ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΡΕΘΥΜΝΟ

Ενα νέο, τεράστιο μινωικό ανάκτορο ανασκάπτεται στο Μοναστηράκι Αμαρίου

Η αρχαιολόγος Αθανασία Κάντα, επικεφαλής της ανασκαφικής ομάδας, αποκαλύπτει τα μυστικά του. Πολυτελές, με εξαιρετική αρχιτεκτονική, χρήση υψηλής τεχνολογίας και απλωμένο σε έκταση 300 στρεμμάτων στο Μοναστηράκι Αμαρίου, θα φωτίσει θεμελιώδεις πλευρές τού Μινωικού Πολιτισμού.

Ενα μινωικό ανακτορικό κέντρο τεραστίων διαστάσεων έκτασης περίπου τριακοσίων στρεμμάτων, πολυτελές, με εξαιρετική αρχιτεκτονική και χρήση υψηλής τεχνολογίας, αναδύεται από την αρχαιολογική σκαπάνη στη Δυτική Κρήτη και συγκεκριμένα στα νότια του Νομού Ρεθύμνου στο Μοναστηράκι Αμαρίου σε υψόμετρο 325 μέτρων και αναμένεται να φωτίσει θεμελιώδεις πλευρές του Μινωικού Πολιτισμού.

Το Ανακτορικό Κέντρο διοικητικά μοιάζει με το Ανάκτορο της Φαιστού και άκμασε την Παλαιοανακτορική Μινωική Περίοδο ( 1900 π.Χ. – 1700 π.Χ.), οπότε καταστράφηκε από σεισμό και πυρκαγιά. Μέχρι τώρα έχουν ανασκαφεί 160 δωμάτια από την αρχαιολογική ομάδα της επίτιμης εφόρου Αρχαιοτήτων και επίτιμης καθηγήτριας των Πανεπιστημίων Νάπολη της Ιταλίας και Αντέλφι της Νέας Υόρκης, διδάκτορος Αθανασίας Κάντα, με εξαιρετικά ευρήματα, όπως αριθμημένα υφαντικά βάρη, τρία αρχεία σφραγισμάτων, πολλά πιθάρια, καμαραϊκά αγγεία, ένα πήλινο ομοίωμα ιερού, δωμάτιο συμποσίων κ.λπ. Κρυφή ελπίδα είναι να βρεθούν πινακίδες της Γραμμικής Α΄ Γραφής.

-Πού ακριβώς βρίσκεται το Μινωικό Ανάκτορο και πότε άρχισε η ανασκαφή;

Το ανακτορικό κέντρο στο χωριό Μοναστηράκι Αμαρίου, περίπου 35 χιλιόμετρα νότια του Ρεθύμνου, ανασκάφτηκε μερικώς από Γερμανούς αρχαιολόγους, μέλη του στρατού κατοχής κατά τον Β’ Παγκόσμιο πόλεμο με καταναγκαστική εργασία εργατών από τα γύρω χωριά. Οι νέες ανασκαφές άρχισαν το 1980 και συνεχίζονται μέχρι σήμερα, με τη βοήθεια της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, της τοπικής αυτοδιοίκησης και του ΙΝΣΤΑΠ. Εχουν αγοραστεί περίπου 65 στρέμματα του αρχαιολογικού χώρου από τα σχεδόν 300 της ολικής έκτασής του. Σκοπός των ανασκαφών είναι η διερεύνηση των αρχιτεκτονικών καταλοίπων, η ακριβής χρονολόγηση του χώρου, καθώς και η συλλογή στοιχείων για την οικονομία, τη γεωργία, την κτηνοτροφία και την ιστορία της Παλαιοανακτορικής Εποχής, της εποχής δηλαδή των πρώτων μινωικών ανακτόρων (1900-1700 π.Χ.). Το κέντρο ιδρύθηκε στη θέση Χάρακας, σε ένα χαμηλό λόφο πάνω από την πεδιάδα των Ασωμάτων και τον Πλατύ Ποταμό. Από εκεί περνά ο φυσικός δρόμος, που οδηγεί από τη βόρεια στη νότια Κρήτη σε αυτή την περιοχή του νησιού, που διαθέτει άφθονο νερό και καλλιεργήσιμες εκτάσεις.

