Του Μανώλη Γ. Ψαρουδάκη, Αντιπροέδρου της ΕΣΕΕ
Για 19ο συναπτό έτος, η Ετήσια Έκθεση Ελληνικού Εμπορίου του ΙΝΕΜΥ-ΕΣΕΕ αποτέλεσε τη «γιορτή» του ελληνικού εμπορίου. Η φετινή χρονιά είχε όμως μια ευχάριστη ιδιαιτερότητα. Η (εξαιρετική) παρουσίαση της ετήσιας έκθεσης αποτέλεσε το πρελούδιο του 1ου «Future of Retail» ενός μεγάλου, σημαντικού και σύγχρονου forum για το ελληνικό εμπόριο το οποίο εισήγαγε η ΕΣΕΕ την προηγούμενη εβδομάδα.
Ειδικότερα, τα ευρήματα της έκθεσης είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα. Από ότι διαφαίνεται, ο κύκλος εργασιών στο λιανικό εμπόριο έχει ξεκινήσει να προσεγγίζει, έστω και διστακτικά, τη θετική πορεία των υπόλοιπων μακροοικονομικών μεγεθών. Η ελληνική οικονομία βελτιώνει τις επιδόσεις της και εισέρχεται σε ένα spiral κανονικοποίησης όπου όλες οι μεταβλητές (π.χ. ΑΕΠ, ιδιωτική κατανάλωση, εξαγωγές κ.λπ.) ενισχύονται. Στο πλαίσιο αυτό ο κύκλος εργασιών στο λιανικό εμπόριο (ΔΚΕ), όπως εντυπώνεται και στην έκθεση, ενισχύεται για το πρώτο εννεάμηνο του 2019 καταγράφοντας αύξηση 0,5%. Μάλιστα η αύξηση είναι μεγαλύτερη με βάση τα τελευταία στοιχεία καθώς προσεγγίζει το 4,1% το πρώτο ενδεκάμηνο του 2019. Όμως η μεγέθυνση αυτή δεν διαχέεται με ανάλογο τρόπο σε όλες τις υποκατηγορίες του ελληνικού εμπορίου. Κάποιες κατηγορίες, όπως τα ‘Βιβλία – χαρτικά – λοιπά είδη’ και τα ‘Έπιπλα – ηλεκτρικά είδη – εξοπλισμός’ καταγράφουν σημαντική αύξηση (8,4% και 4,1% αντίστοιχα) ενώ κάποιες άλλες, όπως τα ‘μικρότερα καταστήματα τροφίμων’ παρουσιάζουν μείωση 4,1%. Στη βάση αυτή παρουσιάζεται ο πρώτος δυισμός που καταγράφει η έκθεση. Τα ‘μεγάλα καταστήματα τροφίμων’ φαίνεται να κερδίζουν την άνιση είναι αλήθεια μάχη παρουσιάζοντας αύξηση 1,3%.
Στο επίπεδο της απασχόλησης, ένα αισιόδοξο στοιχείο είναι η αύξηση της απασχόλησης κατά 2,5% στο σύνολο της ελληνικής αγοράς εργασίας. Το εμπόριο παραμένει σταθερά ο σημαντικότερος εργοδότης της ελληνικής οικονομίας καθώς προσφέρει το 17,3% της συνολικής απασχόλησης παρουσιάζοντας μείωση των θέσεων προσωρινής απασχόλησης αλλά αύξηση της μερικής απασχόλησης.
