ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΡΕΘΥΜΝΟ

Ο «Ερωτόκριτος» πλημμύρισε το Ρέθυμνο

Από πολύ νωρίς το Ρέθυμνο κατάλαβε ότι μπορούσε να αναδείξει και να αξιοποιήσει την πολιτιστική του κληρονομιά. Συζητήσεις που γίνονταν ήδη από τη δεκαετία του 1960 πήραν σάρκα και οστά το 1987: τότε πραγματοποιήθηκε το πρώτο Φεστιβάλ Αναγεννησιακού Θεάτρου της πόλης. Βλέποντας την επιτυχία των εκδηλώσεων και αντιλαμβανόμενοι τις δυνατότητες, οι υπεύθυνοι διεύρυναν αμέσως τους ορίζοντες του νέου θεσμού, ο οποίος από την επόμενη κιόλας χρονιά μετονομάστηκε σε Αναγεννησιακό Φεστιβάλ Ρεθύμνου. Ακολούθησαν χρόνια ακμής αλλά και μία περίοδος κατά την οποία ο θεσμός ξεχείλωσε, αγκαλιάζοντας ποικιλία εκδηλώσεων. Το 2008, η νέα δημοτική αρχή αποφάσισε να στρέψει το Φεστιβάλ και πάλι στην αναγεννησιακή θεματολογία με τρόπο γόνιμο και ουσιαστικό.

ερωτοκριτος στα σοκκακια του ρεθύμνου

Ολοήμερος «Ερωτόκριτος»

Το φετινό, 27ο Φεστιβάλ ήταν αφιερωμένο στη μνήμη του συνθέτη Νίκου Μαμαγκάκη. Οι εκδηλώσεις ξεκίνησαν στις 10 Σεπτεμβρίου με ένα έξυπνα σχεδιασμένο δρώμενο που απλώθηκε σε ολόκληρη την παλιά πόλη. Η ιδέα του Ρεθύμνιου συνθέτη Γιώργου Κουμεντάκη, ο οποίος συμμετείχε φέτος εθελοντικά ως υπεύθυνος προγραμματισμού, ήταν να ακουστούν και οι δέκα χιλιάδες στίχοι του «Ερωτόκριτου». Από τις οκτώμισι το πρωί ώς τις εννέα το βράδυ τμήματα του έργου του Βιτσέντσου Κορνάρου αποδόθηκαν από 34 σύνολα, επαγγελματικά και ερασιτεχνικά, αποτελούμενα από μουσικούς, τραγουδιστές, ηθοποιούς και χορευτές, οι οποίοι εμφανίζονταν ξαφνικά σε διάφορες γωνιές του ιστορικού πυρήνα της ιδιαίτερα φιλόξενης πόλης.

Σύλλογοι όπως το Λύκειο Ελληνίδων Ρεθύμνης και η Χορωδία Ρεθύμνιων Μικρασιατών, μικρά σύνολα αποτελούμενα από μία κιθάρα, μία κρητική λύρα κι ένα μπουλγαρί (όργανο της οικογένειας των ταμπουράδων), παιδικές και νεανικές χορωδίες, θεατρικές ομάδες όπως το «Αντίβαρο» ή αυτή του Πειραματικού Λυκείου Ρεθύμνης, αλλά και ομάδες αποτελούμενες από κλασικά και παραδοσιακά όργανα, ερμήνευσαν διαδοχικά από ένα μέρος της έμμετρης μυθιστορίας του 17ου αιώνα. Η διασκευή της γνωστής μελωδίας του «Ερωτόκριτου» από τον κορνίστα Θανάση Παπαθανασίου για το σύνολο «Βάμος», αποτελούμενο από συνδυασμό παραδοσιακών οργάνων και οργάνων συμφωνικής ορχήστρας, ολοκλήρωσε τις εκδηλώσεις με τον πιο εμπνευσμένο τρόπο. Το δρώμενο είχε χωριστεί σε πέντε ενότητες, που ακολουθούσαν τα πέντε τμήματα της υπόθεσης του «Ερωτόκριτου». Εφοδιασμένος με έναν ειδικά προετοιμασμένο χάρτη της παλιάς πόλης, ο ενδιαφερόμενος μπορούσε να παρακολουθήσει τις διαδοχικές στάσεις, ενώ ο μη πληροφορημένος κάτοικος, όπως και ο επισκέπτης της πόλης, βίωναν μία ευχάριστη έκπληξη. Η συμμετοχή και οι αντιδράσεις του κόσμου ήταν συγκινητικές και δικαίωσαν την πρόθεση: ολόκληρη η πόλη συμμετείχε στη γιορτή και με τον πιο άμεσο τρόπο γινόταν κοινωνός μιας παράδοσης αιώνων.

