ΑΠΟΨΕΙΣ ΘΕΟΔΩΡΟΣ ΡΗΓΙΝΙΩΤΗΣ

Πάσχα: η νίκη κατά του Φόβου & του θανάτου…

Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης

Το χριστιανικό νόημα της γιορτής του Πάσχα είναι η νίκη της ανδρείας εναντίον του φόβου και της αιώνιας και αθάνατης ζωής εναντίον του θανάτου. Μπορούμε επίσης να πούμε ότι είναι η νίκη της αγάπης και της αυτοθυσίας εναντίον όχι μόνο της εσωστρέφειας και της ιδιοτέλειας, αλλά ακόμη και εναντίον του ανθρώπινου ενστίκτου της επιβίωσης.

Το απολυτίκιο, δηλ. το κεντρικό τροπάριο, που ψάλλεται την ημέρα του Πάσχα, είναι ένα από τα γνωστότερα υμνογραφικά έργα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, με μελωδία μάλιστα θριαμβευτική, σαν πολεμικός παιάνας, στον οποίο ψάλλουμε: «Χριστὸς ἀνέστη ἐκ νεκρῶν, θανάτῳ θάνατον πατήσας, καὶ τοῖς ἐν τοῖς μνήμασι, ζωὴν χαρισάμενος»! Οι στίχοι αυτοί στα νέα ελληνικά σημαίνουν: ο Χριστός αναστήθηκε από τους νεκρούς, καταπατώντας το θάνατο διά του θανάτου και χαρίζοντας ζωή σ’ εκείνους που βρίσκονται στους τάφους.

Αυτό φανερώνει ότι η ανάσταση του Χριστού – το θεμέλιο ολόκληρου του χριστιανισμού – δεν είναι νίκη του Ιησού Χριστού ενάντιο στον δικό Του θάνατο, αλλά ενάντια στο θάνατο όλων των ανθρώπων. Ο Χριστός αναστήθηκε όχι για να παραμείνει ο ίδιος ζωντανός, ούτε για να μας «δείξει» τη θεϊκή Του δύναμη, αλλά ως «πρωτότοκος εκ των νεκρών», ως ο πρώτος άνθρωπος μιας κοινής, πανανθρώπινης ανάστασης, την οποία οι χριστιανοί «προσδοκούμε» (όπως λέμε στο «σύμβολο της Πίστεως») στο τέλος της ανθρώπινης ιστορίας, στο γεγονός που χαρακτηρίζουμε «Δευτέρα Παρουσία» του Ιησού Χριστού.

Για το ζήτημα της αιώνιας ζωής και της ανάστασης των νεκρών ο Χριστός μίλησε πολλές φορές. Για παράδειγμα, είπε: «Αλήθεια σας λέω ότι όποιος ακούει τα λόγια μου και πιστεύει σ’ Εκείνον που με έστειλε, έχει ζωή αιώνια, και δεν πηγαίνει σε κρίση» [δηλ. δεν τον κρίνει ο Θεός], «αλλά έχει ήδη πάει από το θάνατο στο ζωή. Αλήθεια σας λέω, ότι έρχεται ώρα – και ήδη ήρθε – που οι νεκροί θ’ ακούσουν τη φωνή του Υιού του Θεού και αυτοί που θα την ακούσουν θα ζήσουν… Έρχεται ώρα, που όλοι όσοι βρίσκονται στους τάφους θ’ ακούσουν τη φωνή του και θα πάνε, εκείνοι που έκαναν το καλό, σε ανάσταση ζωής, κι εκείνοι που έκαναν το κακό, σε ανάσταση κρίσης» (δες κατά Ιωάννην ευαγγέλιο, κεφ. 5, στίχοι 24-29).

Στην αγία Μάρθα, την αδελφή του Λαζάρου, που έκλαιγε για τον αδερφό της, ο Χριστός είπε: «Εγώ είμαι η ανάσταση και η ζωή. Όποιος πιστεύει σ’ εμένα, κι αν πεθάνει, ια ζήσει· και κάθε ζωντανός που πιστεύει σ’ εμένα δε θα πεθάνει ποτέ. Το πιστεύεις αυτό;» (κατά Ιωάννην, κεφ. 11, στίχοι 25-26).

Τα σημεία στην Καινή Διαθήκη που μιλούν για την ανάσταση των νεκρών είναι πάρα πολλά. Η ανάσταση αυτή περιγράφεται κιόλας στο κεφάλαιο 25 του κατά Ματθαίον ευαγγελίου, στα τελευταία κεφάλαια της Αποκάλυψης και αλλού.

