ΑΠΟΨΕΙΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ Ι ΤΣΙΡΙΜΟΝΑΚΗΣ

Ανω(Επώ)νυμοι μαντιναδολόγοι (5ο)

Από τον Ματθαίο Ιωάν. Τσιριμονάκη

(Συλλογή από μαντινάδες που δημοσιεύτηκαν στον τύπο της Κρήτης πριν το 1940.

Τις υπογράφουν με ονοματεπώνυμο, όνομα, επώνυμο ή και ψευδώνυμο διάφοροι μαντιναδολόγοι.

Δεν γνωρίζω αν είναι δικές τους δημιουργίες ή είναι μεταφορείς ποίησης παλαιότερων δημιουργών.

Με την Συλλογή αυτή παίρνουμε μια γεύση από την ποίηση ανωνύμων ποιητών, από τους οποίους πήραν τις βάσεις για τις δημιουργίες τους σημερινοί συνεχιστές.

Παρατηρούμε πως υπάρχει αυθορμητισμός στην έκφραση αλλά και στη γλώσσα χωρίς κάποια επιτηδευμένη τεχνική. Αυτή που δυστυχώς χρησιμοποιούν ορισμένοι μαντιναδολόγοι, νέοι και παλαιοί, μπουκώνοντας τις μαντινάδες με λέξεις του ιδιώματος.)

ΕΙΡΗΝΗ 193

Μάζωνε συ τα γιασεμιά κ’ εγώ τα μπελονιάζω[1],

πούλησε τη αγάπη σου και εγώ την αγοράζω.

Η αγάπη σου έγινε δεντρί και μου κλείσε το δρόμο

και δεν μ΄ αφήνει να διαβώ, να πάω σ’ άλλον κόσμο.

Σύρε μαχαίρι βάραμε, σύρε σπαθί και δος μου,

μα στη καρδιά μη μου βαρείς, γιατί είσαι μέσα φως μου.

ΕΛΛ. Χ. 1930

Καρδιά γιατί μαράθηκες, πριν έρθει ο καιρός σου

κ’ έπεσαν και τα φύλα σου, μαζί με τον ανθό σου.

Αυτό το αχ όταν το πω, τα μέλη μου πονούνε

κι ένα πρωί στην κλίνη μου, νεκρά θε να με βρούνε.

Τύχη γιατί με δίκασες, χωρίς για να σου φταίω,

άραγε θα γελάσω πιά ή πάντα θα κλαίω.

ΕΠΙΣΚΟΠΗ Σ.Σ  1930

Σαν θες να παίζεις μαχαιριές, καλά να τις ξαμώνεις[2],

να σκοτώνεις τσι καρδιές κι όχι να τσι λαβώνεις.

Δράμι και δράμι τη ζωή, σκύλα μου τη ζορίζεις,

μια και καλή με σκότωσε, να μη με βασανίζεις.

Να με χτικιάσεις πολεμάς κι όλο για αυτό πασχίζεις,

γλήγορα τ’ αξώνεσαι και  μη κακοκαρδίζεις.


[1] Περνώ σε κλωστή.

[2] Σημαδεύεις.