Ο δεύτερος δυισμός που καταγράφεται στην έκθεση, και παρουσιάζει εξαιρετικό ενδιαφέρον, είναι η διάσταση της μεγέθυνσης μεταξύ των μεγάλων και των μικρών επιχειρήσεων. Σύμφωνα με τα στοιχεία της έκθεσης το 49% των ΑΕ και ΕΠΕ εμφάνισε αύξηση στις πωλήσεις τους ενώ το 51% αύξηση των κερδών τους. Από τις μικρότερες επιχειρήσεις μονάχα το 13% παρουσίασε αύξηση τζίρου, ποσοστό εμφανώς μικρότερο από το αντίστοιχο των μεγαλύτερων επιχειρήσεων. Όμως μια αισιόδοξη οπτική της έκθεσης είναι ότι ο μέσος τζίρος της αντιπροσωπευτικής επιχείρησης εκτιμάται ως ελαφρά αυξημένος σε σχέση με το 2019 (από 149.000 το 2018 στα 155.000 ευρώ το 2019). Βέβαια, ο ‘ελέφαντας’ παραμένει μέσα στο δωμάτιο της μικρής και μεσαίας επιχείρησης. Τα ποιοτικά ευρήματα της έρευνας του ΙΝΕΜΥ είναι εξαιρετικά ενδιαφέροντα. Τα προβλήματα της φορολόγησης, της μείωσης της καταναλωτικής ζήτησης και της ρευστότητας παραμένουν τα κορυφαία ζητήματα των επιχειρήσεων. Όμως, και αυτό δείχνει μια μετατόπιση του επιχειρηματικού κλίματος, ζητήματα που δεν αξιολογούνταν από τις εμπορικές επιχειρήσεις ως σημαντικά, όπως τα πολυθεματικά malls, το παραεμπόριο και ο ψηφιακός μετασχηματισμός αποκτούν σημασία αποπνέοντας έναν αέρα κανονικότητας. Ειδικότερα σε σχέση με το τελευταίο, τον ψηφιακό μετασχηματισμό, τόσο η έκθεση όσο και το συνέδριο μας προσέφεραν αφειδώς έναν εντυπωσιακό πλούτο πληροφόρησης. Η ουσία του συνεδρίου αποκρυσταλλώνεται φράση του προέδρου της ΕΣΕΕ Γιώργου Καρανίκα, “Οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις δεν θα πρέπει να φοβηθούν την ψηφιακή πρόκληση. Η προσαρμογή της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας στο νέο ψηφιακό περιβάλλον αποτελεί την βασική προϋπόθεση για τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».
Πάνω σε αυτό ακριβώς θα ήθελα να συμπληρώσω, ότι στην παρέμβαση μου στην ετήσια γενική συνέλευση της ΕΣΕΕ στο πλαίσιο του 1ου Συνέδριου “Future of Retail” που πραγματοποιήθηκαν πρόσφατα, τόνισα ότι σήμερα οι επιχειρηματίες είναι, και πρέπει να είναι, ενήμεροι, ευέλικτοι και με διάθεση ανάληψης ρίσκων. Αυτό είναι το σύγχρονο περιβάλλον του επιχειρείν στο εμπόριο. Επιπρόσθετα, κοιτώντας προσεκτικά τα ευρήματα της έρευνας μας, στάθηκα στο ότι το 25% περίπου του συνόλου των επιχειρήσεων του εμπορίου, έχουν δημιουργηθεί κατά την τελευταία δεκαετία, εντός δηλαδή της περιόδου της Κρίσης. Αποτελεί συνεπώς, το «νέο αίμα» κατηρτισμένων και δυναμικών επιχειρηματιών που αντιδρά δυναμικά στις σύγχρονες προκλήσεις παρακολουθώντας τις εξελίξεις υπό μια ευρεία οπτική γωνία.
Σε αυτό το μοντέλο εμπόρου θα πρέπει να σταθούμε ως νέα Διοίκηση της ΕΣΕΕ. Να δούμε ποιο είναι το σημερινό προφίλ του εμπόρου και πώς να ενσωματώσουμε τα θετικά του χαρακτηριστικά.
Θεωρώ ότι έφτασε ο καιρός να αφήσουμε πίσω μας τα φοβικά σύνδρομα που διακατέχουν πολλούς από εμάς, για να προτείνουμε και να διεκδικήσουμε απτές και εφαρμόσιμες πολιτικές, για αυτό το μέλλον που αξίζει στο εμπόριο της χώρας.