Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Κάθε μεταφυσικός αναζητητής, επηρεασμένος από το συγκρητισμό της New Age πνευματικότητας, γνωρίζει την Αιγυπτιακή και τη Θιβετανική Βίβλο των Νεκρών. Πολλοί συναρπάζονται από την ιδέα ενός αρχαίου βιβλίου με οδηγίες, προορισμένες να αξιοποιηθούν μετά θάνατον. Προέρχεται από έναν εξωτικό ανεπτυγμένο πολιτισμό, κι έτσι θεωρείται βέβαιο ότι κομίζει κάποια μεγάλη σοφία. Κουρασμένοι από τις ξεθωριασμένες εκδοχές της χριστιανικής πνευματικότητας, με τις οποίες από παιδί έρχεται σε επαφή, ο δυτικός άνθρωπος σκύβει για νερό στις εξωτικές πηγές. Οι εκδόσεις ακολουθούν, με την απαραίτητη οικονομική εκμετάλλευση της πνευματικής μόδας.
Λίγοι όμως γνωρίζουν πως υπάρχει άλλη μια Βίβλος των Νεκρών, κατά πολύ αρχαιότερη και σημαντικότερη –ή τουλάχιστον πιο εντυπωσιακή– από τις δύο πασίγνωστες. Η Χριστιανική Βίβλος των Νεκρών. Οι αρχαίοι χριστιανοί, για πολλούς αιώνες, τη γνώριζαν, όμως σήμερα η ύπαρξή της έχει λησμονηθεί, μαζί με τα πιο σημαντικά στοιχεία της χριστιανικής πνευματικότητας. Ας επιχειρήσουμε λοιπόν μια ανακάλυψή της και διερεύνηση του χαρακτήρα της.
Οι μαρτυρίες της Βίβλου
Στη Χριστιανική Βίβλος των Νεκρών αναφέρεται συχνά η Αγία Γραφή, και ιδιαίτερα η Αποκάλυψη.
Έξοδος 32, 31-33: «υπέστρεψε δε Μωυσής προς Κύριον και είπε· δέομαι, Κύριε· ημάρτηκεν ο λαός ούτος αμαρτίαν μεγάλην και εποίησαν εαυτοίς θεούς χρυσούς. και νυν ει μεν αφείς αυτοίς την αμαρτίαν αυτών, άφες· ει δε μη, εξάλειψόν με εκ της βίβλου σου, ης έγραψας. και είπε Κύριος προς Μωυσήν· ει τις ημάρτηκεν ενώπιόν μου, εξαλείψω αυτούς εκ της βίβλου μου».
Ψαλμός ξη΄ (68). Πρόκειται για χριστολογικό (μεσσιανικό) ψαλμό, που αναφέρεται προφητικά στο μαρτύριο του Χριστού. Τα ευαγγέλια αναφέρονται σ’ αυτόν περισσότερες από μια φορές (π.χ. στ. 22 – Ματθ. 27, 48. στ. 10 – Ιωάνν. 2, 17).
Εκεί (στ. 29) ο αθώος και βασανιζόμενος από τους απόλυτα διεφθαρμένους εχθρούς του, φέρεται να λέει: «εξαλειφθήτωσαν εκ βίβλου ζώντων και μετά δικαίων μη γραφήτωσαν» [πρόκειται για προειδοποίηση προς τους μελλοντικούς δολοφόνους του Χριστού, μήπως και αλλάξουν την απόφασή τους και σωθούν (1)].
Δανιήλ 12, 1: «και εν τω καιρώ εκείνω σωθήσεται ο λαός σου, πας ο γεγραμμένος εν τη βίβλω».
Απόστολος Παύλος, προς Φιλιππισίους 4, 3: «ναί ερωτώ και σε, Σύζυγε γνήσιε, συλλαμβάνου αυταίς, αίτινες εν τω ευαγγελίω συνήθλησάν μοι μετά και Κλήμεντος και των λοιπών συνεργών μου, ων τα ονόματα εν βίβλω ζωής».
Στην Αποκάλυψη οι αναφορές είναι πυκνότερες:
Αποκάλυψις 3, 5: «Ο νικών ούτος περιβαλείται εν ιματίοις λευκοίς, και ου μη εξαλείψω το όνομα αυτού εκ της βίβλου της ζωής, και ομολογήσω το όνομα αυτού ενώπιον του πατρός μου και ενώπιον των αγγέλων αυτού».
