Ανατολικά του χωριού Αργυρούπολη Ρεθύμνης, στο δρόμο προς τον οικισμό Κάτω Πόρος, κατεβαίνοντας σε μια πανέμορφη ρεματιά, βρίσκεται ο ναός και ο τάφος των αγίων Πέντε Παρθένων και, δίπλα, πέντε λαξευτά δωμάτια στο βράχο, όπου, κατά την παράδοση, έζησαν ως ασκήτριες οι πέντε αγίες, που τιμώνται στην περιοχή.
Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Πρόκειται για έναν από τους σημαντικότερους ιερούς χώρους της ανατολικής πλευράς του νομού Ρεθύμνου και ένα από τα πλέον αγαπητά στο λαό μας ορθόδοξα προσκυνήματα, με ιστορία αιώνων, καταγεγραμμένη από δυτικοευρωπαίους περιηγητές ήδη από τον 15ο αιώνα. Ολόκληρος ο χώρος βρίσκεται στην περιοχή του ελληνορωμαϊκού νεκροταφείου της αρχαίας πόλης Λάππα, ο οποίος έχει ανασκαφεί ώς ένα βαθμό από την Εφορεία Αρχαιοτήτων Ρεθύμνου με ιδιαιτέρως σημαντικά ευρήματα. Και ο ίδιος ο τάφος των πέντε οσίων, καθώς και τα πέντε λαξευτά δωμάτια, όπου η παράδοση τοποθετεί την ασκητική ζωή τους, είναι τάφοι της ελληνορωμαϊκής περιόδου, που προφανώς χρησιμοποιήθηκαν από τις αγίες μερικούς αιώνες αργότερα.
Η Λάππα ήταν αρχαία πόλη της Κρήτης, εξαιρετικά σημαντική και έδρα επισκοπής, στην οποία πιθανότατα υπαγόταν και ο οικισμός Ρίθυμνα (το σημερινό Ρέθυμνο). Καταστράφηκε από τους Άραβες τον 9ο αιώνα μ.Χ. Η σημερινή Αργυρούπολη είναι χτισμένη στον ίδιο χώρο, μεγάλης ιστορικής και αρχαιολογικής σπουδαιότητας. Από τα νερά της Αργυρούπολης (πηγές της «Αγίας Δύναμης») υδρεύεται η πόλη του Ρεθύμνου.
Κατά την προφορική μαρτυρία του μακαριστού π. Χρήστου Τζαγκαραλεξάκη († Ιούνιος 2019), εφημέριου της Αργυρούπολης μέχρι τη δεκαετία του 1980, «στην Αργυρούπολη επικρατούσε η γνώμη ότι, παλαιότερα, στη περιοχή των αγίων Πέντε Παρθένων υπήρχε ένα μεγάλο και πλούσιο μοναστήρι, που βοηθούσε όλους τους κατοίκους της περιοχής», ιδίως παραχωρώντας τους το δικαίωμα να μαζεύουν τις ελιές από τους ελαιώνες του.
Οι οσίες Πέντε Παρθένες, από τότε που διασώζει η ιστορική μνήμη και μέχρι το 2014, εορτάζονταν στο ναό τους, που επικοινωνεί με το χώρο του τάφου τους, κατά την Τρίτη της διακαινησίμου εβδομάδος (Τρίτη του Πάσχα ή «Λαμπροτρίτη»), δηλ. της εβδομάδας μετά το Πάσχα, ενώ τη Μεγάλη Τρίτη χριστιανοί από την Αργυρούπολη, ιδίως γυναίκες, καθώς και από άλλα χωριά της περιοχής, μετέβαιναν στο ναό, καθάριζαν, θύμιαζαν, άναβαν τα καντήλια και λάμβαναν από το αγίασμα που αναβλύζει από τις λάρνακες των οσίων. Από το 2015 η Ιερά Μητρόπολις Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου και η ενορία Αργυρουπόλεως μετέφεραν τον εορτασμό στο Σάββατο της διακαινησίμου, ως προσφορότερη ημέρα για το γεγονός και για να μη συμπίπτει με την εορτή των αγίων νεοφανών μαρτύρων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, που εορτάζουν τη Λαμπροτρίτη.
Κατά την πανήγυρη των πέντε οσίων, οι κτηνοτρόφοι της περιοχής οδηγούν στο σημείο τα κοπάδια τους, τα οποία ευλογούνται, και, αφού αρμέξουν τα πρόβατά τους, μετά το πέρας της θείας λειτουργίας προσφέρουν το γάλα στους προσκυνητές, μαζί με ένα κομμάτι φρέσκο ανθότυρο, προσφορά των τυροκομείων της περιοχής. Γάλα αποστέλλουν και πολλοί κτηνοτρόφοι που αδυνατούν να παρευρεθούν. Ορισμένοι μάλιστα είναι τασσιμάρηδες, δηλ. έχουν τάξει (υποσχεθεί) την προσφορά του γάλακτος, προσευχόμενοι υπέρ του ποιμνίου τους, ιδίως σε περιπτώσεις ασθενειών.
Στο διαδίκτυο υπάρχουν αρκετά βίντεο με στιγμιότυπα από τον εορτασμό των οσίων, καθώς και οδοιπορικά στο ναό τους και στην ευρύτερη (εξαιρετικού φυσικού κάλλους και μεγάλη ιστορικής αξίας) περιοχή.
Τα ονόματα των οσίων Πέντε Παρθένων καταγράφονται το 1577 από τον Φραντζέσκο Μπαρότσι – ο οποίος τα αντιγράφει από αγιογραφία στο ναό τους – ως Ρωδιώνα, Θέκλα, Μαριάμνη, Ανεείμ και Μάρθα. Οι επόμενοι συγγραφείς, ώς τον 20ό αιώνα, δεν τα αναφέρουν, αλλά μιλούν για «Πέντε Αγίες Παρθένες» αόριστα και ανώνυμα.
