ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΕΛΛΑΔΑ

Μητσοτάκης: «H έγκριση της Συμφωνίας με τη Γαλλία σημαίνει θωράκιση της χώρας» – Τσίπρας: «Πόσο θα φθάσει ο λογαριασμός;»

Για ιστορική Συμφωνία, η έγκριση της οποίας σημαίνει θωράκιση της πατρίδας μας στην ταραγμένη Μεσόγειο και σηματοδοτεί το πρώτο τολμηρό βήμα για τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης, μίλησε από βήματος της Ολομέλειας ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης, στη συζήτηση για την «Κύρωση της Συμφωνίας μεταξύ της Κυβέρνησης της Ελληνικής Δημοκρατίας και της Κυβέρνησης της Γαλλικής Δημοκρατίας για την εγκαθίδρυση στρατηγικής εταιρικής σχέσης για τη συνεργασία στην άμυνα και την ασφάλεια». Υπογράμμισε πως συγκροτείται μια ενιαία ευρωπαϊκή στάση στη Μεσόγειο ενώ είναι ταυτόχρονα σαφής και ο ευρωατλαντικός χαρακτήρας αυτής της νέας εταιρικής σχέσης. Εξήγησε ότι η τιμή των φρεγατών δεν ξεπερνά τις δημοσιονομικές μας δυνατότητες καθώς και ότι «πράγματι η Ελλάδα είναι το τελευταίο φυλάκιο της Δύσης προς Ανατολάς».

Κλείνοντας την ομιλία του απηύθυνε έκκληση να τηρηθεί η «σοβαρή παράδοση που έχει κατακτήσει η δημοκρατία μας: τα κόμματα, τουλάχιστον τα κόμματα εξουσίας, να συμφωνούν όταν πρόκειται για θέματα εθνικής ασφάλειας», και τόνισε πως για τα θέματα εθνικής άμυνας μιλάει μόνο η πατρίδα και κανένα κόμμα.

«Το μήνυμα που πρέπει να εκπέμψει το Ελληνικό Κοινοβούλιο είναι ένα μήνυμα ενότητας και εθνικής ευθύνης. Η ευθύνη είναι βαριά και βαριά θα είναι και η ετυμηγορία της ιστορίας», είπε χαρακτηριστικά ο πρωθυπουργός, πριν κατέβει από το βήμα.

Άμυνα και διπλωματία είναι δύο όψεις της εθνικής ασπίδας

«Την περασμένη Τρίτη στο Μέγαρο των Ηλυσίων συνυπογράψαμε μαζί με τον Πρόεδρο Μακρόν τη Συμφωνία για τη νέα στρατηγική εταιρική σχέση Ελλάδος-Γαλλίας», είπε ξεκινώντας την ομιλία του.

«Είναι μία συνθήκη που αναβαθμίζει συνολικά τη συνεργασία των δύο χωρών μας στους τομείς της άμυνας, της ασφάλειας και της εξωτερικής πολιτικής. Το ιστορικό αυτό κείμενο τίθεται σήμερα ενώπιον της Βουλής καθιστώντας έτσι και τη σημερινή συνεδρίαση ιστορική γιατί η ψήφισή του θα σημαίνει πολλά και κρίσιμα: τη θωράκιση της πατρίδας μας στην ταραγμένη Μεσόγειο και ταυτόχρονα το πρώτο τολμηρό βήμα για τη στρατηγική αυτονομία της Ευρώπης. Τη δυνάμωση επίσης της νότιας πτέρυγας του ΝΑΤΟ μέσω της σημαντικής ενίσχυσης του Πολεμικού μας Ναυτικού αλλά και τη θεμελίωση παράλληλα ενός συμμαχικού πόλου ειρήνης με ευρύτερη ακτινοβολία. Αυτή η πολυεπίπεδη διάσταση της ελληνογαλλικής σύμπραξης είναι και που την κάνει πρωτοπόρα. Γιατί τα εθνικά της πλεονεκτήματα πιστεύω ότι είναι σε όλες και σε όλους σαφή. Για πρώτη φορά προβλέπεται ρητά και κατηγορηματικά ρήτρα στρατιωτικής συνδρομής σε περίπτωση που τρίτος επιτεθεί σε ένα από τα δύο κράτη. Και όλοι ξέρουμε, όπως υπενθύμισε και ο κ. υπουργός χθες, ποιος απειλεί ποιον με casus belli στην Ανατολική Μεσόγειο.

