ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΡΕΘΥΜΝΟ

Επιστολή – βόμβα του Μανώλη Εγγλέζου για το θέμα της Cretan Lines

Επιστολή – βόμβα με την οποία απευθύνεται στα μέλη της Cretan Lines απέστειλε το πρωί της Δευτέρας ο δικηγόρος κ. Μανώλης Εγγλέζος. Η επιστολή η οποία έχει τον εύγλωττο τίτλο “Μια οφειλόμενη απάντηση στα μέλη των Κρητικών Θαλάσσιων Γραμμών (και όχι στον κ. Νικολούδη)” αποτελεί μία απάντηση στους ισχυρισμούς του προέδρου του Δ.Σ. της Cretan Lines κ. Γιάννη Νικολούδη για τα γνωστά θέματα που ήρθαν πρόσφατα στην επιφάνεια μετά τη βλάβη του ΕΛΛΗ Τ.

Η επιστολή αναλυτικά:

“Είμαι μέλος του Συνεταιρισμού από την αρχή, ενώ σα δικηγόρος ήμουν αφιλοκερδώς δίπλα στην προσπάθεια μέχρι τα μέσα του περασμένου Μάη, οπότε αποχώρησα λόγω αδυναμίας συνεργασίας με τον Πρόεδρο. Επειδή, τώρα που έρχεται ο πρόεδρος αντιμέτωπος με τα αδιέξοδα που έχει δημιουργήσει, θεωρεί σκόπιμο να αναφέρεται στο όνομά μου ότι τάχα δεν προστάτεψα το Συνεταιρισμό ώστε να μεταθέσει τις ευθύνες του, επιβάλλεται το ξεκαθάρισμα της θέσης μου προς τους συνεταίρους:

Στα χρόνια αυτά παρακολούθησα όλες τις προσπάθειες για εξεύρεση πλοίου στο βαθμό που ενημερωνόμουν γι’ αυτές. Υπήρχε όμως πάντα μια δυσκολία στη συνεννόηση με τον Πρόεδρο, σε αντίθεση με τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ, με τα οποία είχα και έχω μιαν άριστη συνεργασία.

Η δυσκολία οφείλεται στο ότι ο Πρόεδρος δεν ενημερώνει για το τι γίνεται παρά κατόπιν εορτής. Είναι περιττό να τονίσω ότι σε κάθε τέτοια συναλλαγή, και έχω κάμει πάρα πολλές, απαιτείται ένας συντονισμός μεταξύ διαφόρων ειδικοτήτων, μηχανικών, δικηγόρων, οικονομολόγων, και υπάρχει μια διαρκής επικοινωνία μεταξύ τους, με σχόλια και απόψεις που ακούγονται, με την τελική απόφαση να έχει βεβαίως ο επικεφαλής της εταιρείας.

Από την αρχή εδώ δεν είχαμε το επιθυμητό επίπεδο επικοινωνίας. Ενημερωνόμουν εκ των υστέρων ή την τελευταία στιγμή, έτσι που να μην μπορώ να δώσω την άποψή μου εγκαίρως. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σύναψη σύμβασης με ένα ναυλομεσίτη προ ετών, όπου κάποια στιγμή μου κοινοποίησε ο Πρόεδρος ένα ήδη υπογραφέν συμφωνητικό στα αγγλικά, το οποίο δέσμευε υπερβολικά το Συνεταιρισμό, το οποίο είχε υπογράψει δίχως να πάρει γνώμη δικηγόρου. Όταν του υπέδειξα τα θέματα που υπήρχαν, το μόνο που βρήκε να πει ήταν «μήπως δε μας δεσμεύει το έγγραφο επειδή είναι στα αγγλικά»;