Όμως, εδώ και περίπου 130 χρόνια (όπως θα δούμε παρακάτω), οι πέντε οσίες έχουν ταυτιστεί στα τοπικά συναξάρια και λοιπά αγιολογικά κείμενα με τις πέντε οσίες παρθενομάρτυρες Θέκλα, Μαρία, Μάρθα, Ενναθά (ή Εννεείμ) και Μαριάμνα (συνηθέστερα: Μαριάμνη, κατ’ επίδρασιν της γενικής πτώσης, όπως π.χ. Αικατερίνη αντί του ορθού Αικατερίνα), που μαρτύρησαν στην Περσία το 330 ή το 346-347 μ.Χ., κατά το διωγμό των χριστιανών από τον αμείλικτο αυτοκράτορα των Περσών Σαπώρ Β΄ (Σαβώριο, όπως αναφέρεται στα βυζαντινά κείμενα). Οι αγίες αυτές, που χαρακτηρίζονται «Πέντε Κανονικές Παρθένες» (δηλ. μοναχές, που ζούσαν μέσα στον κόσμο και, παράλληλα με την πνευματική τους ζωή, επιδίδονταν σε έργα κοινωνικής προσφοράς), τιμώνται από την Ορθόδοξη Εκκλησία στις 9 Ιουνίου, γι’ αυτό, εδώ και αρκετά χρόνια, ο ναός των οσίων Πέντε Παρθένων στην Αργυρούπολη λειτουργεί και την ημέρα εκείνη, με μικρότερη όμως λαμπρότητα.
Τρίτη του Πάσχα πανηγυρίζει και ο ναός των οσίων Πέντε Παρθένων που βρίσκεται στο χωριό Μύλοι Ρεθύμνης (στον παλαιό οικισμό, μέσα στο φαράγγι). Ένας τρίτος ναός αφιερωμένος στις οσίες είναι το απομακρυσμένο εξωκλήσι των «Αγίων Παρθένων» στο ακρωτήρι Σπάθα, που υπάγεται στην ενορία Ροδωπού της Ιεράς Μητροπόλεως Κισσάμου και Σελίνου (νομός Χανίων)· ο ναός αυτός, μετά από δεκαετίες ερήμωσης και ελλείψει οποιασδήποτε πληροφορίας για την ημέρα της πανήγυρής του, καθιερώθηκε τα τελευταία χρόνια να πανηγυρίζει τη μνήμη των οσίων στις 9 Ιουνίου.
Εκ πρώτης όψεως, η καθιέρωση της εορτής των οσίων Πέντε Παρθένων την Τρίτη του Πάσχα μοιάζει να οφείλεται στο ότι εκείνη την ημέρα μαρτύρησαν από τους διώκτες τους. Το ίδιο εξάλλου συμβαίνει με την καθιέρωση της εορτής, την ίδια ημέρα, των αγίων Ραφαήλ, Νικολάου και Ειρήνης, οι οποίοι μαρτύρησαν στη Λέσβο το 1463. Όμως την παλαιά συνήθεια του προσκυνήματος της Μεγάλης Τρίτης έρχεται να συμπληρώσει παράδοση, που καταγράψαμε στο γειτονικό χωριό Μούντρος, ότι οι οσίες μαρτύρησαν τη Μεγάλη Τρίτη, αλλά, επειδή τη Μεγάλη Εβδομάδα δεν πανηγυρίζονται άγιοι, οι χριστιανοί μετέθεσαν την εορτή τους στην Τρίτη του Πάσχα· γι’ αυτό και γυναίκες από το Μούντρος (και από άλλα χωριά της περιοχής) πήγαιναν επίσης τη Μεγάλη Τρίτη στο ναό τους, θύμιαζαν και λάμβαναν και αγίασμα.
Η ίδια παράδοση διασώζει ότι οι οσίες ήταν μικρές σε ηλικία και οι γονείς τους τις έκρυβαν για να μην τις αρπάξουν οι διώκτες τους, λόγω της ομορφιάς τους. Όμως τις πρόδωσε ο ιερέας του χωριού, τις συνέλαβαν και, αφού δεν κατόρθωσαν να τις πείσουν να αρνηθούν το Χριστό, τις έσφαξαν, οπότε οι χριστιανοί έλαβαν τα σώματά τους και τα ενταφίασαν στο γνωστό τάφο τους.
Η ιδέα ότι οι αγίες προδόθηκαν από τον ιερέα του χωριού, η οποία είναι διαδεδομένη και στην Αργυρούπολη, προφανώς οφείλεται σε επίδραση του συναξαρίου των οσίων Πέντε Κανονικών Παρθένων των εκ Περσίας, αν και δεν μπορούμε να αποκλείσουμε εντελώς το ενδεχόμενο να έχουμε κι εδώ παρόμοια περίπτωση. Τα υπόλοιπα στοιχεία δεν ταιριάζουν με το συναξάρι εκείνων, άρα προέρχονται από την παράδοση της περιοχής. Η διήγηση αυτή έρχεται σε αντίθεση με την κυρίαρχη εντύπωση, ότι οι αγίες ήταν ασκήτριες, που ασκήτευαν στα πέντε λαξευτά κελιά δίπλα στον κατοπινό τάφο και το ναό τους, παραδόξως όμως ταιριάζει με την εικονογραφική παράδοση που συναντούμε στην Αργυρούπολη, όπου αγιογραφούνται όχι ως μοναχές, αλλά ως αρχοντοπούλες και μάρτυρες. Τις παραδόσεις αυτές δεν μπορούμε να τις αξιολογήσουμε ιστορικά, ούτε όμως και να τις αγνοήσουμε· ίσως στην πραγματικότητα συνδυάζονται – ίσως οι αγίες όντως κρύφτηκαν από τους γονείς τους και έζησαν ασκητικά, άγνωστο πόσο χρονικό διάστημα, στα συγκεκριμένα κελιά, που είναι στην πραγματικότητα αρχαίοι τάφοι.