Τα πάθη των ανθρώπων

Τη δεύτερη βραδιά, στο θέατρο «Ερωφίλη» στη Φορτέτζα, το σύνολο παλαιάς μουσικής Latinitas Nostra υπό τον Μάρκελο Χρυσικόπουλο εμφανίστηκε με μία πρόταση την οποία είχε πρωτοπαρουσιάσει στις 3 Απριλίου στη Στέγη του Ωνασείου («Κ», 17 Μαΐου). Επρόκειτο για τη συναυλία με τίτλο «…αφού σε λίγο θα πλαγιάζω μες στο χώμα…», η οποία παραμένει μέχρι σήμερα η πιο εμπνευσμένη του δουλειά. Στο Ρέθυμνο παρουσιάστηκε ελαφρώς διαφοροποιημένη, πιο «σφιχτή», με δύο αντί τριών φωνών. Επίσης, προηγήθηκε το έργο «Αντηχήσεις Ι: Κρήνη Ριμόντι» του Γιώργου Κυριακάκη, παραγγελία του Φεστιβάλ, αφιερωμένο στη μνήμη του Λυκούργου Αγγελόπουλου και γραμμένο ειδικά για τον ιδιαίτερο συνδυασμό οργάνων των Latinitas Nostra.

Η πρόταση του Χρυσικόπουλου έθεσε σε διάλογο μουσικές γραμμένες σε διαφορετικές εποχές κάτω από τελείως διαφορετικές συνθήκες, οι οποίες είχαν στόχο να ανταποκριθούν σε μεταξύ τους διαφορετικές ανάγκες. Κουπρέν, Ντελαλάντ, Σαρπαντιέ, Μπροσάρ, Φιόκο και Σάντσες συνομίλησαν με τους Βαγγέλη Παπάζογλου, Σκαρβέλη και Νεϊζέν Γιουσούφ Πασά. Οι μουσικές τους συναντήθηκαν δημιουργικά, καθώς στοιχεία του ενός κόσμου περνούσαν σταδιακά στον άλλο, μπολιάζοντάς τον, αλλά επίσης ανοίγοντας δρόμους. Κοινός παρονομαστής στις μουσικές που επιλέχτηκαν ήταν τα ανθρώπινα πάθη και η έκφρασή τους.

Η ένταση με την οποία εκφράστηκαν μέσα από τόσο διαφορετικές μουσικές επέτρεψε τον μεταξύ τους διάλογο. Στην ουσία, πρόκειται για πρωτότυπη δημιουργία των Latinitas Nostra, βασισμένη σε έργα των συνθετών και τραγουδοποιών που προαναφέρθηκαν. Μία σύνθεση με γνώση, φαντασία και μεράκι, στην οποία αξίζει να δοθεί συνέχεια.

Το έργο υλοποιήθηκε υποδειγματικά από το έμπειρο μουσικό σύνολο και δύο εξαιρετικές τραγουδίστριες, τη μεσόφωνο Θεοδώρα Μπάκα, με φωνή εκφραστική, αισθησιακή και, ταυτόχρονα, ορθοτονικά εντυπωσιακά ακριβή, όπως επίσης και την Αυγερινή Γάτση, της οποία το ηχόχρωμα και το ερμηνευτικό ήθος παραπέμπουν άμεσα στις ρεμπέτισσες των αρχών του 20ού αιώνα. Οι δυο τους συνεργάστηκαν ισότιμα, συμβάλλοντας αποφασιστικά στο άριστο αποτέλεσμα.

Προτάσεις με φαντασία

Την επόμενη βραδιά, οι Latinitas Nostra επανήλθαν με ένα περισσότερο «συμβατικό» πρόγραμμα αποτελούμενο από ιταλικούς θρήνους του 17ου αιώνα, τους οποίους απέδωσε με φαντασία και γνώση η έμπειρη στο είδος μεσόφωνος Ρομίνα Μπάσο. Στις 13 Σεπτεμβρίου στο πλαίσιο μουσικής παράστασης, οι Χαΐνηδες με τον Ψαραντώνη πρότειναν μία διαφορετική ανάγνωση του «Ερωτόκριτου», ενώ στις 15 Σεπτεμβρίου το πρόγραμμα προέβλεπε εύθυμα τραγούδια της Αναγέννησης με το φωνητικό και ενόργανο σύνολο «Φραγκίσκος Λεονταρίτης». Στις 17 Σεπτεμβρίου σειρά είχαν αποσπάσματα από το μιούζικαλ «Erotocritos in blues» του Δημήτρη Μαραμή, ενώ η τελευταία βραδιά (19.9) ανήκε στους «Βάμος» και στο Πειραματικό Λύκειο Ρεθύμνης.

Αποφασιστικής σημασίας για την επιτυχία του Φεστιβάλ στους διάφορους ιστορικούς χώρους, αλλά και σε ολόκληρη την πόλη, ήταν οι άοκνες προσπάθειες της οργανωτικής επιτροπής και ιδιαίτερα της αντιδημάρχου Πέπης Μπιρλιράκη-Μαμαλάκη, της μουσικολόγου Ελευθερίας Μιχάλα και του μηχανολόγου Ντίνου Φραγκάκου, όπως επίσης η γενναιόδωρη συμβολή των χορηγών Creta Palace, Bella Mare, Atrium και Theartemis Palace.

Στο γεμάτο από επισκέπτες πανέμορφο, γραφικό και ιδιαίτερα φιλόξενο Ρέθυμνο, η ζωή κυλά με διαφορετικούς ρυθμούς. Για δέκα ημέρες και νύχτες, το Αναγεννησιακό Φεστιβάλ προσέθεσε το δικό του χρώμα, μεταμορφώνοντας την πόλη και ζωντανεύοντας την πλούσια ιστορία της όχι ως ψυχρό, μουσειακό έκθεμα, αλλά εντάσσοντάς την οργανικά στην καθημερινή ζωή των κατοίκων και των επισκεπτών της.

πηγή