-Ξέρουμε πώς λεγόταν στην αρχαιότητα;

Το αρχαίο όνομα του ανακτορικού κέντρου δεν είναι γνωστό. Φαίνεται όμως ότι μπορεί να ταυτιστεί με τη Συβρίτα της Μέσης Εποχής του Χαλκού, τη σου-κι-ρι-τα της Γραμμικής Α και Β. Η ελληνική όλη από τον 12ο αι. κ.ε. βρίσκεται στη θέση Θρόνος, λίγα χιλιόμετρα από το Μοναστηράκι. Είναι ενδεχόμενο το όνομα την Προϊστορική Εποχή, όπως και κατά την Ενετοκρατία, να αντιστοιχούσε σε ολόκληρη την ευρύτερη περιοχή και όχι σε μια πόλη μόνο, όπως συνέβαινε την Ενετοκρατία με το Τιμάριο των 2 Συβρίτων που περιελάμβανε τμήματα της επαρχίας Αμαρίου και Αγίου Βασιλείου.

-Πώς βγήκε το συμπέρασμα ότι πρόκειται για ανακτορικό κέντρο;

Ο ανακτορικός χαρακτήρας του διαφαίνεται από τα τρία αρχεία σφραγισμάτων, που έχουν βρεθεί μέχρι τώρα. Πρόκειται για αποτυπώματα σφραγίδων πάνω στον πηλό. Με τον πηλό αυτό φραγίζονταν διάφορα αντικείμενα, π.χ. πιθάρια, κασέλες, σακιά, πόμολα πόρτας, περγαμηνές, πάπυροι κλπ. Η μελέτη τους μας δείχνει τον τρόπο λειτουργίας της οικονομίας και του λογιστικού συστήματος της εποχής. Φαίνεται λοιπόν ότι υπήρχε αυστηρός διοικητικός έλεγχος των προϊόντων που διακινούνταν στο κέντρο αλλά και του εμπορίου. Τα κομμάτια αυτά του πηλού ψήθηκαν στη φωτιά που κατέστρεψε το κέντρο και γι” αυτό διατηρηθήκαν. Η μελέτη των αποτυπωμάτων των σφραγίδων πάνω στον πηλό, αλλά και το όλο σφραγιστικό σύστημα δείχνει στενές ομοιότητες με το σύστημα που ήταν σε χρήση στο ανάκτορο της Φαιστού. Τα διακοσμητικά θέματα ήταν κυρίως γραμμικά, π.χ. σπείρες και σπειροειδή, σιγμοειδή, γωνίες, ημικύκλια, σβάστικες, σταυροειδή, άνθη, φύλλα, ρόδακες, άστρα. Υπάρχουν επίσης ζώα, π.χ. αίγαγροι, πίθηκοι, οκτάποδες, σκορπιοί, σαύρες ψάρια, τετράποδα- ίσως σκύλοι. Κάποια από τα διακοσμητικά θέματα έχουν ταλισμανικό (μαγικό) χαρακτήρα ή είναι σημεία της ιερογλυφικής γραφής. Πινακίδες γραφής δεν έχουν βρεθεί μέχρι τώρα στο Μοναστηράκι. Ωστόσο βρέθηκαν υφαντικά βάρη που έχουν χαραγμένα στην επιφάνειά τους αριθμητικά. Αρα οι χειριστές του συστήματος ήξεραν και έγραφαν αριθμητική. Είναι επίσης προφανές ότι υπήρχε έλεγχος επί των προϊόντων, στην προκειμένη περίπτωση υφασμάτων. Ανάλογες πρακτικές υπήρχαν και στα Μάλια.

