Η νορβηγική ψώρα ή εφελκιδοποιημένη ψώρα είναι μία σοβαρή μορφή της παρασιτικής δερματοπάθειας και ιδιαίτερα μεταδοτική. Εκδηλώνεται κυρίως σε ασθενείς με εξασθενημένο ανοσοποιητικό και μεταδίδεται από ασθενή σε ασθενή αλλά και μέσω επιμολυσμένων αντικειμένων.
Υπολογίζεται ότι οι πάσχοντες έχουν έως και 4.000 ακάρεα ανά γραμμάριο δέρματος. Συχνά, δε, φέρουν συνολικά πάνω από 1 εκατομμύριο ακάρεα. Αν αναλογιστεί κανείς πως η συντριπτική πλειονότητα των ασθενών με κλασική ψώρα μολύνονται συνήθως από 10 έως 20 ακάρεα, καταλαβαίνει αμέσως πόσο πιο σοβαρή είναι η νορβηγική.
Προληπτική αγωγή με χημειοπροφύλαξη
Όλα τα Χανιά είναι στο πόδι και οι Αρχές περιμένουν και άλλες οδηγίες για να δουν τι θα κάνουν. Πάντως προς το παρόν δεν φαίνεται να υπάρχει μετάδοση. Πάντως και στο προσωπικό και στους μαθητές του σχολείου, συνταγογραφήθηκε προληπτική αγωγή με χημειοπροφύλαξη σε χάπι.
Η αντιμετώπιση για τη νορβηγική ψώρα πρέπει να αρχίζει αμέσως για να αποφευχθεί επιδημία.
Οι θάνατοι που συνδέονται με ψώρα είναι σπάνιοι, αλλά “δεν αποτελεί έκπληξη” το γεγονός ότι μια λοίμωξη από ψώρα μπορεί να οδηγήσει σε θανατηφόρες επιπλοκές σε ορισμένους ασθενείς, αναφέρει το CBS.
Τα συμπτώματα
Οι ασθενείς με νορβηγική ψώρα αρχικά αναπτύσσουν κόκκινα σημάδια στο δέρμα που εξελίσσονται σε παχιές, σκληρές «πλάκες» (υπερκερατωσικές πλάκες), που θρυμματίζονται εύκολα κατά την αφή και συνοδεύονται από κοκκίνισμα του δέρματος.
Οι πλάκες αυτές συνήθως εκδηλώνονται ανάμεσα στα δάκτυλα, κάτω από τα νύχια, στα πέλματα και τις παλάμες, στους αγκώνες και τα γόνατα.
Ο κνησμός (φαγούρα) στη νορβηγική ψώρα μπορεί να είναι ελάχιστος ή να μην υπάρχει καθόλου.
Πώς μεταδίδεται
Η μετάδοση της ψώρας γίνεται με την άμεση επαφή, δέρμα με δέρμα, με ένα άτομο που έχει ήδη μολυνθεί με ψώρα ή με μολυσμένα αντικείμενα.
Μετάδοση μπορεί να συμβεί και με την κοινή χρήση ρούχων, πετσετών και κρεβατιών (στρωμάτων και κλινοσκεπασμάτων), εάν αυτά έχουν μολυνθεί από άτομο που πάσχει και χρησιμοποιηθούν από άλλο άτομο (έμμεση μετάδοση).
Η «νορβηγική» ψώρα είναι βαρύτερη και πολύ μεταδοτική μορφή της νόσου, με αυξημένο φορτίο παρασίτων, που εμφανίζεται συνήθως σε ανοσοκατεσταλμένα ή ηλικιωμένα ή εξασθενημένα άτομα ή άτομα με αναπηρία, με εκτεταμένη παρουσία δερματικών βλαβών (εκτεταμένη παρουσία εφελκίδων-υπερκερατωσικών πλακών, πεπαχυσμένων «κρουστών», λεπιών), που μπορεί να μεταδοθεί ακόμη και με σύντομη άμεση δερματική επαφή με τον πάσχοντα ή με επιμολυσμένα αντικείμενα που χρησιμοποίησε ο πάσχων (όπως ρούχα, κλινοσκεπάσματα, έπιπλα).
Για να αποτραπεί ο κίνδυνος μετάδοσης, απαιτείται καλό πλύσιμο όλων των επιφανειών και αντικειμένων που έχουν εκτεθεί στον πάσχοντα. Αν ένα αντικείμενο δεν μπορεί να πλυθεί, πρέπει να τοποθετηθεί σε σφραγισμένο πλαστικό για 3 έως 7 ημέρες. Η έκθεση στον ήλιο επίσης σκοτώνει αποτελεσματικά τα ακάρεα.
Πώς αντιμετωπίζεται
Η θεραπεία για τη νορβηγική ψώρα πρέπει να αρχίζει αμέσως και να είναι επιθετική, για να αποφευχθεί επιδημία.
Η θεραπεία γίνεται συνήθως με τοπική επάλειψη αντι-ψωρικών παρασιτοκτόνων σκευασμάτων. Η από του δέρματος αντι-ψωρική αγωγή πρέπει να παραμένει στο σώμα για το συνιστώμενο χρονικό διάστημα, πριν απομακρυνθεί με λουτρό καθαριότητας, και μετά την αγωγή πρέπει να χρησιμοποιηθούν καθαρά ρούχα και κλινοσκεπάσματα.
Ανάλογα με το αντι-ψωρικό σκεύασμα που χρησιμοποιείται μπορεί να χρειασθούν αλλεπάλληλες επαλείψεις/ εφαρμογές, σύμφωνα με τις οδηγίες χρήσης του σκευάσματος και τις οδηγίες του θεράποντος ιατρού.
Προφυλακτική θεραπεία πρέπει να λάβουν και όλοι όσοι θεωρούνται στενές επαφές των πασχόντων, ταυτόχρονα με τους πάσχοντες
Τα χορηγούμενα φάρμακα θεραπεύουν τη νορβηγική ψώρα. Οι ασθενείς όμως διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο δευτερογενών βακτηριακών λοιμώξεων, αλλά και υποτροπής, λόγω του εξασθενημένου ανοσοποιητικού τους. Ειδικά οι ηλικιωμένοι πάσχοντες έχουν και αυξημένο κίνδυνο σοβαρών επιπλοκών, όπως η σήψη.