Τα ΔΣ των Ενιαίων Φορέων Διδασκόντων των Σχολών Κοινωνικών Επιστημών και Επιστημών Αγωγής, του Συλλόγου Διοικητικού Προσωπικού του Πανεπιστημίου Κρήτης στο Ρέθυμνο και του Συλλόγου ΕΤΕΠ του Πανεπιστημίου Κρήτης, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και την συζήτηση που έγινε την Πέμπτη 14 Μαΐου στην Πανεπιστημιούπολη Γάλλου για το σχέδιο νόμου του ΥΠΟΠΑΙΘ για την Ανώτατη Εκπαίδευση, επισημαίνουν τα ακόλουθα:
Το σχέδιο νόμου περιλαμβάνει πολλά θετικά στοιχεία, ορισμένα σημεία που χρήζουν περαιτέρω συζήτησης ή και βελτίωσης (όπως, για παράδειγμα, το ζήτημα της συμμετοχής των φοιτητών στις Γενικές Συνελεύσεις των Τμημάτων και η ανάγκη να προσδιοριστεί με ακρίβεια το σε ποιες διαδικασίες θα μπορούν να συναποφασίζουν και σε ποιες απλώς να παρίστανται και να καταθέτουν προτάσεις), ενώ παραμένουν θέματα που δεν διευθετούνται από το παρόν σχέδιο νόμου, αλλά που θα πρέπει να ληφθούν σοβαρά υπ’ όψιν στην προσπάθεια αποκατάστασης της συλλογικής δημοκρατικής λειτουργίας των πανεπιστημίων και στη διαφύλαξη του συνταγματικά κατοχυρωμένου δημόσιου και δωρεάν χαρακτήρα της Ανώτατης Εκπαίδευσης.
Ι. Ως ιδιαίτερα θετικές κρίνονται όλες εκείνες οι διατάξεις που αφορούν στην άρση των παρεμβάσεων του νομοθετικού πλαισίου που εισήχθη με τους ν.4009/11 και 4076/12 – παρεμβάσεων οι οποίες συνεπάγονταν μια ξεκάθαρα ολιγαρχική εκτροπή στην οργάνωση και λειτουργία των πανεπιστημίων, οδηγώντας τα από ένα συμμετοχικό και δημοκρατικό σύστημα σε ένα αυταρχικό σύστημα – όπως επίσης και οι διατάξεις που συντείνουν στην παρεμπόδιση της μετάλλαξης των πανεπιστημίων σε ιδιωτικού τύπου επιχειρηματικούς φορείς.
Ειδικότερα κρίνονται ως θετικά τα ακόλουθα:
(α) Η κατάργηση του θεσμού του Συμβουλίου του Ιδρύματος, ο περιορισμός της υπερβολικής συγκέντρωσης αρμοδιοτήτων σε μονοπρόσωπα όργανα (Πρύτανης, Κοσμήτορες) και η αποκατάσταση της Συγκλήτου ως του ανώτατου συλλογικού οργάνου διοίκησης, με επαρκή εκπροσώπηση όλων των συνιστωσών της πανεπιστημιακής κοινότητας.
(β) Η επαναφορά του Τμήματος και των Τομέων ως των βασικών ακαδημαϊκών και διοικητικών μονάδων, οι οποίες παρέχουν σπουδές που οδηγούν σε ενιαίο τίτλο.
(γ) Η διεύρυνση των εκλεκτορικών σωμάτων στο πλαίσιο του Τμήματος, και όχι εν απουσία του – διεύρυνση η οποία ενισχύει τη διαφάνεια των διαδικασιών εκλογής και εξέλιξης των μελών ΔΕΠ.
(δ) Η εκλογή όλων των οργάνων διοίκησης με συμμετοχή όλων των συνιστωσών της Πανεπιστημιακής Κοινότητας, καθώς και η επαναφορά επιτυχημένων οργάνων, εκλεγόμενων μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες (πρύτανης χωρίς προεπιλογή από το συμβούλιο, εκλεγμένοι αντιπρυτάνεις αντί διορισμένων αναπληρωτών πρύτανη, πρυτανικό συμβούλιο, κ.λπ.).
