Η συζήτηση για το χωροταξικό σχεδιασμό της Κρήτης δεν γίνεται σε κοινωνικό και πολιτικό κενό. Διεξάγεται σε μια περίοδο πρωτοφανούς για τα μεταπολεμικά χρονικά παραγωγικής και κοινωνικής καταστροφής, βίαιης φτωχοποίησης μεγάλης μερίδας του πληθυσμού και δραματικής επιδείνωσης των συνθηκών ζωής εκατομμυρίων ανθρώπων που κινούνται στη ζώνη της ανεργίας, της ανέχειας, της απόγνωσης και της αναξιοπρέπειας.
Αυτή η κοινωνική
Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να κάνουμε μια σοβαρή και ειλικρινή συζήτηση για το αναπτυξιακό μοντέλο που κατέρρευσε, να αναστοχαστούμε για τα λάθη και τις στρεβλώσεις της περιόδου της «ευημερίας» και κυρίως να εκπονήσουμε ένα σχέδιο επιβίωσης της κοινωνίας και ανασυγκρότησης της παραγωγικής βάσης της χώρας, της Δημόσιας Διοίκησης, του Κοινωνικού Κράτους και του πολιτικού συστήματος. Ένα σχέδιο μετασχηματισμού της οικονομίας, της κοινωνίας και των θεσμών με βάση τις νέες ανάγκες της ανθρωπιστικής κρίσης, την υπεράσπιση των δημόσιων αγαθών, τη δημοκρατική συμμετοχή των πολιτών, την προστασία του περιβάλλοντος και της δημόσιας περιουσίας. Απέναντι στο σημερινό οικονομικό-κοινωνικό-πολιτικό-
Σ’ αυτή την προσπάθεια, ο χωροταξικός σχεδιασμός είναι ένα κρίσιμο «εργαλείο», που όμως δεν είναι «ουδέτερο», δεν είναι μια υπόθεση ειδικών και τεχνοκρατών. Ο χωροταξικός σχεδιασμός είναι μια πολιτική επιλογή που εμπεριέχει προτεραιότητες, ιεραρχήσεις, αντίληψη για το δημόσιο χώρο, κοινωνικές ανάγκες. Γι’ αυτό και μέχρι σήμερα δεν υλοποιήθηκε αλλά έμενε πάντα κενό γράμμα. Γιατί το διαπλεκόμενο με τα ισχυρά συμφέροντα πολιτικό σύστημα, δεν ήθελε ποτέ στην πραγματικότητα να υπάρχει σχέδιο, κανόνες, σαφές πλαίσιο, σεβασμός των αποφάσεων και εφαρμογή των νόμων. Γιατί το «θολό τοπίο» ευνοούσε την πελατειακή βάση της εξουσίας, τη συναλλαγή με επιχειρηματικά συμφέροντα, τους τοπικισμούς, τον πολιτικό και αυτοδιοικητικό παραγοντισμό. Ακριβώς γι’ αυτό, το Γενικό και τα Περιφερειακά Χωροταξικά Σχέδια έπονται αντί να προηγούνται των Ειδικών Χωροταξικών(Τουρισμού, Βιομηχανίας, ΑΠΕ). Και ακριβώς γι’ αυτό, όλα τα χωροταξικά σχέδια που καλούνται να διαμορφώσουν οι αιρετές Περιφέρειες έχουν απλώς γνωμοδοτικό ρόλο και η τελική απόφαση ανήκει στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Κλιματικής Αλλαγής (ΥΠΕΚΑ). Με άλλα λόγια, το κεντρικό Κράτος διατηρεί τη συγκεντρωτική του δομή και απαξιώνει το ρόλο της Περιφερειακής Αυτοδιοίκησης, κρατώντας «με νύχια και με δόντια» για τον εαυτό του τον τελικό λόγο στο σχεδιασμό και άρα στην κατανομή των πόρων. Και το κυριότερο, το Κράτος έχει ήδη ναρκοθετήσει το όποιο χωροταξικό σχέδιο με τις μνημονιακές επιλογές για την εκποίηση της δημόσιας περιουσίας (ΤΑΙΠΕΔ) και το επενδυτικό fast track, που καθορίζουν τις τελικές αποφάσεις και ακυρώνουν κατάφωρα κάθε θεσμοθετημένη νομική ρύθμιση και περιβαλλοντική προστασία.
- Άρα, η πρώτη επισήμανση είναι η έλλειψη ουσιαστικής πολιτικής βούλησης από την κεντρική εξουσία για χωροταξικό σχεδιασμό.
- Η δεύτερη επισήμανση είναι ότι η ανάγκη ρύθμισης του χώρου πρέπει να απαντά στις πολλαπλές ανάγκες που έχει δημιουργήσει η απορρύθμιση της κοινωνίας λόγω της κρίσης. Το πραγματικό ερώτημα είναι ποιο όραμα αναπτυξιακό και κοινωνικό υπηρετούν τα χωροταξικά σχέδια; Με ποιους όρους και για το συμφέρον ποιών θα γίνει η επανεκκίνηση της οικονομίας; Θα μετατρέψουμε όλη τη χώρα σε μια Ειδική Οικονομική Ζώνη φορολογικής ασυλίας, περιβαλλοντικής καταστροφής και εργασιακής ζούγκλας; Θα συνεχίσουμε με το μοντέλο του all inclusive τουρισμού, του realestate και της οικοπεδοποίησης των πάντων, που κατέρρευσε παταγωδώς; Θα ευνοήσουμε τη λογική των βιομηχανικών ΑΠΕ που θα προκαλέσουν μη αναστρέψιμη βλάβη στο μοναδικό κρητικό τοπίο χωρίς πραγματικό όφελος για τις τοπικές ενεργειακές ανάγκες; Θα στηρίξουμε όλο το οικονομικό μας μέλλον στην προοπτική εξόρυξης υδρογονανθράκων νότια της Κρήτης; Είναι συμβατή αυτή η προοπτική με την ήπια τουριστική ανάπτυξη της ζώνης του Λιβυκού; Είναι φανερό ότι όλες οι παραπάνω αναπτυξιακές επιλογές ευνοούν αποκλειστικά μεγάλα και πολύ συγκεκριμένα επιχειρηματικά συμφέροντα, ενώ ελάχιστα «διαχέουν» τα οφέλη της οικονομικής δραστηριότητας στις τοπικές κοινωνίες.
- Η τρίτη επισήμανση είναι ότι, ο νέος χωροταξικός σχεδιασμός πρέπει να γίνει με άλλη λογική, οφείλει να υπερβεί τις ανισότητες και τις στρεβλώσεις της προηγούμενης περιόδου. Γιατί ενδοπεριφερειακές ανισότητες και αδικίες πάντα υπήρχαν. Όσο μεγάλωνε βέβαια η «αναπτυξιακή φούσκα», ήταν απ’ ότι φαίνεται ανεκτές . Τώρα όμως που η κρίση και η ανέχεια είναι εκτός ελέγχου, η «ψαλίδα» ανάμεσα στις «ευνοημένες» και στις «ελλειμματικές » περιοχές της Κρήτης διευρύνεται και δεν μπορεί να σταθεί περιφερειακή πολιτική χωρίς τη μείωση της. Δεν μπορεί να διαιωνίζεται σήμερα το παρωχημένο και συγκεντρωτικό μοντέλο του αναπτυξιακού «διπολισμού», που αγνοεί την περιφερειακή διάσταση των προβλημάτων, την ανάγκη ισόρροπης και πολυκεντρικής ανάπτυξης και την υποχρέωση ειδικής μέριμνας για την άρση των διαχρονικών ανισοτήτων και ενίσχυσης των «αδύναμων κρίκων» της περιφερειακής αλυσίδας. Η αποκατάσταση του αισθήματος δικαίου και της ισότιμης μεταχείρισης όλων των περιοχών της Κρήτης είναι κρίσιμος όρος αξιοπιστίας της Αιρετής Περιφέρειας και των αυτοδιοικητικών θεσμών. Είναι προϋπόθεση για να ενεργοποιηθεί η κοινωνία, να ενισχυθεί η συμμετοχή των πολιτών και να έχει ουσιαστικό περιεχόμενο η διαβούλευση με τους επιστημονικούς φορείς και τις κοινωνικές οργανώσεις. Αυτό πρακτικά σημαίνει κοινά αποδεκτή πολιτική συμφωνία στο χωροταξικό σχέδιο της Κρήτης, με όραμα την παραγωγική και κοινωνική ανασυγκρότηση του νησιού και κυρίως, χωρίς τοπικισμούς,παραγοντισμούς και ιδιοτελείς παρεμβατισμούς. Ιδέες και υλοποιήσιμες προτάσεις, πέραν της γενικής φιλολογίας για τους «αναπτυξιακούς πυλώνες», υπάρχουν. Έχουν κατατεθεί κατ’ επανάληψιν από επιστημονικούς φορείς (ΤΕΕ, Σύλλογος Αρχιτεκτόνων, ΓΕΩΤΕΕ), Επιμελητήρια, Ινστιτούτα (ΙΓΜΕ), Πανεπιστημιακά Ιδρύματα, Αυτοδιοικητικές Κινήσεις.
