ΑΠΟΨΕΙΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΡΗΓΙΝΙΩΤΗΣ

Το μαρτύριο του αγίου Ματθαίου στο Ρέθυμνο

Η οθωμανική κατάκτηση της Κρήτης άρχισε από τα Χανιά το 1645, ενώ το Ρέθυμνο έπεσε ένα χρόνο αργότερα. Ο άγιος νεομάρτυς Ματθαίος ο εκ Γερακαρίου έζησε κατά τον πρώτο αιώνα της Τουρκοκρατίας στο νησί, περίοδο βίας και τρομοκρατίας, κατά την οποία παρατηρούμε στην Κρήτη ευρύτατο κύμα εξισλαμισμών (συχνά φαινομενικών) λόγω των αφόρητων συνθηκών ζωής των χριστιανών.

Ο άγιος, αν και γιος ιερέα – του παπά Γιώργη από το Γερακάρι – έγινε μουσουλμάνος και νυμφεύθηκε την Αϊσέ, κόρη του μουσουλμάνου κασάπμπαση, δηλ. του «πρώτου των κρεοπωλών» του Ρεθύμνου. Ζούσε στο τουρκοκρατούμενο Ρέθυμνο (περιορισμένο τότε στη σημερινή Παλαιά Πόλη) και συγκεκριμένα στη συνοικία Γιαλί, η οποία συμπίπτει με τη δική μας οδό Αρκαδίου. Όμως η σύζυγός του τον έβλεπε κάθε πρωί και βράδυ να κάνει το σταυρό του. Αρχικά της είπε πως επρόκειτο για κατάλοιπο της προηγούμενης ζωής του, που του είχε γίνει συνήθεια· στην επιμονή της όμως, παραδέχτηκε ότι ήταν χριστιανός.

Εκείνη τότε τον πρόδωσε, καταδίδοντάς τον στις οθωμανικές αρχές ως εξωμότη από το Ισλάμ. Ο άγιος κλήθηκε και παρουσιάστηκε ενώπιον του καδή (ή, όπως λέμε στα ελληνικά, του ιεροδίκη), του δικαστικού λειτουργού της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που εκδίκαζε τις υποθέσεις με βάση τον μουσουλμανικό θρησκευτικό νόμο (τον, κατά τους μουσουλμάνους, «ιερό νόμο»). Εκεί, παρά τη βεβαιότητα της θανατικής του καταδίκης, ομολόγησε την πίστη του και μάλιστα κατ’ επανάληψιν, δηλώνοντας: «Εγώ Χριστιανός εγεννήθηκα και Χριστιανός θ’ αποθάνω». Ο ιεροδίκης τον καταδίκασε σε αποκεφαλισμό.

Η καταδίκη του αγίου συνέβη την 1 Μαρτίου του έτους 1112 της μουσουλμανικής χρονολόγησης (έτος Εγίρας) και το έγκλημά του εθεωρείτο η εξωμοσία από το Ισλάμ, ότι δηλαδή, ενώ ήταν μουσουλμάνος, έγινε χριστιανός. Κατά τον μουσουλμανικό θρησκευτικό νόμο, η εξωμοσία από το Ισλάμ προς οποιανδήποτε θρησκεία τιμωρείται με θάνατο (βλ. σειρά άρθρων στην ενότητα «Αποστασία» στον ιστότοπο «Greek Murtadeen: Έλληνες αποστάτες από το Ισλάμ», https://greekmurtadeen.wordpress.com/).

Για τη συνέχεια δεν υπάρχει καμία καταγεγραμμένη πληροφορία. Φαίνεται όμως ότι, μετά την εκτέλεσή του, κάποιοι συγχωριανοί του Γερακαριανοί (ίσως μάλιστα συγγενείς του ή ενδεχομένως και ο ιερέας πατέρας του) πήραν το ιερό λείψανό του και το ενταφίασαν στην πλαγιά του όρους Κέντρος, νότια του χωριού, σε τοποθεσία που έμεινε γνωστή με το τοπωνύμιο στου Μαθιού το μνήμα ή στου Μαθιουλή το μνήμα και στου Μαθιουλάκη το μνήμα (ΜαθιόςΜαθιουλής και Μαθιουλάκης είναι υποκοριστικά του ονόματος Ματθαίος).

Μάλιστα, σε κάποια απόσταση υψηλότερα, βρίσκεται τοποθεσία με το όνομα τση Παπαδιάς το μνήμα, όπου εικάζεται από τον τοπικό πληθυσμό ότι ετάφη – υπό άγνωστες συνθήκες – η μητέρα του.

