ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ

Οι Έλληνες επιστρέφουν στις ρακές και τα τσίπουρα

Αυξάνει ραγδαία η κατανάλωση αλκοολούχων ποτών ιδιωτικής απόσταξης (ρακή, τσίπουρο, ούζο κ.ά.) καθώς η βαριά φορολογία των συσκευασμένων αλκοολούχων ποτών έχει στρέψει τους καταναλωτές σε ανώνυμα μη-συσκευασμένα προϊόντα.

Σύμφωνα με παράγοντες της αγοράς, ετησίως δηλώνονται κατά μέσο όρο 5-6 εκατ. κιλά έτοιμου προϊόντος, ενώ στην πραγματικότητα, το μέγεθος είναι πολλαπλάσιο, με τις απώλειες εσόδων από τη μη απόδοση Ειδικού Φόρου Κατανάλωσης Οινοπνευματούχων Ποτών (ΕΦΚΟΠ) να υπολογίζονται στα 80 έως 100 εκατ. ευρώ. Σ’ αυτά δεν περιλαμβάνονται οι απώλειες από τη μη απόδοση του ΦΠΑ, η οποία εκτιμάται σε επιπλέον 40 εκατ. ευρώ.

Η ιστορία είναι ίδια μ’ εκείνη των τσιγάρων. Η βαριά φορολογία στρέφει τους καταναλωτές είτε σε αφορολόγητα προϊόντα (duty free πωλήσεις), είτε σε παράνομα (ιδιωτικές αποστάξεις χωρίς νόμιμες άδειες και λαθρεμπόριο οινοπνευματούχων ποτών). Σύμφωνα με την νομοθεσία (1917) κάθε αμπελουργός, κατόπιν ειδικής άδειας, έχει δικαίωμα απόσταξης 130 lt ετησίως οινοποίησης. Ωστόσο η απόφαση αυτή σπανίως τηρείται. Συχνό φαινόμενο είναι η απόσταξη από μη αμπελουργούς, η απόσταξη μεγαλύτερης ποσότητας από την επιτρεπόμενη και φυσικά διακίνηση των παραγόμενων προϊόντων χωρίς κανένα παραστατικό, τόσο για ιδιωτική κατανάλωση, όσο και διάθεση σε χώρους εστίασης (ταβέρνες κ.λπ.).

Από την άλλη πλευρά, η νόμιμη αγορά αλκοόλ μειώνεται. Από περίπου 120 εκατ. εκατόλιτρα το 2009, πέρυσι μειώθηκε σε 72 εκατομμύρια, ενώ μελέτη του ΙΟΒΕ προβλέπει και νέα μείωση της κατανάλωσης, εφόσον δεν αλλάξει το φορολογικό καθεστώς. Σημειώνεται ότι σύμφωνα με το ΙΟΒΕ, η Ελλάδα εφαρμόζει έναν από τους υψηλότερους φόρους στην Ε.Ε. στην καθαρή αλκοόλη (περίπου 2550 ευρώ ανά εκατόλιτρο καθαρής αλκοόλης).

moneypro.gr