ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ

Boudalia: Ένα δημιουργικό πείραμα στο χωριό Μαργαρίτες της Κρήτης που αντέχει στον χρόνο!

Μια ομάδα στο χωριό Μαργαρίτες Μυλοποτάμου της Κρήτης, δημιούργησε το 1996 ένα καλλιτεχνικό δρώμενο που έμελε να γίνει θεσμός: Τα Boudalia. Μια ιδιότυπη κοινότητα – κολεκτίβα, μια παρέα ανθρώπων που έκτοτε μεγαλώνει, αποκτώντας μέσα στα χρόνια δεκάδες νέους συνοδοιπόρους κάθε ηλικίας, ντόπιους και ξένους.

Ένας από αυτούς, που γνώρισε και ερωτεύτηκε τα Boudalia, μετά από μία επίσκεψη στο χωριό το 2000, είναι και ο Κώστας Ιωακειμίδης, που έβαλε στόχο να καταγράψει την πρωτότυπη αυτή ιστορία και να τη διαδώσει ως παράδειγμα προς μίμηση, ως «μια εφαρμοσμένη και λειτουργική πρόταση σε μια κοινωνία που καταρρέει».

Η ταινία του, “Boudalia”, που έκανε διεθνή πρεμιέρα στο 24ο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης, είναι μια καταγραφή της πορείας μιας ομάδας παιδιών από ένα μικρό χωριό της Κρήτης, μέσα από μια επιθεωρησιακού χαρακτήρα παράσταση, συγκεντρώνοντας την αγάπη συντελεστών και θεατών πάνω από μια εικοσαετία. Πέρα όμως από την αφήγηση της ιστορίας τους, ο τρόπος που κατάφεραν να κάνουν ζηλευτή την αλήθεια τους, είναι και μια πρόταση για το πως μπορούν κοινωνίες όλων των ειδών, να δημιουργήσουν ανάλογα κάτι τόσο υγιές και χαρούμενο.

Ο Κώστας Ιωακειμίδης μίλησε στο ertnews.gr για τα Boudalia, τη σημασία τους, το ιδιαίτερο «πολίτευμά» τους, την προσωπική του σχέση μαζί τους, αλλά και τη διαδικασία δημιουργίας της ταινίας και τη συγκινητική της προβολή στον χώρο όπου γεννήθηκε.

Συνέντευξη στη Δάφνη Σκαλιώνη

Πείτε μας λίγα λόγια για την ομάδα Μπουντάλια και την προσωπική σας σύνδεση με το θέμα.

Τα Μπουντάλια είναι μια παρέα ανθρώπων όλων των ηλικιών, που η βάση τους είναι το χωριό Μαργαρίτες Ρεθύμνου. Αποτελείται από καταγόμενους από το χωριό και τη γύρω περιοχή αλλά και περισσότερους από τριακόσιους φίλους τους, τους οποίους απέκτησαν στην διάρκεια των χρόνων που πέρασαν από την επίσημη σύστασή τους το 1996 και που έρχονται πλέον από όλον τον κόσμο! Εκεί συναντιούνται γεμάτοι κέφι για να ψυχαγωγηθούν και να ψυχαγωγήσουν, μέσα από μια διαδικασία παραγωγής μιας θεατρικής παράστασης σατιρικού – επιθεωρησιακού χαρακτήρα. Το ανέβασμά της, με τις πολλές δυσκολίες που έχουν να ξεπεράσουν, αφού δεν είναι επαγγελματίες του χώρου του θεάματος, γίνεται με την αφιέρωση του προσωπικού χρόνου τους. Άδειες, κατασκευές, σενάριο, κοστούμια, σκηνοθεσία, πρόβες, όλα περνούν από τα χέρια τους! Τα σημερινά Μπουντάλια, παρά την εξέλιξη της παράστασής τους ως θέαμα αξιώσεων αλλά και προσωπικά του καθενός από αυτούς που αποτελούν την ομάδα, διατηρούν τον χαρακτήρα της παρέας. Αυτοί οι άνθρωποι “παρεΐζουν” και σμίγουν, ανεξάρτητα από την διαδικασία παραγωγής της παράστασης. Ουσιαστικά η παράσταση είναι «το κερασάκι στην τούρτα» από όλο αυτό που βιώνουν ως παρέα, μέσα σε μια κοινωνία που εξελίσσεται.