Οι ταφές αυτές έγιναν σ’ εκείνη την ορεινή περιοχή πιθανόν για τον φόβο των Οθωμανών, ίσως δε η έκταση εκείνη ανήκε στην οικογένεια του αγίου.

Σύμφωνα με τις μαρτυρίες ηλικιωμένων Γερακαριανών, ο συγκεκριμένος τάφος υπήρχε μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1990 (εγκαταλελειμμένος όμως από αιώνες και ανερεύνητος για ιερά λείψανα – τα οποία ίσως είχαν ανακομισθεί ήδη από την εποχή της Τουρκοκρατίας και δεν γνωρίζουμε την τύχη τους), οπότε μια ανεπιτυχής προσπάθεια διάνοιξης αμαξιτού δρόμου στην περιοχή επέφερε την καταστροφή του. Σήμερα, δυστυχώς, μόνο σωριασμένες πέτρες και βράχια στην κατηφορική πλαγιά μας επιτρέπουν να υποθέσουμε την ακριβή θέση του.

Το Γερακάρι ή ο Γερακάρης, το χωριό του αγίου, που ανήκει στην παλαιά επαρχία και το σημερινό δήμο Αμαρίου, χτισμένο στο όρος Κέντρος και σε υψόμετρο 680 μ., είναι ένα από τα ψηλότερα χωριά της Κρήτης, με ιστορικές ρίζες στη βυζαντινή εποχή, όπως μαρτυρεί και το όνομά του (γερακάρης = εκπαιδευτής κυνηγετικών γερακιών). Το χωριό είναι γνωστό για τα περίφημα κεράσια του, τα άνυδρα κηπευτικά του οροπεδίου «Γιους Κάμπος» (πιθανόν «της Ηούς ο Κάμπος», δηλ. της αυγής), αλλά και για την ιστορία του, ιδιαίτερα την ενεργό συμμετοχή του στους απελευθερωτικούς αγώνες του λαού μας, τόσο κατά την Τουρκοκρατία όσο και κατά την περίοδο της ναζιστικής Κατοχής. Μαζί με άλλα επτά μαρτυρικά χωριά του Κέντρους (τα χωριά Βρύσες, Γουργούθοι, Καρδάκι, Σμιλές, Δρυγιές, Άνω

 Μέρος και Κρύα Βρύση) καταστράφηκε ολοσχερώς από τους ναζί στις 22 Αυγούστου 1944, ημέρα, κατά την οποία τελείται εκεί τιμητική επετειακή εκδήλωση.

***

Το έγγραφο της καταδικαστικής απόφασης κατά της ζωής του αγίου δημοσιεύεται, με αύξοντα αριθμό 122, στις σελίδες 117-118 του βιβλίου Έγγραφα Ιεροδικείου Ρεθύμνης, 17ος – 18ος αιώνας. Οι μεταφράσεις του “Βήματος” Ρεθύμνης, που εκδόθηκε από τη Δημόσια Κεντρική Βιβλιοθήκη Ρεθύμνου το 1995 με επιμέλεια του τότε διευθυντή της Γιάννη Ζ. Παπιομύτογλου.

Έχει ως εξής:

1 Μαρτίου 1112 (1700).

Αναφορά Αϊσές θυγατρός του Αβδουλλάχ πρώτου των κρεοπωλών (κασάπμπαση) κατοίκου της πόλεως Ρεθύμνης της συνοικίας Γιαλί.

Η ταπεινή αναφορά μου είνε η εξής: «Προ ενός έτους, ενώπιον του υψηλού ιεροδικαστηρίου, ηξιώθη να δεχθή την θρησκεία του Ισλάμ ο εκ των κατοίκων του χωρίου Γερακάρι της επαρχίας Αμαρίου ο Μαθιός, υιός του παπά Γεώργη, με τον οποίον συνεζεύχθην. Από καιρού παρετήρουν μερικάς συνηθείας του αντικειμένας εις την θρησκείαν του Ισλάμ, αλλά δεν απέδωκα σημασίαν. Προ ολίγου όμως χρόνου τον είδα να κάνη τον σταυρόν του. Τον παρηκολούθησα ολίγες ημέρες και τον έβλεπα με τα μάτια μου, να κάνη το σημείον του Σταυρού κάθε πρωΐ και κάθε βράδυ.