(ε) Διαδικασίες εκλογής των οργάνων διοίκησης με φυσική παρουσία των ψηφοφόρων και κατάργηση της εξ αποστάσεως ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.
(στ) Κατάργηση του απειλητικού χρονικού ορίου φοίτησης (ν+2 ετών), ιδιαίτερα στις παρούσες συνθήκες οικονομικής δυσπραγίας όπου πολλοί φοιτητές αναγκάζονται να εργάζονται.
(ζ) Κατάργηση των διατάξεων ίδρυσης σε κάθε πανεπιστήμιο μίας ΑΕ για τη διαχείριση όλων των οικονομικών του θεμάτων (ΝΠΙΔ του άρθρου 58 του ν.4009/11)
ΙΙ. Επισημαίνεται ωστόσο ότι αν και το παρόν σχέδιο νόμου αποτελεί ένα πρώτο θετικό βήμα, θα πρέπει να συνεχιστεί η προσπάθεια για την πλήρη αποκατάσταση της ομαλότητας στα πανεπιστήμια, κατά τρόπο που να εξασφαλίζει τις προϋποθέσεις για τη δημοκρατική λειτουργία τους και να αναχαιτίζει τις διαδικασίες εμπορευματοποίησης της επιστημονικής έρευνας και της πανεπιστημιακής διδασκαλίας, ενισχύοντας ταυτόχρονα εκείνες της πλήρους αυτοδιοίκησής τους.
Ειδικότερα επισημαίνονται τα ακόλουθα:
(α) Παραμένει οξύτατο το πρόβλημα της υποχρηματοδότησης και της μη κάλυψης των επί σειρά ετών κενωθεισών θέσεων προσωπικού όλων των κατηγοριών, των εκκρεμών διορισμών προσωπικού, ή και της προκήρυξης νέων θέσεων, γεγονός που συνεχίζει να προσανατολίζει πολλά μέλη της Πανεπιστημιακής Κοινότητας προς ποικιλόμορφες επιχειρηματικές δραστηριότητες, ευνοώντας ταυτόχρονα τη διατήρηση των ελαστικών μορφών εργασίας.
(β) Παραμένουν οξύτατα τα προβλήματα της φοιτητικής μέριμνας (ειδικότερα εκείνα της σίτισης και στέγασης) λόγω της συνεχούς κατά τα τελευταία έτη προσπάθειας υποβάθμισης ή και ιδιωτικοποίησης των παρεχόμενων υπηρεσιών.
(γ) Παραμένουν σε ισχύ οι διατάξεις επιβολής διδάκτρων στις μεταπτυχιακές σπουδές, χωρίς κανένα σαφές πλαίσιο το οποίο να θέτει έστω προϋποθέσεις για την αποφυγή φαινομένων κερδοσκοπίας και συναλλαγής και της ταυτόχρονης υποβάθμισης του επιπέδου σπουδών χάριν του κέρδους.
(δ) Παραμένει σε ισχύ όλο το νομικό πλαίσιο για τη διαρκή τεχνοκρατική παρέμβαση της ΑΔΙΠ (Κεφ. Ι του ν.4009/11 και ν.4115/13 άρθρο 42), ως έξωθεν μηχανισμού πίεσης για τη συμμόρφωση των πανεπιστημίων με ευρύτερες πολιτικές εμπορευματοποίησης των σπουδών, μεταμόρφωσης των πανεπιστημίων σε επαγγελματικές σχολές κατάρτισης με παράλληλες επιχειρηματικές δραστηριότητες – πολιτικές οι οποίες συντείνουν στο να απαλλαγεί εν τέλει η Πολιτεία από τη συνταγματική της υποχρέωση για οικονομική στήριξη της Ανώτατης Παιδείας. Κορυφαίο σημείο του ρόλου της ΑΔΙΠ στο πλαίσιο αυτό αποτελούν οι επιχειρούμενες διαδικασίες «πιστοποίησης» των τίτλων σπουδών, οι οποίες πρέπει να σταματήσουν.
