Ο Μανώλης Γλέζος, αγωνιστής της Αριστεράς, ήρωας της Εθνικής Αντίστασης, δημοσιογράφος και συγγραφέας, έφυγε από τη ζωή το μεσημέρι της Δευτέρας στα 98 του χρόνια.
Ο Μανώλης Γλέζος γεννήθηκε στη Νάξο (Απείρανθος), το 1922 και μαζί με τον Λάκη Σάντα υπήρξαν οι πρωταγωνιστές μίας εκ των πρώτων αντιστασιακών πράξεων στην κατεχόμενη Ελλάδα την περίοδο του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου, κατεβάζοντας τη νύχτα της 30ής προς 31ης Μαΐου 1941 τη σημαία της Ναζιστικής Γερμανίας από τον ιστό του βράχου της Ακρόπολης, στην Αθήνα.
Μετά τον πόλεμο εργάστηκε ως δημοσιογράφος, αναλαμβάνοντας αρχισυντάκτης της εφημερίδας Ριζοσπάστης, ενώ αργότερα υπήρξε διευθυντής και της εφημερίδας Αυγής. Ωστόσο, γρήγορα συνελήφθη για τις πολιτικές τους πεποιθήσεις, φτάνοντας μάλιστα να καταδικαστεί σε θάνατο τρεις φορές. Οι συνεχείς δικαστικές του περιπέτειες μέχρι την οριστική του απαλλαγή με τη γενική αμνηστία του 1971 προκάλεσαν συχνά την αντίδραση της Ελληνικής και της διεθνούς κοινής γνώμης.
Ο Γλέζος ασχολήθηκε ενεργά με την πολιτική. Υπήρξε βουλευτής και πρόεδρος της Ενιαίας Δημοκρατικής Αριστεράς (ΕΔΑ) και αργότερα Bουλευτής και ευρωβουλευτής του Πανελλήνιου Σοσιαλιστικού Κινήματος (ΠΑΣΟΚ), Bουλευτής του Συνασπισμού της Αριστεράς, των Κινημάτων και της Οικολογίας (ΣΥΝ) και του Συνασπισμού Ριζοσπαστικής Αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ). Από το 2014 έως το 2015 διετέλεσε Eυρωβουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, ερχόμενος, μάλιστα, πρώτος σε ψήφους στη χώρα στις Ευρωεκλογές του Μαΐου του 2014. Ήταν επίσης επικεφαλής του ψηφοδελτίου επικρατείας της ΛΑ.Ε στις εκλογές του Σεπτέμβρη του 2015.
Ο Μανώλης Γλέζος βραβεύτηκε το 1962 από την ΕΣΣΔ με το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Λένιν. Ο Σαρλ ντε Γκωλ, την περίοδο των πρώτων δικαστικών του περιπετειών, τον χαρακτήρισε ως τον «πρώτο παρτιζάνο της Ευρώπης».
Ήρωες, άπαρτα βουνά
Το κατέβασμα και η “υπεξαίρεση” (όπως περιγράφηκε από τη σχετική επίσημη ανακοίνωση του Γερμανού φρούραρχου) της ναζιστική σημαίας από την Ακρόπολη του 1941 καθιέρωση τον Μανώλη Γλέζο (αλλά και το σύντροφο και φίλο του Λάκη Σάντα) ως λαϊκό ήρωα. Δεν θα μπορούσε βέβαια να είναι διαφορετικά καθώς εκείνη την εποχή, σχεδόν δύο μήνες μετά την είσοδό τους στην Ελλάδα, οι Γερμανοί θεωρούνταν (και ήταν) πανίσχυροι ενώ είχαν μόλις ολοκληρώσει και τη δύσκολη στρατιωτική επιχείρηση στην Κρήτη με την κατάληψη της νήσου. Κάθε πλήγμα εναντίον τους ήταν μάλλον αδιανόητο.
Παρόλα αυτά σε καμία περίπτωση οι δύο νέοι δεν δείλιασαν, κάθε άλλο. Μιλώντας ειδικά για τον Γλέζο θα έλεγε κανείς ότι ήταν τα γονίδια της καταγωγής του τον ωθούσαν στο να γράψει ιστορία, ήταν κάτι σαν πεπρωμένο γι’ αυτόν.
Γεννημένος στην Απείρανθο της Νάξου το 1922, ένα εκ πρώτης όψεως κακοτράχαλο αλλά πολύ υπερήφανο και σπουδαίο τόπο με μεγάλη παράδοση στις τέχνες, την κουλτούρα αλλά και την αντίσταση, ο μικρός Γλέζος γαλουχήθηκε με υψηλές αξίες. Επίσης ίσως να μην είναι τυχαίο ότι η οικογένειά του εικάζεται ότι έχει απώτερη καταγωγή από τους Κομητάδες Σφακίων Κρήτης (είναι, άλλωστε, γνωστό ότι στην Απείρανθο μιλιέται έως και σήμερα μία ιδιαίτερη “διάλεκτος” που παραπέμπει στη νότια Κρήτη).