Παλαιές μαρτυρίες για τις οσίες Πέντε Παρθένες
Οι παλαιότερες μαρτυρίες για τις οσίες και το ιερό προσκύνημα προέρχονται κατά χρονολογική σειρά από τους συγγραφείς Κριστόφορο Μπουοντελμόντι (1416), Φραντζέσκο Μπαρότσι (1577), Φραντζέσκο Μπαζιλικάτα (1609), Μάρκο Μποσκίνι (1651 ή 1653), Φλαμίνιο Κορνέλιους (περίπου 1750), Ρόμπερτ Πάσλεϋ (1833), Τζουζέπε Γκερόλα (1900), Παύλο Βλαστό (περίπου 1900) και Μιχαήλ Δέφνερ (1918).
Αναμφίβολα, η σημαντικότερη μαρτυρία για τις οσίες Πέντε Παρθένες είναι του Φραντζέσκο Μπαρότσι (Francesco Barozzi), λόγιου Ενετού άρχοντα του 16ου αιώνα, γεννημένου στο χωριό Άγιος Κωνσταντίνος Ρεθύμνου, κοντά στην Αργυρούπολη. Ήταν μαθηματικός με ποικίλα επιστημονικά ενδιαφέροντα, συγγραφέας πολλών βιβλίων και ιδρυτής στο Ρέθυμνο της Ακαδημίας των Vivi (Ζώντων), της πρώτης λέσχης λογίων της αναγεννησιακής εποχής στην Ελλάδα. Το 1577 εξέδωσε την Περιγραφή της Κρήτης (Descrizione dell’ Isola di Creta), όπου αναφέρει τα εξής:
«Στην περιφέρεια της πόλης του Ρεθύμνου βρίσκονται ερείπια που απλώνονται σε πάνω από πέντε μίλια έκταση· ανήκουν στην αρχαία πόλη της Λάμπης ή, σύμφωνα με άλλους συγγραφείς, της Λάππης και Λάππας. (…)
Στην ίδια κοιλάδα, … υπάρχουν μέσα σε μια σπηλιά πέντε σαρκοφάγοι, η μία δίπλα στην άλλη, σμιλεμένες στην πέτρα, τρεις μακριές και δύο τετράγωνες, οι οποίες ήταν μνημεία των Λαππαίων. Εκεί, μετά την καταστροφή της πόλης την περίοδο των διωγμών, μαρτύρησαν πέντε παρθένες, η Ρωδιώνα, η Θέκλα, η Μαριάμνη, η Ανεείμ και η Μάρθα, και τα σώματά τους τοποθετήθηκαν στις πέντε αυτές σαρκοφάγους.
Από τότε και ώς σήμερα συμβαίνει ένα μεγάλο θαύμα εκεί: οι σαρκοφάγοι άλλοτε είναι γεμάτες νερό και άλλοτε άδειες, άλλοτε κάποιες από αυτές είναι γεμάτες και οι υπόλοιπες κενές, άλλοτε είναι όλες μισογεμάτες, άλλοτε μερικές γεμάτες μέχρι τη μέση, περισσότερο ή λιγότερο, και οι άλλες εντελώς πλήρεις ή εντελώς κενές· το νερό αυτό δεν είναι γνωστό από πού έρχεται, γιατί στις σαρκοφάγους δεν διακρίνεται με κανένα τρόπο από πού αυτό αναβλύζει, ούτε και στάζει η σπηλιά από την οροφή της, ούτε όμως και από πού φεύγει.
Το νερό είναι γλυκό και πολύ καλό, ούτε πολύ κρύο ούτε πολύ ζεστό, αλλά μέτριας θερμοκρασίας, διαυγές, καθαρό και απαλλαγμένο από κάθε είδους δυσοσμία, ευκολοχώνευτο και υγιεινό να το πίνει κανείς. Μάλλον πρόκειται για αγίασμα, γι’ αυτό τον λόγο πολλοί ασθενείς το πίνουν με σεβασμό και γιατρεύονται. Άλλοι στέλνουν εκεί ακόμη από μακρινές περιοχές για να πάρουν νερό και αυτό διατηρείται και δεν βρομάει ποτέ. Αυτό και εγώ ο ίδιος μπορώ να το πιστοποιήσω, γιατί το μετέφερα στη Βενετία και διατηρήθηκε, ούτε και μύρισε ποτέ.
Το θαύμα αυτό εμφανίζεται κάθε εποχή του έτους, τόσο τον χειμώνα όσο και το καλοκαίρι. Μερικές φορές τον Ιούλιο, τον Αύγουστο και τον Σεπτέμβριο, οπότε τα ύδατα του νησιού λιγοστεύουν, το καλοκαίρι δεν βρέχει ποτέ στην Κρήτη, οι σαρκοφάγοι αυτές είναι γεμάτες νερό, ενώ στο καταχείμωνο που αυξάνονται τα νερά, εκείνες είναι άδειες και εντελώς στεγνές με σκόνη μέσα. Συμβαίνει επίσης συχνά διάφορα πρόσωπα να πηγαίνουν εκεί την ίδια μέρα και άλλοι από αυτούς να τις βρίσκουν γεμάτες και άλλοι κενές, άλλοι μισογεμάτες, άλλοι ένα μέρος τους γεμάτες και το άλλο αδειανές· άλλοι συμβαίνει να τις βρίσκουν κενές και, ενώ βρίσκονται ακόμη εκεί, να τις βλέπουν σιγά σιγά να γεμίζουν, χωρίς να μπορούν να εντοπίσουν από πού πηγάζει το νερό, και άλλοι να τις βρίσκουν γεμάτες και, ενώ παραμένουν εκεί, να τις βλέπουν να αδειάζουν σιγά σιγά και να μένουν εντελώς στεγνές, χωρίς να μπορούν να διαπιστώσουν από πού φεύγει το νερό, πράγμα αληθινά θαυμαστό και υπερφυσικό.