Αυτή είναι μια πολύ ισχυρή νομική αμυντική δικλείδα με ρητή αναφορά στο άρθρο 51 του Καταστατικού Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών», τόνισε ο πρωθυπουργός.

Και συνέχισε: «η χώρα μας άλλωστε διαπραγματευόταν από το 1974, από την εποχή του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μία τέτοια Συμφωνία. Και να που σήμερα γίνεται χειροπιαστή πραγματικότητα, πάλι με κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας.

Όπως πραγματικότητα είναι επίσης ότι αυτή η νέα εταιρική σχέση μας με την Γαλλία πλαισιώνεται και με την προσθήκη στο στόλο μας τριών υπερσύγχρονων φρεγατών Belharra. Είναι πλοία τα οποία, όπως καλά γνωρίζετε, αποτελούσαν διακαή πόθο του Ναυτικού μας. Και με ανοιχτή την προοπτική απόκτησης ενός ακόμα αριθμού κορβετών η Ελλάδα θα διαθέτει σκάφη επιφανείας αντάξια των δυνατοτήτων των καπετάνιων της για τα επόμενα 40 χρόνια.

Όλα αυτά δεν υπήρχαν μέχρι χθες όπως υπάρχουν τώρα. Μαζί με τα 24 Rafale της Πολεμικής μας Αεροπορίας, τα πρώτα εκ των οποίων θα φτάσουν στην Τανάγρα πριν από το τέλος του έτους, τα τελευταίας γενιάς ελικόπτερα Romeo -για αυτούς που γνωρίζουν τα καλύτερα στον κόσμο στον ανθυποβρυχιακό πόλεμο- τις τορπίλες βαρέως τύπου των υποβρυχίων μας και τον νέο εξοπλισμό του Λιμενικού και της συνοριοφυλακής.

Όπως επίσης σήμερα υπάρχουν και οι Συμφωνίες μας με την Αίγυπτο και την Ιταλία για τις θαλάσσιες ζώνες. Υπάρχει μία συμφωνία με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα με αντίστοιχη ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής. Υπάρχουν σχήματα κοινής δράσης με το Ισραήλ και με πολλές γειτονικές χώρες. Και, ασφαλώς, η επικείμενη επέκταση της αμυντικής συνεργασίας μας με τις Ηνωμένες Πολιτείες για μία πενταετία.

Έχω πει εξάλλου ότι για αυτή την κυβέρνηση άμυνα και διπλωματία είναι δύο όψεις της εθνικής ασπίδας.

Σαφής ωστόσο είναι και ο ευρωατλαντικός χαρακτήρας αυτής της νέας εταιρικής σχέσης, καθώς την υπογράφουν δύο μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, τα οποία ταυτόχρονα είναι και μέλη του ΝΑΤΟ. Κινείται άλλωστε και στην ίδια λογική, στην κατεύθυνση, και του Γαλλογερμανικού Συμφώνου του ‘Ααχεν που είχε προηγηθεί. Και αξίζει να σημειωθεί ότι ως τώρα τέτοιες εγγυήσεις από το Παρίσι δεν είχαν λάβει άλλες πρωτεύουσες με εξαίρεση το Βερολίνο. Στο εξής, λοιπόν, θα τις έχει και η Αθήνα.

Εμβαθύνεται έτσι η συνεργασία των χωρών του νότου της ηπείρου μας και αποκτά νέο περιεχόμενο η προάσπιση των ευρωπαϊκών συμφερόντων στη Μεσόγειο. Ενώ ταυτόχρονα οικοδομείται και η κοινή διαλειτουργική μας άμυνα, καθώς Rafale θα πετούν σε λίγο όχι μόνο στις γαλλικές και στις ελληνικές αλλά και στις κροατικές μοίρες. Και τα πλοία τα οποία αποκτούμε είναι ουσιαστικά τα ίδια πλοία με αυτά τα οποία αποκτά και το Γαλλικό Ναυτικό.