Αποκ. 20, 12-15: «και άλλο βιβλίον ηνοίχθη, ό εστι της ζωής… και ει τις ουχ ευρέθη εν τη βίβλω της ζωής γεγραμμένος, εβλήθη εις την λίμνην του πυρός».
Αποκ. 13, 8: «και προσκυνήσουσιν αυτόν πάντες οι κατοικούντες επί της γης, ων ου γέγραπται το όνομα εν τω βιβλίω της ζωής του αρνίου του εσφαγμένου από καταβολής κόσμου».
Αποκ. 17, 8: «Το θηρίον ό είδες, ην και ουκ έστι, και μέλλει αναβαίνειν εκ της αβύσσου και εις απώλειαν υπάγειν· και θαυμάσονται οι κατοικούντες επί της γης, ων ου γέγραπται το όνομα επί το βιβλίον της ζωής από καταβολής κόσμου, βλεπόντων το θηρίον ότι ην, και ουκ έστι και παρέσται».
Αποκ. 21, 27: «και ου μη εισέλθη εις αυτήν παν κοινόν και ο ποιών βδέλυγμα και ψεύδος, ει μη οι γεγραμμένοι εν τω βιβλίω της ζωής του αρνίου».
***
Υπάρχουν κι άλλες αναφορές σε βιβλία μέσα στην Αγία Γραφή, που όμως δεν αφορούν στη Βίβλο των Νεκρών («Βιβλίο των Ζώντων»). Οι πιο πνευματικές είναι τα βιβλία όλων των ανθρώπινων πράξεων, που θα ανοιχτούν κατά την τελική κρίση (Δανιήλ 7, 10. Αποκάλυψις 20, 12), και το «βιβλίο» με τις επτά σφραγίδες, που ανοίγει το Αρνίον το Εσφαγμένον προ καταβολής κόσμου (δηλ. ο Χριστός) από το κεφ. 5 της Αποκάλυψης. Τα βιβλία των ανθρώπινων πράξεων δεν ταυτίζονται με το Βιβλίο των Ζώντων, γιατί σ’ αυτά είναι γραμμένες και οι αρνητικές πράξεις, που οδηγούν στην απώλεια, ενώ στο Βιβλίο των Ζώντων είναι γραμμένα τα ονόματα (όχι οι πράξεις) μόνο των Ζώντων, όπως θα εξηγήσουμε παρακάτω.
Η διάκριση των βιβλίων των ανθρώπινων πράξεων από το Βιβλίο των Ζώντων γίνεται ρητά στην Αποκάλυψη, κεφ. 20, στίχ. 12-15: «…και είδον τους νεκρούς, τους μεγάλους και τους μικρούς, εστώτας ενώπιον του θρόνου, και βιβλία ηνοίχθησαν· και άλλο βιβλίον ηνοίχθη, ό εστι της ζωής· και εκρίθησαν οι νεκροί εκ των γεγραμμένων εν τοις βιβλίοις κατά τα έργα αυτών… και ει τις ουχ ευρέθη εν τη βίβλω της ζωής γεγραμμένος, εβλήθη εις την λίμνην του πυρός».
Το βιβλίο με τις επτά σφραγίδες δεν είναι παρά αλληγορία, για την ερμηνεία της οποίας μπορούν να προταθούν διάφορα – π.χ. ότι η κατά Θεόν σοφία για τον κόσμο είναι «επτασφράγιστο μυστικό», που μόνο εν Χριστώ κατανοείται, όχι «ανθρωπίνοις σοφίας λόγοις» (Παύλος, Α΄ Κορινθ., κεφ. 2), αλλά με την κάθαρση της καρδιάς, όπως αναφέρει ο Ιησούς στο Ματθ. 5, 8 κ.α. Σημασία ωστόσο έχει η επιμέρους αποκάλυψη που δίδεται με το άνοιγμα κάθε σφραγίδας και όχι καθεαυτή η αλληγορία του βιβλίου.