(ε) Απαιτείται ρητή κατάργηση βασικών διατάξεων των ν.4009/11 και 4076/12, που καθορίζουν την φυσιογνωμία των πανεπιστημίων (όπως π.χ. των άρθρων 5, 6 και 59 του ν.4009/11 περί «Οργανισμού», «Εσωτερικού Κανονισμού» και «Πόρων του ΝΠΙΔ» για τη διαχείριση των οικονομικών) και δίνουν τη δυνατότητα στον εκάστοτε υπουργό να προβαίνει, με δική του πρωτοβουλία, στην ίδρυση, κατάργηση, κατάτμηση ή συγχώνευση ακαδημαϊκών τμημάτων, σχολών και ιδρυμάτων (π.χ. ν.4009/11 άρθρο 6 και ν.4076/12 άρθρο 1, βάσει των οποίων κατέστη εφικτό το λεγόμενο «σχέδιο ΑΘΗΝΑ»), καθώς και αποσαφήνιση του μεταβατικού πλαισίου λειτουργίας των πανεπιστημίων μέχρι την προσαρμογή του εσωτερικού κανονισμού τους στις διατάξεις του παρόντος σχεδίου νόμου.
ΙΙΙ. Πέραν του παρόντος σχεδίου νόμου, του οποίου η ψήφιση δεν πρέπει να καθυστερήσει, θα πρέπει σε σύντομο διάστημα να τεθεί προς συζήτηση ένας ολοκληρωμένος νόμος-πλαίσιο για την Ανώτατη Παιδεία, ο οποίος να λαμβάνει πραγματικά υπ’ όψιν τη σύγχρονη ανάπτυξη των επιστημών και να παρέχει την δυνατότητα ουσιαστικών σπουδών, με σεβασμό προς τις συνταγματικές επιταγές της Δημόσιας και Δωρεάν Παιδείας και της πλήρους αυτοδιοίκησης των Πανεπιστημίων. Ένας τέτοιος νόμος πρέπει να καλύπτει 3 βασικά σημεία.
Πρώτον, ο δημόσιος και δωρεάν χαρακτήρας της ανώτατης εκπαίδευσης σημαίνει δωρεάν πρόσβαση των φοιτητών στα Πανεπιστήμια και πλήρη οικονομική υποστήριξη της λειτουργίας τους από την Πολιτεία.
Δεύτερον, το αυτοδιοίκητο του Πανεπιστημίου σημαίνει πλήρη έλεγχο των ακαδημαϊκών, διοικητικών και οικονομικών δραστηριοτήτων των Πανεπιστημίων από δημοκρατικά εκλεγμένα όργανα διοίκησης χωρίς παρέμβαση από τις εκάστοτε κυβερνήσεις.
Τρίτον, η παραγωγή γνώσης και έρευνας μέσα στα Πανεπιστήμια πρέπει να έχει συγκεκριμένη στοχοθεσία που θα υπηρετεί τις ανάγκες της ελληνικής κοινωνίας και θα προάγει την επιστήμη. Αυτό σημαίνει ότι πρέπει να διευθετηθούν όλα τα ζητήματα της διεξαγωγής έρευνας στα ελληνικά ΑΕΙ και στους συνεργαζόμενους με αυτά ερευνητικούς φορείς.
19-5-2015
Τα Διοικητικά Συμβούλια των
Ενιαίου Φορέα Διδασκόντων Σχολής Κοινωνικών Επιστημών
Ενιαίου Φορέα Διδασκόντων Σχολής Επιστημών Αγωγής
Συλλόγου Διοικητικού Προσωπικού του Πανεπιστημίου στο Ρέθυμνο
Συλλόγου ΕΤΕΠ του Πανεπιστημίου