Όμως ταυτόχρονα θα συγκροτείται και μια ενιαία ευρωπαϊκή στάση στη Μεσόγειο, στη Μέση Ανατολή και στην υποσαχάρια Αφρική. Παντού όπου η Ευρώπη έχει στρατηγικά συμφέροντα».

Και ο Κυριάκος Μητσοτάκης υπογράμμισε: «Τα παραπάνω είναι προπλάσματα της ισχυρής, αυτόνομης και αυτοδύναμης Ευρωπαϊκής Ένωσης του αύριο. Γιατί συμμερίζομαι και εγώ την άποψη του Προέδρου Μακρόν ότι εμείς οι Ευρωπαίοι πρέπει να σταματήσουμε να υποδεχόμαστε με αφέλεια τις τεκτονικές αλλαγές στην παγκόσμια γεωπολιτική σκακιέρα. Πράγματι, είναι καιρός να αντιστοιχηθεί η οικονομική μας ισχύ με την αμυντική μας ικανότητα. Η ήπειρός μας, άλλωστε, δεν διαθέτει μόνο Ιστορία και πολιτισμό, αλλά πλουτοπαραγωγικές πηγές, τεχνογνωσία, επιστημονικά μυαλά, άξια εργατικά χέρια, δυνάμεις που, αν τεθούν όλες στην ίδια τροχιά, από παθητικό παρατηρητή θα την ξανακάνουν ενεργό πρωταγωνιστή.

‘Δεν υπάρχει άλλος δρόμος για τους λαούς μας από την ένωσή τους’, υπογράμμιζε ένας από τους πατέρες της ενωμένης Ευρώπης, ο Ζαν Μονέ. Και τα λόγια του παίρνουν σήμερα άλλη διάσταση μπροστά στις μεγάλες προκλήσεις της εποχής μας. Κοινά προβλήματα όπως το δημογραφικό, το μεταναστευτικό, η ασφάλεια απέναντι στην τρομοκρατία, η ψηφιακή και πράσινη μετάβαση δεν θα βρουν απαντήσεις σε μεμονωμένες λύσεις. Συνεπώς, οι πραγματικοί ευρωπαϊστές καλούμαστε να γίνουμε ευρωπαίοι πραγματιστές, χαράσσοντας με θάρρος το δρόμο της στρατηγικής αυτονομίας της Ένωσής μας, που πιστεύω ακράδαντα ότι είναι μονόδρομος για το μέλλον της».

Αλ. Τσίπρας: Συναίνεση στο λάθος δεν θα δώσουμε – πόσο θα φθάσει ο λογαριασμός;

Η Συμφωνία που φέρνει η κυβέρνηση «δεν είναι μια συμφωνία μεταξύ ισότιμων εταίρων», «δεν είναι “ιστορική” αλλά ανισοβαρής», τόνισε ο Αλέξης Τσίπρας, μιλώντας στη Βουλή για την ελληνογαλλική συμφωνία.

Είπε ότι «η Γαλλία λαμβάνει πάνω από 7 δισ. σε Rafale και φρεγάτες από μια υπερχρεωμένη χώρα όπως η Ελλάδα, της οποίας το χρέος φτάνει στα 210% του ΑΕΠ, χωρίς καμία εγγύηση για συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας που καταρρέει» και πως «εμείς είμαστε υποχρεωμένοι να στείλουμε Έλληνες στρατιώτες να πολεμήσουν στο Σαχέλ, όπου έχουν πεθάνει δεκάδες Γάλλοι στρατιώτες και σε αντάλλαγμα η Γαλλία δεν υποχρεούται καν να μας στηρίξει εκτός χωρικών μας υδάτων, όπου είχαμε κρίση πέρσι, ακόμα και αν έρθει τουρκικό ερευνητικό 7 ναυτικά μίλια ανατολικά της Κρήτης». Μίλησε για συμφωνία που «δεν καλύπτει τα εθνικά μας συμφέροντα και μας εμπλέκει σε εξαιρετικά επικίνδυνες περιπέτειες στο εξωτερικό», ενώ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι ανέδειξε και ένα νέο δόγμα για την εξωτερική πολιτική της χώρας, που «αποστασιοποιείται από την λογική του πυλώνα ειρήνης, σταθερότητας και ασφάλειας που η Ελλάδα πρέπει να αποτελεί στην περιοχή της».