Το «Βιβλίο των Ζώντων»
Αντιλήφθηκε φυσικά ο αναγνώστης πως στο χριστιανισμό δεν χρησιμοποιείται ο όρος «Βίβλος των Νεκρών», αλλά «Βίβλος της Ζωής» ή «των Ζώντων». Αυτό συμβαίνει, γιατί στη χριστιανική παράδοση έχουμε υπέρβαση του θανάτου. Νεκροί εδώ είναι μόνον όσοι απέκοψαν τον εαυτό τους από το Θεό, λόγω του εγωισμού τους και της υποδούλωσης στα πάθη τους. Οι λοιποί είναι ζώντες, όχι νεκροί.
Επίσης, το Βιβλίο των Ζώντων δεν περιέχει οδηγίες για τη μεταθανάτια κατάσταση, γιατί η κατάσταση αυτή διαμορφώνεται στην παρούσα ζωή (όπου έχουμε πλήθος οδηγιών στην Αγία Γραφή και τους αγίους διδασκάλους του χριστιανικού ηθικού και πνευματικού αγώνα). Περιέχει τα ονόματα των ανθρώπων που πλησίασαν τη θεοειδή μεταμόρφωση, στην οποία προσκαλεί και την οποία διδάσκει ο χριστιανισμός.
Τέλος, δεν είναι γήινο βιβλίο, αλλά επουράνιο – το νοερό αρχείο εντός της μνήμης του Θεού, όπου εγγράφεται ή διαγράφεται ονομαστικά έκαστος.
Χριστιανοί συγγραφείς και άγιοι έχουν γράψει πολλά για τη μεταθανάτια κατάσταση (2), αλλά τα βιβλία τους δεν καθιερώνονται ως «Βίβλος των Νεκρών», γιατί δεν παρατηρείται στην παράδοσή μας τέτοια ανάγκη. «Βίβλος των Νεκρών» θα μπορούσε να θεωρηθεί μόνο ένα βιβλίο για την κόλαση. Όμως η προσοχή των χριστιανών είναι στραμμένη προς το Φως, τη Ζωή και τον παράδεισο, και όχι προς το σκοτάδι, τη νέκρωση και την κόλαση, γι’ αυτό και δίνεται έμφαση στη Βίβλο της Ζωής και όχι σε κάποια συστηματοποίηση αναφορών, ή μαρτυριών, για τη χωρίς Θεό τραγική αιωνιότητα, παρότι υπάρχουν αρκετές.
Ο προσανατολισμός αυτός μπορεί να φανερώσει και μια από τις διαφορές της ορθόδοξης πνευματικότητας από τις νόθες μορφές πνευματικής αναζήτησης, που παρήγαγαν τις απόκρυφες «Αποκαλύψεις» [φανταστικές περιηγήσεις στον κόσμο των ψυχών, με έμφαση στις περιγραφές της κόλασης – πηγή έμπνευσης για το Δάντη (π.χ. η Αποκάλυψις Παύλου, που δήθεν περιγράφει τι είδε ο απόστολος Παύλος κατά την αρπαγή του «μέχρι τρίτου ουρανού», που αναφέρει στη Β΄ επιστολή προς Κοριθνίους)], κι από τις γκρίζες αναζητήσεις του μεσαιωνικού καθολικισμού, που η προσοχή του ήταν σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό στραμμένη στη διερεύνηση του σκότους και της κολάσεως.