-Αρχιτεκτονικά πως αξιολογείτε το Ανάκτορο;

Εχει μνημειώδη αρχιτεκτονικη, ένα ακόμα στοιχειο που συνηγορεί υπέρ τού ανακτορικού του χαρακτήρα. Μεμονωμένα οικήματα δεν έχουν αναγνωριστεί στον σκαμμένο χώρο μέχρι τώρα. Τα παλαιότερα ευρήματα βρέθηκαν σε μια τομή για πέδιλο του στεγάστρου και χρονολογούνται στην πρώιμη εποχή του Χαλκού. Ωστόσο, δεν φαίνεται να υπήρχε οικισμός στο λόφο αυτή την εποχή. Το ανακτορικό κέντρο, όσο ξέρουμε μέχρι σήμερα, ιδρύθηκε τη ΜΜ Ι Β περίοδο (περίπου 1900 π.Χ.). Κατά τη διάρκεια της ζωής του καταστράφηκε και ξαναχτίστηκε αμέσως σε μεγαλύτερη έκταση. Καταστράφηκε ολοσχερώς τη ΜΜ ΙΙ Β περίοδο (1700 π.Χ.) από σεισμό και έντονη πυρκαγιά. Οι κάτοικοι έφυγαν, ενώ όλα τα δωμάτια βρέθηκαν γεμάτα με το περιεχόμενό τους, εκτός από κινητά και πολύτιμα αντικείμενα που, όπως φαίνεται, πρόλαβαν και πήραν μαζί τους. Γι αυτό λίγα χάλκινα αντικείμενα και σφραγίδες ήρθαν στο φως, ενώ έχουν βρεθεί εκατοντάδες σφραγίσματα.

-Σε τι κατάσταση διατηρείται η αρχιτεκτονική του;

Γενικά καλή και σε ορισμένα σημεία πολύ καλή. Τα επίσημα δωμάτια του χώρου έχουν μεγαλιθική τοιχοδομία και οι τοίχοι ήταν επιχρισμένοι με χρωματιστούς σοβάδες. Η κατασκευή των τοίχων των αποθηκών παρουσιάζει ιδιαιτερότητες τυπικές της Παλαιοανακτορικής Εποχής. Η βάση τους αποτελείται από μικρές πέτρες με συνδετικό υλικό τη λάσπη. Η όλη κατασκευή στηρίζεται και ενισχύεται από έναν ξύλινο σκελετό, που αποτελείται από κλαδιά δένδρων, τα οποία έχουν τοποθετηθεί διαμπερή μέσα στους τοίχους, όχι δηλ. με τον γνωστό ανακτορικό τρόπο των ξυλοδεσιών- οριζόντια και κάθετα. Το όλο καλυπτόταν από κονίαμα λάσπης. Όταν το κονίαμα αυτό πέφτει διακρίνονται οι οπές, όπου είχαν τοποθετηθεί τα κλαδιά. Αυτό δημιουργεί πρόβλημα στη διατήρηση των τοίχων, αφού πολλοί από αυτούς έχουν την υφή δαντέλας. Το πάνω τμήμα των κτιρίων ήταν από άψητα πληθιά. Αυτά όπου ψήθηκαν από την πυρκαγιά διατήρησαν το σχήμα τους και βρέθηκαν πεσμένα μέσα στα δωμάτια. Γενικά όμως έχουν μεταβληθεί σε σωρούς κόκκινου χώματος που έχει γεμίσει τα δωμάτια.

-Είχε το ανάκτορο ορόφους;

Αυτό μαρτυρούν τα ανασκαφικά στοιχεία. Τα πατώματα του ορόφου βρέθηκαν πεσμένα σε αρκετά δωμάτια μαζί με τα αντικείμενα που υπήρχαν εκεί, π.χ. πολύχρωμα καμαραϊκά αγγεία, υφαντικά βάρη, σφραγίσματα κλπ. Την ύπαρξη ορόφου μαρτυρούν επίσης και σκάλες σε διάφορα σημεία των κτιρίων. Τα δωμάτια των ορόφων, σε αντίθεση με τις αποθήκες, είχαν πολυτελή εμφάνιση με χρωματιστά κονιάματα στους τοίχους και στα πατώματα.

-Ξανακατοικήθηκε ο λόφος μετά την καταστροφή;

Δεν φαίνεται να ξανακατοικήθηκε συστηματικά τη Μινωική Εποχή. Μόνο σε μία περιοχή βρέθηκαν λίγα όστρακα του 1200 π.Χ. περίπου και ίσως υπολείμματα καλύβας ενός βοσκού. Η επόμενη φάση κατοίκησης στην κορυφή του λόφου ανάγεται στην Ελληνιστική-πρώιμη Ρωμαϊκή Εποχή.

