Την αντίθεση της τοπικής κοινωνίας παρουσιάζει δημοσκόπηση της Επιτροπής Περιβάλλοντος του Δικηγορικού Συλλόγου Ηρακλείου σχετικά με τις εξορύξεις υδρογονανθράκων εντός των περιοχών προστασίας του δικτύου Natura 2000.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάστηκαν από την Επιτροπή η πλειονότητα των ερωτηθέντων (συνολικά το 88,2 %) εμφανίζονται να θεωρούν ότι η υπεράκτια εξόρυξη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων θα επηρεάσει αρνητικά τις προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές του δικτύου Natura 2000. Την ίδια στιγμή το 75,5% των ερωτηθέντων διαφωνούν με την εξόρυξη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές νότια και δυτικά της Κρήτης.
Η ηλεκτρονική δημοσκόπηση πραγματοποιήθηκε ανώνυμα το διάστημα 27/01 – 29/02/2020 σε στοχευμένο κοινό δικηγόρων, διοικητικών υπαλλήλων, αγροτοκτηνοτρόφων, κινήσεων πολιτών, μη κυβερνητικών οργανώσεων και ευρύ κοινό σε όλη την Κρήτη. Το δείγμα 581 φυσικών προσώπων, ήταν άνδρες και γυναίκες από 18 ετών και πάνω. Η ηλεκτρονική φόρμα εστάλη με ηλεκτρονικό μήνυμα σε αρχείο google drive και περιείχε 12 ερωτήσεις πολλαπλών επιλογών.
Πρόκειται για μια στατιστική έρευνα, που στόχο είχε να αναδείξει τη γνώση των κατοίκων της Κρήτης σχετικά με τις θαλάσσιες περιοχές προστασίας του δικτύου Natura 2000, ενώ παράλληλα διερεύνησε τη γνώμη τους σχετικά με τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις της σχεδιαζόμενης υπεράκτιας εξόρυξης υδρογονανθράκων νότια και νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Αναλυτικά, οι μισοί από τους ερωτηθέντες δήλωσαν να γνωρίζουν ότι προστέθηκαν νέες θαλάσσιες περιοχές προστασίας στη νοτιοδυτική Κρήτη μετά την αναθεώρηση του εθνικού καταλόγου περιοχών του Ευρωπαϊκού Οικολογικού Δικτύου Natura 2000 (ΚΥΑ 50473/2017, ΦΕΚ 4432/Β/2017). Το 94,1% του συνόλου θεωρεί σημαντική την ένταξη των νέων θαλάσσιων περιοχών στο Δίκτυο Natura 2000 (Οδηγίες 92/43/ΕΟΚ και 2009/147/ΕΚ).
Στην ερώτηση «Συμφωνείτε με την εξόρυξη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων στις θαλάσσιες περιοχές νότια και δυτικά της Κρήτης;» το 75,5% δήλωσε ότι διαφωνεί και το 17,6% ότι επιφυλάσσεται. Μόνο το 6,9 % δήλωσε σύμφωνο με την εκμετάλλευση υδρογονανθράκων.
Στην ερώτηση «Πως πιστεύετε ότι η υπεράκτια εξόρυξη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων θα επηρεάσει τις προστατευόμενες θαλάσσιες περιοχές του δικτύου Natura 2000 της Κρήτης;», το 72,5% απάντησε «αρνητικά» και το 15,7% «μάλλον αρνητικά». «Θετικά» δεν απάντησε κανένας. ενώ το 6,9% επιφυλάχθηκε.
Από το 3,9% των ερωτηθέντων που απάντησαν «Μάλλον θετικά» το 60% θεωρεί περισσότερο πιθανό όφελος για το ανθρωπογενές περιβάλλον, ενώ κανείς από αυτούς δεν θεωρεί πως θα υπάρξει οποιοδήποτε όφελος για το φυσικό περιβάλλον.