Ο συνδετικός μου κρίκος με την ομάδα ανατρέχει στο μακρινό 1994, όπου γνωριστήκαμε και γίναμε φίλοι, υπηρετώντας την στρατιωτική μας θητεία, με έναν από τους νέους του χωριού Μαργαρίτες. Άκουγα γοητευμένος τις ιστορίες του για το πόσο δεμένη και χαρούμενη παρέα ήταν. Μάλιστα, με αφορμή το καθιερωμένο αποχαιρετιστήριο πάρτι καλοκαιρινών διακοπών τους, έκαναν παράσταση με σατιρικό τρόπο όλο αυτό που ζούσαν. Έτσι θέλησα να γνωρίσω κι εγώ αυτό το ξεχωριστό που ζούσε αυτή η παρέα και πήγα το 2000 για διακοπές στο χωριό. Και προσγειώθηκα στον πλανήτη Μαργαρίτες! Έρωτας!!! Από τότε! Άσβεστος! Με πόθο! Κοιτάζοντάς το με την απόσταση του χρόνου, έχω καταλήξει πως αυτή η σχέση με την παρέα ήταν η αρχή για να αλλάζω, σιγά σιγά χωρίς να το καταλαβαίνω, τη ζωή μου προς το καλύτερο.

Τί εξηγεί την αντοχή της ομάδας μέσα στον χρόνο;

Όλοι εμείς που ανήκουμε στην ομάδα Μπουντάλια συνεργαζόμενοι για έναν κοινό δημιουργικό στόχο, με κόπο, δυσκολίες και πολλή πολλή «τρέλα» συνάπτουμε σχέσεις αγάπης, και όταν τα καταφέρνουμε, χαιρόμαστε και θέλουμε κι άλλο και συνεχίζουμε και όσο συνεχίζουμε, βελτιωνόμαστε και θέλουμε κι άλλο, ξανά, πάλι. Δεν έχει να κάνει με «θυσίες», αλλά με «δέσμευση». Ο ομαδικός στόχος κρατιέται πάνω από το άτομο, σε μια συνθήκη αποδοχής της όποιας διαφορετικότητας. Κάπως έτσι μαθαίνει το κάθε μέλος να αγαπά βιωματικά και όχι θεωρητικά. Χρησιμοποιώ λόγια των μελών της ομάδας, γιατί περιγράφουν καλύτερα αυτό που συμβαίνει. Δηλαδή, το περίεργο είναι ότι υπάρχει ένας πυρήνας ανθρώπων ο οποίος προφανώς «δεν στέκει καλά στα μυαλά του»! Το ωραίο είναι ότι γύρω από αυτό, υπάρχουν οι άνθρωποι που αποτελούν το σύνολο της ομάδας, που για κάποιο ανεξήγητο λόγο, αποδέχονται όλη αυτήν την τρέλα και απλά ακολουθούν!

Ποιά είναι η κεντρική ιδέα της ταινίας; Τι θέλατε να επικοινωνήσετε; Αυτό άλλαξε στην πορεία μέχρι την ολοκλήρωσή της;

“Βonum est diffusivum sui”! Σε μια ελεύθερη απόδοση δηλαδή, το “Καλό” για να υφίσταται πρέπει να διασπείρεται. Ή όπως λέει και στην παράσταση του 2005 «Κώδικας BouDavinci. Το ελιξίριο της χαράς», Ψάξε τη χαρά στους ανθρώπους κι αφού τη βρεις μοίρασέ την παντού. Η ταινία είναι μια πολιτική πρόταση. Δεν θέλω να δείξω ωραίες φάτσες που διασκεδάζουν. Δεν αφορά κανέναν κάτι τέτοιο.