Μοναστηράκι Αμαρίου, Μινωικό Ανάκτορο

– Σε άλλη πλευρά έχει προχωρήσει η ανασκαφή;

Βεβαίως. Στη νότια πλευρά του λόφου του Μοναστηρακίου βρέθηκε κτιστό κεκλιμένο επίπεδο, που οδηγεί από τους αγρούς προς το ανακτορικό κέντρο. Στο σημείο αυτό υπάρχει μεγάλο κτίριο που φαίνεται ότι η χρήση του ήταν αφιερωμένη στον διοικητικό έλεγχο και την υποδοχή των εισερχομένων στο κέντρο. Μόνο το ισόγειο διατηρήθηκε. Σε ένα από τα δωμάτια που σκάφτηκαν βρέθηκε πεσμένο από τον όροφο ένα αρχείο σφραγισμάτων. Φαίνεται ότι ο όροφος όπου φυλασσόταν το αρχείο είχε πιο πολυτελή χαρακτήρα από το ισόγειο, αφού βρέθηκαν τεμάχια έγχρωμων κονιαμάτων.

Η χρήση του κτιρίου είναι ενδιαφέρουσα. Κατά την καταστροφή του, τμήμα του περιεχομένου του έπεσε εξωτερικά, σε έναν υπαίθριο χώρο. Τα αντικείμενα που έπεσαν ήταν αγγεία πόσης και σερβιρίσματος φαγητού, άωτα κωνικά κύπελλα, τροπιδωτά κύπελλα, κάποιες πρόχοι και άλλα αγγεία μεσαίου μεγέθους κατάλληλα για υγρά, κέρνοι και το πήλινο ομοίωμα ενός ιερού. Φαίνεται λοιπόν ότι ήταν αφιερωμένο στον διοικητικό έλεγχο των διακινούμενων προϊόντων, είχε σχέση με θρησκευτικές τελετουργίες και ίσως προσφερόταν στους επισκέπτες και ένα παραδοσιακό Κρητικό κέρασμα. Στη νότια πλευρά του λόφου υπήρχε επίσης κεραμικός κλίβανος και εργαστήρι κεραμέα. Το ομοίωμα του ιερού είναι μια μακέτα ενός κτιρίου από πηλό. Διατηρεί ίχνη βαφής από μαύρο άσπρο και κοκκινωπό χρώμα. Σώζεται ο άνω όροφος και τμήμα των τοίχων του κάτω. Ο κάτω όροφος είχε μεγαλύτερες διαστάσεις και σχημάτιζε βεράντα στην πρόσοψη. Τα διπλά κέρατα που σώζονται στον τοίχο της δείχνει τον ιερό χαρακτήρα του κτηρίου.

Οσο για το ανατολικό τμήμα τού λόφου έχει ανασκαφεί σε μεγάλη έκταση το συγκρότημα που βρίσκεται εκεί. Είχε χρήση αποθηκών και εργαστηρίων στο ισόγειο, ενώ υπάρχουν ενδείξεις και για θρησκευτικές τελετουργίες. Αντίθετα, ο όροφος είχε χρήση κατοικίας, υφαντικής και διοικητική, όπως δείχνουν τα αρχεία των σφραγισμάτων που κρατούνταν εκεί. Περίπου 90 δωμάτια έχουν ερευνηθεί, αλλά τα όρια του δεν είναι ακόμη γνωστά αφού συνεχίζεται προς όλες τις διευθύνσεις. .Στο κέντρο του πλατώματος βρέθηκε το συγκρότημα των επισήμων χώρων του κέντρου με μνημειώδεις εξωτερικούς τοίχους με τις τυπικές εσοχές και εξοχές της μινωικής αρχιτεκτονικής. Υπάρχει μεταξύ άλλων ένα κύριο δωμάτιο με κεντρικό κίονα, στο οποίο βρέθηκε νεροχύτης με οχετό και άφθονα σπασμένα κύπελλα. Φαίνεται ότι λειτουργούσε ως χώρος συμποσίων.

Tου Παναγιώτη Γεωργουδή – Εφημερίδα Συντακτών