Την Δευτέρα το Ρέθυμνο αποχαιρέτησε έναν καλό φίλο, τον Κυριάκο Κουτάκη, που για πολλά χρόνια ήταν στέλεχος της Τεχνικής Υπηρεσίας στο Δήμο Ρεθύμνου.
Στην εξόδιο ακολουθία, η προϊσταμένη του, κα Κελέκη διάβασε για λογαριασμό όλων των συναδέλφων του ένα αποχαιρετιστήριο λόγο:
“Aγαπημένε μας Κυριάκο,
Τι λόγια να βρούμε για να σ’ αποχαιρετήσουμε σε τούτο το μακρινό και δίχως επιστροφή ταξίδι;
Ποιες ευχές να στριμώξουμε στις λιτές σου αποσκευές φίλε μας, χωρίς να διακινδυνεύσουμε να διαταράξουμε την απλότητα σου, την αδόλευτη μετριοφροσύνη σου;
Πάει καιρός φίλε μας που κάποιος αδιάφορος Νόμος περί κινητικότητας σε στέρησε από την Τεχνική Υπηρεσία του Δήμου μας. Κανείς μας όμως δεν ξέχασε όσα μοιραστήκαμε τα χρόνια που ήσουν ενεργό μέλος της δημοτικής οικογένειας. Τότε, που ήσουν συγκάτοικός μας κι ο τελευταίος όροφος του Δημαρχείου αλλά και το ισόγειο του κτιρίου “Δελφίνι” αργότερα , απέπνεαν μια αιφνιδιαστική γαλήνη, μια απρόσμενη στον επισκέπτη ανακούφιση.
Ναι! Είναι ακόμη ζωηρά στη μνήμη μας το χαμόγελο σου, η δοτικότητά σου στους ανθρώπους, ο μειλίχιος χαρακτήρα σου, η ευγένεια σου, το χιούμορ σου.
Αναπολώντας τις στιγμές που η εργασιακή καθημερινότητα δοκίμαζε τις αντοχές μας, θυμόμαστε την αγάπη και την υπομονή που κατέθετες σε κάθε… «πελάτη» όπως χαριτολογώντας αποκαλούσες τους συμπολίτες που απευθύνονταν στην Υπηρεσία. Μας έλεγες πως έτσι πρέπει να αντιμετωπίζουμε τον κόσμο: με καλή διάθεση, εξυπηρετικότητα και προθυμία. Και το αποδείκνυες καθημερινά στην πράξη. Συμμεριζόσουν, συνέπασχες, κατέθετες πάθος σε ότι έκανες και φροντίδα και έννοια.
Η καλή σου ανατροφή, η παιδεία σου, η κοινωνική σου αγωγή, η συναισθηματική σου ωριμότητα και τα προσωπικά σου βιώματα, ήταν οι δείκτες στην πυξίδα προσανατολισμού σου. Ο πάσχων συνάνθρωπος, ο ανάπηρος, ο γέροντας, η μαμά με το καρότσι, αυτοί ήταν οι πρωταγωνιστές των δικών σου έργων. Κι επέμενες να το θυμίζεις στην Τεχνική Υπηρεσία, σε κάθε σχεδιασμό της, καλοπροαίρετα αλλά πάντα εμφαντικά. Στο πρόσωπο σου ο δημότης έβρισκε ένα συμπαραστάτη, ένα καλό άνθρωπο κι έντιμο εργαζόμενο, πρόθυμο να τον βοηθήσει, πάντα διαθέσιμο να τον διευκολύνει. Ακόμη και στις τηλεφωνικές σου συνδιαλλαγές έκανες τη διαφορά : «Τεχνική Υπηρεσία, Κυριάκος Κουτάκης καλημέρα σας!». Δυσκολευόμασταν να σε μιμηθούμε. Θέλει προσωπικό μόχθο και εσωτερικές υπερβάσεις, η αφοσίωση στον άλλο. Σε σένα έβγαινε αυθόρμητα θαρρείς. Σαν η ψυχή σου να ήταν μια ολόφωτη, μονίμως ανοιχτή πόρτα, δεκτική σε όσα η ζωή κι η μοίρα επιφυλάσσει. Γι’ αυτό άλλωστε κι όταν σου έδειξε το σκληρό της πρόσωπο, άντεξες.
Κι αγωνίστηκες με αξιοπρέπεια, χωρίς να επιβαρύνεις κανέναν, χωρίς αυτολύπηση, με αυταπάρνηση και γενναιότητα. Και πάλευες το θεριό, δίχως να μεμψιμοιρείς. Κι ας ήξερες πως ήταν άνιση η μάχη.
Πιστέψαμε ότι θα τα καταφέρεις. Προσευχόμασταν να βγεις νικητής, να μείνεις ζωντανός γιατί σε χρειαζόμασταν. Ως εργαζόμενο μα πιο πολύ ως φίλο. Γιατί κοντά σου κι εμείς γινόμασταν καλύτεροι. Γιατί μας έμαθες πως η λέξη «συνάδελφος» έχει μέσα της τη λέξη «αδελφός». Κι εσύ δεν στάθηκες ποτέ μόνον στην ετυμολογία. Έκανες την κυριολεξία της πράξη και δεν καταδέχθηκες καμιά από τις μικρότητες που η πίεση της δουλειάς και των απαιτήσεων της, μοιραία προκαλούσε.
Πενθούμε σήμερα καλέ μας φίλε, σε τούτο τον αποχωρισμό. Γιατί όταν χάνεται ένας καλός άνθρωπος, ο κόσμος μας γίνεται φτωχότερος. Έτσι αισθανόμαστε κι εμείς.
Το κενό σου στη καρδιά μας, θα γεμίσουν οι κοινές μας αναμνήσεις. Και παρότι το φως σου, δεν θα αντανακλάται πια στις γκρίζες αποχρώσεις της εργασιακής μας καθημερινότητας, η δύναμη των στιγμών που μοιραστήκαμε, όσα μας πρόσφερες κι όσα μας έμαθες, θα διαθλώνται σε κάθε ανάκληση της μνήμης, σε κάθε τρυφερή μας σκέψη για σένα.
Καλό ταξίδι φίλε μας και φρόντισε εκεί που πας, να ξεκουραστείς. Να απολαύσεις τον Παράδεισο που αξίζεις.
Όλοι οι συνάδελφοί σου από το Δήμο Ρεθύμνης”.