Ποιος συντάσσει το «Βιβλίο των Ζώντων»;
Μήπως εδώ έχουμε μια απροκάλυπτη διδασκαλία περί απόλυτου προορισμού; Μήπως δηλαδή ο Θεός γράφει και σβήνει τον καθένα από τη Βίβλο της Ζωής Του όπως Του αρέσει;
Όχι, γιατί επίσης είναι γραμμένο ότι ο Θεός θέλει «πάντας σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν» (να σωθούν όλοι και να γνωρίσουν την αλήθεια, Παύλος, Α΄ προς Τιμόθεον, 2, 4). Όλοι λοιπόν κατ’ αρχάς είμαστε γραμμένοι στη Βίβλο της Ζωής. Ποιος λοιπόν καθορίζει αν θα βρεθούμε γραμμένοι σ’ αυτήν ή όχι, όπως αναφέρεται στην Αποκάλυψη;
Δανείζομαι ένα απόσπασμα από το δοκίμιο του Ιωάννη Γ. Παλαιτσάκη “Αριθμός γαρ ανθρώπου εστί”, Αθήνα 2004, σελ. 123-125. Το βιβλίο αυτό είναι γραμμένο σε κάπως παράδοξο ύφος, από χριστιανική άποψη, όμως οι ερμηνευτικές του ιδέες μου φαίνονται εύλογες και συνεπείς προς τη γνήσια χριστιανική πνευματική κληρονομιά, όπως την ξέρουμε από τους βίους και τα συγγράμματα των αγίων. Ερμηνεύοντας λοιπόν το Αποκ. 13, 8 («και προσκυνήσουσιν αυτόν πάντες οι κατοικούντες επί της γης, ων ου γέγραπται το όνομα εν τω βιβλίω της ζωής του αρνίου του εσφαγμένου από καταβολής κόσμου»), γράφει:
«Για να γίνει ορθά κατανοητή η φράση αυτή (και να μην δημιουργηθεί η λαθεμένη εντύπωση ότι η λέξη “γέγραπται” σημαίνει… ότι “η μοίρα μας είναι γραμμένη” ή ότι “η ζωή μας είναι προσχεδιασμένη”… θα πρέπει να πούμε ότι, στην συμβολική και αλληγορική γλώσσα της Καινής Διαθήκης, και ιδίως της Αποκάλυψης, από την αρχή της Δημιουργίας (“από καταβολής κόσμου”) ο καθένας άνθρωπος καλείται, στη δική του εποχή, από τον Λόγο του Θεού… να γνωρίσει και να αγαπήσει τον αληθινό Δημιουργό του και να πορευθεί στη γήινη ζωή του σύμφωνα με το θέλημά Του… γράφοντας το όνομά του με τη δική του ελεύθερη βούληση σ’ ένα μεγάλο “Βιβλίο” (“το βιβλίον της ζωής”), το οποίο πρόκειται “να ανοιχθεί” κατά την ημέρα της Τελικής Κρίσης…
»Για να μπορέσει όμως ο καθένας άνθρωπος να φθάσει ως το “βιβλίο της ζωής” και “να γράψει” σ’ αυτό το όνομά του, θα πρέπει προηγουμένως να έχει δοκιμασθεί – αγωνισθεί και νικήσει (Αποκ. 15:2/21:7), δηλαδή θα πρέπει να έχει υπερπηδήσει όλα τα εμπόδια και να ‘’χει αποφύγει όλες τις παγίδες, που στήνουν, στους δρόμους της γήινης ζωής των ανθρώπων, ο Σατανάς… με το θηρίο του (“το μυστήριον της ανομίας”).
»Ποιοι λοιπόν θα είναι αυτοί που “θα προσκυνήσουν” το θηρίο; Θα είναι, μας λέει ο Ιωάννης, όλοι αυτοί των οποίων το όνομα δεν θα είναι γραμμένο (από τους ίδιους) στο “βιβλίο της ζωής”, γιατί οι ίδιοι δεν θέλησαν να αγαπήσουν τον Θεό και ν’ ακολουθήσουν τον Λόγο Του, που σαρκώθηκε στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και σφαγιάστηκε σαν αρνί, για την λύτρωσή τους απ’ τις παγίδες και τα δεσμά του Σατανά και του θηρίου του…
»“Νικημένοι” λοιπόν και “χαμένοι” (“απολλυμένοι”) θα είναι όλοι αυτοί που, ενώ μπορούσαν, δεν θέλησαν … να γράψουν τα ονόματά τους στο “βιβλίον της ζωής του αρνίου του εσφαγμένου”, ώστε να βρεθούν γραμμένα [μαζί με τα ονόματα όλων εκείνων, που ακολούθησαν τον Λόγο του Θεού από τότε που υπάρχει ο κόσμος (“από καταβολής κόσμου”)] κατά την ημέρα της Κρίσης, όταν “θ’ ανοιχτεί” αυτό “το βιβλίον της ζωής”» (3).
Πώς εγγράφεται κάποιος στο «Βιβλίο των Ζώντων»;
Ολόκληρη η πνευματική ζωή και η ασκητική προσπάθεια του χριστιανού αποσκοπεί σ’ αυτό ακριβώς: στην εγγραφή του ονόματός του στο Βιβλίο των Ζώντων. Αυτό δεν υπονοεί κάποια δουλοπρεπή εκδούλευση στο Θεό, ενδεχομένως υποκριτική, που θα Τον ικανοποιήσει και θα μας ανταμείψει συμπεριλαμβάνοντάς μας στον κατάλογο των ευνοουμένων Του. Πρόκειται για τον αγώνα για την προσωπική μας μεταμόρφωση σε θεία όντα γεμάτα αγάπη, που σημαίνει την εγγραφή του ονόματός μας από εμάς τους ίδιους στο επουράνιο Βιβλίο.