Λόγω του θαύματος αυτού εδώ και πολλά χρόνια χτίστηκε μέσα στη σπηλιά μια μικρή εκκλησία ορθόδοξου δόγματος. Σε τοίχο της έχουν ζωγραφιστεί οι πέντε παρθένες με τα ονόματά τους. Την εκκλησία επισκέπτονται συχνά πολλοί ντόπιοι και ξένοι που πηγαίνουν εκεί για να παρακολουθήσουν τη λειτουργία, να δουν το θαύμα και να πιουν με μεγάλη ευλάβεια από το νερό εκείνο και να πάρουν μαζί τους, γεγονός αξιοπαρατήρητο και αξιομνημόνευτο» (Francesco Barozzi, Descrittione dell’ Isola di Creta (Περιγραφή της Κρήτης) 1577/8, επιμέλεια Στέφανος Κακλαμάνης, Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο 2004, σελ. 312-314· το ιταλικό κείμενο στις σελ. 232-234).
Τα ονόματα των οσίων ο Μπαρότσι τα γράφει στα ελληνικά και, στη συνέχεια, τα αποδίδει ως Rhodihona, Thecla, Mariamna, Aneim, Martha (βλ. ό.π., σελ. 234).
Εκτός των ανωτέρω, η σπουδαιότητα και η λαϊκή απήχηση του ιερού προσκυνήματος και της εορτής των οσίων Πέντε Παρθένων για την περιοχή της Αργυρούπολης, αλλά και την ευρύτερη περιοχή, καταδεικνύονται από τις πολλές αναφορές δυτικοευρωπαίων περιηγητών, που θεώρησαν απαραίτητο να αναφερθούν σ’ αυτές από το 1415, περίπου (δηλαδή γύρω στα 160 χρόνια πριν το κείμενο του Μπαρότσι), ώς τα πρώτα χρόνια μετά το 1900.
Το μαρτύριο και η εποχή των οσίων
Παρά τη βαθιά ριζωμένη (τον τελευταίο ενάμιση αιώνα) πεποίθηση, είμαστε υποχρεωμένοι να ομολογήσουμε ότι οι οσίες Πέντε Κανονικές Παρθένες Μάρθα, Μαρία, Ενναθά (ή Εννεείμ), Θέκλα και Μαριάμνα, που προδόθηκαν από τον αρνησίθρησκο και φιλάργυρο πνευματικό τους, βασανίστηκαν και θανατώθηκαν από τους Πέρσες το 330 ή περί το 346 μ.Χ. και εορτάζουν στις 9 Ιουνίου, δεν είναι οι οσίες Πέντε Παρθένες της Αργυρούπολης.
Όλες οι αναφορές των Συναξαριστών στις οσίες Πέντε Κανονικές Παρθένες συμφωνούν ότι εκείνες έζησαν και μαρτύρησαν στην Περσία και συγκεκριμένα στο χωριό Αζά. Αντίθετα, οι οσίες Πέντε Παρθένες της Αργυρούπολης (τις οποίες, σημειωτέον, ποτέ οι Αργυρουπολίτες του παλιού καιρού δεν αποκαλούσαν «Κανονικές» Παρθένες) έζησαν και μαρτύρησαν στη Λάππα, στην περιοχή όπου βρίσκονται τα ασκητήρια και ο τάφος τους.
Όπως εξηγεί ο καθηγητής αγιολογίας Εμμανουήλ Δουνδουλάκης, σχετικά με τις οσίες Πέντε Κανονικές Παρθένες: «Κύρια πηγή πληροφοριών αποτελεί το Συναξάριον της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως του 10ου αιώνος. Η μνήμη τους αποσιωπάται από τα μεταγενέστερα συναξαριακά κείμενα και, όπως διαπιστώσαμε, εμφανίζεται ξανά στο Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου του Αγιορείτου, όπου… ο εκεί βίος αποτελεί μετάφραση ή απόδοση του Συναξαρίου της Κωνσταντινουπόλεως. Μετά τον άγιο Νικόδημο, ο βίος τους καταχωρίζεται στα μεταγενέστερα συναξαριακά κείμενα»(Εμμ. Γ. Δουνδουλάκης, Κρητική Αγιολογία. Μελέτες Ορθοδόξου Αγιολογίας και Υμνολογίας, Γ΄, Επίμετρο Γενικής Αγιολογίας, εκδ. Γρηγόρη, Αθήνα 2018, σελ. 250-251).
Για την ακρίβεια, το Συναξάριον της Κωνσταντινουπόλεως διαφέρει από το Συναξαριστή του αγίου Νικοδήμου κατά το ότι δεν παρέχει χρονολογία του μαρτυρίου (ενώ ο άγιος Νικόδημος γράφει 330 μ.Χ.) και ονομάζει τη μία αγία Εννεείμ, ενώ ο άγιος Νικόδημος Ενναθά.
Το μαρτύριο των οσίων Πέντε Κανονικών Παρθένων περιλαμβάνεται επίσης στη μελέτη Holy Women of the Syrian Orient, που δημοσιεύεται στο διαδίκτυο, στις σελ. 10-12, με πηγή τα αρχαία συριακά μαρτυρολόγια. Στη σελ. 10 το χωριό ονομάζεται Hazza και στην υποσημείωση 32, στην ίδια σελίδα, διαβάζουμε ότι απέχει περίπου 12 χιλιόμετρα από το Arbela, σημερινό Ιμρίλ. Το Ιμπρίλ (Ibril ή Ebril) βρίσκεται στο Ιράκ, στην περιοχή του Κουρδιστάν, και σίγουρα δεν έχει καμία σχέση με την Κρήτη.