«Συναίνεση στο λάθος δεν θα δώσουμε», είπε ο κ. Τσίπρας, ανακοινώνοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ δεν συναινεί «σε μια λάθος στρατηγική για την εξωτερική και αμυντική μας πολιτική», «σε μια αλόγιστη κούρσα εξοπλισμών, χωρίς σχέδιο και προτεραιότητες, που θυμίζει εποχές που συνέβαλαν στη χρεοκοπία της χώρας», «σε μια συμφωνία με δυο εξαιρετικά αρνητικές προβλέψεις». Είπε ότι αυτή η στάση είναι «βαθιά πατριωτική», «στάση ευθύνης απέναντι στα εθνικά μας συμφέροντα, αλλά και απέναντι στους κόπους του ελληνικού λαού» και δήλωσε αποφασισμένος «πολύ σύντομα, μια προοδευτική κυβέρνηση να διορθώσει αυτή τη λάθος στρατηγική κατεύθυνση στην εξωτερική μας πολιτική και να επαναφέρει τη χώρα στον δρόμο της ειρήνης, της ασφάλειας και της σταθερότητας».

Ο κ. Τσίπρας σχολίασε ότι δεν μπορεί να εγκαλεί τον ΣΥΡΙΖΑ για ανευθυνότητα στα εθνικά θέματα ο κ. Μητσοτάκης, «που έκανε μικροκομματικό εμπόριο πατριωτισμού όταν λύσαμε το ονοματολογικό, για να ψαρέψει στα θολά νερά της ακροδεξιάς» και που «υπό το φόβο του Μπογδάνου και άλλων βουλευτών σας, στερείτε επιχειρησιακό χώρο από τις Ένοπλες Δυνάμεις», αφού «παρά την πλήρη μεταστροφή σας για τη συμφωνία των Πρεσπών, δεν φέρνετε προς ψήφιση τα μνημόνια συνεργασίας εκ των οποίων το ένα προβλέπει την επιτήρηση του εναέριου χώρου της γειτονικής χώρας από τα ελληνικά πολεμικά αεροσκάφη».

Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ αναφέρθηκε στη διαπραγμάτευση που έκανε η κυβέρνηση του για φρεγάτες με τη Γαλλία και η οποία είχε στόχο μια «αμοιβαία επωφελή συμφωνία» και «βασιζόταν στην προώθηση της αμυντικής συνεργασίας στο πλαίσιο της Κοινής Δήλωσής του το 2015 με τον Πρόεδρο Ολάντ για στρατηγική εταιρική σχέση». «Η διαπραγμάτευσή μας», είπε, «είχε στόχο την ενίσχυση της αποτρεπτικής ικανότητας της Ελλάδας στη βάση της λογικής της “επαρκούς άμυνας” και πάντα στη βάση συγκεκριμένων εισηγήσεων των στρατιωτικών επιτελείων, είχε στόχο την αξιοποίηση της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας στην κατασκευή των φρεγατών και λάμβανε σαφώς υπ΄όψιν τις οικονομικές δυνατότητες της χώρας». Στο ίδιο πλαίσιο αναφέρθηκε και στο παράδειγμα του προγράμματος εκσυγχρονισμού των F16, το οποίο, μαζί με το πρόγραμμα των P-3, «αναπτύχθηκε με συμμετοχή της ελληνικής αμυντικής βιομηχανίας».

«Βάζετε λουκέτο στην αμυντική βιομηχανία της χώρας μας, ενώ αποφασίζετε τεράστιες αγορές;»

