«Από τα Λευκά Όρη δεν λείπουν ποτέ οι φυγάδες. Ο παπάς εσχημάτισε μικρόν στίφος και ήρχισε να συγκρούεται σήμερον εδώ, αύριον εκεί προς τους Τουρκαλβανούς. Όταν δε έγεινεν η στάσις εις τα Σφακιά, ο παπά Μαλέκοςσυναθροίσας τους έχοντας φυσέκια, εκτύπησεν ευτολμόταταεις τον Αποκόρωνα τον στρατόν όστις μετέβαινεν εναντίον των Σφακιανών.
Ένα μήνα μετά ταύτα εγνωρισθήκαμεν.
– Δεν είναι καλλίτερο αυτό που κάνω, μου είπε, παρά να λειτουργώ;»
Μ’ αυτά τα λόγια περιγράφει ο Ιωάννης Κονδυλάκης τον άντρα που είναι η αφορμή της σημερινής μας σμίξης. Εναν άντρα που δεν ανέχτηκε καμιάν εξουσία, γέννημα μιας εποχής με αξίες και οράματα, που δεν την ακολούθησε απλά αλλά τη διαμόρφωσε πολλώ λογιώ.
Την εικόνα του την έχομε ξαναδεί, ιστορίες γι’ αυτόν έχομε ακούσει. Αλλά σήμερο έχομε τη χαρά να παρουσιάσομε μιαν ολοκληρωμένη δουλειά που έγινε για το Μανώλη Μαλεκάκη από το δισέγγονό του Μανώλη Κωνσταντουδάκη. Που αποθησαύρισε δημοσιεύματα, ανέσυρε από τα αρχεία επιστολές, θύμισε ιστορίες ξεχασμένες, και μας παρέδωσε το βίο του προσπάππουτου σε μιαν εποχή που δεν αγαπά τις αξίες και την κοινότητα.
Ο Παπαμαλέκος όμως είχε αρχές. Μεγαλωμένος σε μιανοικογένεια που σήμερο θα αποκαλούσαμε πολύτεκνη, έκαμε τα πρώτα του ζάλα ενώ μαινόταν ο σηκωμός του 1866. Σ’ έναν περίγυρο επαναστατικής άμιλας, ξεχώρισε για το θάρρος και την απαρέγκλιτη προσήλωση στο στόχο της Ένωσης. Παπάς που ανέστελε κατά καιρούς την ιερατική του δράση για να πολεμήσει τον Τούρκο δυνάστη, που επενέβαινε όταν αδικούνταν οι χριστιανοί σαν εκδικητής, δημιούργησε γύρω του μια φήμη τρομερή για τους εχθρούς και ηρωική για τους υπόδουλους, την ελεύθερη Ελλάδα, τη διεθνή κοινή γνώμη. Ο Μανώλης ο Κωνσταντουδάκης ενσωματώνει στο βιβλίο αποκόμματα από ευρωπαϊκές εφημερίδες που αναφέρονται στη δράση και την προσωπικότητα του προσπάππου του.
Χαίνης στον Αποκόρωνα, τιμωρός των Τούρκων, δε σήκωνε μύγα στο σπαθί του. Ο συγγραφέας μας μεταφέρει τη σκηνή όπου κάποιοι από το ποίμνιο προβληματίζονταν αν θα έπρεπε να περιορίσουν την περιφορά του Επιταφίου γύρω από την εκκλησία από το φόβο των Τούρκων και βρέθηκαν αντιμέτωποι με την οργή του Παπαμαλέκου, ο οποίος όχι μόνο έκαμε την περιφορά όπως πάντα αλλά μπαλωτοκοπούσε κιόλας!