Από το 78,2% των ερωτηθέντων που δήλωσαν ότι η εξόρυξη και εκμετάλλευση υδρογονανθράκων θα επηρεάσουν “αρνητικά” ή “μάλλον αρνητικά” το περιβάλλον, θεωρούν περισσότερο πιθανούς τους κινδύνους για τα θαλάσσια ύδατα (87%), για τα θαλάσσια θηλαστικά (83,7%) και τα ψάρια (76,1%).
Στην ερώτηση αν είναι σημαντική η υποβολή μελέτης περιβαλλοντικών επιπτώσεων για τη σεισμική δραστηριότητα που ενδεχομένως προκαλέσει η εξόρυξη υδρογονανθράκων (Οδηγία 2014/52/ΕΕ) η συντριπτική πλειοψηφία, το 93,1 % απάντησε «πολύ σημαντική» ενώ το 3,9% δήλωσε ότι δεν γνωρίζει το ζήτημα. Ένα 3% θεωρεί την υποβολή ΜΠΕ «λίγο/ καθόλου σημαντική».
Στην ερώτηση αν είναι σημαντική η χρηματοοικονομική ασφάλιση κινδύνου προκειμένου να καλυφθούν ζημίες που ενδέχεται να προκύψουν από τις υπεράκτιες εργασίες υδρογονανθράκων (Οδηγία 2004/35/ΕΚ) το 81,4% απάντησε «πολύ σημαντική» ενώ το 6,9% δήλωσε ότι δεν γνωρίζει το ζήτημα. Ένα 11,8% θεωρεί την ασφάλιση κινδύνου «λίγο/ καθόλου σημαντική».
Παρόμοια είναι η στάση των ερωτηθέντων στην ερώτηση για το ποιες ζημίες είναι σημαντικότερες για τις θαλάσσιες περιοχές Natura 2000; Αυτές που προκαλεί η “συνήθης” δραστηριότητα έρευνας και εξόρυξης (π.χ. ηχοβολισμός βυθού, διαρροές υγρών ή αερίων, απόβλητα, μεταφορτώσεις, σεντίνες), ή εκείνες που ενδεχομένως θα προκληθούν από ατύχημα. Εδώ, το 80,2% απάντησε ότι και οι δύο ζημίες είναι εξίσου σημαντικές.
Αντιφατική και μοιρασμένη είναι η κοινή γνώμη για τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα των εξορύξεων υδρογονανθράκων. Στην ερώτηση αν είναι συμβατή η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, το 30,4% απάντησε «Έχω την εντύπωση ότι είναι συμβατή». Το 29,4% απάντησε «δεν γνωρίζω το ζήτημα». Το 29,4% απάντησε «έχω την εντύπωση ότι δεν είναι συμβατή» και το 10,8% «γνωρίζω ότι δεν είναι συμβατή».
Από εκείνους που απάντησαν «έχω την εντύπωση ότι δεν είναι συμβατή η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης», ή «γνωρίζω ότι δεν είναι συμβατή η εκμετάλλευση υδρογονανθράκων με τις πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης», το 75% εκτιμά ότι προσβάλλονται πολιτικές για την κλιματική αλλαγή και το 71,7% ότι προσβάλλονται πολιτικές για τη βιοποικιλότητα.
Τα δύο σημαντικά στοιχεία που αναδεικνύει δημοσκόπηση.
Η δημοσκόπηση αναδεικνύει δύο σημαντικά στοιχεία: την αντίθεση των πολιτών στις εξορύξεις υδρογονανθράκων και τη σύγχυσή τους για τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο ζήτημα.
Η σύγχυση των πολιτών για τη στάση της Ευρωπαϊκής Ένωσης δεν είναι τυχαία. Ενώ η Ευρωπαϊκή Ένωση στοχεύει να υποστηρίξει χώρες όπως η Πολωνία, να απομακρυνθούν από τα ορυκτά καύσιμα, δεν αντιτίθεται στη χρηματοδότηση υποδομών φυσικού αερίου.