Είναι γεγονός ότι δεν είναι εξοικειωμένα με τη ναυτιλία όλα τα μέλη του ΔΣ. Αυτό δεν είναι κακό, κακό είναι να μην το αναγνωρίζεις αυτό και να νομίζεις ότι μπορείς να κινηθείς με άνεση σε αυτό το χώρο. Ο Πρόεδρος κινήθηκε με άγνοια κινδύνου σε αυτό το εγχείρημα, αγνοώντας τους ναυτιλιακούς συμβούλους του, μεταξύ των οποίων κι εμένα. Πριν προκύψει το ΕΛΛΗ Τ, το Γενάρη του 2012, ο Πρόεδρος με πήρε τηλέφωνο από το αεροδρόμιο, καθ’ οδόν προς Ελβετία, όπου πήγαινε να συζητήσει με ένα μεσάζοντα που είχε βρει, τους όρους μιας χρηματοδότησης του πλοίου που θα αγοραζόταν μελλοντικά. Του ζήτησα να μην υπογράψει κανένα έγγραφο αν δεν το δώ, κι αυτή η συνεννόηση υπήρχε και με το ΔΣ, έτσι κι αλλιώς αυτό θα ήταν στα αγγλικά, γλώσσα που δε μιλεί ο Πρόεδρος. Δεν υπήρξε καμιά επικοινωνία γι’ αυτό το θέμα. Θεωρούσα ότι δεν προχώρησε η συναλλαγή, μέχρι που έμαθα ότι υπέγραψε σύμβαση χρηματοδότησης στα αγγλικά, πλήρωσε και προμήθεια από τα λεφτά του Συνεταιρισμού στο μεσάζοντα και επέστρεψε ξεχνώντας μάλιστα και μια σελίδα από το κείμενο που υπεγράφη! Και ότι με αυτό συνδέεται η παραίτηση του τότε ταμία του ΔΣ. Παρακαλώ τον Πρόεδρο να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει αυτά που ακούγονται. Σε ραδιοφωνική αντιπαράθεσή μας προ ημερών, ο πρόεδρος πρώτη φορά ανέφερε ότι είχε δείξει το έγγραφο σε πρόσωπο μη κατονομαζόμενο, που του είχε δώσει το πράσινο φως. Επειδή όμως ο Συνεταιρισμός δεν είναι ατομική επιχείρηση του προέδρου, θα πρέπει να μας πει σε ποιον το έδειξε, να μας δείξει το αποδεικτικό αποστολής της τηλεομοιοτυπικής ή ηλεκτρονικής μετάδοσης του εγγράφου προς τον άγνωστο σύμβουλο, και να εξηγήσει γιατί δεν ενημέρωσε κι εμένα, όπως είχε ήδη δεσμευτεί να κάμει.

Και ερχόμαστε στο ΕΛΛΗ Τ. Σημειώνω ότι τέτοιες διαδικασίες κρατούν συνήθως δύο και παραπάνω μήνες, γιατί είναι πολλά τα θέματα που προκύπτουν και δουλεύονται μέσω μεσιτών, οι οποίοι κρατούν ανοιχτούς τους διαύλους επικοινωνίας. Και εδώ είχαμε τα ίδια προβλήματα στην επικοινωνία: Ελλιπής και καθυστερημένη ενημέρωση, μη συμμετοχή μου στις διαπραγματεύσεις και μη ενημέρωσή μου για το τι λέγεται, ώστε να υπάρχει δυνατότητα έγκαιρης επεξεργασίας μιας απάντησης. Επίσης, μια επίδειξη μεγάλης εμπιστοσύνης στους πλοιοκτήτες, που συνεπαγόταν την αποδοχή όλων των προτάσεών τους, δίχως να ακούει τις επιφυλάξεις μου και άλλων συμβούλων και την ανάγκη κατοχύρωσης του Συνεταιρισμού, δίχως αυτό να σημαίνει ότι θεωρούμε τους πλοιοκτήτες κακόπιστους. Απλά, έτσι πρέπει να γίνεται κάθε συναλλαγή, όχι μόνο στα πλοία.

Μου κοινοποιήθηκε λοιπόν ένα σχέδιο ναυλοσυμφώνου με δυνατότητα αγοράς, με πρόσθετους όρους που εξυπηρετούσαν τους πλοιοκτήτες. Κομβικά σημεία ήταν η προκαταβολή μεγάλου ποσού προ της παραδόσεως του πλοίου, η επιθεώρηση του πλοίου μετά την παράδοση, και η έρευνα ύπαρξης οφειλών κατά του πλοίου, δίχως αυτό να σημαίνει ότι δεν υπήρχαν άλλα θέματα. Έτσι, με μήνυμά μου στις 15.3, πρότεινα στον Πρόεδρο να αποστείλει συγκεκριμένο αίτημα παροχής πληροφοριών στους πλοιοκτήτες ζητώντας αντίγραφο μερίδας του πλοίου από το νηολόγιο, βεβαίωση οφειλών από το ΝΑΤ και έγγραφα του νηογνώμονα, τα τελευταία για χρήση από το μηχανικό του Συνεταιρισμού.