«Ο κ. Μητσοτάκης γελάει γιατί νομίζει ότι τα χρήματα του ελληνικού λαού είναι χρήματα της οικογένειάς του», και «νομίζει ότι ψωνίζει γραβάτες», είπε. Κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι ήρθε να φουσκώσει τον αμυντικό προϋπολογισμό πάνω από 10 δισ. «χωρίς σχεδιασμό, χωρίς προτεραιότητες, χωρίς εισηγήσεις των επιτελείων και χωρίς καμία εγγύηση συμμετοχής της ελληνικής βιομηχανίας σε κανένα από τα σχετικά προγράμματα». Τόνισε ότι στο άρθρο 25 της συμφωνίας αναφέρεται ως ευχή η επιδίωξη αμυντικών βιομηχανικών συνεργασιών «δηλαδή μιλάμε για περίπου 7 δισ. στην Γαλλία, χωρίς καμία εγγύηση στην Αμυντική Συμφωνία που συνάψατε για αξιοποίηση της αμυντικής μας βιομηχανίας», την οποία «έχετε παραμελήσει τόσο ώστε να χάνει και συμβόλαια αποκλειστικότητας που είχε». «Η ΕΑΒ, είχε συμβόλαιο αποκλειστικότητας με τη Lockheed, για την παραγωγή τριών ανταλλακτικών για τα F-16 και έχασε πια αυτό το πλεονέκτημα. Για να μην πω ότι ο τζίρος των ΕΑΣ που ήταν στα 31 εκατ. ευρώ το 2019, σήμερα έχει πέσει μόλις στα 4 εκατ.», είπε, καταθέτοντας σχετικά έγγραφα. «Βάζετε λουκέτο στην αμυντική βιομηχανία της χώρας μας, ενώ αποφασίζετε τεράστιες αγορές;»

«Γιατί τέτοια βιασύνη;»

Ρώτησε ποιος θα πληρώσει τον λογαριασμό, σημειώνοντας ότι πέρα από τις φρεγάτες «για τις οποίες όντως υπήρχαν εισηγήσεις από το ΠΝ», είναι και: οι κορβέτες, τα πρώτα 18 Rafale, «που πήρατε χωρίς να αποτελούν προτεραιότητα των ενόπλων δυνάμεων», τα επιπλέον 6 Rafale «που ανακοινώσατε στη ΔΕΘ χωρίς καν να το γνωρίζουν τα επιτελεία», η πρόθεση να μπούμε στο πρόγραμμα F-35 με τη προοπτική νέας αγοράς «πανάκριβων» αεροσκαφών, ο εκσυγχρονισμός επιπλέον αεροσκαφών F16 «με 700 εκατ. ευρώ αντί για 450 που προβλέπαμε εμείς», ο εκσυγχρονισμός των φρεγατών ΜΕΚΟ «για 450 εκατ. αντί για 150 που προβλέπαμε εμείς». Επίσης, μίλησε για «σκανδαλώδη υπερκοστολόγηση στην αναβάθμιση του Κέντρου Αεροπορικής Εκπαίδευσης στη Καλαμάτα, σε συνεργασία με το Ισραήλ», που, όπως είπε, θα στοιχίσει κοντά στα 2 δισ., «ενώ εμείς είχαμε σχεδιάσει να αναπτυχθεί μόνο με δικές μας δυνάμεις με σχεδόν το ένα τέταρτο της τιμής». «Όλα αυτά τα προωθείτε με μια αγωνία να προλάβετε», σχολίασε. «Να καλύψετε εσείς, όσο ακόμη θα είστε στη διακυβέρνηση, τις πιθανές συμφωνίες για όλο τον εξοπλιστικό ορίζοντα των επόμενων δεκαετιών. Γιατί τέτοια βιασύνη;», ρώτησε.

«Αφού είσαστε τόσο πολύ πατριώτες, γιατί όταν το Όρουτς Ρέιτς όργωνε όλη την περιοχή μέχρι έξω από το λιμάνι του Καστελορίζου παραβιάζοντας τα κυριαρχικά μας δικαιώματα, εσείς στην αρχή λέγατε ότι το πήραν τα κύματα και μετά ότι δεν μπορεί να κάνει έρευνες γιατί κάνει φασαρία και αποπέμψατε και τον Σύμβουλο ασφαλείας σας που έλεγε την αλήθεια;», είπε.