Παρόλα αυτά, είναι ομόφωνη η πληροφορία ότι και οι οσίες Πέντε Παρθένες της Αργυρούπολης είναι μάρτυρες, γι’ αυτό άλλωστε συσχετίστηκαν με τις οσίες Πέντε Κανονικές Παρθένες της 9ης Ιουνίου. Αυτό υποστηρίζει η προφορική τοπική παράδοση, ενώ ο Φραντζέσκο Μπαζιλικάτα και ο Φλαμίνιο Κορνέλιους αναφέρουν ότι οι οσίες είναι αγιογραφημένες με σταυρό στο χέρι και κορώνα (ή στεφάνι) στο κεφάλι. Η απεικόνιση αυτή, με το σταυρό στο χέρι, επιβεβαιώνει ότι πρόκειται για μάρτυρες, ενώ η «κορώνα» πιθανόν να σημαίνει τον φωτοστέφανο της αγιότητας – αν και μάλλον υπονοεί ότι οι οσίες ήταν αρχοντικής καταγωγής, όπως ορισμένες αγίες της αρχαίας εποχής που απεικονίζονται εστεμμένες, π.χ. οι αγίες μεγαλομάρτυρες Ειρήνη και Αικατερίνα.
Ο Μπαρότσι γράφει ότι οι αγίες μαρτύρησαν «μετά την καταστροφή της πόλης την περίοδο των διωγμών». Η Λάππα καταστράφηκε από το μεγάλο σεισμό του 365 μ.Χ., αλλά τότε στην Κρήτη, όπως είπαμε, δεν ήταν περίοδος διωγμών. Στη συνέχεια άκμασε εκ νέου και τελικά καταστράφηκε από τους Άραβες το 828 μ.Χ., εποχή που φυσικά ήταν περίοδος διωγμών. Συνεπώς, η πιθανότερη εποχή, κατά την οποία πρέπει να τοποθετήσουμε το μαρτύριο των πέντε οσίων, είναι η Αραβοκρατία (περίπου 826 – 961 μ.Χ.). Αυτό εξηγεί και την απώλεια επίσημων εκκλησιαστικών αναφορών, διότι οι άγιοι μάρτυρες εκείνης της ταραγμένης και σκοτεινής περιόδου – πλην ολίγων και επισφαλών αναφορών – δεν είναι ονομαστικά καταγεγραμμένοι.
Την Αραβοκρατία ως πιθανότερη περίοδο του μαρτυρίου των οσίων Πέντε Παρθένων θεωρεί και ο ερευνητής Γ. Σταματάκης στο άρθρο του «Τιμούνται λάθος αγίες στο ναό των Πέντε Παρθένων», περιοδικό Κρητικό Πανόραμα, τεύχ. 11, Σεπτ. – Οκτ. 2005, σελ. 52-53.
Οι συνθήκες της εποχής ασφαλώς προκάλεσαν και την απώλεια των ιερών λειψάνων των πέντε οσίων. Προφανώς ετάφησαν στο χώρο που από την παράδοση θεωρείται ο τάφος τους, στον οποίο κατά καιρούς αναβλύζει θαυματουργικά το αγίασμα μέχρι τις μέρες μας. Τι απέγιναν; Άγνωστο. Είναι πάντως χαρακτηριστικό ότι στην υμνογραφία της εορτής τους, ενώ αναφέρεται αρκετές φορές ότι η Κρήτη φυλάσσει ως θησαυρό τις θαυματουργές λάρνακές τους, δεν γίνεται πουθενά λόγος περί των λειψάνων τους.
Τα ονόματα των οσίων και η ταύτισή τους με τις οσίες Πέντε Κανονικές Παρθένες τις εκ Περσίας
Η ταύτιση των οσίων με τις Πέντε Κανονικές Παρθένες τις εκ Περσίας φαίνεται ότι καθιερώθηκε από τον συντάκτη της ασματικής ακολουθίας τους, τον Αγιορείτη μοναχό Νήφωνα, ο οποίος παρακινήθηκε για τη σύνταξή της από τον πατέρα Μάξιμο, μοναχό της ιεράς μονής Διονυσίου του Αγίου Όρους και καταγόμενο από την Αργυρούπολη.
Τα ονόματα, με τα οποία επικράτησε στην εποχή μας να κατονομάζονται οι οσίες Πέντε Παρθένες, είναι τα γνωστά των οσίων Πέντε Κανονικών Παρθένων των εκ Περσίας: Μάρθα, Μαρία, Ενναθά, Θέκλα και Μαριάμνα (Μαριάμνη). Είναι αξιοσημείωτο ότι τα ονόματα Μαριάμνη και Ενναθά και συνηθέστερα το Μάρθα, αλλά και το Θέκλα, τα συναντούμε ως βαπτιστικά ονόματα χριστιανών γυναικών από την Αργυρούπολη και τα γύρω χωριά (ενίοτε μετά από τάσσιμο των γονέων τους, λόγω επικίνδυνης εγκυμοσύνης ή κάποιου προβλήματος υγείας ή ανάπτυξης κατά τη βρεφική ηλικία τους), ενώ το Ενναθά και ως επωνυμία επιχείρησης στην περιοχή· πληροφορηθήκαμε και περιπτώσεις, από χωριά της ευρύτερης περιοχής, όπου δύο αδελφές ονομάστηκαν Θέκλα και Μάρθα, και άλλη, όπου τρεις αδελφές ονομάστηκαν Μαρία, Θέκλα και Ενναθά.
