Την Παρασκευή 3 του μηνός πραγματοποιήθηκε διαμαρτυρία εναντίον των πλειστηριασμών και κυρίως για την επερχόμενη λαίλαπα των πλειστηριασμών μέσω διαδικτύου. Στη διαμαρτυρία συμμετείχαν συλλογικότητες και πολιτικές οργανώσεις. Συμμετείχε φυσικά και το ΕΠΑΜ, το οποίο πρωτοστατεί εδώ και 4 χρόνια στις ακυρώσεις πλειστηριασμών στα ειρηνοδικεία όλης της χώρας.
Αυτή καθαυτή η διαμαρτυρία δεν λέει και πολλά στις μέρες μας. Όταν βρίσκεσαι υπό καθεστώς κατοχής με ξεκάθαρο πλέον και για τον πιο αφελή σκοπό την αρπαγή της περιουσίας των Ελλήνων πολιτών, το να διαμαρτυρηθείς δεν έχει και μεγάλο νόημα. Αυτό που έχει νόημα είναι να οργανωθείς και να το ανατρέψεις. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
Το καλό όμως με τις κινητοποιήσεις είναι ότι ο καθένας που συμμετέχει δείχνει το αληθινό του πρόσωπο. Όταν η κινητοποίηση έφτασε στο υπουργείο Δικαιοσύνης, το ΕΠΑΜ κι απ’ ότι γνωρίζουμε και η ΛΑΕ αρνήθηκαν να δουν τον εκπρόσωπο της κυβέρνησης. Γιατί να το κάνουν; Πρόκειται για κυβέρνηση δωσίλογων. Οι αποφάσεις παίρνονται στο Βερολίνο και τις Βρυξέλλες. Τι δουλειά έχει ένα κίνημα που παλεύει για την ανατροπή του καθεστώτος κατοχής να συναντιέται με εκπροσώπους του;
Φυσικά δεν έχουν όλοι την ίδια άποψη. Κι έτσι αρκετοί από τις συλλογικότητες που συμμετείχαν στη διαμαρτυρία, δεν έχασαν την ευκαιρία να εμφανιστούν ως δήθεν εκπρόσωποι ενός ανύπαρκτους κινήματος, του κινήματος κατά των πλειστηριασμών. Πώς αλλιώς θα γίνουν συνομιλητές της δωσίλογης κυβέρνησης;
Αυτό άλλωστε το νόημα είχαν και έχουν οι περίεργες αυτές και παρδαλές συλλογικότητες σεσημασμένων τυχοδιωκτών, που αναζητούν εναγωνίως μέσα από τους πλειστηριασμούς και τα ειρηνοδικεία πολιτικό ρόλο και καριέρα.
Τέτοιους είχαμε κι εμείς μέσα στο ΕΠΑΜ. Τους χαρήκαμε όταν φρόντισαν να βγάζουν φωτογραφίες χαριεντιζόμενοι με τον τότε υπουργό Σταθάκη της πρώτης φορά αριστερά. Ο πολιτικαντισμός σ’ όλο του το μεγαλείο. Σήμερα ανήκουν εκεί που τους αρμόζει. Στις συλλογικότητες, οι οποίες δεν έχασαν ευκαιρία να επιδείξουν τον πολιτικό τους τυχοδιωκτισμό όταν έτρεξαν να συναντηθούν με τον εκπρόσωπο του υπουργείου. Άλλωστε ότι κάνουν είναι για το θεαθήναι και φυσικά για προσωπική προβολή.
Για να πετύχουν τι; Μα για να αποκτήσουν οντότητα. Μια οντότητα που δεν διαθέτουν ούτε στα ειρηνοδικεία, ούτε στην κοινωνία. Πώς αλλιώς θα αποκτήσουν πολιτική υπόσταση; Μόνο δια μιας συλλογικότητας σφραγίδα, που δήθεν εκπροσωπεί ένα ανύπαρκτο κίνημα, ώστε να συγχνωτίζονται με την εκάστοτε εξουσία με όρους τυφλής και ανέξοδης διαμαρτυρίας. Το λίκνο του πολιτικού τυχοδιωκτισμού και καριερισμού επί δεκαετίες.