Η οδός αυτή (κυριολεκτικά ο δρόμος ο λιγότερο ταξιδεμένος, για να δανειστώ μια φράση από άλλη συνάφεια) μάς έχει αποκαλυφθεί από το Χριστό (που είπε «εγώ ειμί η οδός», «δεύτε προς με», Ιω. 14, 6, Ματθ. 11, 28) και έχει αναλυθεί στο έπακρο από τους αγίους διδασκάλους του αρχαίου και του ορθόδοξου χριστιανισμού, που δίδαξαν και διδάσκουν τους ανθρώπους με βάση την εμπειρία τους κι όχι θεωρητικές διανοητικές κατασκευές.
Σύμφωνα, λοιπόν, με αυτούς, πρώτο βήμα στο δρόμο προς το Βιβλίο των Ζώντων είναι η κάθαρση της καρδιάς μας από τα πάθη, δηλαδή η απελευθέρωσή μας απ’ ό,τι μας προκαλεί εξάρτηση μονοπωλώντας την αγάπη μας και μας παρεμποδίζει ν’ αγαπήσουμε ολοκληρωτικά και χωρίς όρους το Θεό, το συνάνθρωπο και κατ’ επέκτασιν όλα τα όντα. Η απελευθέρωση αυτή προϋποθέτει σκληρό αγώνα εναντίον των παθών, που μπορεί να κρατήσει και μια ολόκληρη ζωή. Περιέχει επίσης και μια παγίδα, τοποθετημένη όχι απ’ το Θεό, αλλά από τον εχθρό του ανθρώπινου γένους (το διάβολο) ή από τον εαυτό μας, που εύκολα παρασύρεται και εξοκέλλει: ν’ αγωνιστούμε ενάντια στα πάθη με κίνητρο «να είμαστε δυνατοί», δηλ. υπηρετώντας και τροφοδοτώντας ένα απ’ αυτά τα πάθη, το χειρότερο, τον εγωισμό μας.
Ο αγώνας, όπως διδάσκεται στην πνευματική μας παράδοση, έχει αποτέλεσμα όταν γίνεται με ταπείνωση, ή μάλλον, για να είμαι πιο ακριβής, αποσκοπεί ακριβώς στην αποκτηση της ταπείνωσης, χωρίς την οποία δεν μπορεί να υπάρξει εντός μας ούτε αγάπη ούτε φως. «Μία είναι η αρετή, η ταπείνωση» έλεγε ο Γέροντας Παΐσιος· «αλλά, επειδή δε θα το καταλάβετε, άντε, ας πω και την αγάπη»… Μόνο ο ταπεινός άνθρωπος μπορεί να πραγματοποιήσει όσα ζητάει ο Ιησούς στο κατά Λουκάν, κεφ. 6, που συνοψίζονται σε μια φράση: αγάπη στους εχθρούς και παραίτηση υπέρ των άλλων από τα δικαιώματά μας.
Ο κόσμος ποτέ δε θα συγχωρήσει τον Ιησού που δίδαξε τέτοια πράγματα – ποτέ δε θα Τον συγχωρήσει που αποκάλυψε στους ανθρώπους πως αυτός είναι ο δρόμος που οδηγεί στην πνευματική τελειότητα και μάλιστα πως αυτός ο δρόμος περνάει απ’ τη συνάντηση με τον ίδιο το Χριστό. Δεν τους άφησε να πιστεύουν πως η τελειότητα έρχεται αποχτώντας δύναμη, όπως για χιλιάδες χρόνια μας είχε παραπλανήσει ο όφις, ή πως έρχεται κάνοντας ατομικό αγώνα, με σκοπό καθαρά ατομικό, όπως μας παραπλανά τώρα. Γιατί ο Χριστός, βλέπεις, είπε πως αυτός ο αγώνας γίνεται μέσα στην Εκκλησία, δηλαδή με την ένταξή μας στο πανανθρώπινο σώμα Του, όπου όλοι μαζί κι όχι κατά μόνας, στηρίζοντας ο ένας τους άλλους, κατευθυνόμαστε προς το Θεό (το Φως – ή μάλλον «το Φως που δεν είναι Φως και γνωρίζει το όνομά μας», όπως το χαρακτήρισε ο Νείλος Στράικερ, ο Αμερικανός βουδιστής ιερέας που έγινε ορθόδοξος χριστιανός μετά από ένα πολυήμερο χριστιανικό βίωμα).
