Η Συνθήκη της Γενεύης για τους πρόσφυγες συνιστά ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματα του διεθνούς δίκαιου. Η ανάγκη για την κατάρτισή της προέκυψε αδήριτα έπειτα από δύο παγκόσμιους πολέμους, στους οποίους η προστασία των προσφύγων ήταν σαφέστατα ελλειμματική, με εκατομμύρια πρόσφυγες να εκτοπίζονται βιαίως.
Τηρουμένων των αναλογιών, η προσωρινή συμφωνία που επετεύχθη στις Βρυξέλλες την περασμένη Δευτέρα μεταξύ Ε.Ε. και Τουρκίας μπορεί να έχει παρόμοια τραγικά αποτελέσματα. Η μετακίνηση ανθρώπων, παρά τη θέλησή τους, δεν είναι μια εύκολη διαδικασία. Γιατί κάποιος που έχει πληρώσει 1.000 ευρώ για να ταξιδέψει από τα τουρκικά παράλια στην Ελλάδα να θέλει να επιστρέψει εθελοντικά; Ειδικά άμα είναι πρόσφυγας και κινδυνεύει άμεσα στη χώρα προέλευσής του. Οι ηγέτες της Ε.Ε. θα πρέπει να είναι έτοιμοι για εξαιρετικά άσχημες και βίαιες εικόνες, και αυτές είναι πολύ πιθανό να περιλαμβάνουν και πρόσφυγες, όχι μόνο παράτυπους μετανάστες που μπορούν να απελαθούν.
Επιπρόσθετα, υπάρχουν σοβαρά ηθικά και νομικά κενά στη συμφωνία της Δευτέρας. Το διεθνές δίκαιο είναι σαφές: όλες οι αιτήσεις πρέπει να εξετάζονται ξεχωριστά και ο αιτών άσυλο δεν θα πρέπει να επιστρέφεται σε μια χώρα που δεν προσφέρει την κατάλληλη προστασία. Σίγουρα η Τουρκία δεν πληροί αυτές τις προϋποθέσεις, μια και δεν είναι πλήρες μέλος της Σύμβασης της Γενεύης, ενώ προσφέρει ένα υποβαθμισμένο καθεστώς προστασίας και μόνο σε Σύριους πολίτες. Η Διεθνής Αμνηστία χαρακτήρισε την προτεινόμενη συμφωνία «χαριστική βολή» για το δικαίωμα ασύλου, ενώ ο Filippo Grandi της Ύπατης Αρμοστείας εξέφρασε «βαθιά ανησυχία». Είναι σχεδόν σίγουρο ότι το σχέδιο επιστροφών, όπως σκιαγραφείται αυτή τη στιγμή, θα καταπέσει έπειτα από μια προσφυγή στα Ευρωπαϊκά Δικαστήρια.
Δυστυχώς, έχουμε καταλήξει σήμερα σε ένα αδιέξοδο και ο λόγος είναι ότι πολλές ευρωπαϊκές χώρες έχουν μια ιδιότυπη αντίληψη για την έννοια της αλληλεγγύης. Αρνούμενες να υλοποιήσουν τις κοινές αποφάσεις περί ανοιχτών εσωτερικών συνόρων, αλλά και χωρίς να δέχονται να φιλοξενήσουν πρόσφυγες στο έδαφός τους, μας υπενθυμίζουν όψεις της ευρωπαϊκής Ιστορίας που θεωρούσαμε ότι είχαμε αφήσει οριστικά πίσω μας. Παράλληλα, βέβαια, τη στιγμή που δεν εφαρμόζουν κοινές αποφάσεις, απαιτούν πρόσβαρη στα διαρθρωτικά ταμεία. Είναι λυπηρό αλλά ταυτόχρονα και ειρωνικό ότι στη συντριπτική τους πλειοψηφία πρόκειται για χώρες οι οποίες «εξήγαγαν» πρόσφυγες σε παλαιότερες εποχές. Τη φιλοξενία που επέδειξαν τρίτες χώρες προς τους πολίτες τους την αρνούνται σήμερα στους Σύριους πρόσφυγες. Αυτή η συμπεριφορά αποτελεί όνειδος για την Ευρώπη και τις κοινές αξίες μας.
Μερίδιο στην ευθύνη έχει και η Γερμανία. Κανείς δεν μπορεί να κατηγορήσει τη Γερμανία για έλλειψη αλληλεγγύης στην αρχή της προσφυγικής κρίσης. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι οι διπλωματικοί χειρισμοί της ήταν πάντοτε οι κατάλληλοι. Από την αρχή της προσφυγικής κρίσης η Γερμανία συστηματικά παραβλέπει το γεγονός ότι ο κ. Ερντογάν δεν αποτελεί μέρος της λύσης αλλά του προβλήματος. Η Τουρκία έχει ευθύνες και για την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει σήμερα η Συρία αλλά και για τις προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη. Εδώ η Γερμανία επαναλαμβάνει ένα λάθος που έχει κάνει και στο παρελθόν. Συμπεριφέρεται φοβικά προς τον κ. Ερντογάν, δίνοντάς του ένα κίνητρο για να ζητάει όλο και περισσότερα. Το αποτέλεσμα είναι ότι η Τουρκία εκμεταλλευόμενη την ανάγκη των Ευρωπαίων εκβιάζει για οφέλη όχι μόνο στο προσφυγικό αλλά και στα πλαίσια ευρύτερων γεωπολιτικών σχεδιασμών, όπως είναι η ενταξιακή της διαδικασία και οι εξελίξεις στην περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Η αλήθεια είναι ότι το προσφυγικό δεν θα λυθεί εάν δεν τερματιστεί ο πόλεμος στη Συρία. Μέχρι να έρθει όμως αυτή η μέρα, καλό θα ήταν οι ηγέτες της Ε.Ε. να σέβονται και τους κοινούς κανόνες αλλά και τις κοινές αξίες μας. Αλλιώς, οι ιστορικοί του μέλλοντος θα είναι πολύ επικριτικοί μαζί τους.
Και αυτό συμβαίνει παρά τις επαναλαμβανόμενες παλινωδίες της ελληνικής κυβέρνησης: την καθυστέρηση δημιουργίας των hot spots, από την κωλυσιεργία στην ενεργοποίηση του μηχανισμού πολιτικής προστασίας στην έκτακτη δραστηριοποίησή του, από την αρνητική στάση μετεξέλιξης της Frontex στην αποδοχή της στρατηγικής Ερντογάν για τις κοινές περιπολίες του ΝΑΤΟ και από την καταδίκη των κλειστών συνόρων στην υπογραφή για τον τερματισμό του «wave through».
Το μόνο παρήγορο που μπορώ να σημειώσω, όπως ανέφερα και στην ομιλία μου στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, είναι ότι ο ελληνικός λαός, που ζει σε μια δύσκολη οικονομική συγκυρία με πολύ μεγάλα ποσοστά ανεργίας, αποδεικνύει σε συντριπτικό ποσοστό ότι η αλληλεγγύη δεν είναι «αλά καρτ» και δεν είναι χρήσιμη μόνο όταν τη δέχεσαι, αλλά πάνω απ’ όλα είναι λυτρωτική όταν την προσφέρεις.
Νίκος Ανδρουλάκης
Ευρωβουλευτής ΠΑΣΟΚ – Μέλος του S&D