Άρθρο του Μανώλη Γ. Ψαρουδάκη,
Αντιπροέδρου της ΕΣΕΕ και του Επιμελητηρίου Ρεθύμνης
Η πανδημία του COVID-19, και η εξ αιτίας της εκ νέου απομάκρυνση από το αισιόδοξο σενάριο μιας άμεσης διαφυγής από την οικονομική αβεβαιότητα και στασιμότητα, επιταχύνει μια σειρά από σημαντικούς μετασχηματισμούς στην παγκόσμια, και φυσικά και την ελληνική οικονομία. Οι μετασχηματισμοί αυτοί ευνοούνται και από την διαδικασία της από-παγκοσμιοποίησης η οποία εκφράζεται στην εντυπωσιακή μείωση των τουριστικών ροών (άραγε προσωρινή;) αλλά και στην κατάρρευση του διεθνούς (διακρατικού) εμπορίου, το οποίο καταγράφει τις χειρότερες επιδόσεις του μετά το 2007.
Αναμφίβολα επομένως, η επέλαση της πανδημίας επιτάχυνε τις προκλήσεις της ψηφιοποίησης και της κλιματικής αλλαγής. Το άμεσο αποτέλεσμα αυτής της επιτάχυνσης είναι οι εκάστοτε εθνικές οικονομίες να καλούνται να αναπροσαρμόσουν τα παραγωγικά τους υποδείγματα, αντίστοιχα οι επιχειρήσεις να μετασχηματίζουν την οργανωτική τους δομή και τα επενδυτικά τους σχέδια, αλλά και οι καταναλωτές να αναπροσαρμόσουν τα καταναλωτικά τους πρότυπα και συμπεριφορές. Η ψηφιοποίηση για παράδειγμα των καταναλωτικών πρακτικών, αποτυπώνεται στην εντυπωσιακή ενίσχυση του εγχώριου ηλεκτρονικού εμπορίου, όπου μόνο για τον Απρίλιο του 2020 η εβδομαδιαία δαπάνη των καταναλωτών στην Ελλάδα προσέγγισε το 171% σε σχέση με τον Απρίλιο του 2019.
Ως προς αυτό, η αναπροσαρμογή των καταναλωτικών προτύπων ενδέχεται να επιταχύνει ακόμα περισσότερο τον ψηφιακό (όπως και τον πράσινο-περιβαλλοντικά ορθό) μετασχηματισμό των οικονομιών και των επιχειρήσεων. Η μεταστροφή προς τα βιώσιμα καταναλωτικά πρότυπα διαφαίνεται ότι θα αποτελέσει την αιχμή της διαδικασίας αυτής. Η μαζικές επένδυση στην κυκλική οικονομία, στη ανακύκλωση και στη μείωση του αποτυπώματος του διοξειδίου άνθρακα αποτελούν βασικές στοχεύσεις της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας η οποία θα κινητοποιήσει τουλάχιστον 100 δις ευρώ στην περίοδο 2021-2027. Η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη βιοποικιλότητα με ορίζοντα το 2030 αλλά και η διαμόρφωση ενός βιώσιμου συστήματος τροφίμων θα ωθηθούν περεταίρω από την διαφαινόμενη έντονη μεταστροφή της καταναλωτικής συνείδησης και την ενίσχυση των βιώσιμων καταναλωτικών προτύπων.
Η πανδημία του COVID-19 ίσως εν τέλει να συμβάλει και στην αμφισβήτηση της μαζικής κατανάλωσης αλλά και στην σταδιακή μεταστροφή προς μια κατανάλωση η οποία και επιδιώκει την εμπιστοσύνη προς τους οργανισμούς πιστοποίησης και στις επιχειρήσεις. Η βιώσιμη κατανάλωση, είναι αυτή που επιδιώκει να ελαχιστοποιήσει τις αρνητικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις, βασικά όσον αφορά την καταναλωτική πρακτική αλλά και την επιλογή μιας αντίστοιχης παραγωγικής διαδικασίας. Στο πλαίσιο αυτό, η λογική της περιβαλλοντικής καταναλωτικής υπευθυνότητας μπορεί να αποτελέσει ένα παράγοντα μετασχηματισμού των ίδιων των επιχειρήσεων. Για παράδειγμα, νέοι εναλλακτικοί τρόποι παραγωγής, διάθεσης, συσκευασίας και προώθησης των προϊόντων, που να είναι φιλικές προς το περιβάλλον μπορούν να συμβάλλουν στην αναβάθμιση της αξίας της λιανικής.
Η αναβάθμιση της αλυσίδας αξίας του λιανικού εμπορίου θα συνδεθεί με τη διττή μετάβαση από την τιμή στην αξία και από την ποσότητα στην ποιότητα. Οι Αλυσίδες Αξίας της περιφέρειας Κρήτης, είναι ακριβώς το σχήμα το οποίο που δύναται να συμπεριλάβει το σύνολο των επιχειρήσεων από τον πρωτογενή τομέα και τη μεταποίηση μέχρι τον τουρισμό και το εμπόριο. Η διαφαινόμενη άμεση ενίσχυση των εναλλακτικών μορφών τουρισμού (περιπατητικός τουρισμός, φυσιολατρικός τουρισμός, τουρισμός υγείας κ.λπ.) μπορεί να επιταχύνει την μεταστροφή σε βιώσιμες μορφές κατανάλωσης, οι οποίες θα ευνοήσουν και το post-trip marketing της κρητικής οικονομίας (δηλαδή τη συγκεκριμένη αλυσίδα αξίας). Προϊόντα υψηλής προστιθέμενης αξίας όπως το λάδι, το μέλι ή τα αρωματικά φυτά μπορούν να αποτελέσουν τον πυρήνα των νέων καταναλωτικών προτύπων.
Η πρόκληση του πράσινου μετασχηματισμού δεν είναι ένα κενό γράμμα για τις επιχειρήσεις. Η προσαρμογή στα νέα καταναλωτικά πρότυπα που συνεπάγεται η πανδημία του COVID-19 αλλά και η κλιματική αλλαγή αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα για την βελτίωση της αποδοτικότητας των επιχειρήσεων αλλά και της βιώσιμης ανάπτυξης. Η υιοθέτηση ενός πράσινου προφίλ από τη μεριά των επιχειρήσεων μας μπορεί να ανοίξει νέες αγορές και να αυξήσει την εμπιστοσύνη και την αφοσίωση (loyalty) των πελατών, δημιουργώντας μια σταθερή ροή εσόδων. Στο πλαίσιο αυτό θεωρούμε ότι η μαζική μετατόπιση της επιχειρηματικής ατζέντας προς τα βιώσιμα καταναλωτικά πρότυπα και μαζί τον πράσινο μετασχηματισμό, μπορεί να αποτελέσει μια συνολική θετική μεταστροφή για το σύνολο της επιχειρηματικότητας.
Είναι δεδομένο ότι το μοντέλο λειτουργίας τόσο των επιχειρήσεων όσο και του επιχειρείν ως σύνολο θα πρέπει να προσαρμοστεί στις προκλήσεις των καιρών. Θα χρειαστούν ατομική προσπάθεια, ετοιμότητα, προσαρμοστικότητα αλλά και διεκδίκηση του κατάλληλου πλαισίου (και κινήτρων) από την Πολιτεία. Όσοι περισσότεροι και όσο πιο έγκαιρα προχωρήσουμε στις αναπροσαρμογές που θα απαιτηθούν, τόσο καλύτερο θα είναι το μέλλον του Ελληνικού εμπορίου και της επιχειρηματικότητας γενικότερα.