Τα στοιχεία που περιέχει η εκκλησιαστική ζωή του χριστιανού (η θεία μετάληψη, η εξομολόγηση, η νηστεία, η προσευχή και ο εκκλησιασμός) είναι τα μέσα που παρέχει ο Χριστός στους ανθρώπους ως ενίσχυση στον αγώνα για την κάθαρση της καρδιάς. Και στη συνέχεια είναι τα μέσα για την εγκατάσταση μέσα μας της θείας χάριτος, δηλαδή της άκτιστης θείας ενέργειας, που σημαίνει εγκατάσταση του ίδιου του Χριστού (κατά Ιωάννην 14, 23) και φέρνει τον άνθρωπο στην τελειότητα.
Τα παραπάνω συνιστούν την εγγραφή του ονόματός μας στο Βιβλίο των Ζώντων.
Αυτός ο δρόμος προς την τελειότητα διαφοροποιείται από τους δρόμους που διδάσκει η σοφία των ανατολικών θρησκειών και οι διάσημες δυτικοποιημένες εκδοχές τους, κυρίως κατά τρία στοιχεία του:
Ο χριστιανός προσπαθεί ν’ ακολουθήσει το δρόμο που χάραξε ο Χριστός κι όχι να χαράξει ο ίδιος το δρόμο που προτιμά ή που θεωρεί ότι «του ταιριάζει». Έτσι πρέπει να γίνει, για να νικηθεί ο εγωισμός μας, που είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο, κατά τους Πατέρες ανυπέρβλητο χωρίς τη βοήθεια του Θεού.
Αν και η πνευματική πρόοδος μπορεί να συνοδεύεται από την παροχή «υπερφυσικών χαρισμάτων» που κάνουν κάποιον να είναι ιαματικός, διορατικός, αδέσμευτος από χώρο και χρόνο κ.π.ά., αλλά και να συνειδητοποιήσει την ενότητά του με όλα τα όντα και να μπορεί να επικοινωνήσει μαζί τους και να τα βοηθήσει με την προσευχή του κ.τ.λ., τα χαρίσματα αυτά θεωρούνται δώρα του Αγίου Πνεύματος κι όχι ανάδυση δικών μας εσωτερικών δυνάμεων, που μπορεί να γίνει και με απλή εξάσκηση, χωρίς ενότητα με το Θεό.
Εξάλλου, κίνητρο του αγώνα δεν είναι καθόλου μια τέτοια πνευματική ανάπτυξη, αλλά ο πόθος του Χριστού. Ο χριστιανός αγωνιστής είναι «εραστής του Χριστού», Αυτόν επιθυμεί και απορρίπτει κάθε άλλη υπόσχεση (ανώτερης συνειδητότητας, σοφίας, γνώσης, ευεργετικών δυνάμεων κ.τ.λ.), γιατί μπορεί να τον αποπροσανατολίσει.
Τέλος, οι χριστιανοί αγωνιστές και οι άγιοι διδάσκαλοι γνωρίζουν πολύ καλά και προειδοποιούν τους ανθρώπους ότι μπορεί ένα πνευματικό βίωμα, εντελώς όμοιο με αγαθό και θεϊκό, να είναι στην πραγματικότητα δαιμονικό και απατηλό. Διδάσκουν επίσης την αποφυγή τέτοιων παγίδων με την επιστήμη της «διάκρισης των πνευμάτων». Ίσως δεν είναι τυχαίο, που έχοντας αναπτύξει στο έπακρο αυτή την επιστήμη, απορρίπτουν τις μεθόδους τελειοποίησης των ανατολικών θρησκειών ως ατελείς, ενώ σε μερικές περιπτώσεις διακρίνουν και σκοτεινό υπόβαθρο (4).