Μια μέρα απεφάσισα να τον ερωτήσω. Και εις απάντησιν μου λέγει: “Εγώ εγεννήθηκα Χριστιανός και έχω συνηθίσει να κάνω τον σταυρό μου το πρωΐ και το βράδυ”. Τον ερωτώ πάλιν: “Τώρα είσαι Χριστιανός ή Μουσουλμάνος;”. Χωρίς να διστάση καθόλου μου απήντησεν: “Εγώ Χριστιανός εγεννήθηκα και Χριστιανός θ’ αποθάνω”.

Του είπα ότι θα το φανερώσω εις τον πατέρα μου, αυτός δε άνοιξε την πόρτα, εβγήκε, την έκλεισε με θυμόν και έφυγε. Το φανερώνω ενώπιον του Ιεροδικείου και ζητώ να εφαρμοσθή ο θρησκευτικός νόμος».

Ο Ιεροδίκης Χατζή Αλή Εφέντης ζητώ την προσαγωγήν του.

Τον προσήγαγεν ο κλητήρ του Ιεροδικείου. Ερωτηθείς ενώπιον του Ιερού Νόμου και των κατωτέρω υπογεγραμμένων μαρτύρων απήντησε χωρίς να διστάση: «Εγώ Χριστιανός εγεννήθηκα και Χριστιανός θ’ αποθάνω». Το είπε κατ’ επανάληψιν. Μετά την ομολογίαν του επώπιον του Ιεροδικείου και των μαρτύρων πρέπει ν’ αποκεφαλισθή, κατά τον Ιερόν Νόμον. Αλλά, συμφώνως προς την γνωμοδότησιν του μεγάλου Ιεροδιδασκάλου Ιμάμη Αζάμ, δέον να επαναληφθή προς αυτόν η ερώτησις αν μετανοή και αν δέχεται την θρησκείαν του Ισλάμ ή αν προτιμά ν’ αποθάνη.

Τον ερωτώ πάλιν. Και με βραχνήν και σιγανήν φωνήν απαντά: «Εγώ Χριστιανός εγεννήθηκα και Χριστιανός θ’ αποθάνω».

Ούτω απελογήθη. Επειδή μετά την ομολογίαν του ενώπιον του Ιερού Δικαστηρίου και ενώπιον των μαρτύρων επιβάλεται ν’ αποκεφαλισθή. Αποφασίζω: να κοπή (αποκεφαλισθή).

Οι Μάρτυρες: Μεχμέτ του Αλή, υποδηματοποιός. Χατζή Αλή του Σαπρή, κουρεύς. Χατή Χασάν Χαλήλ του Βελή. Ιμβραΐμ Σατήρ του Μεχμέτ.

Ο Ιεροδίκης: Χατζή Αλή Εφέντης.

Εδώ αξίζει να αναφέρουμε ότι στο εν λόγω βιβλίο περιλαμβάνονται και άλλοι πνευματικοί θησαυροί, όπως η αναφορά σε τουλάχιστον ένα ακόμη νεομάρτυρα, ονόματι Ιωάννης, κρυπτοχριστιανό από το χωριό Ακτούντα της επαρχίας Αγίου Βασιλείου, από εξισλαμισθείσα οικογένεια (κρυπτοχριστιανών;), ο οποίος αποκαλύφθηκε και θανατώθηκε ως εξωμότης από το Ισλάμ. Είχε μάλιστα δωρίσει την περιουσία του στην εκκλησία του χωριού, την οποία διεκδίκησε από τον διαχειριστή της εκκλησίας ο αδελφός του νεομάρτυρα Μεχμέτ Μουσαδάκις του Αλή και, μη υπάρχοντος εγγράφου δωρεάς ή μαρτύρων, την εκέρδισε  (σελ. 268-269, έγγραφο υπ’ αρ. 299). Το έγγραφο, που αφορά στην κυριότητα της περιουσίας, φέρει χρονολογία 14 Μαΐου έτος Εγίρας 1156, δηλ. 1743 μ.Χ. Αγνοούμε όμως πότε θανατώθηκε ο νεομάρτυρας Ιωάννης.

Η δημοσίευση και η ανακάλυψη της καταδικαστικής απόφασης

Η δημοσίευση του σπουδαίου αυτού τεκμηρίου – της καταδικαστικής απόφασης κατά του αγίου Ματθαίου – έχει τη δική της ενδιαφέρουσα ιστορία.