Ο Γλέζος ζούσε από το 1935 στην Αθήνα, όπου μετακόμισε οικογενειακώς, ενώ από το 1941 ήταν φοιτητής της ΑΣΟΕΕ. Οι σπουδές, όμως, δεν αποτελούσαν την προτεραιότητά του εκείνη την εποχή. Ηδη από το 1940 το μυαλό και την ψυχή του Γλέζου απασχολούσε η άμυνα στο φασισμό και στο ναζισμό και η προσπάθεια συμβολής του σ’ αυτή. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1940 δήλωσε εθελοντής για τον ελληνοϊταλικό πόλεμο αλλά η αίτησή του απορρίφθηκε λόγω (νεαρής) ηλικίας.
Η είσοδος των Γερμανών στην Αθήνα, τον Απρίλιο του 1941, και εν συνεχεία η πτώση της Κρήτης, τον επόμενο μήνα, ήταν γεγονότα που συγκλόνισαν τον πάντα ανήσυχο Γλέζο. Και η κατάληψη της Κρήτης από τους ναζί ήταν τελικά η αφορμή για να τολμήσουν με τον Λάκη Σάντα αυτό που φαινόταν απίθανο και συνάμα τρομερά επικίνδυνο. Να ξεγελάσουν, δηλαδή, το σύνολο της γερμανικής φρουράς και να κατεβάσουν την ναζιστική σημαία από τον Ιερό Βράχο της Ακρόπολης.
Γλέζος και Σάντας δούλεψαν για πολλές ημέρες το σχέδιό τους. Διαβάζοντας εντατικά κάθε τι που είχε σχέση με την Ακρόπολη διαπίστωσαν ότι το εγχείρημά τους θα είχε πιθανότητες επιτυχίας μόνο αν χρησιμοποιούσαν το δρόμο μέσω του Πανδρόσειου Αντρου.
Εν τέλει αποφάσισαν να δράσουν εκεί ακριβώς, μέσω της σπηλιάς. Εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι κατά τις 21:30 και ενώ είχε πέσει η νύχτα, οι Γερμανοί φρουροί είχαν μαζευτεί στην είσοδο των Προπυλαίων, οι δύο νέοι άρχισαν την ανάβαση που φάνταζε πολύ δύσκολη. Μετά από περίπου 2 1/2 ώρες επίπονης προσπάθειας, Γλέζος και Σάντας έφτασαν ελάχιστα μακριά από τη σημαία. Αντιλήφθηκαν ότι φρουρός δεν υπήρχε (φαίνεται ότι οι Γερμανοί είχαν υποτιμήσει τους πιθανούς κινδύνους) και με γρήγορες κινήσεις κατέβασαν τη σημαία από τον ιστό. Την πήραν μαζί τους και επέστρεψαν στη βάση τους χρησιμοποιώντας το ίδιο δρομολόγιο.
Με το πρώτο φως της ημέρας (31η Μαϊου του 1941) οι Γερμανοί αντελήφθησαν ότι η σημαία τους έλειπε. Η οργή του Γερμανού επικεφαλής αξιωματικού ήταν τεράστια καθώς, σε συμβολικό επίπεδο, η μέχρι τότε ανίκητη γερμανική μηχανή, είχε γνωρίσει ένα μη αναμενόμενο πλήγμα. Διατάχθηκαν ανακρίσεις ενώ εκδόθηκε και σχετική ανακοίνωση που δημοσιεύτηκε στον (λογοκριμένο) ελληνικό Τύπο.
Η ανακοίνωση έλεγε τα εξής: “Κατά τη νύχτα της 30ης προς την 31ην Μαϊου στην Αθήνα υπεξερέθη η επί της Ακροπόλεως κυματίζουσα γερμανική πολεμική σημαία παρ’ αγνώστων δραστών. Διενεργούνται αυστηραί ανακρίσεις. Οι ένοχοι και συνεργοί αυτών θα τιμωρηθώσι δια της ποινής του θανάτου”.
Παρά τα περιορισμένα μέσα της εποχής, η ενέργεια έγινε σιγά-σιγά γνωστή σ’ όλην την Ευρώπη και προκάλεσε θαυμασμό αλλά και ενθουσιασμό. Ακόμα και μεγάλες προσωπικότητες, όπως ο Σαρλ Ντε Γκολ, υποκλίθηκαν. Μάλιστα ο τότε στρατηγός και μετέπειτα πρόεδρος της γαλλικής δημοκρατίας είπε ότι “ο Μανώλης Γλέζος είναι ο πρώτος Παρτιζάνος της Ευρώπης”.
Παρά τις συνεχείς ανακρίσεις και έρευνες, οι Γερμανοί δεν κατόρθωσαν να εξιχνιάσουν την υπόθεση. Ο Γλέζος συνελήφθη πολύ αργότερα, στις 24 Μαρτίου του 1942, για την αντιστασιακή του δράση (αφού είχε εν τω μεταξύ γίνει μέλος του ΕΑΜ Νέων). Ηταν η πρώτη από τις τρεις συλλήψεις του κατά τη διάρκεια της Κατοχής.
Λίγο πριν την απελευθέρωση, στις 10 Μαϊου του 1944, ο αδελφός του Μανώλη Γλέζου, Νίκος, εκτελέστηκε από τους Γερμανούς κατακτητές.
Ο Μανώλης Γλέζος, που καταδικάστηκε σε θάνατο άλλες δύο φορές στη ζωή του, αφιέρωσε μεγάλο μέρος της ζωής του στην προσπάθεια διεκδίκησης των γερμανικών αποζημιώσεων στην Ελλάδα για τις καταστροφές που έκαναν οι Ναζί στα χρόνια της Κατοχής (1941-1944).