Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Ο Σεπτέμβριος έρχεται και χιλιάδες φοιτητές, αλλά και εκπαιδευτικοί (δάσκαλοι και καθηγητές), άνδρες και γυναίκες, ετοιμάζουν τις βαλίτσες τους και ξενιτεύονται μαζί με τα χελιδόνια, για τον τόπο, όπου πρέπει να ζήσουν και να εργαστούν για το παρόν και το μέλλον.
Οι φοιτητές εργάζονται (κάνοντας τις σπουδές τους – αυτή είναι η αποστολή τους ως φοιτητών και πρέπει να είναι η κύρια εργασία τους) για το δικό τους το μέλλον. Οι εκπαιδευτικοί εργάζονται για το μέλλον των δικών μας παιδιών. Και οι δύο αυτές ομάδες συγχρόνως εργάζονται και για το αύριο ολόκληρης της κοινωνίας και το μέλλον της πατρίδας μας.
Όμως τα χελιδόνια είναι τυχερά, γιατί εκεί που πηγαίνουν θα βρουν τις φωλιές τους από πέρυσι, σε σημεία που τους έχει παραχωρήσει ο Θεός δωρεάν. Ενώ οι άνθρωποι, που έρχονται στην πόρτα μας αναζητώντας κατοικία, και φυσικά είναι πρόθυμοι να πληρώσουν για να μείνουν, σε πάρα πολλές περιπτώσεις πέφτουν θύματα ανελέητης εκμετάλλευσης και γίνονται αντικείμενα εξευτελισμού, μερικές φορές μάλιστα και εξαπάτησης!
Γι’ αυτό, στην Ελλάδα του 21ου αιώνα έχει ανατείλει ένα νέο κοινωνικό πρόβλημα, αναπάντεχο, αδιανόητο: της στέγασης των εκπαιδευτικών και των φοιτητών!
Αν είσαι ιδιοκτήτης που νοικιάζεις χώρους και το θέμα σε αφορά άμεσα, να ξέρεις ότι δεν είμαι δικαστής, για να σε κρίνω. Θα σου πω μόνο πώς βλέπω τα πράγματα και, αν αγγίξω το φιλότιμό σου και σε προβληματίσω, θα είμαστε όλοι από αύριο (ακόμη κι εσύ ο ίδιος και τα παιδιά σου) σε καλύτερη μοίρα.
Τι συμβαίνει;
Το πρόβλημα είναι γνωστό: ιδιοκτήτες ζητούν υπέρογκα ποσά ως ενοίκια, πολλές φορές για κατοικίες όπου οι ίδιοι δεν θα καταδέχονταν να μείνουν με τίποτα, συχνά απαιτούν να λαμβάνουν αυτά τα χρήματα χωρίς μισθωτήριο (αφορολόγητα δηλαδή), πράγμα που εμποδίζει τους ενοικιαστές να λαμβάνουν το επίδομα ενοικίου που πιθανώς δικαιούνται, και επίσης δεν είναι σπάνια η αγενής συμπεριφορά, λες και ο άνθρωπος που έρχεται στην πόρτα μας είναι αναξιοπρεπής και μπορούμε να τον προσβάλλουμε κατά βούλησιν.
Και σαν να μην έφτανε αυτό, αυξάνονται οι καλοί ιδιοκτήτες που έχουν την απαίτηση να «ελευθερώνουν» οι ενοικιαστές τους το σπίτι μόλις μπαίνει η άνοιξη, γιατί εκείνοι έχουν βρει κι άλλη φάμπρικα που γεννάει χρήματα, τη μετατροπή του σε τουριστικό δωμάτιο ή διαμέρισμα [μέσω Airbnb (*)]! «Σήκω φύγε λοιπόν, κ. ενοικιαστή, μαζί με όλα τα πράγματά σου, και πήγαινε όπου θέλεις», σου λέει ο ιδιοκτήτης (ή, για την ακρίβεια, όπου δ… θέλεις!). «ΑΝ σου αρέσει. Αν δεν σου αρέσει, μη βρεις σπίτι (επειδή γίνεται όλο και πιο δύσκολο να βρεις κάτι καλύτερο, ηθικότερο και αξιοπρεπέστερο) και κοιμήσου κάτω από τ’ άστρα! Εγώ το σπίτι θα το νοικιάσω, γιατί περιμένουν ουρά μετά από σένα. Δεν σε έχω ανάγκη!».