Αντίθετα, η αντίληψη των πολιτών σε ολόκληρο τον κόσμο για το μέλλον των εξορύξεων δεν ενέχει καμία αντίφαση. Στη γειτονική Ιταλία, με δημοψήφισμα το 2016 οι πολίτες ζήτησαν την κατάργηση μιας διάταξης που χορηγούσε το δικαίωμα εκμετάλλευσης μιας γεώτρησης εντός 12 ναυτικών μιλίων μέχρι εξαντλήσεως των αποθεμάτων. (https://www.politico.eu/article/italy-referendum-oil-drilling-platforms-offshore-matteo-renzi-rigs-gas-renewables/). Στα Κανάρια νησιά της Ισπανίας 200.000 διαδηλωτές κατάφεραν να σταματήσουν μια εξόρυξη 2 χρόνια μετά τις έρευνες (2014-2016). Στην άλλη πλευρά του Aτλαντικού, στην Καλιφόρνια των ΗΠΑ το 2017 το 69% των ερωτηθέντων δήλωσε αντίθετο με την υπεράκτια εξόρυξη υδρογονανθράκων (https://www.ppic.org/blog/majority-opposition-drilling-includes-coastal-republicans/).
Ωστόσο, οι πολιτικοί δεν συμμερίζονται τις επιθυμίες των πολιτών. Σύμφωνα με άρθρο του Guardian, οι κυβερνήσεις των πετρελαιοπαραγωγών κρατών στοχεύουν να διατηρήσουν την παραγωγή πετρελαίου και αερίου μέχρι το 2030 μεγαλύτερη απ΄ ότι επιτρέπουν οι στόχοι του Παρισιού για περιορισμό της αύξησης της παγκόσμιας θερμότητας. Η παραγωγή θα πρέπει να μειωθεί κατά 50% αν θέλουμε να επιτύχουμε το στόχο της αύξησης κατά 2 βαθμούς κελσίου, ή 120% αν θέλουμε να επιτύχουμε το στόχο της αύξησης κατά 1,5%. (https://www.theguardian.com/environment/2019/nov/20/fossil-fuel-production-on-track-for-double-the-safe-climate-limit).
Η ανησυχία που προκαλεί η υπεράκτια εξόρυξη πετρελαίου για το ανθρωπογενές και φυσικό περιβάλλον (οικοσύστημα, θηλαστικά, βένθος) και τις παραγωγικές δραστηριότητες (τουρισμός – υδατοκαλλιέργειες) είναι εύλογη. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία σε αμφότερες πολιτική και επιστημονική κοινότητα ότι η εξόρυξη πετρελαίου είναι μια υψηλού κινδύνου δραστηριότητα.
Η πρόσφατη ελληνική εμπειρία επιχειρησιακής εποπτείας και διακινδύνευσης για άνθρωπο και περιβάλλον στις περιπτώσεις της Αγίας Ζώνης ΙΙ στον κόλπο του Σαρωνικού (2017), της θαλάσσιας μεταφοράς των χημικού οπλοστασίου της Συρίας στα νότια της Κρήτης (2013) και της βύθισης του Sea Diamond στα Φηρά της Σαντορίνης (2007) δεν πείθει για την εταιρική κοινωνική ευθύνη των οικονομικών φορέων και την ετοιμότητα της χώρας μας να διαχειριστεί την οικολογική ζημία.
Ο 36χρονος Πιερ-Ιβ Κουστώ, ο μικρότερος γιος του διάσημου ωκεανογράφου και εξερευνητή Ζακ-Ιβ, επισκεπτόμενος τη Σαντορίνη έθεσε το ζήτημα εύστοχα: «Επιτρέποντας τις εξορύξεις, κάνετε το πρόβλημά σας βαθύτερο, αντί να βρείτε λύσεις, δημιουργείτε νέα προβλήματα. Οι εξορύξεις θα σκοτώσουν τα θηλαστικά των ελληνικών θαλασσών από την ηχητική ρύπανση, κι ας μη μιλήσουμε για το τι θα συμβεί στο περιβάλλον και στην οικονομία της χώρας στην περίπτωση διαρροής στη θάλασσα» (Καθημερινή, 18.06.2018).