«Τι άλλαξε από την άνοιξη του 2020;»

Ο Αλέξης Τσίπρας ρώτησε τον Κυριάκο Μητσοτάκη τι άλλαξε από την άνοιξη του 2020 όταν αποφάσισε, όπως είπε, ότι δεν μπορούμε να αγοράσουμε τις γαλλικές φρεγάτες γιατί ήταν έξω από τις οικονομικές δυνατότητες και άρα δεν μπορούσαμε να έχουμε και την αμυντική Συμφωνία με τη Γαλλία, έχοντας μάλιστα εκείνο το καλοκαίρι απέναντί μας «την πιο επιθετική Τουρκία της τελευταίας 25ετίας». Είπε πως όταν είχε ρωτηθεί ο κ. Μητσοτάκης στη ΔΕΘ το 2020 τι θα γίνει με αυτή την αμυντική συμφωνία, είχε υποβαθμίσει το ζήτημα λέγοντας ότι «ρήτρα αμοιβαίας αμυντικής συνδρομής ήδη υπάρχει σε επίπεδο ΕΕ». Πρόσθεσε ότι και δημόσια και στις συναντήσεις του πρωθυπουργού με τους πολιτικούς αρχηγούς είχε πει ότι ακύρωσε τη Συμφωνία γιατί οι φρεγάτες στα 3,3 δισ. ήταν πολύ ακριβές, αλλά από την άλλη ότι ως αντιστάθμισμα θα αγοράσουμε Rafale αξίας 2,3 δισ., ενώ δεν υπήρξε και καμία εισήγηση από τα στρατιωτικά επιτελεία. «Μετά περάσαμε τέσσερις μήνες με το Oruc Reis να παραβιάζει συστηματικά τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στη θάλασσα -όχι στον αέρα- φτάνοντας στα 6 νμ από το Καστελλόριζο και στα 8,5 από τη Ρόδο. Χωρίς να έχει η Ελλάδα καμία στήριξη από τη Γαλλία στα ευρωπαϊκά συμβούλια, πέραν των δηλώσεων και κάποιων συμβολικών κινήσεων. Με τη χώρα μας ανήμπορη να εξασφαλίσει έστω και τις ελάχιστες ευρωπαϊκές κυρώσεις έναντι της Τουρκίας».

«Αφού ο προϋπολογισμός ανέβηκε κατά 2,3 δισ. με τα Rafale και προστέθηκαν πολλές άλλες δαπάνες, μας προτείνετε να στηρίξουμε μια αμυντική συμφωνία που για άγνωστο λόγο μέχρι χθες αρνιόσασταν», υπογράμμισε.

«Δύο σοβαρότατα και ανυπέρβλητα προβλήματα στη Συμφωνία»

Ο Αλέξης Τσίπρας είπε ότι η Συμφωνία που φέρνει ο κ. Μητσοτάκης «έχει δύο σοβαρότατα και ανυπέρβλητα προβλήματα», στο άρθρο 2 και στο άρθρο 18.

Ειδικότερα, αναφορικά με το άρθρο 2. Σημείωσε ότι «είναι μεν θετικό και δεν το παραγνωρίζουμε ότι η Γαλλία σε διμερές επίπεδο, στηρίζει την ελληνική επικράτεια». Όμως, είπε πως το άρθρο 2 για τη θάλασσα, εκεί δηλαδή που είχαμε κλιμάκωση των προκλήσεων και παραβιάσεων των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων, προβλέπει ρητά τη στήριξη μόνο στα 6 ναυτικά μίλια. Ωστόσο, πρόσθεσε, «η Τουρκία δεν αμφισβητεί τα χωρικά μας ύδατα στα 6νμ ούτε στο Καστελόριζο, ούτε στη Ρόδο, ούτε στην Κρήτη. Η κρίση που αντιμετωπίσαμε πρόσφατα ήταν μια κρίση που αφορούσε τα κυριαρχικά μας δικαιώματα στην υφαλοκρηπίδα, στην οριοθετημένη ΑΟΖ μας με την Αίγυπτο και το δικαίωμα της χώρας να επεκτείνει τα χωρικά της ύδατα από τα 6 στα 12 νμ στην Ανατολική Μεσόγειο». Κατόπιν αυτού, έθεσε το ερώτημα: «Αν είχαμε αυτή τη Συμφωνία πριν τη περίοδο της κρίσης το καλοκαίρι του 2020, με το Όρουτς Ρέιτς μαζί με τουρκικά πολεμικά πλοία έξω από το Καστελλόριζο και τη Ρόδο, το γαλλικό Πολεμικό Ναυτικό θα ήταν υποχρεωμένο, βάσει συμφωνίας, να μας συνδράμει; Η απάντηση είναι όχι». Την ίδια απάντηση έδωσε και στο ερώτημα εάν θα υπήρχε συνδρομή «όταν τα ίδια συνέβησαν ανατολικά της Κρήτης και παρενοχλήθηκε μάλιστα από τουρκικό πολεμικό, γαλλικό ερευνητικό σκάφος στη περιοχή ανάμεσα στα 6 και στα 12 μίλια». Έτσι, ρώτησε: «Αν αύριο έχουμε παραβιάσεις στη ΑΟΖ που πρόσφατα ανακηρύξαμε με την Αίγυπτο και η Τουρκία παρανόμως αμφισβητεί με το πλαστό τουρκολιβυικό Σύμφωνο, η Γαλλία θα είναι βάσει συμφωνίας υποχρεωμένη να συνδράμει; Η απάντηση είναι πάλι όχι».