Είναι ένα απτό παράδειγμα του πώς μια κοινωνία υγιής, ή προβληματική, ή μίξη αυτών, μπορεί να κάνει τα πράγματα να λειτουργήσουν προς το υγιές συμφέρον συνολικά και ατομικά. Όπως λέγεται και μέσα στην ταινία «το πολίτευμα αυτής της ομάδας είναι αναρχική δημοκρατία». Δεν υπάρχει αρχηγός. Ο καθένας μπορεί να πει την πιο τρελή του ιδέα και να ακουστεί. Μεγάλωσα στη γενιά όπου το όνειρο της κοινωνίας δεν ήταν πώς θα γλιτώσει από την ως τότε πολιτική διαφθορά, αλλά πώς θα βρει έναν τρόπο να συνεργαστεί μαζί της χωρίς να γίνει αντιληπτό. Είναι κάτι που με κάποια από τα αποσπάσματα από το αρχείο των παραστάσεων καυτηριάζεται με το μοναδικό Μπουνταλιακό χιούμορ. Τα Μπουντάλια έχουν αποδείξει στο πέρασμα των 27 τους χρόνων, πως το δοκιμασμένο πολίτευμά τους λειτουργεί και πως ο καθένας στον τόπο του μπορεί να βρει κάτι που θα τον ευχαριστεί να το καλλιεργήσει και να δρέψει τους καρπούς του. Τα Μπουντάλια μοιράζονται την εμπειρία τους για το πώς κάτι συλλογικό μπορεί να αφορά τον καθένα προσωπικά, ώστε να βοηθηθεί να κάνει τον εαυτό του καλύτερο για τον ίδιο, χωρίς εγωισμό.

Ίσως ως ένα από «τα Μπουντάλια της διασποράς», όπως λέμε χαριτολογώντας, βλέπω, σε αντίθεση με τα «γηγενή Μπουντάλια», διαφορετικά το πόσο σημαντικό είναι όλο αυτό και τι προεκτάσεις μπορεί να έχει. Ήμουν σίγουρος από την αρχή και δεν άλλαξα τον αρχικό στόχο για το τί χρειάζεται να ειπωθεί. Ευτυχώς το υλικό ήταν πλούσιο και μου έδινε την ευχέρεια να επιλέξω το πιο ταιριαστό για τον στόχο.

Πώς ήταν η κινηματογράφηση; Νιώθατε περισσότερο σαν παρατηρητής ή σαν μέλος της ομάδας; Σας έφερε πιο κοντά;

Τα γυρίσματα της ταινίας και η συγκέντρωση του αρχειακού υλικού ξεκίνησαν το 2014 και τελείωσαν το 2020. Λόγω της διασποράς των μελών στην καθημερινότητά τους και της ιδιαιτερότητας του χώρου που γίνονταν οι παραστάσεις, δεν ήταν δυνατό να «αποστειρωθεί» τίποτα τεχνικά. Αυτό έδωσε μια ζωντάνια στα γυρίσματα, που πολλές φορές στο πλάνο του συνεντευξιαζόμενου λειτουργεί και το φόντο ως τεκμηρίωση της έμφυτης «τρέλας» που υπάρχει σε όλους.

Δυσκολεύτηκα πάρα πολύ και στα γυρίσματα και στο μοντάζ για το «ποιός είμαι». Αυτό που καμπάνιζε συνέχεια μέσα στο μυαλό μου ήταν το μότο «Μία φορά Μπουντάλιο, για πάντα Μπουντάλιο». Ήθελα κι εγώ να κάνω δουλειές, να ατακάρω, να χορέψω, να γελάσω, αλλά έπρεπε να κάνω και το γύρισμα, οπότε ήταν μια συνθήκη ξένη για όλους μας να βρίσκομαι στον χώρο, αλλά να μην συμμετέχω ως Μπουντάλιο. Στο μοντάζ για να καταφέρω να ξεχωρίσω από τις περίπου 80 ώρες ωφέλιμου υλικού τα 100 λεπτά της ταινίας, σκέφτηκα όλες μου τις συνεργασίες ως μοντέρ στον χώρο. Είμαι ο παραγωγός, ο σκηνοθέτης, ο μοντέρ και το Μπουντάλιο. Με ποιον από όλους είμαι εγώ; Αποφάσισα να βάλω τον εαυτό μου στην θέση του θεατή. Τι θα ήθελε να δει για να πάρει την πληροφορία ο άγνωστος, να γελάσει, να προβληματιστεί και στο τέλος -γιατί όχι;- να συγκινηθεί;