Μπορούμε να διαβάσουμε το «Βιβλίο των Ζώντων»;
Όσο κι αν φαίνεται παράδοξο, ναι, υπάρχει μια γήινη αντανάκλαση του «Βιβλίου των Ζώντων», που μας επιτρέπει να ρίξουμε μια ματιά μέσα του. Είναι ο Συναξαριστής, δηλ. το βιβλίο με τις βιογραφίες των χριστιανών αγίων όλων των λαών και των εποχών, των ανθρώπων που ενώθηκαν με το Θεό και με όλα τα όντα εν Χριστώ. Πρόκειται για μια πνευματική εγκυκλοπαίδεια, ένα καθρέφτη αυτογνωσίας (καθώς, διαβάζοντάς το, διαπιστώνουμε τα σημεία απόκλισής μας από την πνευματική και ηθική τελειοποίηση) και έναν οδοδείκτη προς το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Επειδή άγιοι υπάρχουν και δίπλα μας (ακόμη και «μικροί άγιοι», που έχουν προχωρήσει λίγα ή περισσότερα βήματα στην Οδό), και ο καθένας είναι προσκαλεσμένος γι’ αυτό το «τέρμα», την πνευματική του τελειοποίηση διά του Χριστού, η μελέτη της ζωής των αγίων, όπως γράφει ο σύγχρονος πνευματικός πατέρας της Σερβίας, και καθηγητής του πανεπιστημίου του Βελιγραδίου, άγιος Ιουστίνος Πόποβιτς, μας δείχνει…
«…πώς ένας νέος γίνεται άγιος νέος, μία κόρη (=κοπέλα) γίνεται αγία κόρη, πώς ένας γέρος γίνεται άγιος γέρος, πώς μία γερόντισσα γίνεται αγία γερόντισσα, πώς ένα παιδί γίνεται άγιο παιδί, πώς οι γονείς γίνονται άγιοι γονείς, πώς ένας υιός γίνεται άγιος υιός, πώς μία θυγατέρα γίνεται αγία θυγατέρα, πώς μία οικογένεια γίνεται αγία οικογένεια, πώς μία κοινωνία γίνεται αγία κοινωνία, πώς ένας ιερεύς γίνεται άγιος ιερεύς, πώς ένας επίσκοπος γίνεται άγιος επίσκοπος, πώς ένας βοσκός γίνεται άγιος βοσκός, πώς ένας γεωργός γίνεται άγιος γεωργός, πώς ένας βασιλεύς γίνεται άγιος βασιλεύς, πώς ένας εργάτης γίνεται άγιος εργάτης, πώς ένας δικαστής γίνεται άγιος δικαστής, πώς ένας δάσκαλος γίνεται άγιος δάσκαλος, πώς ένας καθηγητής γίνεται άγιος καθηγητής, πώς ένας στρατιώτης γίνεται άγιος στρατιώτης, πώς ένας αξιωματικός γίνεται άγιος αξιωματικός, πώς ένας κυβερνήτης γίνεται άγιος κυβερνήτης, πώς ένας γραμματεύς γίνεται άγιος γραμματεύς, πώς ένας έμπορος γίνεται άγιος έμπορος, πώς ένας μοναχός γίνεται άγιος μοναχός, πώς ένας οικοδόμος γίνεται άγιος οικοδόμος, πώς ένας ιατρός γίνεται άγιος ιατρός, πώς ένας τελώνης γίνεται άγιος τελώνης, πώς ένας μαθητής γίνεται άγιος μαθητής, πώς ένας επαγγελματίας γίνεται άγιος επαγγελματίας, πώς ένας φιλόσοφος γίνεται άγιος φιλόσοφος, πώς ένας επιστήμων γίνεται άγιος επιστήμων, πώς ένας πολιτικός γίνεται άγιος πολιτικός, πώς ένας υπουργός γίνεται άγιος υπουργός, πώς ένας πτωχός γίνεται άγιος πτωχός, πώς ένας πλούσιος γίνεται άγιος πλούσιος, πώς ένας δούλος γίνεται άγιος δούλος, πώς ένας δεσπότης (=άρχοντας) γίνεται άγιος δεσπότης, πώς οι σύζυγοι γίνονται άγιοι σύζυγοι, πώς ένας συγγραφεύς γίνεται άγιος συγγραφεύς, πώς ένας καλλιτέχνης γίνεται άγιος καλλιτέχνης» (5).