Η επικοινωνία είχαμε συνεννοηθεί να γίνεται μέσω του Προέδρου και όχι απ’ ευθείας από μένα. Αυτό είναι συνήθης πρακτική, όπου τα μηνύματα κατευθύνονται στο μεσίτη κάθε πλευράς και αυτός τα προωθεί στους πελάτες του. Εδώ δεν είχαμε μεσίτη και επικοινωνούσε ο Πρόεδρος απ’ ευθείας, κι εγώ σ’ αυτόν έστελνα τα μηνύματά μου. Αντίστοιχα, άλλος σύμβουλος του Συνεταιρισμού πρότεινε, με τη δική μου σύμφωνη γνώμη, όρο για ανάληψη υποχρέωσης της Τράπεζας και του πλοιοκτήτη να μεταβιβάσουν το πλοίο ελεύθερο βαρών με άρση της υφιστάμενης υποθήκης, με τη λήξη του ναυλοσυμφώνου. Δε μάθαμε ποτέ τι έγινε κι αν συζητήθηκαν οι προτάσεις αυτές, και στις 19.3 απέστειλα άλλο μήνυμα προτείνοντας να συμπεριληφθεί όρος που προέβλεπε ότι δε μπορεί να αρχίσει το ναυλοσύμφωνο εάν ο Συνεταιρισμός και το πλοίο δεν είναι έτοιμοι από κάθε άποψη για πραγματοποίηση του ταξιδίου για το οποίο προορίζεται. Με αυτό τον όρο, θα αποφεύγαμε την προκαταβολή, θα έπρεπε να άρουν οι πλοιοκτήτες κάθε απαγόρευση απόπλου και θα κερδίζαμε χρόνο ώστε να διεκπεραιωθούν οι δικές μας εκκρεμότητες, οι οποίες ακόμα ταλαιπωρούν το πλοίο. Δηλαδή χωρίς να έρθομε σε σύγκρουση με τους πλοιοκτήτες, θα μπορούσαμε να μην έχομε δώσει λεφτά μέχρι να τελειώσουν και οι δικές τους εκκρεμότητες (βλ. απαγορεύσεις απόπλου) και οι δικές μας (βλ. ναυτολόγιο, πιστοποίηση ISM, τελική επιθεώρηση νηογνώμονα, κυπριακά ναυτικά φυλλάδια στο πλήρωμα). Πρότεινα επίσης να μας δώσουν βεβαίωση ότι δεν υπάρχουν οφειλές οιασδήποτε φύσεως και να δεσμευτούν ότι αν προκύψουν, να παρακρατείται ο ναύλος έναντι οποιασδήποτε ζημιάς που τυχόν θα υφιστάμεθα.

Δεν ενημερώθηκα ποτέ αν αυτά συζητήθηκαν ή όχι, όμως κάποια στιγμή μετά από δυό μέρες μου είπε ο Πρόεδρος τηλεφωνικά ότι υπάρχουν τροποποιήσεις, μου ζήτησε δε να επικοινωνήσω με το δικηγόρο των πλοιοκτητών για να ενημερωθώ. Δεν είχε συμπεριληφθεί τίποτα από τα παραπάνω εκτός από τη δυνατότητα παρακράτησης του ναύλου σε περίπτωση ζημιάς, και ήταν ήδη 22.3.2012. Επανήλθα λοιπόν με σχόλια στις 22-3-2012 και ζητούσα τα ίδια, ενώ ζητούσα και παροχή εγγύησης από αδελφή εταιρεία για τις υποχρεώσεις της πλοιοκτήτριας από το ναυλοσύμφωνο, δίχως να γίνουν δεκτά και δίχως να ασχοληθεί ο Πρόεδρος. Η εντύπωση που μου δημιουργήθηκε από την ανταλλαγή μηνυμάτων και τις προφορικές επικοινωνίες είναι ότι δεν καταλάβαινε τι λέγαμε και δεν είχε συναίσθηση των διακυβευμάτων.