 «Τελευταίος εχθρός καταργείται ο θάνατος» γράφει ο απόστολος Παύλος στην Α΄ Επιστολή του προς Κορινθίους, κεφ. 15, στίχ. 26, που βρίσκεται μέσα στην Καινή Διαθήκη, μετά τα Ευαγγέλια. (Καινή Διαθήκη λέμε το βιβλίο που έχει μέσα τα τέσσερα Ευαγγέλια και τα άλλα βιβλία που έγραψαν οι απόστολοι, δηλαδή οι μαθητές του Χριστού: επιστολές, τις «Πράξεις των Αποστόλων» και την «Αποκάλυψη»)

Γιατί ο Χριστός πέθανε και πώς ο θάνατός Του «έσωσε τους ανθρώπους»;

Σύμφωνα με τους χριστιανούς, ο Χριστός είναι μεν αληθινός άνθρωπος (όπως και αληθινός Θεός – το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδας – που υπήρχε προαιώνια ως πνεύμα, πριν ακόμη γίνει άνθρωπος), αλλά δεν ήταν απλώς ένας από τους ανθρώπους. Ήταν ο δεύτερος και «έσχατος» (τελικός) «Αδάμ» (βλ. επιστολή Α΄ προς Κορινθίους κεφ. 15, στίχοι 22 και 45). «Πρόσωπο της Αγίας Τριάδας» σημαίνει ότι, κατά τους χριστιανούς, ο Θεός «είναι ένας, αλλά δεν είναι μόνος»: είναι τρία πρόσωπα, τρεις προσωπικότητες δηλαδή, που οι δύο (που τις ονομάζουμε Υιό και Άγιο Πνεύμα) οφείλουν την ύπαρξή Τους στην άλλη, τον Πατέρα. Τα τρία αυτά πρόσωπα έχουν μία ουσία, την ίδια, δηλαδή είναι ενωμένες μεταξύ Τους με τέτοιο τρόπο, μυστηριώδη και άγνωστο σ’ εμάς, ώστε δεν είναι τρεις Θεοί, αλλά Ένας Θεός. Γι’ αυτό, το ότι το ένα από αυτά τα τρία πρόσωπα έγινε άνθρωπος, σημαίνει ότι ο Θεός έγινε άνθρωπος. Και μάλιστα, όχι μόνο γεννήθηκε και έζησε αληθινά ως άνθρωπος, αλλά επίσης προδόθηκε, δικάστηκε, βασανίστηκε και πέθανε με φρικτό θάνατο σαν να ήταν κοινός άνθρωπος, προσφέροντας τον εαυτό Του θυσία για να σωθούν όλοι, ακόμη και εκείνοι που τον είχαν σταυρώσει!…

Όπως προκύπτει από την πασίγνωστη διήγηση της Παλαιάς Διαθήκης για τη δημιουργία του ανθρώπου, οι πρώτοι άνθρωποι γνώριζαν το Θεό και ζούσαν σε επικοινωνία και αρμονία μαζί Του, όπως και μεταξύ τους, αλλά και με τα άλλα πλάσματα του κόσμου, σε μια πρωταρχική κατάσταση, που ουσιαστικά είναι ο αρχαίος «παράδεισος» της Αγίας Γραφής. Τη γνώση του Θεού όμως, την επικοινωνία και την αρμονία αυτή οι άνθρωποι την έχασαν λόγω της επιθυμίας τους για δύναμη, που αποτελεί το λεγόμενο προπατορικό αμάρτημα. Κατά την Αγία Γραφή, ο «όφις» (δηλ. ο διάβολος) ισχυρίστηκε ότι, αν έτρωγαν από τον απαγορευμένο καρπό, θα αποκτούσαν «γνώση του καλού και του κακού» και θα γίνονταν σαν θεοί («και έσεσθε ως θεοί», Γένεσις, κεφ. 3, στίχ. 5). Γι’ αυτό ο απαγορευμένος καρπός χαρακτηρίζεται καρπός της γνώσεως του καλού και του κακού, επειδή αποτελεί την επιλογή του ανθρώπου για το καλό και το κακό, όπως ερμηνεύει το σημείο αυτό ένας από τους σημαντικότερους ερμηνευτές της Αγίας Γραφής, ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Τέλος πάντων, η βρώση του «καρπού» είχε αντίθετα αποτελέσματα: κάθε σχέση αγάπης, εμπιστοσύνης και αρμονίας στη ζωή του ανθρώπου καταστράφηκε και χάθηκε και η δυνατότητα της αθανασίας, που οι χριστιανοί θεωρούμε ότι είχαν οι άνθρωποι. Έτσι, έσπασε και ο τελευταίος δεσμός που υπήρχε στη ζωή των ανθρώπων, ο δεσμός της ψυχής με το σώμα.

