Πρόσφατες είναι οι δηλώσεις της αντιπεριφερειάρχη Ρεθύμνου γενικά για την υποστελέχωση των υπηρεσιών της Περιφέρειας και ειδικά για την έλλειψη κτηνιάτρων.
Ωστόσο, οι δηλώσεις αυτές περιορίζονται στην περιγραφή του προβλήματος και αποκρύβουν επιμελώς την αιτία του, που είναι αποκλειστικά το σύστημα το οποίο με συνέπεια υπηρετεί η περιφερειακή αρχή και η αντιπεριφερειάρχης.
Επιπλέον, οι αναφορές της αντιπεριφερειάρχη στους κτηνιάτρους «που όταν αποφοιτούν από τις υπάρχουσες σχολές απορροφούνται άμεσα από την αγορά και δεν βρίσκουν ελκυστική την πιθανότητα εργασίας στο δημόσιο», έρχονται σε αντίθεση με την ίδια την πραγματικότητα και βγάζουν λάδι την κυβέρνηση και την αντιλαϊκή πολιτική της.
Συγκεκριμένα, στην τελευταία προκήρυξη των επιτυχόντων με το γραπτό διαγωνισμό (3ΓΒ/2023) δεν καλύφτηκαν ούτε οι 114 θέσεις που είχαν προκηρυχθεί συνολικά στο Δημόσιο, όχι γιατί δεν υπήρξε ενδιαφέρον, αλλά λόγω της αυθαίρετης βάσης του 55 σε μια γραπτή δοκιμασία που δεν είχε να κάνει με τα επιστημονικά προσόντα και την προϋπηρεσία των κτηνιάτρων, αλλά με διοικητικές γενικές δεξιότητες. Την ίδια ώρα, μάλιστα, οι περισσότεροι εργάζονται με συμβάσεις σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα, ενώ οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι και όλες οι κυβερνήσεις αρνούνται την ένταξη του κτηνιατρικού επαγγέλματος στα ΒΑΕ, παρά την επιστημονικά τεκμηριωμένη επικινδυνότητά του. Και βέβαια τις συνέπειες αυτής της κατάστασης πληρώνουν οι βιοπαλαιστές αγροτοκτηνοτρόφοι στην Κρήτη και σε όλη τη χώρα.
Παράλληλα με όλα αυτά, τα μικρά κτηνιατρεία αντιμετωπίζουν την ακρίβεια, την φορολογία, τα χρέη και τελικά ζήτημα βιοπορισμού, ενώ εμφανίζονται και στον κτηνιατρικό κλάδο οι λεγόμενοι «επενδυτές», γιατί υπάρχει δυνατότητα κερδοφορίας με την προϋπόθεση της συγκέντρωσης της δουλειάς.
Επίσης, η αντιπεριφερειάρχης δεν είπε πόσο βάζει πλάτη η αντιπεριφέρεια και συνολικά η περιφερειακή αρχή στην ιδιωτικοποίηση των υπηρεσιών με άλλοθι την υποστελέχωσή τους. Δεν αναφέρθηκε στα εκατομμύρια που βγαίνουν από την τσέπη του κρητικού λαού για το δουλεμπορικό της ΔΑΙΔΑΛΟΣ ΑΕ, που λειτουργεί στην πραγματικότητα ως «άλλη Περιφέρεια» δίπλα στην Περιφέρεια Κρήτης και έγινε για να περάσουν οι αρμοδιότητες και υποδομές στο ιδιωτικό κεφάλαιο και για να εκτοπίζεται το μόνιμο προσωπικό. Δεν αναφέρθηκε στα εκατομμύρια για τους τεχνικούς συμβούλους και τη συνεχή αύξηση των κονδυλίων για τα κέρδη των μεγαλοεργολάβων, κτλ.
Εν κατακλείδι, για την υποστελέχωση κρίσιμων δομών και υπηρεσιών αιτία είναι η πολιτική που εφαρμόζεται απ’ όλες τις κυβερνήσεις που βλέπουν τους εργαζόμενους ως κόστος, την ώρα που ματώνουν τον λαό ώστε να εξασφαλίζονται οι δαπάνες για εξοπλιστικά προγράμματα και επιδοτήσεις στο κεφάλαιο. Αυτήν την πολιτική εξειδικεύει και η περιφερειακή αρχή Κρήτης. Απέναντι σ’ αυτήν την αντιλαϊκή πολιτική, χρειάζεται να δυναμώσει η λαϊκή πάλη για την κάλυψη όλων των κενών με προσλήψεις, μονιμοποίηση των συμβασιούχων, για να πεταχτούν έξω από τις υπηρεσίες οι εργολάβοι και οι ΑΕ.