Είναι σαφές λοιπόν ότι στις 23.3, οπότε έγινε η συνάντηση που κατέληξε στις υπογραφές δεν ήταν ώριμη η κατάσταση για κάτι τέτοιο. Συνοψίζω ότι ούτε είχε γίνει επαφή με την Τράπεζα για τη βεβαίωση, ούτε είχαμε πιστοποιητικό ΝΑΤ, ούτε βεβαίωση από τους πλοιοκτήτες για υπάρχουσες οφειλές. Τέτοια βεβαίωση θα βοηθούσε να θεωρηθούν κακόπιστοι σε περίπτωση ύπαρξης οφειλής, με ποινικές ευθύνες, πράγμα που θα τους ενθάρρυνε να τακτοποιήσουν τις οφειλές προ της παραδόσεως. Το σημειώνω ιδιαιτέρως αυτό, καθώς εκείνη τη μέρα υπήρχε απαγόρευση απόπλου μόνο από μέρος του πληρώματος και για ποσό 207.000, που θα κάλυπτε η προκαταβολή. Οι επόμενες απαγορεύσεις τέθηκαν σταδιακά από τις 26.3 και μπαίνανε μέχρι τον Ιούνιο. Έτσι δε μπορούσαν να φανούν όλες οι οφειλές στο νηολόγιο, όμως αυτές θα ταλαιπωρούσαν το πλοίο εκ των υστέρων, όπως κι έγινε.

Το κλίμα στη συνάντηση ήταν όλοι τους και μόνος μου. Σε κάθε παρατήρησή μου στη διαπραγμάτευση, ο Πρόεδρος ήταν συναινετικός στις αντιρρήσεις των πλοιοκτητών, με παρέκαμπτε γιατί βιαζόταν να υπογράψει και θεωρούσε ότι θα τα βρούμε αν υπάρξει θέμα. Επικαλούμαι τη μαρτυρία των μελών του ΔΣ που ήταν παρόντες, για τον αγώνα που έκαμα να μην υπογραφεί το ναυλοσύμφωνο εκείνη τη μέρα και να αλλάξουν οι όροι. Ιδιαίτερη συζήτηση έγινε για την προκαταβολή του ενός εκατομμυρίου, όπου αντέδρασα να γίνει αν δε συνοδεύεται από παράδοση του πλοίου. Θυμίζω ότι οι πλοιοκτήτες απάντησαν ότι δε μπορούν να το κάνουν αυτό γιατί μόνο με το ένα εκατομμύριο θα μπορούν να είναι σε θέση να παραδώσουν το πλοίο, ότι αντέτεινα για τη δυνατότητα εγγυητικών δίχως να υποστηριχθεί η θέση μου από τον Πρόεδρο, ο οποίος εμπιστευόταν ό,τι έλεγαν οι πλοιοκτήτες. Ήταν γνωστή δηλαδή η ύπαρξη οφειλών πριν από την υπογραφή του ναυλοσυμφώνου. Σε κάθε περίπτωση, υπάρχει τρόπος στη ναυτιλιακή πρακτική να γίνουν ταυτόχρονα με καλό συντονισμό η πληρωμή των ποσών και η παράδοση, πλην όμως ο Πρόεδρος δεν ήθελε να καθυστερεί με τέτοιες διαδικασίες και κουβέντες.

Κατάφερα παρ’ όλα αυτά τα εξής: Να προστεθεί στον όρο 10 του ναυλοσυμφώνου η δυνατότητα παρακράτησης ναύλων για την περίπτωση που ο Συνεταιρισμός εμποδίζεται να λειτουργήσει το πλοίο λόγω οφειλών των πλοιοκτητών. Αυτό καταλαβαίνετε τι σημαίνει για την κατάσταση που έχομε περιέλθει.

Επίσης, να παραμείνει στον όρο 21 η δυνατότητα να συμψηφίζονται ναύλοι με ζημίες που θα υποστεί ο Συνεταιρισμός λόγω οφειλών των πλοιοκτητών, που οι πλοιοκτήτες ζήτησαν να αφαιρεθεί. Ο όρος αυτός καλύπτει πολύ περισσότερα από ποινική ρήτρα που κατόπιν εορτής πρότεινε πρόσωπο το οποίο ήταν παρόν και στην υπογραφή του ναυλοσυμφώνου δίχως να το προτείνει τότε και το οποίο έχει γίνει καραμέλα από τον Πρόεδρο.