Ο Ιησούς Χριστός, ως δεύτερος Αδάμ, ανατρέπει το προπατορικό αμάρτημα και προσφέρει ξανά στους ανθρώπους τη δυνατότητα όχι μόνο αρμονίας με το Θεό και μεταξύ τους, αλλά και να ενωθούν με το Θεό και να φτάσουν στο σημείο να είναι ακόμη και σαν θεοί («κατά χάριν θεοί»). Αυτό είναι το νόημα του θανάτου του Χριστού: περνάει από την πύλη του θανάτου, όπως όλοι οι άνθρωποι, αλλά ως πράξη υπακοής προς το Θεό Πατέρα Του και όχι ως πράξη παράβασης του θελήματός Του. Δηλαδή, ενώ ο πρώτος Αδάμ έλαβε μια εντολή από το Θεό (να «μη φάει το απαγορευμένο καρπό»), την οποία παρέβη και έτσι ολόκληρη η ανθρωπότητα αποκόπηκε από το Θεό, ο έσχατος Αδάμ λαμβάνει επίσης μια εντολή από το Θεό (ν’ αφήσει τους εχθρούς Του να Τον βασανίσουν και να Τον σκοτώσουν), την οποία υπακούει, παρά την τεράστια δυσκολία αυτής της υπακοής (γι’ αυτό υπερβαίνει και το φόβο, όπως φαίνεται στην προσευχή Του στον κήπο της Γεθσημανής, όπου είναι έκδηλος ο ανθρώπινος φόβος Του και όσα Τον περιμένουν), και έτσι ολόκληρη η ανθρωπότητα πλησιάζει ξανά προς το Θεό.

Για την ακρίβεια, η ανθρώπινη φύση ενώνεται με το Θεό στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού (επειδή είναι Θεάνθρωπος), ενώ ο καθένας άνθρωπος χωριστά θα πλησιάσει το Θεό ή όχι, ανάλογα με το τι θέλει να κάνει. Γι’ αυτό, κατά τους χριστιανούς, όλοι οι άνθρωποι θ’ αναστηθούμε (επειδή ο θάνατος νικήθηκε στην ανθρώπινη φύση), αλλά δεν θα σωθούμε όλοι, επειδή η σωτηρία πρέπει να είναι αποτέλεσμα ελεύθερης βούλησης.

Το ότι δεν θέλουν όλοι να σωθούν, το βλέπουμε και αλλού, αλλά και στην περίφημη παραβολή του ασώτου υιού, όπου ο μεγάλος γιος του άρχοντα αρνείται να μπει στο σπίτι του πατέρα του, από μίσος προς τον αδελφό του και αγανάκτηση προς την καλοσύνη του ίδιου του πατέρα, παρότι ο πατέρας βγήκε έξω και τον παρακαλούσε να μπει κι αυτός μέσα (κατά Λουκάν ευαγγέλιο, κεφ. 15). Να επισημάνουμε εδώ ότι αυτή η παραβολή ήταν αφορμή να μεταστραφεί στο χριστιανισμό ο κορυφαίος Ρώσος μυθιστοριογράφος Φιοντόρ Ντοστογιέφσκι, ο οποίος νωρίτερα ήταν άθεος – έγινε χριστιανός όταν τη διάβασε, θεωρώντας ότι δεν υπάρχει μεγαλύτερο μήνυμα σεβασμού προς τον άνθρωπο απ’ αυτό που εκφράζει η συγκεκριμένη παραβολή.

Έτσι, εν πάση περιπτώσει, ο Ιησούς Χριστός χαρακτηρίζεται «σωτήρας» και «λυτρωτής» των ανθρώπων: σωτήρας, επειδή κάνει τον άνθρωπο «σώο» (ολόκληρο, δηλαδή ολοκληρωμένο, και μάλιστα ζωντανό ξανά, με ψυχή και σώμα, όπως και ο ίδιος αναστήθηκε με ψυχή και σώμα), και λυτρωτής, επειδή πρόσφερε το αίμα Του για την απελευθέρωση των ανθρώπων από το θάνατο, το κακό, την αμαρτία κ.τ.λ., σαν να πλήρωνε «λύτρα» για την απελευθέρωση ομήρων ή αιχμαλώτων.

Ως υστερόγραφο, θα ήθελα να προσθέσω ότι ορισμένοι άγιοι της Εκκλησίας, όπως ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, διδάσκουν ότι ο Θεός θα γινόταν άνθρωπος ακόμη και αν δεν είχε συμβεί το προπατορικό αμάρτημα, επειδή ήταν από την αρχή πρόθεσή Του να ενωθεί με τους ανθρώπους. Αλλά αν δεν είχε συμβεί το προπατορικό αμάρτημα, προφανώς, η είσοδος του Χριστού στον κόσμο θα ήταν ειρηνική και δεν θα περιείχε το στοιχείο του μαρτυρίου και του σταυρικού θανάτου.

Αυτό λοιπόν είναι το νόημα του χριστιανικού Πάσχα, με απλά λόγια… Ένα μήνυμα νίκης, που έδωσε τόσο θάρρος στους χριστιανούς, ώστε αμέτρητοι άνθρωποι να καταφρονήσουν το θάνατο και, μέσω του μαρτυρίου τους, να γίνουν άγιοι – αλλά και σε καιρό ειρήνης, όπως θεωρητικά είναι τώρα, να βάλουν σε δεύτερη μοίρα τον εαυτό τους για να αναζητήσουν πρώτα «την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού» (Ματθ. 6, 33). ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!