Κατά τον Φραντζέσκο Μπαρότσι, τα ονόματά των οσίων, γραμμένα στην εικόνα τους, είναι Ρωδιώνα, Θέκλα, Μαριάμνη, Ανεείμ και Μάρθα. Έχουμε λοιπόν φαινομενικά δύο διαφορετικά ονόματα και τρία όμοια. Ωστόσο η οσία Ενναθά η εκ Περσίας στο Συναξάριον ΚΠόλεως ονομάζεται Εννεείμ, ενώ οι συριακές πηγές την ονομάζουν και Αμά («μητέρα») ή Emmi. Το τελευταίο όνομα σημαίνει επίσης «δική μου» και ιδίως «μητέρα μου». Συνεπώς το όνομα Ανεείμ μάλλον αποτελεί διαφορετική (ή εσφαλμένη) γραφή του Εννεείμ.
Τα παρόμοια ονόματα εμφανώς προϋποθέτουν ότι οι πέντε Κρήσσες οσίες ή οι οικογένειές τους γνώριζαν το βίο και το μαρτύριο των πέντε οσίων Κανονικών Παρθένων των εκ Περσίας. Αν και δεν αποκλείεται να είναι βαπτιστικά ονόματα, είναι εξίσου πιθανόν, αν όχι πιθανότερο, ότι οι αγίες, γενόμενες μοναχές, κατά τη μοναχική κουρά τους έλαβαν τα ονόματα των εκ Περσίας οσίων.
Είναι πιθανόν το όνομα Ρωδιώνα να είναι «κοσμικό» και η οσία να έλαβε το όνομα Μαρία ως μοναχή. Ίσως ήταν ακόμη «δόκιμη», δηλ. προετοιμαζόταν να γίνει μοναχή και να λάβει το συγκεκριμένο μοναχικό όνομα, αλλά την πρόλαβε η επίθεση των Αράβων και το μαρτύριο.
Πάντως, το ενδεχόμενο η ταύτιση των τριών ή (κατ’ εμέ) των τεσσάρων από τα πέντε ονόματα των δύο «πεντάριθμων χορών» να είναι συμπτωματική, μάλλον πρέπει να το αποκλείσουμε· οι πέντε Κρήσσες οσίες ασφαλώς γνώριζαν (πριν το Συναξάριον της Κωνσταντινουπόλεως) την ιστορία των πέντε οσίων Κανονικών Παρθένων, τις έκαναν πρότυπό τους και ως μοναχές έλαβαν τα ονόματά τους, τουλάχιστον τα τέσσερα από τα πέντε – και τελικά τις ακολούθησαν στο μαρτύριο, αν και ασφαλώς όχι με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στις λεπτομέρειες.
Ωστόσο, από την παλαιότερη απεικόνισή τους, με «κορώνα στο κεφάλι», μπορούμε να συμπεράνουμε ότι, και αν ενδεχομένως έλαβαν τελικά το μοναχικό σχήμα, δεν έμειναν στην ιστορική μνήμη ως μοναχές, αλλά ως αρχόντισσες ή αρχοντοπούλες, όπως ορισμένες αγίες της αρχαίας εποχής που απεικονίζονται εστεμμένες, π.χ. οι αγίες μεγαλομάρτυρες Ειρήνη και Αικατερίνα.
Το όνομα Ενναθά, νωρίτερα από την εποχή των οσίων Πέντε Κανονικών Παρθένων, το συναντούμε στην αγία μάρτυρα Ενναθά από τη Γάζα της Παλαιστίνης, που μαρτύρησε διά πυρός μαζί με την αγία Ουαλεντίνα και τον άγιο μάρτυρα Παύλο (όχι τον απόστολο).
Το όνομα Θέκλα το συναντούμε στην αγία Θέκλα την ισαπόστολο και πρωτομάρτυρα (24 Σεπτεμβρίου), μαθήτρια και συνεργάτιδα του αγίου αποστόλου Παύλου με καταγωγή από το Ικόνιο της Μικράς Ασίας. Υπάρχει και οσία παρθενομάρτυς Θέκλα εκ Περσίας, που μαρτύρησε με τις συνασκήτριές της αγίες Βαουθά και Δεναχίς (ή Δινάχ)· εορτάζονται στις 20 Νοεμβρίου.
Το όνομα Μαριάμνα ή Μαριάμνη το συναντούμε στην αγία ισαπόστολο Μαριάμνη (17 Φεβρουαρίου), αδελφή του αγίου αποστόλου Φιλίππου. Τα ονόματα Μαρία και Μάρθα τα βλέπουμε, ως γνωστόν, στις ομώνυμες αγίες αδελφές του αγίου και δικαίου Λαζάρου, στην Καινή Διαθήκη (Λουκ. 10, 38-42, Ιω. 11, 1 – 12, 3), οι οποίες εορτάζουν στις 4 Ιουνίου. Μαρία βέβαια ονομάζεται και η Θεοτόκος, αλλά οι δύο οσίες οι εκ Περσίας μάλλον έλαβαν τα δύο ονόματα συνδυαστικά προς τιμήν των αγίων αδελφών του Λαζάρου.
Είναι αξιοπρόσεκτο ότι στον παρακλητικό κανόνα των οσίων της Λάππας, στην ωδή ς΄ και σε σχέση με την οσία Μαρία, γίνεται αναφορά στο Λουκ. 10, 42, που αφορά στην αγία Μαρία, την αδελφή του Λαζάρου, η οποία επέλεξε «την αγαθήν μερίδα» της μαθητείας στον Ιησού Χριστό: «Επέλεξας, ω Μαρία ένδοξε, εν τω βίω, ως ο Κύριος είπε, την αγαθήν και αγίαν μερίδα, διό τοις πάσι θεόφρων γεγένησαι…» (σελ. 27).