Σε δική μου παρέμβαση οφείλεται και η τροποποίηση στον όρο 5, όπου αρχικά υποχρεωνόταν ο Συνεταιρισμός να δουλεύει δίχως πίστωση με τους προμηθευτές του, και τελικά προβλέφθηκε δίμηνη πίστωση. Ο όρος αυτός έχει σημασία για τους πλοιοκτήτες γιατί μπορεί κάποιος προμηθευτής του Συνεταιρισμού να πιάσει το πλοίο κι ας μην ανήκει ακόμα σε μας.

Ήταν τέτοιο το κλίμα στη συνάντηση που κάποια στιγμή είπα στους παρευρισκόμενους: «Καταλαβαίνετε ότι μόνο εγώ δε θέλω να υπογραφεί το ναυλοσύμφωνο σήμερα». Η σύμπνοια του Προέδρου με τους πλοιοκτήτες συνεχίστηκε και τις επόμενες μέρες, όπως και η έλλειψη ενημέρωσής μου: Έτσι, τυχαία πληροφορήθηκα ότι κατατέθηκαν χρήματα της προκαταβολής κατευθείαν σε λογαριασμούς προμηθευτών των πλοιοκτητών, δίχως να μου ζητηθεί να ετοιμάσω αποδείξεις γι’ αυτό, ούτε γνωρίζω αν υπάρχει απόδειξη για την προκαταβολή. Τυχαία έμαθα ότι έχει παραχωρηθεί η εκμετάλλευση των εστιατορίων του πλοίου σε ιδιώτη για τρία χρόνια κι ότι έχουν υπογραφεί συμβάσεις, το περιεχόμενο των οποίων μου είναι άγνωστο. Τυχαία επίσης ενημερώθηκα ότι ζήτησαν χρήματα για ασφάλιση του πλοίου σε χρόνο που δεν έχει λάβει χώρα η παράδοση, άρα δεν υφίστατο υποχρέωση δική μας, ο δε Πρόεδρος δεν ήξερε καν αν το ποσό των 50.000€ που του ζητήθηκε ήταν δικαιολογημένο και τι κάλυπτε. Ειδικά για την ασφάλιση, ο Συνεταιρισμός θα πρέπει να έχει δικό του ναυτασφαλιστή, ο οποίος να ελέγχει τα όσα υποστηρίζουν οι πλοιοκτήτες ακόμα κι αν δεν τοποθετεί αυτός τις ασφάλειες, πλην όμως αυτό δεν έγινε παρ’ όλο που είχαν προταθεί τέτοιοι επαγγελματίες.

Η αδυναμία των πλοιοκτητών να παραδώσουν στη συμφωνηθείσα ημερομηνία συνιστά παραβίαση του ναυλοσυμφώνου και δίδει στο Συνεταιρισμό δικαιώματα με βάση τους όρους που ανέφερα παραπάνω, πλην όμως δεν έχουν ασκηθεί αυτά τα δικαιώματα. Παρ’ όλα αυτά, και ενώ το πλοίο δεν παραδίδετο, ο Πρόεδρος συνέχισε να με αφήνει έξω από τις συνεννοήσεις, δε μου ζήτησε ούτε μιαν αναφορά ως προς το τί απαγορεύσεις απόπλου έχουν επιβληθεί και επιβάλλονταν συνεχώς μετά την καταβολή της προκαταβολής, και δε διεκδικούσε τα δικαιώματα του Συνεταιρισμού με βάση τόσο τους ανωτέρω όρους όσο και τις εισηγήσεις μου. Η ουσία είναι ότι η εκκρεμότητα κράτησε πολύ ενώ αυτό χρειάζεται συγκεκριμένες άμεσες ενέργειες.

Σημειώνω επίσης ότι με βάση τους ανωτέρω όρους που επέβαλα, μπορούσε ο Συνεταιρισμός να συμψηφίσει οφειλόμενους ναύλους με τα κέρδη που απώλεσε από την καθυστέρηση. Μπορούσε επίσης να απαιτήσει τη μετάθεση των δόσεων, αφού οι προγραμματισμένες δόσεις είχαν προβλεφθεί στη βάση της παράδοσης του πλοίου κατά τη συμφωνημένη ημερομηνία. Πλην όμως ο πρόεδρος παρέλαβε δίχως επιφυλάξεις το πλοίο, οπότε θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο αν όχι αδύνατο να εγερθούν οι απαιτήσεις αυτές εκ των υστέρων.