Είπε πως η απάντηση είναι αρνητική όχι επειδή έγινε λάθος ή παράλειψη, αλλά επειδή το δόγμα της κυβέρνησης «είναι αυτό που είπε ο κ. Γεραπετρίτης τις μέρες της κρίσης με τη Τουρκία ότι “η κόκκινη γραμμή μας είναι τα 6 μίλια”». Σημείωσε ότι αν η κυβέρνηση είχε δεχτεί την πρόταση ΣΥΡΙΖΑ για επέκταση των χωρικών μας υδάτων στα 12 μίλια νότια και ανατολικά της Κρήτης, «τουλάχιστον σήμερα θα μπορούσατε να πείτε ότι υπάρχει υποχρέωση της Γαλλίας να προστατέψει αυτήν την περιοχή». Ανέφερε ότι συνεπώς με το άρθρο 2 η κυβέρνηση «επιβεβαιώνει το δόγμα Γεραπετρίτη ως κεντρικό δόγμα της αμυντικής μας στρατηγικής απέναντι στις προκλήσεις της Τουρκίας».

Ως προς το άρθρο 18, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είπε ότι η αμυντική συμφωνία εκθέτει τις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις σε γαλλικές στρατιωτικές αποστολές σε εμπόλεμες περιοχές όπως το Σαχέλ, όπου έχουν σκοτωθεί δεκάδες Γάλλοι στρατιώτες τα τελευταία χρόνια. «Δεν δεσμεύετε Έλληνες σε ευρωπαϊκές αποστολές εκπαίδευσης ή ανάπτυξης δυνατοτήτων των χωρών του Σαχέλ», είπε στον κ. Μητσοτάκη, προσθέτοντας ότι αντίθετα «ακούγεται και δεν το έχετε διαψεύσει, ότι σκοπεύετε να ενταχθούν ελληνικές ειδικές δυνάμεις να πολεμήσουν σε μάχιμες μονάδες υπό γαλλική διοίκηση στην περιοχή του Σαχέλ, απέναντι σε τζιχαντιστές, με όλους τους κινδύνους που αυτό μπορεί να επιφέρει». Κι αυτό, τόνισε, σε περίοδο που η ίδια η Γαλλία έχει ανακοινώσει την σταδιακή μείωση των μάχιμων δυνάμεων της, «γιατί τα τελευταία έξι χρόνια 53 φέρετρα με τη γαλλική σημαία ταξίδεψαν από την Αφρική». «Ο μη γένοιτο, στα πόσα φέρετρα στρατιωτών με την ελληνική σημαία θα βάλετε το όριο για να αποχωρήσουν οι Έλληνες στρατιώτες από εμπόλεμες περιοχές;», τον ρώτησε.

Παράλληλα με τα παραπάνω, ο κ. Τσίπρας κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι σε μια περίοδο ριζικών γεωπολιτικών αλλαγών, επιλέγει να απομακρύνει τη χώρα από το στόχο του «πυλώνα ειρήνης και σταθερότητας στην περιοχή» και «εντάσσει συνειδητά την Ελλάδα σε σχεδιασμούς των συμμάχων μας που την ξεπερνούν και εκθέτουν την χώρα σε κινδύνους και διενέξεις πολύ πέρα από την γειτονιά μας». Είπε πως η κυβέρνηση προωθεί «μια υπερκινητική επικοινωνιακά, αλλά παθητική ως προς την διεκδίκηση των εθνικών μας συμφερόντων, εξωτερική πολιτική, που είναι την ίδια στιγμή μονοδιάστατη σε σχέση με τις προτεραιότητες των ΗΠΑ».

