Για τα «μόνιμα φυσικά μειονεκτήματα» που αντιμετωπίζει ο πληθυσμός των ορεινών περιοχών τοποθετήθηκε, ως κύριος ομιλητής, στη συνεδρίαση της αρμόδιας Υποεπιτροπής Ορεινών Περιοχών της Βουλής των Ελλήνων με θέμα: «Θεσμικές αλλαγές που άπτονται της δημόσιας πολιτικής για την ενίσχυση των ορεινών Δήμων και των ορεινών περιοχών», ο Βουλευτής Ρεθύμνης και υπεύθυνος ΚΤΕ Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής, Μανόλης Χνάρης.
Ξεκινώντας την ομιλία του, επεσήμανε τη σημαντικότητα της Επιτροπής αυτής δεδομένου ότι μας δίνεται η δυνατότητα να αναδείξουμε τα οξυμένα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι κάτοικοι των ορεινών περιοχών και να καταθέσουμε συγκεκριμένες προτάσεις για την επίλυση τους δεδομένου ότι «οι πολιτικές που εφαρμόστηκαν διαχρονικά κρίνονται αποσπασματικές και ανεπαρκείς, με αποτέλεσμα να δημιουργείται ένα περιβάλλον με αντιξοότητες που δεν εξασφαλίζουν την αναβάθμιση της ποιότητας της ζωής των κατοίκων και την αντιμετώπιση του δημογραφικού», με αποτέλεσμα την ερήμωση και την εγκατάλειψη των περιοχών αυτών.
Στη συνέχεια ο Βουλευτής του ΠΑΣΟΚ – Κινήματος Αλλαγής αφού αναφέρθηκε στους τομείς που οι κάτοικοι των ορεινών αντιμετωπίζουν αντιξοότητες, επικεντρώθηκε και ανέλυσε τις προτάσεις του ΠΑΣΟΚ, οι οποίες είναι οι ακόλουθες:
• Για την ισχυροποίηση της πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας με στελεχωμένα κέντρα υγείας και αγροτικά ιατρεία αναφέροντας ότι «πρέπει όλα τα Κέντρα Υγείας σε ορεινές περιοχές, να χαρακτηριστούν «άγονα τύπου Α», με ότι αυτό συνεπάγεται για τη χορήγηση κινήτρων στους γιατρούς».
• Για την παιδεία υπογράμμισε την πρωταρχική ανάγκη: «για χαρακτηρισμό όλων των σχολικών μονάδων των ορεινών περιοχών ως δυσπρόσιτων και μέσω της υψηλότερης μοριοδότησης να αποτελέσουν μια πιο ελκυστική επιλογή για τους εκπαιδευτικούς», ενώ παράλληλα έθιξε και το ζήτημα της συμπληρωματικής και ενισχυτικής εκπαίδευσης, τονίζοντας ότι είναι αναγκαία «η χορήγηση κινήτρων για τη δημιουργία φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης και ξένων γλωσσών καθώς επίσης και άλλων ελευθέρων επαγγελματιών», προκειμένου να αποτραπεί η ανάγκη μετάβασης των πολιτών στα αστικά κέντρα.
• Για τις ενεργειακές κοινότητες τόνισε ότι κρίνεται αναγκαίο «να τεθούν στο επίκεντρο οι αγροτικές κοινότητες, οι δήμοι, αλλά και οι μεταποιητικές επιχειρήσεις».
• Για την ενίσχυση του πρωτογενούς τομέα με «τη σχεδίαση ενός παραγωγικού μοντέλου για την ιδιαίτερη ανάδειξη της ορεινότητας του παραγόμενου προϊόντος», τονίζοντας επιπλέον ότι απαιτείται η χορήγηση κινήτρων στους νέους αγρότες, όπως είναι «η επιδότηση 100% των σχεδίων βελτίωσης για την ανάπτυξη του αγροδιατροφικού τομέα».
• Για την ενίσχυση του αγροτουρισμού και την ανάπτυξη της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας εστιάζοντας την προσοχή «στα καταλύματα, τα εμπορικά καταστήματα και στις επιχειρήσεις μαζικής εστίασης με τη δυνατότητα διασύνδεσης τους με την πρωτογενή παραγωγή».
• Για τη βελτίωση του δημοτικού και αγροτικού δικτύου καθώς και την κατασκευή ομβροδεξαμενών – αρδευτικών έργων με «την αξιοποίηση κρατικών και κοινοτικών πόρων, σε συνεργασία με δήμους και περιφέρειες», διασφαλίζοντας την απαιτούμενη ασφάλεια για τους κατοίκους.
Τέλος, κατέληξε ότι: «η αξία και η επιτυχία της Υποεπιτροπής αυτής θα κριθεί εκ του αποτελέσματος, με απώτερο στόχο μας οι προτάσεις αυτές να γίνουν νόμος του κράτους».