ΑΠΟΨΕΙΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΡΗΓΙΝΙΩΤΗΣ

Εκκλησιαστικές και καρναβαλικές Απόκριες

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Πρόσφατα λέγαμε με κάποιους φίλους έφηβους ότι οι Απόκριες είναι υπόθεση της Εκκλησίας και παραξενεύτηκαν πολύ. Γι’ αυτό, νομίζω πως πρέπει να γράψουμε λίγα λόγια, βγαλμένα από την καρδιά της παράδοσής μας.

Οι Απόκριες είναι η πόρτα της Μεγάλης Σαρακοστής, η αρχή μιας πορείας μέσα στο χρόνο που καταλήγει στη Μεγάλη Εβδομάδα και στο Πάσχα. Όλο αυτό το διάστημα είναι σαν την πορεία της επιστροφής ενός εξόριστου πρίγκιπα στο βασίλειό του, όπου θα στεφθεί βασιλιάς. Αυτός ο εξόριστος πρίγκιπας είμαστε εμείς, οι άνθρωποι. Το βασίλειό μας είναι ο παράδεισος και το στέμμα μας είναι το φωτοστέφανο των αγίων. Η μέρα της πολυπόθητης επιστροφής μας είναι το Πάσχα.

Όλη αυτή η περίοδος (Απόκριες, Μ. Σαρακοστή, Μ. Εβδομάδα, μέχρι το Μ. Σάββατο) λέγεται Τριώδιο, επειδή στην εκκλησία ψάλλονται κάποια μουσικά έργα βυζαντινά (οι «κανόνες»), που, αντί για οκτώ ή εννέα ωδές (τμήματα, «τραγούδια»), έχουν μόνο τρία. Και το βιβλίο που γράφει όσα ψάλλονται και διαβάζονται στην εκκλησία αυτές τις 10 εβδομάδες λέγεται «Τριώδιο», γι’ αυτό και λέμε «άνοιξε το Τριώδι» (το βιβλίο).

Όλη η περίοδος του Τριωδίου μιλάει για τον αγώνα του ανθρώπου να μετανοήσει, να πολεμήσει ενάντια στα πάθη του (τις αρνητικές πλευρές του εαυτού, που είναι πολύ ισχυρές) και να επιστρέψει κοντά στο Χριστό. Και όλες τις Κυριακές της Αποκριάς και της Μ. Σαρακοστής στην εκκλησία γιορτάζουμε κάποιον άγιο ή κάποιο γεγονός που έχει σχέση με το πλησίασμα ανθρώπου και Θεού και το πώς ο άνθρωπος γίνεται μικρός θεός, δηλαδή άγιος.

Συγκεκριμένα οι τέσσερις Κυριακές της Αποκριάς είναι αφιερωμένες στη μετάνοια, την εξομολόγηση και τη σωτηρία και διαβάζονται στη λειτουργία συγκλονιστικά ευαγγέλια, που μιλούν γι’ αυτό το θέμα. Η χαρά της Αποκριάς στην Εκκλησία προέρχεται από αυτό: από την αλλαγή της ζωής του ανθρώπου (μετάνοια) και την επιστροφή του στο Χριστό.

Η 1η Κυριακή, με την οποία ανοίγει η Αποκριά, είναι η Κυριακή του Τελώνη και του Φαρισαίου και στην εκκλησία διαβάζεται το ευαγγέλιο με αυτήν την παραβολή, δηλ. ιστορία που είπε ο Χριστός για να δώσει τους ανθρώπους ένα μήνυμα. Η παραβολή (κατά Λουκάν, κεφ. 18) μιλάει για τον θρησκευόμενο υποκριτή και το μετανοημένο αμαρτωλό, γι’ αυτό και μ’ αυτήν ανοίγει το Τριώδι.

Η 2η Κυριακή είναι η Κυριακή του Ασώτου και διαβάζεται αυτή η πασίγνωστη παραβολή (κατά Λουκάν, κεφ. 15), που μιλάει για την επιστροφή του αμαρτωλού στο Θεό, την αγάπη του Θεού και το πρόβλημα της συγχώρησης του συνανθρώπου μας από εμάς τους δήθεν «ηθικούς». Αυτή την παραβολή διάβασε, όταν ήταν εξόριστος, ο κορυφαίος Ρώσος συγγραφέας Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, από μια Καινή Διαθήκη που της έκοβε κάθε μέρα μια σελίδα, έβαζε μέσα καπνό κι έστριβε τσιγάρο. Και, ενώ μέχρι τότε ήταν άθεος, συγκλονίστηκε τόσο, που πίστεψε στο Χριστό!…