«Από τον Μάρτιο του 1931 ως τον Φεβρουάριο του 1933 η εφημερίδα «ΒΗΜΑ» Ρεθύμνης δημοσιεύει, σε καθημερινή βάση, έγγραφα που προέρχονται από το αρχείο του Ιεροδικείου Ρεθύμνης… Συνολικά δημοσιεύθηκαν 382 μεταφράσεις, οι οποίες… καλύπτουν το δεύτερο μισό του 17ου αιώνα και ολόκληρο τον 18ο αιώνα… Την ιδέα για τη μετάφραση και δημοσίευση των εγγράφων είχε, προφανώς, ο διευθυντής και εκδότης της εφημερίδας Λυκούργος Καφφάτος, ο οποίος πρώτος αντιλήφθηκε την αξία του αρχείου και τη σημασία της μετάφρασής του στην ελληνική γλώσσα» (από την εισαγωγή του βιβλίου Έγγραφα Ιεροδικείου…, σελ. 14-15).

Η εφημερίδα δεν ανέφερε το όνομα του μεταφραστή. «Την πληροφορία για το ποιος είναι ο μεταφραστής διέσωσε ο αείμνηστος Μιχ. Μ. Παπαδάκις, όπως του την μετέφερε ο εκδότης του “Βήματος” Λυκ. Καφφάτος. Πρόκειται για τον Τουρκοκρητικό, ρεθεμνιώτικης καταγωγής, Εσάτ Σιδεράκη, ο οποίος για την αγάπη μιας χριστιανής κρητικοπούλας και προκειμένου να αλληλογραφήσει μαζί της από την Κωνσταντινούπολη όπου βρισκόταν, έμαθε να γράφει και να διαβάζει ελληνικά. Στη συνέχεια, για να μπορέσει να την παντρευτεί, βαφτίστηκε και πήρε το όνομα Γεώργιος. Έζησε στο Ρέθυμνο κατά τη δεκαετία 1925-1935» (ό.π., σελ. 17).

Την ημέρα των Χριστουγέννων του 1931, στη στήλη όπου δημοσιεύονταν οι μεταφράσεις, το Βήμα δημοσίευσε τη μετάφραση της καταδικαστικής απόφασης κατά του αγίου Ματθαίου. Όπως επισημαίνει ο Γερακαριανός ερευνητής Σπύρος Μαρνιέρος, ο Λυκούργος Καφφάτος «επιφύλαξε την πιο περίοπτη θέση της εφημερίδας του… και επέλεξε την πιο μεγάλη ώρα του χριστιανισμού. Τη μέρα των Χριστουγέννων!… Ο διακεκριμένος και πνευματώδης δημοσιογράφος έκανε άριστα τη δουλειά του. Βέβαιος ότι αποκαλύπτεται “ένας άγνωστος μάρτυς της πίστεως”. Είναι και η συγκλονιστικότερη είδηση που έδωσε ποτέ το “ΒΗΜΑ” ή άλλη εφημερίδα του Ρεθέμνου από την περίοδο της πρώιμης τουρκοκρατίας, σχετικά με αποφάσεις ιεροδικαστηρίων» (Σπύρος Απ. Μαρνιέρος, «ΕΝΑΣ ΑΓΝΩΣΤΟΣ ΜΑΡΤΥΣ ΤΗΣ ΠΙΣΤΕΩΣ», Κρητολογικά Γράμματα 7/8 (1993), σελ. 3).

Το συγκεκριμένο δημοσίευμα του Βήματος, πριν ακόμη την συγκεντρωτική έκδοση του συνόλου των μεταφράσεων, ανακαλύφθηκε από τον Σπύρο Μαρνιέρο, όταν, συνοδευόμενος από τον κ. Γιάννη Παπιομύτογλου, πραγματοποίησε σειρά επισκέψεων στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης, στα Χανιά, όπου μελέτησε το προσωπικό αρχείο του Γερακαριανού φιλολόγου και γυμνασιάρχη Εμμανουήλ Γενεράλι (1860-1943). Ο Γενεράλις είχε φυλάξει το φύλλο της εφημερίδα στο αρχείο του με τη σημείωση, στο περιθώριο της εφημερίδας, «ΕΞΩΜΟΣΙΣ ΓΕΡΑΚΑΡΙΑΝΩΝ – ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΟΝ ΜΑΡΤΥΡΙΟΝ – 1696» (ό.π., σελ. 4).

Η ανακάλυψη αυτή συγκλόνισε το Σπ. Μαρνιέρο, ο οποίος, όχι μόνο συνέταξε το ανωτέρω άρθρο, το οποίο δημοσίευσε στα Κρητολογικά Γράμματα, αλλά και επιδόθηκε με ζήλο στην προσπάθεια για την ανάδειξη του νεομάρτυρα, τη γνωστοποίηση του μαρτυρίου του στους Ρεθεμνιώτες, αλλά και την επίσημη διακήρυξη της αγιότητάς του από την Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως αρμόζει (βλ. Γιάννη Παπιομύτογλου, «Σπύρος Μαρνιέρος», στο ιστολόγιο Rethymniates/Ρεθυμνιάτης, 23 Ιανουαρίου 2017).