Είναι ιδιαίτερα επεξεργασμένη η πρόταση που κατέθεσε πρόσφατα η «Ριζοσπαστική Συνεργασία Κρήτης», η παράταξη του ΣΥΡΙΖΑ-EKM, στο Περιφερειακό Συμβούλιο . Αυτό που λείπει είναι η πολιτική ιεράρχηση και η αξιοποίηση τους με κριτήριο τις ανάγκες των πολλών, την αναζωογόνηση -με στοχευμένες παρεμβάσεις- της ποιοτικής γεωργίας και κτηνοτροφίας, την σχεδιασμένη σύζευξη των τοπικών αγροτικών προϊόντων με ένα εναλλακτικό οικοτουριστικό μοντέλο, την σωστή διαχείριση του υδάτινου δυναμικού, την προστασία του περιβάλλοντος, την αξιοποίηση της έρευνας και της καινοτομίας που «παράγεται» στο Πανεπιστήμιο, στο ΤΕΙ και στο ΙΤΕ, την διαφύλαξη της δημόσιας περιουσίας, της υγείας και της ποιότητας ζωής των ανθρώπων. Χρειάζεται λοιπόν «επένδυση» στις υγιείς, έντιμες και παραγωγικές δυνάμεις του τόπου, στήριξη των κοινωνικών αναγκών, ανάδειξη του φυσικού πλούτου, των αρχαιολογικών χώρων και της πολιτισμικής φυσιογνωμίας της περιοχής, αναβάθμιση των βασικών υποδομών (ΒΟΑΚ, Νοσοκομείο, λιμάνι-ακτοπλοϊκή σύνδεση), ενίσχυση της κοινωνικής προστασίας, ιδιαίτερα απέναντι στις αδύναμες και ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού που διευρύνονται καθημερινά. - Η τελευταία επισήμανση είναι ότι η ευκαιρία αναθεώρησης του ΕΣΠΑ με βάση τα νέα δεδομένα της κρίσης και ο προσανατολισμός του στην κοινωνική συνοχή και προστασία, χάθηκε. Αυτό που απαιτείται τώρα, είναι μια σοβαρή προετοιμασία της επόμενης χρηματοδοτικής περιόδου (2014-2020) στην προοπτική της αντιμετώπισης των νέων κοινωνικών αναγκών (μακροχρόνια ανεργία,ανασφάλιστος και υγειονομικά ακάλυπτος πληθυσμός, ακραία φτώχεια, διατροφική κρίση, υποσιτιζόμενα παιδιά, κοινωνικός αποκλεισμός, διεύρυνση της «ζώνης της στέρησης» βασικών αγαθών όπως στέγη, τροφή, θέρμανση, ύδρευση και ηλεκτρικό ρεύμα). Με επίκεντρο αυτά τα οξυμμένα κοινωνικά προβλήματα θα πρέπει να σχεδιαστεί το νέο χρηματοδοτικό πλαίσιο και όχι με κυρίαρχη την λογική των «ώριμων μελετών» και της «απορροφησιμότητας» των ευρωπαϊκών κονδυλίων.
Το Ρέθυμνο και η Κρήτη αξίζουν μια καλύτερη προοπτική πέραν της σημερινής μίζερης και βάρβαρης ταυτόχρονα πραγματικότητας. Έχουν ανθρώπους δημιουργικούς, με γνώση και ευαισθησία, που σε ένα άλλο πολιτικό περιβάλλον δικαιοσύνης, εντιμότητας, συλλογικού συμφέροντος, αναδιανομής του πλούτου, αυτοοργάνωσης, δημοκρατικής συμμετοχής και κοινωνικού ελέγχου, θα μπορούσαν να κάνουν θαύματα. Κομβικής σημασίας προϋποθέσεις είναι να απεμπλακούμε από το μνημονιακό «βρόγχο» και παράλληλα να ξεπεραστεί οριστικά το σημερινό αναχρονιστικό πολιτικό σύστημα, να μπει ένα τέλος στην πελατειακή λογική, στη νοοτροπία της ανάθεσης και της διαμεσολάβησης, στην ιδιοτέλεια των μικρών και μεγάλων συμφερόντων έναντι του κοινωνικού οφέλους, στην απαξίωση της συλλογικής διεκδίκησης, των κοινωνικών δικαιωμάτων και των δημοκρατικών κατακτήσεων.
Του Ανδρέα Ξανθού, βουλευτή Ρεθύμνου του ΣΥΡΙΖΑ-ΕΚΜ