Η 3η Κυριακή λέγεται Κυριακή των Απόκρεω, που σημαίνει σταμάτημα της κρεοφαγίας (απόκρεω = από + κρέας). Στη θεία λειτουργία διαβάζεται το ευαγγέλιο της Μέλλουσας Κρίσης (κατά Ματθαίον, κεφ. 25), όπου ο Χριστός περιγράφει, με κάπως συμβολικό τρόπο, πώς θα γίνει η δευτέρα παρουσία και η τοποθέτηση όλων των ανθρώπων στον παράδεισο ή στην κόλαση. Εκεί ακούγονται τα περίφημα λόγια του Χριστού: «Αφού το κάνατε σε έναν από τους αδελφούς μου τους ελαχίστους, σε μένα το κάνατε» ή «δεν το κάνατε» («ἐφ’ ὅσον ἐποιήσατε ἑνὶ τούτων τῶν ἀδελφῶν μου τῶν ἐλαχίστων, ἐμοὶ ἐποιήσατε»).

Ίσως γι’ αυτό η Εκκλησία θέσπισε το Σάββατο πριν την Κυριακή αυτή να γίνεται μνημόσυνο όλων των χριστιανών, όλων των εποχών, γνωστών και αγνώστων, είναι δηλαδή το Ψυχοσάββατο. Πηγαίνουμε στην εκκλησία κόλλυβα για τους δικούς μας, Σάββατο πρωί στη λειτουργία ή απόγευμα Παρασκευής στον εσπερινό.

Τα κόλλυβα (από βρασμένο σιτάρι με ζάχαρη και μυρωδικά) συμβολίζουν την ανάσταση των νεκρών, γιατί, όπως σπέρνουμε το σιτάρι κι αυτό φυτρώνει, έτσι θάβουμε τους ανθρώπους, αλλά εκείνοι θ’ αναστηθούν στην δευτέρα παρουσία. Αυτά βασίζονται σε λόγια του Ιησού Χριστό στο κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, κεφ. 12, στίχ. 24.

Κάθε Σάββατο είναι ημέρα των ψυχών και η κανονική ημέρα των μνημοσύνων – αντίθετα, κάθε Κυριακή είναι ημέρα χαράς, ένα μικρό Πάσχα. Και τούτο, επειδή το Μέγα Σάββατο ο Χριστός ήταν νεκρός (στον Άδη), ενώ την Κυριακή αναστήθηκε. Η λέξη Σάββατο σημαίνει στα εβραϊκά «ανάπαυση» και οι χριστιανοί ερμηνεύουμε την 7η Ημέρα της Δημιουργίας (όπου ο Θεός «αναπαύθηκε» και την οποία ευλόγησε ως ημέρα λατρείας Του) ως προτύπωση του Μ. Σαββάτου, όπου ο Θεάνθρωπος αναπαύθηκε από τους πόνους και την αγωνία της Μ. Εβδομάδας.

Η 4η και τελευταία Κυριακή λέγεται Κυριακή της Τυρινής ή Τυροφάγου, επειδή κανονικά την τελευταία εβδομάδα της Αποκριάς δεν τρώμε κρέας, αλλά μόνο ψάρι και τυροκομικά, για να πάμε σταδιακά και όχι απότομα στη νηστεία της Μ. Σαρακοστής. Στη λειτουργία διαβάζεται ευαγγέλιο (Ματθ. 6, 14-21) με διδασκαλίες του Χριστού για τη συγχώρηση του συνανθρώπου, την ειλικρινή νηστεία και την προτίμηση των ουράνιων θησαυρών από το γήινο (και συχνά ματωμένο) χρυσάφι, που ο πόθος του θολώνει το μυαλό.

Αυτή η μέρα είναι αφιερωμένη στην έξωση του Αδάμ και της Εύας από τον παράδεισο! Και τούτο επειδή (α) με αυτό άρχισαν όλα, η εξορία του ανθρώπου, του πρίγκιπα που λέγαμε πριν, και (β) στην Αγία Γραφή η αμαρτία των πρωτοπλάστων συμβολίζεται με το φάγωμα ενός καρπού, και η Σαρακοστή, που αρχίζει την άλλη μέρα, συνδέεται κι αυτή με τη διατροφή (δεν τρώμε «πασχαλινά», δηλ. αρτύσιμα = μη νηστίσιμα), άρα ταιριάζει.