Βεβαίως όλο αυτό το σκηνικό είναι από μόνο του εξευτελιστικό για ένα νέο ή μία νέα που έρχεται να σπουδάσει, για μια οικογένεια που προσπαθεί (συχνά με χίλιες στερήσεις) να σπουδάσει το παιδί της και για έναν δάσκαλο ή καθηγητή, που έρχεται στην πόλη μας να διδάξει τα παιδιά μας τις γνώσεις του. Το σωστό θα ήταν όλοι αυτοί να εύρισκαν φιλοξενία στα σπίτια μας, χωρίς να χρειάζεται να πληρώνουν καθόλου! Όχι να προσπαθούμε να τους εκμεταλλευτούμε και να αδιαφορούμε αν θα βρουν τελικά ένα κρεβάτι να γείρουν το ζαλισμένο κεφάλι τους!
Εντάξει, δεν ζητάω τα πάντα, δεν έχω την απαίτηση να καταργηθούν τα ενοίκια (σημειώνω ότι κι εγώ νοικιάζω χώρους, αλλά, συγχωρέστε με, με ανθρώπινους όρους). Όμως έχω την επιθυμία οι άνθρωποι, που έρχονται να μάθουν γράμματα στα παιδιά μας, και οι νέοι, που έρχονται να σπουδάσουν για ένα καλύτερο μέλλον, να αντιμετωπίζονται ως άνθρωποι κι όχι ως κινούμενα πορτοφόλια. Και να ήταν και «παχυλά» πορτοφόλια, να το καταλάβω – χωρίς να το δικαιολογώ – αλλά κατά κανόνα μιλάμε για εντελώς ισχνά πορτοφόλια, ανθρώπους που τους ζητούν το μισό τους μηνιάτικο (ή και περισσότερο!) για να τους προσφέρουν έναν χώρο κατοικίας, που μπορεί, όπως ξαναγράψαμε παραπάνω, να μην ανταποκρίνεται ούτε στο ελάχιστο στις απαιτήσεις αυτές.
Εκπαιδευτικοί διανυκτερεύουν στο αυτοκίνητό τους επί πολύ καιρό, γιατί δε βρίσκουν σπίτι. Άλλοι στήνουν αντίσκηνα. Άλλοι απορρίπτουν το διορισμό (για τον οποίο τόσο περίμεναν, σπούδασαν οι ίδιοι κ.τ.λ.) και γυρίζουν στο σπίτι τους, άνεργοι ξανά, τουλάχιστον διασώζοντας κάποια αξιοπρέπεια, και διασώζοντας επίσης ό,τι έχει απομείνει από το ισχνό τους βαλάντιο (ισχνό = αδύνατο, αν δεν το ξέρουμε).
Θύματα αυτής της απανθρωπιάς και της απληστίας είναι και εργαζόμενοι και οικογένειες, αλλά οι «ξενομπάτες», που βρίσκονται σε ανάγκη (εκπαιδευτικοί και φοιτητές), αφενός είναι τα υπ’ αριθμ. 1 θύματα και αφετέρου θα έπρεπε να περιβάλλονται με σεβασμό και στοργή από όλη την κοινωνία, αντί να ταπεινώνονται, να ταλαιπωρούνται και τελικά να τους μαδούν σαν κοτόπουλα!
Αναζητώντας τη χαμένη μας ανθρωπιά;
«Ξένος περνά απ’ την πόρτα μας ογρός και χιονισμένος» λέει το τραγούδι. «Μάνα μου, κι ας τ’ ανοίξομε του ξένου να ’ρθει μέσα, και στρώσ’ του τάβλα να γευτεί…». Ας μιλήσουμε ειλικρινά. Η κάποτε διάσημη «κρητική φιλοξενία» έχει δολοφονηθεί εν ψυχρώ από τους ίδιους τους Κρητικούς. Η τραγουδισμένη από τον Όμηρο, πανάρχαια ελληνική φιλοξενία έχει δολοφονηθεί εν ψυχρώ από τους ίδιους τους Έλληνες της εποχής μας, όχι παντού ευτυχώς, αλλά σε αρκετές πόλεις και νησιά της πατρίδας μας!…
Τι με νοιάζει εμένα; Δηλαδή πρέπει να έχω προσωπικό συμφέρον για να με νοιάξει; Με νοιάζει γιατί είμαι άνθρωπος και, στο κάτω κάτω, ό,τι υφίστανται οι συνάνθρωποί μου (όχι μόνο το συγκεκριμένο πρόβλημα) έχει αντίκτυπο σε ολόκληρη την κοινωνία και σε μένα και στα παιδιά μου. Πρέπει να έχει αντίκτυπο, αλλιώς, κυρίες μου και κύριοι, δεν είμαι πλέον άνθρωπος. Και από τους γονείς και τους προγόνους μου (εδώ και πολλές γενιές) έμαθα ότι η ανθρωπιά έχει ανεκτίμητη αξία. Εσείς το μάθατε; Το διδάξατε ή θα το διδάξετε στα παιδιά σας;
Οι παλιοί Κρητικοί έλεγαν: «Να μη χάσομε την αθρωπιά μας». «Να είσαι πάνω απ’ όλα άθρωπος», «να φέρεσαι σαν τον άθρωπο». Στην Κρήτη η λέξη ανθρωπιά («αθρωπιά», χωρίς ν) σημαίνει αξιοπρέπεια. Αν λοιπόν δεν είσαι άνθρωπος, δεν είσαι αξιο-πρεπής, δηλαδή δεν σου πρέπει αξία – δεν σου πρέπει σεβασμός. Εσύ χάνεις την αξιοπρέπειά σου, επειδή προσπαθείς να στερήσεις από τον άλλο τη δική του.