Η αμφισβήτηση της ιστορικότητας των οσίων Πέντε Παρθένων
Οι μαρτυρίες για τα θαύματα των οσίων Πέντε Παρθένων της Αργυρούπολης αμφισβητήθηκαν ήδη από τους δυτικοευρωπαίους περιηγητές του παρελθόντος.
Όμως και η ίδια η ιστορικότητά τους αμφισβητήθηκε έντονα κατά τον 20ό αιώνα, προπαντός λόγω της διαπίστωσης ότι ο θεωρούμενος από την παράδοση ως τάφος τους και τα ασκητήριά τους είναι τάφοι της ελληνορωμαϊκής περιόδου, ευρισκόμενοι εντός ενός εκτεταμένου νεκροταφείου («νεκρόπολης»).
Στην πραγματικότητα, δεν υπάρχει καμία περίπτωση η τυχαία ανακάλυψη του αρχαίου τάφου μιας τετραμελούς οικογένειας, ασφαλώς και με παιδικά οστά, όπως φανερώνουν οι μικρές λάρνακες, να θεωρήθηκε αυθαίρετα ως τάφος πέντε χριστιανών αγίων ασκητριών και μαρτύρων, αν δεν υπήρχαν στοιχεία που οδηγούσαν σε αυτό το συμπέρασμα. Αν υποθέσουμε ότι υπήρχε πιθανότητα οι κάτοικοι της περιοχής να συνδέσουν αυθαίρετα τον τάφο με χριστιανούς αγίους, θα ήταν λογικό να τον συνδέσουν με κάποια τετραμελή οικογένεια οσίων ή μαρτύρων όπως π.χ. οι άγιοι Ξενοφών και Μαρία και οι υιοί τους Αρκάδιος και Ιωάννης ή οι άγιοι Ευστάθιος Πλακίδας και Θεοπίστη και οι υιοί τους Αγάπιος και Θεόπιστος, αντί να εμπλέξουν ως συντοπίτισσές τους πέντε αγίες από τη μακρινή Περσία, εν πολλοίς άγνωστες. Κατά τη γνώμη μας, μάλιστα, αυτοί οι τάφοι δεν «ανακαλύφθηκαν τυχαία», αλλά ήταν πάντα στο φως, οι μεν διπλανοί χρησιμοποιήθηκαν από τις αγίες ως ασκητήρια, οι δε χριστιανοί τις έθαψαν στον συγκεκριμένο οικογενειακό τάφο και δεν έπαψαν ποτέ να τις θυμούνται και να τις τιμούν, χωρίς διακοπή, ήδη αμέσως μετά το μαρτύριό τους.
Στα παραπάνω, κατά τη γνώμη μας, πρέπει να συνυπολογίσουμε και τα θαύματα των οσίων (που συνέβαιναν «ου μόνον εις τους Χριστιανούς, αλλά και εις τους Οθωμανούς», κατά τον υμνογράφο τους) και την ανάβλυση του αγιάσματος στο χώρο του τάφου τους, το οποίο ενίοτε, ακόμη και σήμερα, αναβλύζει σε μεγάλη ποσότητα, όπως περιέγραφε τον 16ο αιώνα ο Μπαρότσι. Από την Αργυρούπολη και άλλα χωριά της περιοχής (π.χ. Ρούστικα, Άγιο Κωνσταντίνο, Μούντρος) καταγράψαμε αρκετά θαύματα και εμφανίσεις των πέντε οσίων, τα περισσότερα μάλιστα από αυτόπτες.
Οι ακολουθίες των οσίων
Διασώζονται τέσσερις ακολουθίες των αγίων, δηλ. υμνογραφικά έργα προς τιμήν τους, έργα καταξιωμένων και πολυγραφότατων υνογράφων:
(α) Του π. Νήφωνος του Αγιορείτη, με χρονολογία ,ΑΩΠΒ΄ (1882), που ψάλλεται στην Αργυρούπολη και περιλαμβάνεται στο βιβλίο Κρητικόν Λειμωνάριον του μακαριστού μητροπολίτη Ρεθύμνης Τίτου († 1987). Ο π. Νήφων εικάζουμε ότι ταυτίζεται με τον μοναχό Νήφωνα Ιβηροσκητιώτη, έναν ευσυνείδητο και πολυγραφότατο Αγιορείτη υμνογράφο του 19ου αιώνα, καταγόμενο από τη Σίφνο, που έζησε περίπου τα έτη 1830-1900 και συνέταξε δεκάδες υμνογραφικά έργα.Η ακολουθία που συνέταξε ο π. Νήφων προορίζεται για τις 9 Ιουνίου και συνδυάζει τα τροπάρια και τον κανόνα των οσίων με άλλα, προς τιμήν του αγίου Κυρίλλου Αλεξανδρείας, που εορτάζει την ίδια ημέρα.
(β) Του π. Κύριλλου Κογεράκη, νυν μητροπολίτη Ρόδου, που περιλαμβάνεται στο τρίτομο Κρητικόν Πανάγιον, έκδοση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Κρήτης.
(γ) Ο παλαιότερος παρακλητικός κανόνας τους, ποίημα του αρχιμανδρίτη π. Φιλάρετου Βιτάλη, που εκδόθηκε στη Ρόδο το 1987 με την ευλογία του τότε οικουμενικού πατριάρχη Δημήτριου, μετά από αίτημα του θεολόγου και φιλολόγου Δημητρίου Κτενά και της συζύγου του Βασιλείας, καταγόμενης από την Αργυρούπολη, που την εξέδωσαν με έξοδά τους στη Ρόδο (τόπο κατοικίας τους) το 1987. Με αυτό τον τρόπο ευχαρίστησαν τις οσίες για «το θαυμαστόν γεγονός διασώσεως κατά την γέννησιν» βρέφους της οικογένειάς τους, που κινδύνευε να πεθάνει. Το βρέφος αυτό τελικά βαπτίστηκε στο ναό των οσίων Πέντε Παρθένων, ενώ εκεί, στις 26 Οκτωβρίου 1985, τελέστηκε πρώτη φορά η παράκληση των οσίων.
