ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΒΛΑΤΑΚΗΣ

Η πρόκληση του μη εορτασμού της επετείου των 50 ετών από την ίδρυση του Πανεπιστημίου Κρήτης

Το 2017, το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών εόρτασε καθ’ όλο το έτος με πλήθος εκδηλώσεων τα 170 έτη από την ίδρυσή του το 1837.

Φέτος, και συγκεκριμένα στις 27 Ιουλίου, θα συμπληρωθούν 50 έτη από την ίδρυση του Πανεπιστημίου Κρήτης το 1973, έδρα του οποίου είχε οριστεί τον Σεπτέμβριο του ιδίου έτους το Ρέθυμνο. Την ίδια ακριβώς περίοδο ιδρύθηκε και το Πανεπιστήμιο Θράκης, το οποίο αισίως εόρτασε ήδη πανηγυρικά το ιωβηλαίο του.

Θα ήταν φυσικό να περιμένουμε έναν εορτασμό παρόμοιο με τα 170 έτη του Πανεπιστημίου Αθηνών, με τις εδώ Πρυτανικές Αρχές, συνεπικουρούμενες από τις Πολιτειακές, να είχαν προγραμματίσει εκδηλώσεις για το χρυσό ιωβηλαίο του Πανεπιστημίου Κρήτης, προβάλλοντας και τιμώντας την ιστορία του, αναδεικνύοντας το δυναμικό, πολύπτυχο παρόν αλλά και το πολλά υποσχόμενο μέλλον του ιδρύματος.

Ο ιστορικός σύλλογόςτων Ρεθυμνίων Αττικής «ΤΟ ΑΡΚΑΔΙ» είχε θεωρήσει τα παραπάνω δεδομένα και έσπευσε εγκαίρως να προσεγγίσει τις Πρυτανικές Αρχές με επιστολές και έγγραφες προτάσεις για τον εορτασμό, με προθυμία και δημιουργική διάθεση.

Δοκιμάσαμε μια εξαιρετικά δυσάρεστη έκπληξη όταν διαπιστώσαμε την παντελή έλλειψη όχι απλώς σχεδιασμού αλλά και διάθεσης για οποιαδήποτε εκδήλωση που θα συνέπιπτε με την πεντηκοστή επέτειο από την ίδρυση του Πανεπιστημίου Κρήτης . Στη δε απάντηση που λάβαμε την 07-07-2023 από τη Σύγκλητο (απόσπασμα πρακτικών 499ης/18-05-2023 τακτικής συνεδρίας της Συγκλήτου), πληροφορηθήκαμε ότι ως «ιδρυτική στιγμή» (sic) του Πανεπιστημίου έχει καθιερωθεί «η έναρξη λειτουργίας του κατά το ακαδημαϊκό έτος 1977-1978».

Η παραπάνω έντεχνη διατύπωση δεν μπορεί παρά να εκληφθεί ως μια αυθαίρετη επιλογή που παρακάμπτει τη γενέθλια στιγμή του Ιδρύματος, ως μια σοφιστεία που καταλήγει να διαστρεβλώνει την ίδια την ιστορία του Πανεπιστημίου Κρήτης και να αγνοεί όλο τον αγώνα που προηγήθηκε για την ίδρυσή του και τις προσωπικότητες που είχαν συμβάλει.

Διότι το μεν ΦΕΚA 159/1973 της ίδρυσης δημοσιεύτηκε τον Ιούλιο του 1973, ωστόσο η ιδέα ενός Πανεπιστημίου Κρήτης μπορεί να αναχθεί ήδη στον Ελευθέριο Βενιζέλο το 1930, ενώ στα χρόνια που ακολούθησαν διατυπώθηκε ξανά και περισσότερο συντεταγμένα από άλλες προσωπικότητες όπως ο Νικόλαος Τωμαδάκης και ο Γεώργιος Παπανδρέου.

Οπότε, η παράλειψη εορτασμού της ίδρυσης, που ως πράξη έδωσε υπόσταση στην ιδέα του Πανεπιστημίου, καταλήγει μια έκφραση αγνωμοσύνης στους παραπάνω και πολλούς άλλους, επιφανείς και μη Ρεθύμνιους, που στήριξαν την ιδέα του Πανεπιστημίου και προσέφεραν αφειδώς για την υλοποίησή της. Αβίαστα δε μας φέρνει κατά νου τη Θουκυδίδεια φράση (3.82.4): «καὶτὴνεἰωθυῖανἀξίωσιντῶνὀνομάτωνἐςτὰἔργαἀντήλλαξαντῇ δικαιώσει» (για να δικαιολογήσουν τις πράξεις τους, άλλαξαν την καθιερωμένη σημασία των λέξεων).

Ο Σύλλογός μας δεν μπορεί παρά να εκφράσει τη λύπη και απογοήτευσή του , που οι Πρυτανικές Αρχές τόλμησαν να παρακάμψουν αυθαιρέτως το χρυσό ιωβηλαίο και εν τέλει την ίδια την ιστορία του πνευματικού ιδρύματος, η έδρα του οποίου, μαζί με τις ανθρωπιστικές σπουδές, κοσμούν την πόλη μας, αποτελώντας τη ζώσα έκφραση και συνέχεια της πολιτισμικής παράδοσης και προσφοράς του Ρεθύμνου.

Είναι πλέον φανερό ότι όλες αυτές οι ενέργειες, είτε σκόπιμα είτε όχι, βλάπτουν το Ίδρυμα και δημιουργούν άνευ λόγου έριδες και προστριβές. Αλλά το πιο σημαντικό είναι ότι προμηνύουν άσχημες εξελίξεις για την πόλη του Ρεθύμνου, που θα τις βρει μπροστά της, ενώ καλό θα είναι να αφυπνιστούν οι άρχοντες του τόπου και να αναλάβουν ενεργό ρόλο για αυτά τα εξόφθαλμα ολισθήματα που μοιραία θα στοιχίσουν ακριβά στο μέλλον.

Παρά τις προσπάθειές μας προς αποφυγή της λανθασμένης επιλογής του Πανεπιστημίου Κρήτης για τον μη εορτασμό της επετείου των 50 ετών από την ίδρυσή του, ο ιστορικός Σύλλογός των Ρεθυμνίων της Αττικής «ΤΟ ΑΡΚΑΔΙ» ,δεν μπορεί παρά να μη συμπλεύσει με την απόφαση αυτήτης Συγκλήτου και να προχωρήσει στη διοργάνωση εκδηλώσεων για το χρυσό ιωβηλαίο. Και αυτό όχι γιατί θέλουμε να αντιπαρατεθούμε με τις Αρχές του Πανεπιστημίου, αλλά γιατί οφείλουμε τη δέουσα τιμή και σεβασμό σε όλους αυτούς που κοπίασαν και συνέβαλαν στην ίδρυση του Ιδρύματος που οι καθηγητές της Συγκλήτου σήμερα υπηρετούν και απολαμβάνουν από αυτό.