Το χρήμα δεν είναι το παν (άλλωστε, δε νομίζω να έγινες σκληρός σπιτονοικοκύρης επειδή «πεινάνε τα παιδιά σου»). Οι παλιοί έλεγαν και κάτι ακόμη: «Διαβολομαζώματα, ανεμοσκορπίσματα». «Τα σάβανα δεν έχουνε τσέπες!». «Λίγα φάε, λίγα πιες, θέσε, καλά κοιμήσου». «Όσο θέλεις δούλευε, όσο θέλει ο Θεός θα σου δώσει». Πρέπει να το ευλογήσει κι ο Θεός αυτό που έχεις. Και θα το ευλογήσει, όταν νοιάζεσαι και για τις ανάγκες του πελάτη σου (εν προκειμένω του ενοικιαστή σου), και μάλιστα όταν νοιάζεσαι πρωτίστως για αυτές τις ανάγκες και έπειτα για το στενό, μικρόψυχο συμφέρον σου.
Μήπως όμως κάνεις και το σταυρό σου πότε πότε; Μήπως ανάβεις και κανένα κερί, για να έχει ο Θεός καλά εσένα και τα παιδιά σου; Τότε το πράγμα γίνεται ακόμη πιο αδιανόητο. Ο Χριστός, πολύ περισσότερο από τα κεριά μας, ζήτησε αγάπη και έλεος για όλο τον κόσμο, ακόμη και για κείνους που «δεν το αξίζουν» – όμως εμείς πολλές φορές ακόμη και τους σωστούς και έντιμους ανθρώπους, που έρχονται μπροστά μας, τους βλέπουμε σαν κότες με χρυσά αβγά, που βιαζόμαστε να τις «σφάξουμε» για να τους τα πάρουμε (νομίζουμε ότι τα έχουν αποθηκευμένα μέσα τους).
Ο Χριστός, λοιπόν, όπως αναφέρεται στο ευαγγέλιο, ανάμεσα στα άλλα, είπε: «Μη μαζεύετε θησαυρούς στη Γη, όπου φθείρονται και κλέβονται. Μαζέψτε θησαυρούς στον ουρανό, που ούτε φθείρονται, ούτε τους κλέβουν. Γιατί όπου είναι ο θησαυρός σου, εκεί είναι και η καρδιά σου». Είπε επίσης: «Ευκολότερα μπαίνει μια καμήλα (σχοινί) από την τρύπα μιας βελόνας, παρά πλούσιος στη βασιλεία του Θεού» (κατά Ματθαίον ευαγγέλιο, κεφ. 6, στίχοι 19-21, κεφ. 19, στ. 16-26).
Μπορείς λοιπόν να διαλέξεις, αν θα είσαι άξιος σεβασμού, αν επιθυμείς να κερδίσεις και την αιωνιότητα, τι άποψη θέλεις να έχει και ο Χριστός για σένα, ποιος είναι ο θησαυρός που θα σε συνοδεύει μετά από εδώ, ποιο το όνομα που θέλεις ν’ αφήσεις και η κοινωνία που θέλεις να παραδώσεις στα παιδιά σου… Καλό Φθινόπωρο.
Σημείωση
(*) «Η ονομασία Airbnb είναι ακρωνύμιο του αρχικού ονόματος Airbedandbreakfast (δηλ. Air, bed and breakfast = αέρας, κρεβάτι και πρωινό). Η αρχική ιδέα γεννήθηκε, όταν τον Οκτώβριο του 2007 έλαβε χώρα στο Σαν Φρανσίσκο ένα διεθνές συνέδριο σχεδιαστών. Οι τότε συγκάτοικοι Gebbia και Chesky, καθώς δεν μπορούσαν να πληρώσουν το ενοίκιο του διαμερίσματός τους, αποφάσισαν να μετατρέψουν το σαλόνι τους σε ξενώνα bed and breakfast, προσφέροντας σε τρεις συμμετέχοντες του συνεδρίου στέγη, φουσκωτά στρώματα (αέρα) και σπιτικό πρωινό έναντι πληρωμής» (από τη Βικιπαίδεια, λ. «Airbnb»).