Ο Παπαμαλέκος δεν έμπαινε σε καλούπια. Με οδηγό το αντιστασιακό του φρόνημα και την ελεύθερη ψυχή του, προκάλεσε την τουρκική εξουσία η οποία απαγόρευσε την παροχή βοήθειας στον ίδιο και το σώμα του με ποινή εξορίας. Κι όταν με τα πολλά τον συνέλαβαν, η φυλάκισή του μετατράπηκε σε περιορισμό στο μοναστήρι της Αγίας Τριάδας με παρέμβαση του προξένου της Ελλάδας. Όμως κι από κει έφυγε συγκρουόμενος με τους καλόγερους κι ανέλαβε ξανά την αντάρτικη δράση του.
Όπως πολλοί εκείνη την περίοδο, τα όπλα του τα πήρε από τον εχθρό. Τα Μαρτίνια που έφερε ήταν λάφυρο επίθεσης σε ομάδα Τούρκων, ενώ η συμβολή του στην πολιορκία του Βάμου ήταν καθοριστική: Δρώντας στρατηγικά και παράτολμα, κατέλαβε το φούρνο του χωριού εξαναγκάζοντας τους Τούρκους στην πείνα. Στο Νίππος έρχεται σε ρήξη με τους δυο επίσκοπους που συνιστούν υποστολή της επαναστατικής σημαίας, στη μάχη της Αλμυρίδας είναι παρών και ξεχωρίζει μαζί με τον αδερφό του Λεωνίδα. Συνολικά συμμετείχε σε 32 μάχες, χώρια τα μεμονωμένα επεισόδια στα οποία πρωταγωνίστησε.
Είναι χαρακτηριστικό της προσωπικότητας και της αίγλης του πως ο αδερφός του, ο απελευθερωτής της Σιάτιστας, ενώ δεν ήταν παπάς, δεν έμεινε στην ιστορία ως Μαλεκάκης αλλά ως Λεωνίδας Παπαμαλέκος.
Όπως έχουν γράψει οι ιστορικοί, οι άντρες αυτοί ούτε ήταν ούτε μπορούσαν να είναι άγιοι. Είχαν τα πάθη τα ανθρώπινα που όμως μεταλλάσσονταν στον επαναστατικό οίστρο, ο αγώνας για την πατρίδα έκανε δευτερεύουσα κάθε ατέλεια ανθρώπινη. Η ισχυρή του προσωπικότητα βιώθηκε ως επιβολή της γνώμης του στο γάμο της μιας του κόρης και στα επακόλουθά του. Αλλά ο θρύλος του τον είχε κάμει πασίγνωστο και στην άλλη Ελλάδα, τόσο που όταν ανέβηκε στην Αθήνα να τύχει αποθεωτικής υποδοχής και να συναντηθεί με τη βασίλισσα Όλγα η οποία τον τοποθέτησε στην Ευαγγελίστρια στον Πειραιά. Αλλά και στην ειρήνη ο Παπαμαλέκος ήταν δίπλα σε όσους χρειάζονταν βοήθεια, με χαρακτηριστική σκηνή του βιβλίου αυτή της σωτήριας παρέμβασής του σε πλημύρα σε γειτονιά που δε διακονούσε.
Πέρα από τον ήρωα, ειδική μνεία πρέπει να γίνει στην προσπάθεια του δισέγγονού του, που τον ανέστησε κιόλας σαν όνομα, να αναδείξει την προσωπικότητα του ήρωα, δίχως στρογγυλέματα και εξιδανικεύσεις. Άλλωστε ο πολυτάραχος βίος του ιστορουμένου δε χρειαζόταν παραπάνω στολίδια. Έρευνες σε αρχεία, αποτύπωση προφορικών παραδόσεων και ακουσμάτων, κωδικοποίηση των πληροφοριών για τον Παπαμαλέκο, συμπεριλαμβανομένης της ρίμας του, συνθέτουν ένα καμβά αγάπης και αφοσίωσης στον πρόγονό του, αλλά και σε μιαν ολόκληρη εποχή.