Αν η απόσταση μετριέται με κάθε σταγόνα δάκρυ από την αναπόφευκτη συγκίνησή μου, ενώ δημιουργούσα κάτι για ανθρώπους που αγαπώ και νοιάζομαι, τότε είμαι μόνιμος κάτοικος Μαργαριτών και ας μην είμαι εγγεγραμμένος στα δημοτολόγιά τους!

Πως αντέδρασε η ομάδα όταν παρακολούθησε την ταινία;

Ακόμα υπήρχαν μέτρα για την πανδημία covid-19 όταν η ταινία προβλήθηκε τιμητικά για πρώτη φορά στον χώρο που γεννήθηκε, δηλαδή στο γήπεδο μπάσκετ των Μαργαριτών. Ήταν πολύ αμήχανο να θέλουμε κλαίγοντας από χαρά να αγκαλιαστούμε και να φιληθούμε, αλλά έπρεπε να στεκόμαστε στα δυο μέτρα. Γενικά ήταν συγκινητικό για όλους. Κάποιοι είδαν πράγματα που αγνοούσαν, σε κάποιους άλλους απαντήθηκαν ερωτήματα που κανείς δεν μπορούσε να τους εξηγήσει με λόγια, μερικοί κατάλαβαν επιτέλους τι δουλειά κάνω! Επαληθεύτηκε το κλισέ «για να μαθαίνουν οι νεότεροι και να θυμούνται οι παλαιότεροι». Πέρασε η πανδημία και συνεχίζουμε ακάθεκτοι και αυτόν τον Αύγουστο κάτω από τον έναστρο Μαργαριτσανό ουρανό… Κάτι σαν το μικρό γαλατικό χωριουδάκι! Γιατί, όπως λέει και η αγαπημένη μου Φωτεινή από τα Μπουντάλια, «Αύγουστος χωρίς Μπουντάλια είναι χρόνος χωρίς καλοκαίρι».

Λίγα λόγια για τον δημιουργό

Ο Κώστας Ιωακειμίδης γεννήθηκε το 1972 στον Άγιο Κωνσταντίνο Τριχωνίδας Αιτωλοακαρνανίας από γονείς προσφυγικής καταγωγής. Έχει υπογράψει το μοντάζ σε δεκάδες επεισόδια σειρών ντοκιμαντέρ που προβλήθηκαν σε φεστιβάλ και στην ΕΡΤ.

Έχει εργαστεί ως μοντέρ στην τηλεόραση στην εκπομπή “Μένουμε Ελλάδα” της ΕΤ1, στο ΟΝΕ channel και στο Mega Channel της εταιρίας Alter Ego Media, στην εταιρία παραγωγής RGB Studios και σε άλλες μικρότερες παραγωγές και συνεργασίες.

Η πρώτη του ταινία μικρού μήκους ήταν «Το επάγγελμα της μητρός μου», σε διασκευή του ομώνυμου κειμένου του Μπόστ. Πρόσφατα σκηνοθέτησε την ταινία ντοκιμαντέρ “Βoudalia”, για μια ομάδα παιδιών που δημιουργεί πολιτισμό σε ένα μικρό χωριό της Κρήτης μέσα από μια χαρούμενη επιθεωρησιακού χαρακτήρα παράσταση. Παράλληλα, είναι σε παραγωγή το επόμενο μεγάλου μήκους ντοκιμαντέρ του.