(δ) Ο νεότερος παρακλητικός κανόνας τους, ποίημα της καθηγουμένης Ισιδώρας μοναχής Αγιεροθεΐτισσας, που περιλαμβάνεται στο βιβλίο Κρητική Παρακλητική, που επιμελήθηκε ο αρχιμανδρίτης π. Χρυσόστομος Παπαδάκης και εξέδωσε η Ιερά Μεγίστη Μονή Βατοπεδίου του Αγίου Όρους.
Η απεικόνιση και οι γνωστές εικόνες των οσίων Πέντε Παρθένων
Η παλαιά αγιογραφία των οσίων πέντε παρθενομαρτύρων, που μαρτυρούν ο Μπαρότσι, ο Μπαζιλικάτα και ο Κορνέλιους, δεν είναι σήμερα ορατή. Εφόσον επρόκειτο για τοιχογραφία (νωπογραφία), πιθανόν να βρίσκεται καλυμμένη με ασβέστη στο παλαιό τμήμα του ναού, περιμένοντας υπομονετικά την αρχαιολογική υπηρεσία να την αποκαλύψει.
Η παλαιότερη σήμερα γνωστή εικόνα των πέντε οσίων είναι μια φορητή εικόνα που βρίσκεται στον ιερό ναό των αγίων Χαραλάμπους και Ταξιαρχών, στην Αργυρούπολη, στο «Κατωχώρι». Κατ’ επίδρασιν της παραβολής των δέκα παρθένων, κρατούν αναμμένη λαμπάδα (είδος λύχνου) και μικρό αγγείο με λάδι για την τροφοδοσία της. Η εικόνα – σημαντικής καλλιτεχνικής αξίας – φέρει χρονολογία ,αωπα΄ (1881), δηλ. την ίδια περίοδο με τη σύνταξη της ακολουθίας των οσίων από τον π. Νήφωνα, αλλά το όνομα του αγιογράφου είναι δυσανάγνωστο λόγω φθοράς· το πιθανότερο είναι ότι γράφει «Άγιον Όρος Άθως». Αυτό σημαίνει ότι η εικόνα αγιογραφήθηκε σε σύνδεση με την ακολουθία και προφανώς τη συνόδευσε ερχόμενη στην Κρήτη.
Η δεύτερη παλαιότερη γνωστή απεικόνιση των αγίων Πέντε Παρθένων, με χρονολογία 1908, εντοπίζεται στο τέμπλο του ιερού ναού τους στους Μύλους Ρεθύμνου και είναι έργο του ιδιαίτερα σημαντικού Ρεθυμνίου αγιογράφου Ιωάννη Σταθάκη, που έζησε και δημιούργησε τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού, ζωγραφίζοντας όμως στο λεγόμενο «ναζαρινό» ύφος, κατά τα πρότυπα της εποχής του.
Σήμερα υπάρχουν αρκετές αγιογραφίες που απεικονίζουν τις οσίες Πέντε Παρθένες, έργα διαφόρων αγιογράφων (όπως του ζεύγους Εμμανουήλ και Ουρανίας Κιαγιαδάκη, του π. Νικολάου Ρουσσάκη και του γιου του Νικολάου, του Γεωργίου Χρηστίδη κ.ά.), ιδίως σε ναούς της πόλης και του νομού Ηρακλείου, αλλά και – σπανιότερα – στο Ρέθυμνο και τα Χανιά. Μεταξύ των οποίων πρέπει να μνημονεύσουμε ιδιαίτερα την αγιογραφία τους στο χωριό Σπηλιά Κισάμου (το χωριό του αγίου Ιωάννη του Ερημίτη, αλλά και του νυν μητροπολίτη Λάμπης, Συβρίτου και Σφακίων Ειρηναίου), στον ιερό ναό Παναγίας Μυρτιδιώτισσας, σε αγιογραφία που φιλοτεχνήθηκε από τον ονομαστό αγιογράφο Στέλιο Καρτάκη, γνωστό από την αγιογράφηση του ιερού καθεδρικού ναού του αγίου Μηνά Ηρακλείου και του ιστορικού ιερού ναού του αγίου Νεκταρίου Χανίων. Η εικόνα είναι αφιέρωμα του ζεύγους Ιωάννη και Μάρθας Καρδαμάκη († 2018), το γένος Κατσαντρεδάκη από τον Άγιο Κωνσταντίνο Ρεθύμνου, η οποία διέμενε οικογενειακώς στη Σπηλιά και, επίσης, η ίδια και η αδελφή της Θέκλα Μαυρουλάκη φέρουν τα ονόματα των δύο από τις πέντε οσίες, μετά από τάσσιμο της μητέρας τους για πολύ σοβαρούς λόγους σχετικούς με τις εγκυμοσύνες της.
Στις οσίες Πέντε Παρθένες είναι αφιερωμένο το Ημερολόγιο 2020 της Ιεράς Μητροπόλεως Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου, που αποτέλεσε πηγή για το παρόν άρθρο και μπορείτε να το διαβάσετε ολόκληρο στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως, imra.gr (συγκεκριμένα εδώ: https://drive.google.com/file/d/1_N-oSaCPRPcavh5QRPIMM49cSS1zhImO/view).
Εκεί θα βρείτε επίσης τη βιβλιογραφία και τις πηγές αυτής της μελέτης, καθώς και ευχαριστίες σε όσους συνέβαλαν.
ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ!