ΑΘΛΗΤΙΣΜΟΣ ΑΓΟΡ

Μπάσκετ: Το εγχείρημα του Ρεθύμνου

ρέθυμνο aegean

Έγινε η πρώτη ομάδα της περιφέρειας που έφτασε τις 17 νίκες, στην κανονική περίοδο της Basket League ΟΠΑΠ. Έγινε και αυτή που πανηγύρισε δυο φορές στην ιστορία της, έξι φορές μακριά από την έδρα της. Το απόγευμα της Πέμπτης (23/05), το Ρέθυμνο έγινε και μέλος της τετράδας και έχει χαράξει πορεία για την τρίτη θέση. Αν πιστεύετε πως όλα αυτά είναι απλά πράγματα, να σας θυμίσουμε πού ζείτε…

της Νίκης Μπάκουλη

Στη λίστα με τις (αναρίθμητες) επαφές του, έχει ονόματα όπως αυτό του Τζόρντι Μπερτομέου. Και εκείνο του Ντέιβιντ Στερν. Έχει και την άνεση να καλεί αυτά τα τηλέφωνα, γιατί και το δικό του είναι αποθηκευμένο στις επαφές των συγκεκριμένων τύπων.

Βέβαια, για να είμαστε ακριβοδίκαιοι, οφείλουμε να σημειώσουμε ότι πέραν της πορτοκαλί μπάλας, ο Κωστής Ζομπανάκης λατρεύει και τη μουσική. Πράγματα όχι απαραίτητα ασύνδετα (μεταξύ τους), αφού όπως έχει πει ο ίδιος “είμαι της σχολής “black music and basketball”. Δεν ήταν από παιδί. Εγινε. Πώς; Δείτε και μόνοι σας.

Πλασμένοι ο ένας… για τον άλλο, ΤΕΛΟΣ

Ο γιος του Μίνωα Ζομπανάκη, εκ των κορυφαίων οικονομολόγων στον κόσμο, δεν αναπαύτηκε στις δάφνες του πατέρα του. Τουναντίον, από πολύ μικρός έμαθε να ζει υπό το βάρος των ευθυνών που υπήρχαν -και αφορούσαν το όνομα του. Γεννήθηκε στη Ρώμη, μεγάλωσε στο Λονδίνο (όπου πήγε γυμνάσιο και λύκειο) και σπούδασε στο Χάρβαρντ, ενώ όλα τα καλοκαίρια τα περνούσε στα Χανιά. Σε ένα από αυτά, όταν ήταν 13 χρόνων, ένας εξάδελφος του τον κάλεσε σε ένα παιχνίδι μπάσκετ, ο έρωτας ήταν κεραυνοβόλος και εξελίχθηκε σε πάθος που δεν έσβησε ποτέ.

Το “φυτό” που έγινε αφεντικό

Έμαθε τα βασικά του σπορ, εντυπωσιάστηκε από την ομορφιά του και όταν επέστρεφε στο Λονδίνο, παρακολουθούσε όλες τις εξελίξεις, μέσω των εφημερίδων (και δη της Herald Tribune). “Ημουν anorak, όπερ σημαίνει “φυτό”, του τύπου αυτών που ξέρουν τα πάντα για ό,τι τους ενδιαφέρει. Διάβαζα και αποστήθιζα τα πάντα που αφορούσαν τους παίκτες, το ύψος, το όνομα της… γυναίκας τους, το βιογραφικό τους. Τα πάντα”, εξηγεί.

Τότε ήταν η εποχή που μεσουρανούσε ο Καρίμ Αμπντούλ Τζαμπάρ “η εποχή των ψηλών και των διακριτών ρόλων, εν αντιθέσει με το σήμερα και την εποχή των ημίψηλων” όπως λέει. Το sky hook αποτυπώθηκε στο μυαλό του και η εξεύρεση του Sports Illustrated έγινε ανάγκη -σε μια εποχή που το Internet ήταν ακόμα άγνωστη έννοια.

Εκεί που απογειώθηκε η τρέλα του ήταν όταν ήλθε η εποχή να φοιτήσει στο Χάρβαρντ. Το εικοσιτετράωρο του ήταν γεμάτο μπάσκετ. Οταν δεν έπαιζε με τους φίλους του, ήταν στο γήπεδο των Σέλτικς (φευ). Εγινε φαν του Τζούλιους Ερβινγκ, έγινε φαν και του Λάρι Μπερντ. Οταν θα επέστρεφε στη Βοστώνη (μετά το πτυχίο, επέστρεψε στο Λονδίνο για να εργαστεί και έπειτα γύρισε στο Χάρβαρντ, για μεταπτυχιακό), θα γινόταν φαν του Μάικλ Τζόρνταν. “Όπως όλοι, έτσι και εγώ έπαθα τρέλα. Μέχρι που έφυγα από δεξίωση γάμου, για να πάω στο γήπεδο και να τον δω από κοντά”.

Όταν πήρε και το μεταπτυχιακό του, γύρισε πάλι στο Λονδίνο. Σε μια βόλτα του, στο Μπρίξτον (“το Χάρλεμ του Λονδίνου”), μπήκε σε ένα δισκάδικο, έπεσε πάνω στον Αλτον Μπερντ (παίκτη του Γέιλ), φυσικά τον αναγνώρισε, φυσικά του έπιασε την κουβέντα και… φυσικά ο Μπερντ του ζήτησε να περάσει μια βόλτα από τις προπονήσεις της Κρίσταλ Πάλας, όπου ήταν κόουτς. Δέχθηκε την πρόσκληση, όπως δέχθηκε και να βοηθήσει οικονομικά. Η ομάδα προκρίθηκε στην… Α1, έγινε ένα με τους Λόντον Τάουερς (εκ των τριών συλλόγων που υπήρχαν στο Λονδίνο) και ακολούθησε η κατάκτηση του πρωταθλήματος, στην Αγγλία, με πρόεδρο τον ίδιο.