Φυσικά, οι Πατέρες της Εκκλησίας (οι άγιοι διδάσκαλοι του χριστιανισμού, όπως οι Τρεις Ιεράρχες και πολλοί άλλοι) ερμηνεύουν το προπατορικό αμάρτημα με σοφία, όχι απλοϊκά. Διδάσκουν ότι η βρώση (το φάγωμα) του απαγορευμένου καρπού σημαίνει την αλαζονεία των πρώτων ανθρώπων, που θέλησαν να γίνουν παντοδύναμοι, χωρίς ίχνος αγάπης. Δεν χάσαμε τον παράδεισο για ένα μήλο, αλλά επειδή είμαστε εγωιστές και διψασμένοι για εξουσία, και ακριβώς αυτή την ασθένεια της ανθρώπινης φύσης ήρθε να θεραπεύσει ο Χριστός (ο 2ος Αδάμ), με το να υπακούσει στον Πατέρα του μέχρι θανάτου.

Οι μασκαράδες

Τώρα, πώς από αυτή την υψηλή θρησκευτικότητα του Τριωδίου, καταλήξαμε στα ξέφρενα γλέντια με τους μασκαράδες και τα καρναβάλια;

Αυτά προέρχονται από τις «γιορτές γονιμότητας» των αρχαίων Ελλήνων, που πίστευαν (όπως όλοι οι ειδωλολατρική λαοί) ότι η Γη είναι θεά, οπότε νόμιζαν ότι, με τον ερχομό της άνοιξης, για να γεννήσει τους καινούργιους καρπούς και τα καινούργια ζώα, πρέπει να έρθει σε ένα είδος «ιερού γάμου» με αρσενικές θεότητες, που κατοικούσαν στα δάση και στις σπηλιές. Ντύνονταν λοιπόν με προβιές, ιδίως τράγων, επειδή αυτά τα «δαιμόνια» (λέξη των αρχαίων Ελλήνων, που σήμαινε κατώτερες θεότητες) τα φαντάζονταν πρωτόγονα, τραγόμορφα και ζωώδη, και έκαναν όργια και μεθύσια, για να τα καλέσουν σε δράση.

Από τα τραγούδια που έλεγαν τότε (τις «τράγων ωδές») προέκυψε η λέξη τραγούδι, αλλά και το περίφημο θεατρικό είδος της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας. Γι’ αυτό επίσης τα παραδοσιακά ελληνικά καρναβάλια ήταν μασκαράδες ντυμένοι με προβιές και ζωσμένοι με βαριές κουδούνες (οι «λεράδες» της Κρήτης), όπως είναι και σήμερα ακόμη τα καρναβάλια της Νάουσας και της Βέροιας.

Και το έθιμο της Τσικνοπέμπτης προέρχεται από το ότι οι αρχαίοι Έλληνες είχαν την Πέμπτη αφιερωμένη στο Δία, και ως γνωστόν έψηναν κρέατα νομίζοντας ότι οι θεοί απολαμβάνουν την τσίκνα που έρχεται ώς αυτούς και ευφραίνονται, σαν να τα τρώνε.

Στις τελετουργίες αυτές, οι αρχαίοι Έλληνες έφταναν στο σημείο να περιφέρουν ομοιώματα φαλλών (αντρικών γεννητικών οργάνων), όπως εμείς λιτανεύουμε τον επιτάφιο και τις εικόνες των αγίων. Γι’ αυτό οι αποκριάτικες λαϊκές γιορτές έχουν μέσα τους το στοιχείο του μεθυσιού και της σεξουαλικότητας και της αχαλίνωτης συμπεριφοράς (δες π.χ. το καρναβάλι του Ρίο πόσο γυμνό επιδεικνύει, σα να είσαι σε καμπαρέ, ή μάλλον σε κάτι άλλο που δε θέλω να το γράψω), που στέλνει κάθε χρόνο στα νοσοκομεία των διαφόρων πόλεων δεκάδες άτομα, ενώ, αν έλειπαν ο Ερυθρός Σταυρός, το ΕΚΑΒ και η Αστυνομία, κάθε χρόνο θα είχαμε νεκρούς λόγω μέθης, παιδιά χαμένα από τους γονείς τους κ.τ.λ.

Γι’ αυτούς τους λόγους η Εκκλησία αντιπαθεί το καρναβάλι – συν το γεγονός ότι πολλοί μασκαράδες ντύνονται παπάδες ή «σέξι καλόγριες» (!!) και κοροϊδεύουν, λόγω ανοησίας, τα ιερά και τα όσια ουρανού και γης. Οι Απόκριες, για τους σχετικούς με τη χριστιανική ζωή, είναι περίοδος σοβαρότητας, μετάνοιας και ουράνιας χαράς, ενώ για τον «πολύ λαό», που δεν υποπτεύεται καν αυτή την πλευρά της Αποκριάς, είναι περίοδος μιας άλλης χαράς, που η Εκκλησία τη θεωρεί ψεύτικη και επιφανειακή, όχι αληθινή και βαθιά.

Σε μερικές πόλεις γίνεται προσπάθεια το καρναβάλι να μετατραπεί σε πολιτιστικό γεγονός και να έχει και σοβαρά στοιχεία, ενώ ασχολούνται με αυτό και άνθρωποι, κατά κοινή ομολογία, σοβαροί. Πάντως τα παρατράγουδα δεν αποφεύγονται και δεν μπορεί να αποφευχθούν, από τη στιγμή που μια κοινωνία αναλαμβάνει μια τέτοια διοργάνωση, που κατά τη γνώμη μου (ας το πω ευθέως) καλύτερα να έλειπε.

Δεν εννοώ όλες τις αποκριάτικες εκδηλώσεις, αλλά αυτές που προάγουν αυτά τα στοιχεία – το μεθύσι, την περιφερόμενη σεξουαλικότητα (που καλό είναι να τη φυλάμε, σαν κάτι ιερό, για τον ή την σύζυγό μας κι όχι να την περιφέρουμε στους δρόμους σαν αγοραία), την εκτός ορίων συμπεριφορά. Θα μπορούσαμε να ενωθούμε για έναν πραγματικά υψηλό σκοπό και να στοχεύσουμε σ’ έναν τουρισμό πραγματικά ποιοτικό. Εξάλλου οι Απόκριες έχουν κι άλλα στοιχεία, κι άλλα έθιμα, πιο όμορφα. Δε μας φτάνουν;

Θα κλείσω, για να απαλύνω λίγο τις εντυπώσεις, λέγοντας πως οι πρόγονοί μας συνδύαζαν και τα αποκριάτικα έθιμα (και με κατάλοιπα των αρχαίων εορτών της γονιμότητας, ενίοτε εφάμαρτα, δηλ. όχι απαλλαγμένα από αμαρτίες) και τη συμμετοχή τους στην εκκλησιαστική ζωή, με τη νηστεία, την εξομολόγηση, τη θεία κοινωνία, τους Χαιρετισμούς της Παναγίας, τους αγίους και την ανάσταση (και την επανάσταση). Κι αυτό ακόμη ήταν μια ατέλεια και αδυναμία (ασφαλώς ένας άγιος δεν μασκαρεύεται – αφού ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεού – δεν μεθάει, δεν λέει άσεμνα τραγούδια κ.τ.λ.), όμως ήταν καλύτερο από την εποχή μας, που το 90% των Ελλήνων έχει μεσάνυχτα από την εκκλησιαστική ζωή και κρατάει μόνο την αγωνία και το λαχάνιασμα από την αναζήτηση της χαράς στις σκιές και τις γωνίες.

Φτάσαμε να βλέπουμε πολιτιστικούς συλλόγους που διοργανώνουν γλέντι με κρέας ακόμη και την Καθαρή Δευτέρα, που ο λαός μας δεν τρώει λάδι και υπάρχουν χριστιανοί που κάνουν «τριήμερο», δηλ. δεν τρώνε τίποτα την Καθαρή Δευτέρα, Τρίτη και Τετάρτη, και το βράδυ της Τετάρτης πηγαίνουν στην 1η προηγιασμένη θεία λειτουργία και μεταλαβαίνουν. Όταν ήμουν μικρός, πηγαίναμε στις προηγιασμένες και στους Χαιρετισμούς με τους γονείς μας. Τώρα, οι μαθητές μας (και οι γονείς τους) δεν ξέρουν ούτε τι είναι αυτά – κι όμως, αυτά κράτησαν το γένος μας σε περιόδους μαύρης σκλαβιάς. Το αστείο είναι ότι και τώρα έχουμε περίοδο μαύρης σκλαβιάς, αλλά δε βλέπω τίποτα να μας κρατάει…

Καλό (άγιο) Τριώδιο.