Τουλάχιστον 40 νεκροί και περισσότεροι από 20 σοβαρά τραυματίες από ένοπλη επίθεση σε δύο τεμένη της πόλης Κράιστσερτς.
Η αστυνομία ανακοίνωσε ότι συνελήφθησαν τέσσερις ύποπτοι, τρεις άνδρες και μία γυναίκα, ενώ εξουδετερώθηκαν αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί που είχαν τοποθετηθεί σε αυτοκίνητα. Ωστόσο, οι αρχές δεν αποκλείουν το ενδεχόμενο να υπάρχουν και άλλοι δράστες και έκλεισαν τα τεμένη σε όλη τη χώρα. Εκτός λειτουργίας τέθηκαν επίσης σχολεία, βιβλιοθήκες και σούπερ μάρκετ.
Ένας από τους συλληφθέντες είναι 28χρονος Αυστραλός, ο οποίος στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έφερε το ψευδώνυμο «Brenton Tarrant». Ο ένοπλος κατά τη διάρκεια της εισβολής στα τεμένη έκανε ζωντανή μετάδοση (livestreaming) της αποτρόπαιας πράξης του επί τουλάχιστον 15 λεπτά!
O ίδιος φέρεται να είχε ανεβάσει στο διαδίκτυο ένα πολυσέλιδο «μανιφέστο» στο οποίο περιγράφει με σοκαριστικές λεπτομέρειες αυτό που σκόπευε να κάνει, εξηγεί γιατί επέλεξε τους συγκεκριμένους χώρους λατρείας και πώς «εμπνεύστηκε» από τον Άντερς Μπρέιβικ, τον Νορβηγό που δολοφόνησε 77 άτομα στο Όσλο το 2011.
Ο Αυστραλός πρωθυπουργός Σκοτ Μόρισον σημείωσε: «Σήμερα θρηνούμε, νιώθουμε σοκαρισμένοι, φρίκη, αγανάκτηση κι ορθώνουμε το ανάστημά μας για να καταδικάσουμε απόλυτα την επίθεση που διαπράχθηκε σήμερα από έναν εξτρεμιστή, έναν ακροδεξιό, έναν βίαιο τρομοκράτη».
Η πόλη είναι αποκλεισμένη από αστυνομικές δυνάμεις που προτρέπουν όσους εργάζονται ή μένουν στο κέντρο της πόλης να μη βγαίνουν έξω και να τηλεφωνούν στον αριθμό άμεσης δράσης εάν αντιλαμβάνονται οτιδήποτε ύποπτο.
Ένας από τους δράστες είχε πρότυπο τον μακελάρη του Όσλο
Η πρώτη επίθεση έγινε στο τέμενος Μάστζιντ αλ Νουρ, στη λεωφόρο Ντινς, την ώρα που προσεύχονταν περίπου 300 πιστοί, εκ των οποίων τριάντα σκοτώθηκαν. Αυτόπτες μάρτυρες ανέφεραν ότι ο ένας από τους δράστες ήταν λευκός, φορούσε στολή παραλλαγής, αλεξίσφαιρο και κράνος και χρησιμοποίησε αυτόματο τουφέκι όταν άνοιξε πυρ στο τέμενος.
Η δεύτερη επίθεση έγινε στο τέμενος Μάστζιντ Λίνγουντ. «Εξ όσων γνωρίζουμε», τα θύματα σκοτώθηκαν μέσα σε δύο τεμένη, ανέφερε ο ανώτατος αξιωματικός της νεοζηλανδικής αστυνομίας Μάικ Μπους.