Η φράση «βιβλική καταστροφή» τείνει να γίνει κλισέ, όμως στην περίπτωση της Αγίας Πελαγίας στην Κρήτη, δυστυχώς, ταιριάζει απόλυτα. Δύο ημέρες μετά την πρωτοφανή, όπως την χαρακτηρίζουν όλοι, βροχόπτωση, οι κάτοικοι προσπαθούν να συνέλθουν και να περάσουν στην επόμενη μέρα.
Να σημειωθεί πως σήμερα το πρωί, ο προϊστάμενος της Εισαγγελίας Ηρακλείου Θανάσης Γαλήνας, παρήγγειλε κατεπείγουσα προκαταρκτική εξέταση για την πλημμύρα, η οποία αφησε πίσω της δύο νεκρούς.
Ο Ευθύμης Λέκκας, Πρόεδρος του ΟΑΣΠ και Καθηγητής Διαχείρισης Φυσικών Καταστροφών, βρέθηκε στην πληγείσα περιοχή από το βράδυ του περασμένου Σαββάτου. «Το φαινόμενο ήταν ακραίο και απροσδιόριστο, όμως οι λόγοι που πήρε αυτή την τροπή δεν οφείλονται μόνο στο ότι ήταν ακραίο» λέει ο έμπειρος καθηγητής στo Κathimerini.gr και προσθέτει: «Υπήρχαν κι άλλοι επιβαρυντικοί παράγοντες εκτός από τα ύψη βροχόπτωσης που πραγματικά δεν μπορούσαν να προβλεφθούν. Η περιοχή είναι πλήρως εκτεθειμένη- στενή και με έδαφος το οποίο έχει έντονη κατηφορική κλίση να την “σκεπάζει’. Επί της ουσίας, δεν υπάρχει τίποτα να συγκρατεί το νερό, γι’ αυτό και η βροχή έπεφτε κατευθείαν πάνω στον οικισμό με ραγδαιότητα».
Ο κ. Λέκκας σημειώνει πως στην Αγία Πελαγία οι αυθαιρεσίες στη δόμηση αλλά και στα μπαζωμένα ρέματα, είναι ουκ ολίγες: «Ξέρετε πόσες περιοχές υπάρχουν σαν την Αγία Πελαγία σε όλη την Ελλάδα; Αργά ή γρήγορα, κάθε περιοχή με αυτό το προφίλ, θα έρχεται αντιμέτωπη με τέτοιες καταστάσεις».
Ο ίδιος μάλιστα υπογραμμίζει πως το πιο επιβαρυντικό στοιχείο σε καταστροφές σαν κι αυτή είναι ο μεγάλος όγκος της λάσπης που δημιουργείται. «Τα στερεά υλικά που συμπαρασύρονται λόγω σαθρού εδάφους είναι βασικό χαρακτηριστικό των πλημμυρικών φαινομένων. Και έτσι, φτάνεις να βλέπεις τη λάσπη να “καταπίνει” τα αυτοκίνητα και ό, τι βρει μπροστά της».
Ο κ. Λέκκας τονίζει ακόμα, πως το γεγονός ότι τα ακραία φαινόμενα έχουν γίνει συστηματικά, είναι κάτι που δεν μπορεί να αγνοηθεί. «Δημιουργείται ένας αυτοτροφοδοτούμενος κύκλος ο οποίος επιταχύνεται διαρκώς, υποβαθμίζοντας το γεωπεριβάλλον. Χρειαζόμαστε λοιπόν καλά αντιπλημμυρικά έργα σε πολλές περιοχές. Στην περίπτωση του Μελεβιζίου φάνηκε ότι αυτό δεν ήταν αρκετό, για τους λόγους που προείπα, αλλά η αντιπλημμυρική θωράκιση σε κάθε περίπτωση πρέπει να αναβαθμιστεί».
Ο καθηγητής σημειώνει επίσης πως το πεδίο της ενημέρωσης του κοινού σίγουρα επιδέχεται μεγάλης βελτίωσης. «Μπορεί να σας ακούγονται απλοϊκά όλα αυτά αλλά δεν είναι. Η εκπαίδευση των πολιτών στο κομμάτι της συμπεριφοράς την ώρα των καιρικών φαινομένων δεν είναι ακόμα καλή», τονίζει.
«Χρειαζόμαστε καλύτερη θωράκιση»
Την εικόνα που επικρατεί στην περιοχή που παλεύει να ορθοποδήσει έδωσε στo Κathimerini.gr και ο δήμαρχος Μαλεβιζίου, Μενέλαος Μποκέας.
Όπως περιγράφει: «Είναι όλα ρημαδιό, η εικόνα είναι αυτή μιας τεράστιας καταστροφής. Συνεχίζουμε να μαζεύουμε όλο αυτό το λασπώδες μίγμα μπάζων και κάθε λογής αντικειμένων, αλλά ήδη είμαστε καλύτερα από χθες, Κυριακή». Ο ίδιος σχολίασε και το κομμάτι της πρόβλεψης του φαινομένου και τον αν θα μπορούσε να έχει σταλεί νωρίτερα ειδοποίηση στους κατοίκους από το 112.
«Η Αγία Πελαγία είναι άναρχα δομημένη και οι δρόμοι διαφυγής ελάχιστοι. Από αυτήν την άποψη, μια ειδοποίηση από το 112 μισή ώρα νωρίτερα, θα μας είχε κάνει κακό και θα είχε προκαλέσει πανικό. Αν όμως είχαμε δύο ώρες νωρίτερα ενημέρωση ότι η βροχόπτωση έχει πάρει αναβαθμισμένα χαρακτηριστικά, τότε, θα μπορούσαμε να δώσουμε εντολή εκκένωσης. Θα μπορούσε να μην κυκλοφορεί κανείς στους δρόμους, κάτι που δεν συνέβη. Δεν είμαι μετεωρολόγος για να γνωρίζω αν η πρόβλεψη μπορούσε να διαβαστεί αλλιώς. Η κακοκαιρία ανέβηκε στην κατηγορία 4 μια ημέρα πριν, αλλά και πάλι δεν είμαι σε θέση να ξέρω αν αυτό σημαίνει ότι θα έπρεπε να είμαστε έτοιμοι για εκκένωση. Ακούμε και εμείς ότι το φαινόμενο ήταν πρωτοφανές και όντως, έτσι το βιώσαμε».
Τέλος, ο κ. Μποκέας σημειώνει πως το αντιπλημμυρικό έργο στην περιοχή, το οποίο μάλιστα αποπερατώθηκε πέρυσι, δεν θα μπορούσε να ανταποκριθεί σε αυτή την ποσότητα βροχής. Όπως εξηγεί: «χρειάζονται και άλλες, πιο άμεσες και στοχευμένες παρεμβάσεις όπως μικρά υδραυλικά έργα – φράγματα στους πρόποδες του βουνού, τα οποία να συγκρατούν τα φερτά υλικά, υποστηρίζοντας το υπάρχον αντιπλημμυρικό σύστημα».