσιμους χώρους. Προβάλλει ταυτόχρονα ακόμα πιο επιτακτικά η προοπτική της κοινωνίας που μπορεί να κάνει πράξη όλα τα παραπάνω, συνολικότερα να απελευθερώσει όλες τις δυνατότητες για την προστασία της ζωής και της υγείας του λαού, ξεριζώνοντας την καπιταλιστική ιδιοκτησία και την εξουσία που την υπηρετεί, βάζοντας σχεδιασμένα στο επίκεντρο τις σύγχρονες εργατικές – λαϊκές ανάγκες.
*Ο Κωστής Σταυρουλάκης είναι μέλος της Τ.Ε. Ρεθύμνου του ΚΚΕ