Ασματική ακολουθία προς τιμήν του συντάχθηκε το έτος 2000 από τον τότε ιερομόναχο π. Κύριλλο Κογεράκη, νυν Μητροπολίτη Ρόδου με πλούσιο υμνογραφικό έργο, και περιελήφθη στο λειτουργικό βιβλίο της Εκκλησίας της Κρήτης Κρητικόν Πανάγιον, ήτοι Ακολουθίαι Πάντων των εν Κρήτη Αγίων, Έκδοσις Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου της Εκκλησίας Κρήτης, Ηράκλειο 2001, τ. Γ΄, σελ. 233-244. Η ακολουθία δημοσιεύεται επίσης στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου (imra.gr) στην ενότητα «Τοπική Αγιολογία». Σε υποσημείωση της σελ. 233 αναφέρεται ότι η ακολουθία εποιήθη «προνοία του Σεβ. Μητροπολίτου Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων κ. ΕΙΡΗΝΑΙΟΥ, αιτήσει δε του κ. Σπυρίδωνος Μαρνιέρου … και δημοσιεύεται το πρώτον ενταύθα».

Παρακλητικός κανόνας προς τον άγιο Ματθαίο (σύνθεση του Μεγάλου Υμνογράφου της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας δρος Χαραλάμπους Μπούσια) περιλαμβάνεται επίσης στο έργο του π. Χρυσοστόμου Παπαδάκη Κρητική Παρακλητική, ήγουν Παρακλητικοί Κανόνες εις Αγίους, Σεπτάς Εικόνας και Ιερά Προσκυνήματα της Κρήτης, τόμος Β΄, οι παρακλητικοί κανόνες του οποίου εγκρίθηκαν από την Ιερά Επαρχιακή Σύνοδο της Εκκλησίας της Κρήτης διά της υπ’ αρ. 9 της 17ης Οκτωβρίου 2011 αποφάσεώς της.

Από την ενορία Γερακαρίου ορίστηκε ως ημέρα μνήμης του η 18η Αυγούστου, αντί της 1ης Μαρτίου (ημέρας του μαρτυρίου του), λόγω της παρουσίας πολλών Γερακαριανών της διασποράς στο χωριό κατά τους θερινούς μήνες, πράγμα που επιτρέπει τον εορτασμό του αγίου με περισσότερη λαμπρότητα.Στο Γερακάρι, με δωρεά γης και δαπάνη του Σπ. Μαρνιέρου, ανηγέρθη ναΰδριο προς τιμήν του έξω από το χωριό, προς ανατολάς.

Κατά την ανεξιχνίαστη βουλή του Κυρίου, ο Σπ. Μαρνιέρος εκοιμήθη τις παραμονές των προγραμματισμένων εγκαινίων του ναού και κηδεύθηκε στις 17 Αυγούστου 2001. Έτσι, την προγραμματισμένη ημερομηνία (18 Αυγούστου 2001) πραγματοποιήθηκαν τα θυρανοίξια (τελετουρικό άνοιγμα της θύρας του ιερού ναού για τον πρώτο εσπερινό και τη θεία λειτουργία), ενώ τα εγκαίνια αναβλήθηκαν και τελέστηκαν λίγο αργότερα.

Κατ’ έτος η μνήμη του αγίου πανηγυρίζεται στο ναό του με εσπερινό και θεία λειτουργία (συνήθως αρχιερατική), με τη συμμετοχή κλήρου και λαού όχι μόνο από την τοπική κοινωνία, αλλά και από την ευρύτερη περιοχή.

Εξάλλου, από το 2016 η μνήμη του τιμάται πανηγυρικά με εσπερινό και θεία λειτουργία στον ιερό ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου «Κυρίας των Αγγέλων», στην Παλαιά Πόλη του Ρεθύμνου, όπου και έζησε ο άγιος. Από το ίδιο έτος, ο Σύλλογος Ενεργών Πολιτών Ρεθύμνου «Σύνπολις» τον ανακήρυξε προστάτη άγιό του και συμμετέχει με επισημότητα στον εορτασμό της μνήμης του.

Το Μάιο του 2018 ο Λαογραφικός Όμιλος Τζανιδάκη μετέφερε μια εικόνα του αγίου στην Αυστραλία και την πρόσφερε στην Παγκρήτιο Ένωση Μελβούρνης, παρουσιάζοντας και τα γεγονότα του μαρτυρίου του.