Ο συγγραφέας λοιπόν, μέσα από μια μεγάλη προσπάθεια, μας δίδει μια σφαιρική εικόνα του ήρωα, και μ’ αυτό τον τρόπο μας δείχνει κι ένα δρόμο συγκεκριμένο, μας περνά παραδείγματα για το σήμερα. Κι εδώ καταλαβαίνομε ότι ο συγγραφέας μας ξεγέλασε. Μας έφερε εδώ να μας παρουσιάσει μια βιογραφία και μας δίνει πολλά παραπάνω…
Γιατί αν ο Παπαμαλέκος ζούσε σήμερο, σίγουρα θα ερχόταν σε ρήξη με τους κονδυλοφόρους της υποταγής, όπως έκαμε και στο Νίππος. Δε θα ήταν «ρεαλιστής» να κάθεται στ’ αυγά του και να ταπεινώνεται επειδή η Τουρκία έχει δύναμη. Κι αν δούμε τις καταστάσεις, θα καταλάβομε ότι τότε ήμασταν πιο αδύναμοι. Αλλά είχαμε πίστη στα δίκαιά μας, είχαμε ξεκάθαρη ταυτότητα και αυτά μας δίδανε ψυχή. Κι η ψυχή νικάει τα κανόνια. Κι όπως τότε ο Παπαμαλέκος δεν επέτρεψε να περιορίσουν τον Επιτάφιο, όπως αγωνίστηκε αδιάκοπα για την Ένωση και μαζί με τους συναγωνιστές του νίκησαν μιανυπέρτερη δύναμη, σήμερα δε θα επέτρεπαν να κάνουν βόλτες ξένα ωκεανογραφικά στις θάλασσές μας. Κι ούτε θα έψαχναν γελοίες δικαιολογίες για να δικαιολογήσουν την αδράνειά τους, δε θα υπήρχε στιγμή χαμένη στην αντίσταση. Και σίγουρα, ο αδερφός του απελευθερωτή της Σιάτιστας δε θα πρόδινε ούτε τη Μακεδονία, ούτε καμιά γωνιά του Ελληνισμού, ούτε θα πρότεινε συνεκμετάλλευση της Μαδάρας και του κάμπου με το δυνάστη.
Εμείς λοιπόν, αν πρέπει να πάρομε κάποια πράματα από τη σημερινή συνάντηση, δε θα πρέπει να αρκεστούμε στα βιογραφικά του Παπαμαλέκου. Θα πρέπει να τον ντραπούμε, κι αυτόν και όλους εκείνους που μας παρέδωσαν μια πατρίδα ελεύθερη και τη βλέπουν από ψηλά τώρα αποικία των Δυτικών και επικυριαρχούμενηαπό τους Τούρκους. Δε θα έχομε διαβάσει σωστά το βιβλίο αν δε γίνει αυτό αφορμή να αναστοχαστούμε ποιοι ήμασταν και ποιοι γίναμε, αν δε μας ξυπνήσει τη σπίθα της αντίστασης και της αγάπης στην ελευθερία που ακόμα σιγοκαίει μέσα μας. Μόνο τότε θα μπορούμε να κοιτάξομε τα διαπεραστικά μάτια του ήρωα δίχως τύψεις και να ζητήσομε συγνώμη από τον ίδιο και τους εαυτούς μας, αλλάζοντας ρότα και ξαναβρίσκοντας την αξιοπρέπεια και την περηφάνια που χάσαμε, βάζοντας τον εθνομηδενισμό στο περιθώριο και κερδίζοντας ξανά την πατρίδα και την ταυτότητά μας. Μανώλη ευχαριστούμε για το δώρο που μας έκαμες, καλοτάξιδο να είναι το βιβλίο…
Παρουσίαση του βιβλίου για τον Παπαμαλέκο από το Μανώλη Εγγλέζο Δεληγιαννάκη, που έλαβε χώρα κατά την κοπή της Βασιλόπιτας της Ομοσπονδίας Σωματείων Αποκορώνου.
Του Μανώλη Εγγλέζου Δεληγιαννάκη