Σύντομο σχόλιο για το νέο περιβαλλοντικό νόμο.
Σύμφωνα με το νόμο 4685/2020 «Εκσυγχρονισμός περιβαλλοντικής νομοθεσίας, ενσωμάτωση των Οδηγιών 2018/844 και 2019/692 κλπ.» επιτρέπονται εξορυκτικές δραστηριότητες εντός θαλάσσιων και χερσαίων περιοχών του δικτύου προστασίας Natura 2000, με εξαίρεση στις ζώνες απόλυτης προστασίας της φύσης και προστασίας της φύσης. Η τελευταία διαφοροποίηση σταθμίζεται ως προς την αποτελεσματικότητά της, καθώς είναι φύσει αδύνατο να οριοθετηθεί η ζημία στη θάλασσα. Πρέπει να σημειωθεί ότι και στο παρελθόν ο νομοθέτης επεδίωξε να διαρρήξει το προστατευτικό καθεστώς των προστατευόμενων περιοχών. Το 2008, το άρθρο 21, ΙΙ, α. της ΥΑ 49828/03.12.2008 (ΦΕΚ 2464/03.12.2008) απαγόρευσε στις Περιφέρειες να εισάγουν περιοριστικές ρυθμίσεις για την ανάπτυξη έργων Α.Π.Ε. (Πρβλ. άρθρο «Συνταγματικότητα άρθρου 21ΙΙα Ειδικού Χωροταξικού Πλαισίου για τις ΑΠΕ – ΣτΕ 1421/2013 και 387/2014» στο Περιοδικό Δίκαιο και Περιβάλλον, τεύχος 1/2016, σελ. 55. Το 2017, το αναθεωρημένο Περιφερειακό Χωροταξικό Πλαίσιο της Κρήτης το 2017 (Αριθ. 42284/13.10.2017 (ΦΕΚ ΑΑΠ 260/08.11.2017) προέβλεψε έργα και δραστηριότητες βιομηχανικού χαρακτήρα εντός περιοχών ιδιαίτερου φυσικού κάλους, υδροφόρους ορίζοντες, περιοχές αρχαιολογικού ενδιαφέροντος και περιοχές Natura 2000. Ο νέος νόμος ευθυγραμμίζεται με τις προαναφερόμενες διατάξεις.
Οι επιτρεπόμενες χρήσεις ανά προστατευόμενη ζώνη προκύπταν μέχρι σήμερα με την έκδοση σχετικών προεδρικών διαταγμάτων και οικολογικής αξιολόγησης. Με το νέο νόμο, η έκδοση ΠΔ και η ειδική περιβαλλοντική μελέτη για τις προστατευόμενες περιοχές παραμένουν ως διαδικασίες, αλλά καθορίζονται από τον νόμο κεντρικά και οριζόντια, χωρίς τη συμμετοχή της τοπικής κοινωνίας. Η πρόβλεψη αυτή μπορεί μετριοπαθώς να χαρακτηριστεί καιροσκοπική, γιατί πρακτικά δεν θεσπίζει a priori μέτρα προστασίας και διαχείρισης. Επειδή η καιροσκοπική διαχείριση δεν διασφαλίζει την προληπτική προστασία των οικοτόπων, που προβλέπουν το άρθρο 192 της ΣυνθλΕΕ και οι Οδηγίες για τους οικοτόπους και τα πτηνά (92/43/ΕΟΚ, 2009/147/ΕΕ), πιθανότατα η χώρα μας θα οδηγηθεί για άλλη μια φορά ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Η παρούσα οριζόντια ρύθμιση ενδέχεται επιπλέον να προσβάλλει το άρθρο 102 §§ 1 και 2 του Συντάγματος, που προβλέπει ότι η διοίκηση των τοπικών υποθέσεων ανήκει στους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης και το Κράτος δεν επιτρέπεται να εμποδίζει την πρωτοβουλία και την ελεύθερη δράση τους.