Είπε ότι «Ελλάδα πυλώνας ειρήνης και σταθερότητας» σημαίνει μεταξύ άλλων ότι στο Σαχέλ δε στέλνουμε μαχητές, αλλά αξιοποιούμε την ήπια ισχύ της Ελλάδας και το ιστορικό και διπλωματικό της κεφάλαιο ως ευρωπαϊκή χώρα-γέφυρα στην περιοχή, προωθούμε προγράμματα ανθρωπιστικής και αναπτυξιακής βοήθειας, δεν στέλνουμε πυραύλους και στρατιώτες στη Σαουδική Αραβία. «Εκεί όπου αποσύρονται οι ΗΠΑ και η Γαλλία αποφασίζετε να τους αντικαθιστούμε. Αυτό είναι ανόητος μικρομεγαλισμός. Και πόσο εκθέτει τη χώρα σε κινδύνους; Πόσο αλλάζει την διεθνή εικόνα της και τη ταυτότητά της», είπε. «Να μπούμε, δηλαδή, σε μια επικίνδυνη διένεξη στη Μέση Ανατολή Σιιτών-Σουνιτών, εκτός οποιουδήποτε πλαισίου διεθνών οργανισμών, από την οποία οι ίδιες οι ΗΠΑ κρατούν ολοένα και μεγαλύτερες αποστάσεις», τόνισε.

Σε σχέση με τις ΗΠΑ είπε ότι η αμερικανική πλευρά «μιλά για επ’ αόριστον συμφωνία, δυο χρόνια και αν δεν καταγγελθεί, επ’ αόριστον», ενώ «δεν ακούμε για οποιαδήποτε δέσμευση από την πλευρά των ΗΠΑ για στήριξη της κυριαρχίας και των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας στο Αιγαίο».

Υποστήριξε πως όλα αυτά σηματοδοτούν μια οριστική απόφαση του κ. Μητσοτάκη, «παρά τα αντιθέτως λεγόμενα σας κατά καιρούς, να μην προωθήσετε μια στρατηγική επιδίωξης λύσης στα ελληνοτουρκικά». Ανέφερε ότι μετά και την εκλογή Μπάιντεν, ο ΣΥΡΙΖΑ τόνιζε ότι η κυβέρνηση έπρεπε να αξιοποιήσει τις διεθνείς πιέσεις προκειμένου ο Τούρκος Πρόεδρος να αποδεχθεί έναν ουσιαστικό διάλογο στις διερευνητικές, με προοπτική την προσφυγή στη Χάγη για οριοθέτηση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας και την προώθηση ΜΟΕ, «με σαφείς κόκκινες γραμμές για δήθεν γκρίζες ζώνες και αποστρατιωτικοποιημένα νησιά και χωρίς αυταπάτες ότι μπορεί άμεσα να βρούμε λύση». Ο κ. Τσίπρας θύμισε ότι ο ίδιος πρότεινε τη διασύνδεση της Χάγης με την αναθεώρηση της τελωνειακής ένωσης Τουρκίας- ΕΕ προκειμένου να αξιοποιηθεί το ευρωπαϊκό οικονομικό κίνητρο, ώστε η Τουρκία να προβεί σε εποικοδομητικό διάλογο, όμως «το αρνηθήκατε κι αυτό». Καταλόγισε στον κ. Μητσοτάκη «αναβλητική διπλωματία» και ένα «δόγμα ανάσχεσης που δεν οδηγεί πουθενά», «αποδέχεστε να προχωρά ένας προσχηματικός διάλογος χωρίς να αναγνωρίζετε ότι αυτό συμφέρει μόνο τον Ερντογάν». Του καταλόγισε ότι άφησε να περάσουν πολλοί μήνες κατά τους οποίους η Τουρκία θα μπορούσε να είχε πιεστεί προκειμένου να μπουν οι ελληνοτουρκικές σχέσεις σε πιο ειρηνική φάση και να μειωθούν οι εντάσεις, «ώστε σήμερα να μην δημιουργείται μια νέα υστερία για κατακόρυφη αύξηση των αμυντικών δαπανών».