Ο Πρόεδρος, βλέποντας το αδιέξοδο που έχει δημιουργηθεί, επιδιώκει να ρίξει επάνω μου τις ευθύνες καταλογίζοντάς μου ότι τάχα δεν προστάτεψα το Συνεταιρισμό. Πώς να προστατέψεις όμως κάποιον που δε θέλει να προστατευτεί; Που επιμένει να υπογράψει σε συνθήκες που δεν έχει ολοκληρωθεί η συζήτηση, που οι πλοιοκτήτες συνομολογούν ότι το πλοίο δε μπορεί να παραδοθεί παρά μόνο με τα λεφτά της προκαταβολής, που η Τράπεζα δεν έχει δώσει ακόμα τη βεβαίωση περί άρσης του βάρους με τη λήξη του ναυλοσυμφώνου; Ο πρόεδρος ισχυρίζεται ότι έπρεπε να βιαστούμε γιατί έλεγαν οι πλοιοκτήτες ότι θα έδιδαν το πλοίο σε άλλους ενδιαφερόμενους. Αν ισχύει αυτό, έπρεπε να ανταποκρίνεται άμεσα στις προτάσεις μου κι όχι να τις αγνοεί και να καθυστερεί. Και βεβαίως, όταν δεν είσαι έτοιμος, δεν υπογράφεις σύμβαση, όση βία κι να έχεις.

Βέβαια, σε συνάντηση που επιδίωξα να έχω αρχές Μαΐου με το ΔΣ, δόθηκαν εξηγήσεις και δεν ανέφερε τίποτα μπροστά μου. Συνέχισε όμως αμέσως μετά την πρακτική αυτή, κατηγορώντας με όταν δεν είμαι παρών, αναγκάζοντάς με να αποχωρήσω από την κοινή προσπάθεια, στην οποία θυμίζω ότι πρόσφερα αφιλοκερδώς τις υπηρεσίες μου.

Θεωρώ ότι τα λάθη του Προέδρου δεν οφείλονται μόνο στην άγνοια που έχει για τη ναυτιλία. Γιατί, ως έμπειρος τραπεζίτης που είναι, δεν καταλαβαίνω πώς υπέγραψε μια δανειακή σύμβαση για ποσό που υπερκαλύπτει την αξία του πλοίου σε μια γλώσσα που δε γνωρίζει και πώς έδωσε προμήθεια γι’ αυτό σε κάποιον άγνωστο από το ταμείο του Συνεταιρισμού. Αυτά τα λεφτά θα τα πάρει πίσω ο Συνεταιρισμός; Και εφόσον υπάρχει η δανειακή σύμβαση, γιατί δεν την ενεργοποιεί για να αγοράσει το πλοίο να ξεμπερδεύομε να μην έχομε προβλήματα; Προφανώς γιατί κάποιος παραπλάνησε τον Πρόεδρο.

Τελειώνοντας, θέλω τα επισημάνω τα εξής: Το πλοίο ήρθε στο Ρέθυμνο, και θα πρέπει να το στηρίξομε όλοι. Δε θα πρέπει να κοιτούμε αν βγάζει κέρδος ο Συνεταιρισμός, δεν είναι αυτό το ζητούμενο, το κέρδος θα δειχτεί στα οφέλη που θα αποκομίσει η τοπική κοινωνία και οι Ρεθεμνιώτες εδώ και στην Αττική από τη λειτουργία του. Γι’ αυτό θα πρέπει να το στηρίζομε συνεχώς. Θα πρέπει ακόμα να υπάρχει συνεχής ενημέρωση και επικοινωνία με τους συμβούλους του Συνεταιρισμού, για να μη γίνουν τα ίδια. Να στηριχτεί ο δικηγόρος που έχει τώρα αναλάβει και να μην υπάρχει κενό ενημέρωσης και σ’ αυτόν.

Από πλευράς μου ευχαριστώ τα υπόλοιπα μέλη του ΔΣ και το Εποπτικό Συμβούλιο για τη συνεχιζόμενη άριστη συνεργασία μας και δηλώνω ότι θα συνεχίσω να είμαι δίπλα τους αφιλοκερδώς και προς ευόδωση των σκοπών του Συνεταιρισμού και όχι της προσωπικής προβολής συγκεκριμένων ατόμων”.

Μανώλης Εγγλέζος