Σε ένα ταξίδι του στην Αθήνα, συνάντησε τον Τάσο Στεφάνου του Παναθηναϊκού, ο οποίος τον ενημέρωσε για μια νέα λίγκα που ήταν στα σκαριά και θα λεγόταν Ευρωλίγκα. Ο Ζομπανάκης σαφώς και ενδιαφερόταν, συνάντησε τον Μπερτομέου και πήρε τριετές συμβόλαιο. Στην πράξη όμως, το πλάνο δεν ήταν όσο θελκτικό φαινόταν αρχικά. Οπως διευκρινίζει «δεν είμαι τρελός να πιστεύω ότι θα βγάλω χρήματα από το μπάσκετ, αλλά δεν μπορεί το χόμπι σου να σε καταστρέφει». Περίμενε ότι η Ευρωλίγκα θα γίνει κλειστή λίγκα, δεν έγινε. Και αποχώρησε.

Creta calling

Περιορίστηκε στην προσωπική ενασχόληση με το μπάσκετ έως το 2008, όταν τον πλησίασαν οι άνθρωποι του Ρεθύμνου. Κάτι ότι το χωριό του πατέρα του είναι σε μισή ώρα απόσταση από την πόλη, κάτι ότι επεδίωκε να αποκτήσει κάτι στην Κρήτη (γιατί είχε ήδη επιχειρήσεις σε όλη την Ελλάδα), κάτι… το αλέγκρο του χαρακτήρα που έχουν οι Δημήτρης Τζέτζος, Γιώργος Μαμαλάκης, Τάσος Τριαντάφυλλος και Νίκος Σαραντινός, πείστηκε να… βάλει πλάτη.

Ηταν το καλοκαίρι του 2008, αμέσως μετά τον υποβιβασμό του Ρεθύμνου στην Α2, έπειτα από χρονιά που εκτός όλων των άλλων είχε δημιουργήσει χρέη της τάξεως των 450.000 ευρώ. Η πρώτη απόφαση που ελήφθη αφορούσε την οικονομική εξυγίανση, η οποία είχε προγραμματιστεί για την επόμενη διετία.

Και όταν λέμε “είχε προγραμματιστεί”, δεν εννοούμε με τον ελληνικό τρόπο, αλλά με αυτόν που συνηθίζει να εφαρμόζει ο Ζομπανάκης στις δουλειές τους (που περιλαμβάνουν πλάνο, εκτιμήσεις, αξιολογήσεις κλπ). Η δεύτερη απόφαση ήταν πως “η ομάδα είναι η πόλη”. Άρα, θα γινόταν ό,τι χρειαζόταν για να εμπλακούν οι πάντες στο εγχείρημα.

Τα συστατικά της επιτυχίας

Η αγωνιστική περίοδος 2008-09 (όταν το Ρέθυμνο τερμάτισε 6ο) ήταν διερευνητικού χαρακτήρα. “Μετά του άρεσε το παρεάκι και… χόντρυνε από μόνος του τον τζόγο”, μας είπε με αρκετή δόση χιούμορ ο υπεύθυνος επικοινωνίας, Δημήτρης Τζέτζος. Από το καλοκαίρι του 2008 έως αυτό του 2010, τα χρέη είχαν διαγραφεί, γιατί οι της ομάδας βρήκαν χορηγούς να καλύπτουν το μπάτζετ (δεν ξεπερνούσε τα 250.000 ευρώ, ετησίως) και ο Ζομπανάκης ανέλαβε εν πολλοίς τα χρέη (κάτι που σύμφωνα με πληροφορίες σημαίνει ότι κάθε χρόνο δίνει τουλάχιστον από 100.000 ευρώ).

Η ολοκλήρωση της σεζόν 2010-2011 βρήκε την ΚΑΕ πάλι στην Α1 (τερμάτισε στη δεύτερη θέση της Α2), αλλά αυτή τη φορά ήταν πιο… ώριμη και πιο κατασταλαγμένη (με βασικό moto “δεν χαλάμε χρήματα που δεν έχουμε”). Εφτασε στην 5η θέση που φέτος έγινε τετράδα (με υπαρκτό το ενδεχόμενο να τερματίσει και τρίτη), χωρίς το μπάτζετ να εκτοξευθεί στα ύψη. Πλησίασε τα 400.000 ευρώ, τη στιγμή που από τα διαρκείας (το 50% του “Μ. Μερκούρη”) προσφέρουν 100.000 ευρώ, οι περίπου 100 τοπικοί χορηγοί περί τα 120.000 ευρώ, ενώ υπάρχουν και οι μεγάλοι σπόνσορες, όπως και τα έσοδα από τηλεοπτικά και ΟΠΑΠ, συν τα μπόνους κατάκτησης θέσης στην εξάδα (πέρυσι) και την τετράδα (φέτος).

Συμπέρασμα

Αν φτάσατε έως εδώ, θα έχετε καταλάβει πως το Ρέθυμνο είναι μια υγιής ΚΑΕ. Από τις λίγες που υπάρχουν στην Ελλάδα. Επίσης, θα ‘χετε καταλάβει ότι το παράδειγμα αυτό είναι μεν, προς μίμηση, αλλά δεν γίνεται εύκολα copy paste και δη από ομάδες που δεν έχουν έδρα στην περιφέρεια. Γιατί αν το Ρέθυμνο ζει ό,τι ζει, το χρωστά εν πολλοίς στους πολίτες της πόλης, οι οποίοι αναγνώρισαν το διαφορετικό και το ομαδικό της προσπάθειας και δήλωσαν συμμετοχή.