Στην κατάργηση των έκτακτων μέτρων επιδότησης των λογαριασμών ρεύματος των νοικοκυριών στο τέλος του 2023 προχωρά η Ελλάδα.
Τη δέσμευση αυτή έδωσε η προηγούμενη κυβέρνηση, σύμφωνα με την έκθεση εποπτείας της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά: «Εφόσον δεν υπάρξουν περαιτέρω αυξήσεις στις τιμές του φυσικού αερίου, οι αρχές σχεδιάζουν να καταργήσουν σταδιακά τα μέτρα που ισχύουν επί του παρόντος ακόμη φέτος».
Αυτό σημαίνει, πως από το 2024, τα έκτακτα μέτρα για την αντιμετώπιση των υψηλών τιμών ενέργειας παύουν να ισχύουν.
Όπως προκύπτει από την ίδια έκθεση της Ευρ. Επιτροπής μετά την πτώση των τιμών από το Φθινόπωρο του 2022, για το 2023 το τελικός κόστος των μέτρων θα ανέλθει στο 0,9% του ΑΕΠ έναντι αρχικής πρόβλεψης για 5,8%. Αν δε, συνυπολογιστεί και η έκτακτη εισφορά αλληλεγγύης που επιβλήθηκε στα διυλιστήρια τότε το καθαρό κόστος των ενεργειακών μέτρων υποχωρεί στο 0,2% του ΑΕΠ.
Οι ευάλωτοι
Από την έκθεση της Κομισιόν για την Ελλάδα που αφορά στο πρόγραμμα δημοσιονομικής σταθερότητας, επισημαίνεται ότι τα μέτρα που έλαβε η χώρα μας για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις δεν στοχεύουν στα ευάλωτα νοικοκυριά.
Σημειώνει πως ωφελήθηκε η συντριπτική πλειοψηφία των καταναλωτών, αν και όπως επισημαίνει η Κομισιόν, η Ελλάδα πέτυχε τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας έναντι των στόχων που είχε θέσει η Ε.Ε.
Με τον τρόπο αυτό επί της ουσίας η Ευρ. Επιτροπή εγείρει θέμα ως προς την ανάγκη ενίσχυσης – σε περίπτωση νέας ανόδου των τιμών ενέργειας – μόνο των ευάλωτων νοικοκυριών.
Τι ισχύει
Υπενθυμίζεται ότι η προηγούμενη κυβέρνηση παρέτεινε τα έκτακτα μέτρα ελέγχου της αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας μέχρι και το τέλος του Σεπτεμβρίου.
Πρόκειται για το πλέγμα παρεμβάσεων που αφορούν στην επιβολή πλαφόν στην ηλεκτροπαραγωγή (ανώτατη τιμή ανά τεχνολογία παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας), ανάκτηση αυτών των εσόδων από τη χονδρεμπορική αγορά και διανομή τους μέσω του Ταμείου Ενεργειακής Μετάβασης σε μορφή επιδοτήσεων στους λογαριασμούς ρεύματος. Επίσης ισχύει το πάγωμα της ρήτρας αναπροσαρμογής, η εκ των προτέρων ανακοίνωση των τιμών ρεύματος από τους παρόχους για τον επόμενο μήνα και η ελεύθερη μετακίνηση των καταναλωτών.
Το πλαφόν
Το πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας λειτουργεί αυτόματα. Ουσιαστικά τα περισσότερα έσοδα από όλες τις τεχνολογίες τα απέδωσε με τις τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου πάνω από τα 100 ευρώ ανά Μεγαβατώρα, όταν σήμερα το TTF κινείται κάτω από τα 30 ευρώ ανά Μεγαβατώρα.
Από τον Ιούλιο του 2022 οπότε και εφαρμόστηκε ο προαναφερόμενος μηχανισμός μέχρι σήμερα τα έσοδα που έχουν διατεθεί για επιδοτήσεις ανέρχονται στα 3,2 δις. ευρώ. Συνολικά όλο το 2022 και πριν την εφαρμογή του πλαφόν οι επιδοτήσεις ξεπέρασαν τα 9 δις. ευρώ.
Από την 1η Ιανουαρίου μέχρι σήμερα, οπότε και οι τιμές έπεφταν, το πλαφόν έδωσε μόλις 323 εκ. ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι τα έκτακτα μέτρα σταδιακά τίθενται από μόνα τους σε αναστολή… αφού οι τιμές ενέργειας υποχωρούν.
Τι αλλάζει
Οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας που πληρώνουν οι καταναλωτές οδηγήθηκαν μαζί με μόλις 0,015 ευρώ ανά κιλοβατώρα επιδότηση ανά οικιακό τιμολόγιο τον Ιούνιο, σε επίπεδα προ ενεργειακής κρίσης.
Η περαιτέρω αποκλιμάκωση των τιμών του φυσικού αερίου οδηγούν τις τιμές ρεύματος των νοικοκυριών σε επίπεδα όλο και πιο πίσω χρονικά από το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης.
Αυτό σημαίνει ότι δεν απαιτούνται έκτακτα μέτρα και ιδίως για το σύνολο των νοικοκυριών. Άλλωστε και η κυβέρνηση σταδιακά περιόρισε την περασμένη χρονιά τις επιδοτήσεις: Διέθετε μόνο σε νοικοκυριά με μηνιαίες καταναλώσεις έως 500 κιλοβατώρες, ενώ στις επιχειρήσεις σταμάτησαν οι επιχορηγήσεις των λογαριασμών ρεύματος.
Άρα σταδιακά εντός του 2023 κι εφόσον οι τιμές ενέργειας υποχωρούν οι επιδοτήσεις θα παύσουν να δίνονται.
Η Κομισιόν, πάντως, επαναφέρει τις συστάσεις της για στοχευμένες ενισχύσεις και ιδίως από το 2024 – αν επανέλθουν οι υψηλές τιμές – μόνο σε ευάλωτα νοικοκυριά.
Η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να λάβει σχετικές αποφάσεις επί των συστάσεων που κάνει η Κομισιόν.
Πάντως στο ενδιάμεσο του 2023 αν κι εφόσον οι τιμές αυξηθούν εκ νέου, είναι πολύ πιθανόν να επαναλειτουργήσει το πλαφόν στη χονδρεμπορική αγορά, το οποίο αντλεί έσοδα από τους ηλεκτροπαραγωγούς.