Ο νέος νόμος αλλάζει τον τρόπο διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών και μαζί με αυτόν, αλλάζει το νομικό πλαίσιο που διατηρήθηκε μέχρι σήμερα ως επί το πλείστον ανεφάρμοστο από το 1999. Υπενθυμίζεται ότι, με το άρθρο 15 του Ν. 2742/1999 προβλέφθηκε η σύσταση φορέων διαχείρισης. Αργότερα με το άρθρο 13 του Ν. 3044/2002 (ΦΕΚ Α’197), ιδρύθηκαν 25 ΦοΔΠΠ. Λόγω της άρνησης των διαδοχικών κυβερνήσεων να ρυθμίσουν και να στελεχώσουν τους φορείς, η χώρα βρέθηκε το 2016 σε προδικαστικό στάδιο (αιτιολογημένη γνώμη) με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, λόγω μη λήψης μέτρων προστασίας και διαχείρισης για τις Ειδικές Ζώνες Διατήρησης του δικτύου Natura 2000. Σε συνέχεια προειδοποιητικής επιστολής, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκκάλεσε την Ελλάδα αιτιολογημένη γνώμη (http://europa.eu/rapid/press-release_MEMO-16-319_el.htm), φέρνοντας τη χώρα κοντά στην παραπομπή στο δικαστήριο και στην πιθανή επιβολή προστίμων. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κάλεσε την Ελλάδα να εντείνει την προστασία των αυτοχθόνων ειδών και οικοτόπων, θεσπίζοντας κατάλληλο επίπεδο προστασίας των περιοχών που έχουν χαρακτηριστεί από το δίκτυο Natura 2000. Μετά από αυτά, το 2017 αναθεωρήθηκε ο εθνικός κατάλογος των περιοχών του δικτύου Natura 2000 (Κ.Υ.Α. 50743/11-12-2017 (ΦΕΚ 4432/Β/2017), ενώ το 2018 συστάθηκαν νέοι φορείς διαχείρισης με το Ν. 4519 (ΦΕΚ Α’ 25/20.02.2018).
Ο νέος νόμος καταργεί την αυτοτέλεια των ΦΔΠΠ και συγκεντρώνει την αρμοδιότητα διαχείρισης των προστατευόμενων περιοχών σε έναν ενιαίο κεντρικό φορέα. Και αυτή η οριζόντια ρύθμιση ενδέχεται να προσβάλλει το άρθρο 102 §§ 1 και 2 του Συντάγματος (βλ. παραπάνω).
Ο νέος νόμος ψηφίστηκε εσπευσμένα κατά τη διάρκεια των μέτρων για τον περιορισμό της πανδημίας με αποτέλεσμα την περιορισμένη συμμετοχή των βουλευτών στη συζήτηση. Επιπλέον, ενώ στη δημόσια διαβούλευση το νομοσχέδιο εμφάνιζε 66 άρθρα, το κείμενο που εμφανίστηκε αργότερα στη Βουλή για ψήφιση εμφάνιζε 130 άρθρα. Η αδιαφάνεια κατά την ψήφιση των διατάξεων ενδέχεται να πρόσβαλε το δικαίωμα του πολίτη στην περιβαλλοντική πληροφόρηση και τη συμμετοχή στη λήψη αποφάσεων. Παρομοίως, οι διατάξεις του νέου νόμου για την «απλοποίηση της περιβαλλοντικής αδειοδότησης» ενδέχεται να προσβάλλουν τα παραπάνω δικαιώματα καθώς καταργούν το στάδιο της δημόσιας διαβούλευσης κατά τη διαδικασία τροποποίησης της ΑΕΠΟ.
Γ. Σμπώκος, δικηγόρος, υπεύθυνος επιτροπής περιβάλλοντος Δικηγορικού Συλλόγου Ηρακλείου, συντονιστής προγράμματος Life Natura Themis για το ΔΣΗ.