Σημειώσεις
(1) Η σωτηρία των ανθρώπων δε συντελέστηκε απλώς με τη σταύρωση του Χριστού, αλλά με την ίδια την ενανθρώπησή Του, διά της οποίας ενώθηκαν θεότητα και ανθρωπότητα, ώστε να υπάρχει η δυνατότητα στους ανθρώπους, καθώς ενώνονται με το Χριστό, να ενωθούν με το Θεό. Η σταύρωση ήταν επόμενο ότι θα γίνει, λόγω του μίσους του σατανά εναντίον των ανθρώπων και του αγώνα του για την αποτυχία της σωτηρίας τους. Η σταύρωση συνέβαλε στη σωτηρία, γιατί ο Ιησούς την ανέχθηκε, υπακούοντας στην επιθυμία του Πατρός για την ανθρώπινη σωτηρία. Έτσι, ως νέος Αδάμ, έπραξε το αντίθετο από τον αρχαίο Αδάμ: υπάκουσε το Θεό, ενώ εκείνος παράκουσε.
Επίσης, η ανάσταση συνέβαλε στη σωτηρία, γιατί, ως ανάσταση του νέου Αδάμ, άνοιξε το δρόμο για την τελική ανάσταση όλων των ανθρώπων. Ο Θεός όμως θα μπορούσε να βρει χιλιάδες άλλους τρόπους να σωθεί ο άνθρωπος. Η εμπλοκή ανθρώπων στη στυγερή θεοκτονία (τη δολοφονία του Θεού – για να θυμηθώ και το Νίτσε, που χωρίς να το συνειδητοποιεί μίλησε κατ’ ουσίαν για το ίδιο πράγμα) ασφαλώς δεν είναι κάτι επιθυμητό για το Θεό, ο οποίος προσπαθεί να τους αποτρέψει, για να μη λερώσουν τα χέρια τους με το θεανθρώπινο αίμα (πρβ. και τις προειδοποιήσεις του Ιησού προς τον Ιούδα κατά το μυστικό δείπνο).
(2) Κλασικό είναι π.χ. ήδη το βιβλίο του π. Σεραφείμ Ρόουζ «Η ψυχή μετά το θάνατο– Οι μεταθανάτιες εμπειρίες στο φως της ορθόδοξης διδασκαλίας» (ελλ. έκδ. Μυριόβιβλος), όπου παρατίθενται πολλές εμπειρίες της μετά θάνατον ζωής και αξιολογούνται προσεχτικά. Ο π. Σ. Ρόουζ (1931-1982), αρκετά γνωστός και στο ελληνικό κοινό πλέον, ήταν Αμερικανός ορθόδοξος μοναχός, αλλά επίσης και φιλόσοφος και μελετητής του κινέζικου πολιτισμού και των ποικίλων ρευμάτων της σύγχρονης πνευματικότητας. Επίσης φλογερός αναζητητής της αλήθειας (κυριολεκτικά ερωτευμένος μ’ αυτήν), για χάρη της οποίας εγκατέλειψε την ακαδημαϊκή πορεία του στο πανεπιστήμιο της Καλιφόρνιας, ενώ, πριν κατασταλάξει στην Ορθοδοξία, τα βήματά του πέρασαν από την αθεΐα και το βουδισμό ζεν.
(3) Ιωάννη Γ. Παλαιτσάκη “Αριθμός γαρ ανθρώπου εστί”, σελ. 123-125.
(4) Ο ενδιαφερόμενος μπορεί να αναζητήσει τις εμπειρίες του αγίου Σωφρόνιου Σαχάρωφ, του Κλάους Κένεθ, του Διονύσιου Φαρασιώτη (δηλ. του καθηγητή φυσικής Αθανάσιου Ρακοβαλή), της Αμερικανίδας ανθρωπολόγου (πρώην ινδουίστριας) που αυτοβιογραφείται στο Η Ορθοδοξία και η Θρησκεία του Μέλλοντος του π. Σεραφείμ Ρόουζ (εξαιρετικό βιβλίο, που μελετά διεξοδικά το θέμα των εμπειριών), κ.ά., ενώ δες και αρκετές απατηλές εμπειρίες ορθοδόξων στο άρθρο του γράφοντος «Ιστορίες πλάνης», στο Διαδίκτυο.
(5) Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς, “Άνθρωπος και Θεάνθρωπος”, Αστήρ, Αθήναι 1981, σελ. 93-94.