Το ΕΠΑΜ δεν είχε και οφείλει να μην έχει καμιά δουλειά με τέτοιες συλλογικότητες. Η δουλειά του είναι πρωτογενώς στον απλό κόσμο μέσα στην κοινωνία. Πρωτοστατεί εδώ και χρόνια στην ακύρωση των πλειστηριασμών, όχι γιατί πιστεύει ότι κάπως έτσι θα γλυτώσει ο κόσμος την περιουσία του. Ούτε για να εμφανίζεται ως εκπρόσωπος ενός ανύπαρκτου κινήματος, που έχουν εφεύρει κάποιοι για να έχουν λόγο ύπαρξης.
Το ΕΠΑΜ κάνει το καθήκον του απέναντι στο λαό και την πατρίδα αποτρέποντας στο μέτρο του δυνατού την δήμευση της περιουσίας των Ελλήνων πολιτών. Όχι στο όνομα μιας ανύπαρκτης, δήθεν αντικαπιταλιστικής “λαϊκής κατοικίας”, αλλά με σκοπό την κατοχύρωση ενός πολύ θεμελιώδους πολιτικού αιτήματος: την επιστροφή όλων των περιουσιών που πλειστηριάστηκαν στα χρόνια της μνημονιακής κατοχής πίσω στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους.
Η θέση αυτή του ΕΠΑΜ, την οποία καμιά άλλη αντιμνημονιακή πολιτική δύναμη – ή πολύ περισσότερο συλλογικότητα της κακιάς συμφοράς του “κινήματος κατά των πλειστηριασμών” – δεν τολμά να υιοθετήσει, προκύπτει από τη θεμελιώδη εκτίμηση ότι βρισκόμαστε υπό καθεστώς κατοχής. Επομένως η ανατροπή του καθεστώτος κατοχής ισοδυναμεί με την ακύρωση όχι μόνο του παρασυντάγματος των μνημονιακών νόμων και δεσμεύσεων σε βάρος της χώρας και του λαού, αλλά και όλων των επίσημων πράξεων που εκπορεύονται από το κατοχικό νομικό πλαίσιο.
Και μάλιστα δίχως αποζημίωση για όσους επένδυσαν στην κατάσταση που δημιούργησε το καθεστώς κατοχής στην πατρίδα μας. Όσοι προσπάθησαν να επωφεληθούν από το καθεστώς κατοχής και βίαιης εκποίησης της πατρίδας μας, απλά θα χάσουν τα λεφτά τους. Μόνο έτσι μπορεί να αποκατασταθεί το κράτος δικαίου, η έννομη τάξη για το λαό μας και να προχωρήσουμε μπροστά.
Αυτό όφειλε να είχε γίνει και μετά τη ναζιστική κατοχή του πολέμου. Ένα από τα θεμελιώδη πολιτικά αιτήματα προκειμένου να αποκατασταθεί η έννομη τάξη υπέρ του λαού, ήταν και η απόδοση των ακίνητων περιουσιών που είχαν εκποιηθεί κατά τη διάρκεια της κατοχής. Το αίτημα αυτό αποτέλεσε βασική δέσμευση της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας του 1944.
Κατά τη διάρκεια της ναζιστικής κατοχής αρπάχτηκαν περίπου 350.000 ακίνητα. Το αίτημα για επιστροφή των ακινήτων που αρπάχτηκαν ήταν παλλαϊκό. Η Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας με την άφιξή της στην Ελλάδα, 18/10/1944, μέσω του Πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου είχε υποσχεθεί επί λέξη: «…Υποστηρίζομεν κατά γενικήν αρχήν, ότι ουδείς δύναται να γίνη πλουσιώτερος μετά την 28η Οκτωβρίου 1940. Τούτο είναι εθνικό αίτημα…»
Στο ίδιο μήκος κύματος και ο διοριστής Αντιβασιλέας, αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός είχε δηλώσει: «…Η ακύρωσις των αγοραπωλησιών τούτων είναι έργο απονομής υψίστης δικαιοσύνης. Η μεγαλυτέρα χαρά της ζωής μου θα είναι η στιγμή της υπογραφής του σχετικού νόμου, τον οποίο θα υπογράψω με τα δυο μου χέρια…»
Μετά την απελευθέρωση συγκροτήθηκε η Πανελλήνια Ομοσπονδία Πωλησάντων τα ακίνητά τους επί κατοχής, η οποία ανέλαβε να συγκεντρώσει στοιχεία για τα ακίνητα, τους αγοραστές, τις τιμές και να στηρίξει νομικά όσους ζητούσαν πίσω τις περιουσίες τους.
Για το λόγο αυτό είχε εκδώσει τρία κείμενα:
1.- Υπόμνημα περί ακυρώσεως των αγοραπωλησιών ακινήτων επί κατοχής, Αθήνα, Αύγουστος 1946.
2.- Σχέδιο Ψηφίσματος περί της τύχης των επί εχθρικής κατοχής γενομένων πωλήσεων ακινήτων, μετά Εισηγητικής Έκθεσης, Αθήνα, Ιούλιος 1947.
3.-Παρατηρήσεις επί του κατατεθέντος στη Βουλή Σχεδίου Ψηφίσματος περί ακυρώσεως της υπ αριθ.114/1046 Συντακτικής Πράξης και της τύχης των επί της κατοχής γενομένων αγοραπωλησιών ακινήτων στην Αθήνα, Ιούλιος 1947.
Στις 29 Μαρτίου 1946 παραμονές των εκλογών της 31ης Μαρτίου 1946 η Κυβέρνηση Σοφούλη εκδίδει τη Συντακτική Πράξη 114/1946 «Περί της τύχης των κατά τη διάρκειαν της εχθρικής κατοχής πωλήσεων ακινήτων». Η Σ.Π 114/1946 ακυρώνει τις πωλήσεις μικροϊδιοκτησιών που έγιναν στην Κατοχή, εις βάρος των πωλητών. Σταματά κάθε πράξη σχετική με τα επί κατοχής πωληθέντα ακίνητα (άδειες οικοδομής, πωλήσεις, μεταβιβάσεις κλπ), μέχρι να ρυθμιστεί το θέμα με ειδικό νόμο τον οποίο θα ψηφίσει η νέα Βουλή που θα προκύψει από τις εκλογές. Ποτέ δεν έγινε.
Με τη λήξη του Εμφυλίου κι επειδή στην εξουσία βρέθηκαν οι κατσαπλιάδες της κατοχής, οι μαυραγορίτες, οι οικονομικοί δοσίλογοι και οι συνεργάτες των κατακτητών, η υπόσχεση της Πολιτείας για να αποκατασταθεί η δικαιοσύνη υπέρ των πολιτών των οποίων αρπάχτηκαν οι περιουσίες, δεν είχε αίσιο τέλος. Το όλο θέμα έκλεισε από τις μετεμφυλιακές κυβερνήσεις σε βάρος των πωλησάντων, παρά το σε μεγάλο βαθμό επιτυχή δικαστικό αγώνα της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας τους. Άλλωστε τα περισσότερα στελέχη των μετεμφυλιακών κυβερνήσεων βρέθηκαν με τεράστιες ακίνητες περιουσίες αποκτηθείσες κατά τη διάρκεια της κατοχής.
Αυτό δεν πρέπει να επαναληφθεί. Για τον σκοπό αυτό το ΕΠΑΜ επεξεργάζεται και σύντομα θα δημοσιοποιήσει Σχέδιο Νόμου για την αποκατάσταση των πλειστηριασμένων περιουσιών κατά τη διάρκεια των μνημονιακών ετών υπέρ των νόμιμων ιδιοκτητών τους. Πρωτίστως των περιουσιών που πλειστηριάστηκαν ή κινδυνεύουν να πλειστηριαστούν από τράπεζες, εφορία, ταμεία και οιονδήποτε άλλο φορέα. Όσοι φρόντισαν να επωφεληθούν από αυτούς τους πλειστηριασμούς, θα χάσουν τα λεφτά τους, διότι πολύ απλά οι περιουσίες αυτές θα επιστρέψουν πίσω στους νόμιμους ιδιοκτήτες τους.
του Δημήτρη Καζάκη, Γ.Γ. ΕΠΑΜ