Τροπολογία – προσθήκη του υπουργείου υποδομών και μεταφορών, στο σχέδιο νόμου του υπουργείου Ανάπτυξης και Επενδύσεων πέρασε η κυβέρνηση, με την οποία προβλέπεται πως ο Πρόεδρος και τα μέλη της έκτακτης επιτροπής εμπειρογνώμων που συστάθηκε για τη διερεύνηση του δυστυχήματος των Τεμπών, καλύπτονται από ένα νέο ακαταδίωκτο που θυμίζει το αντίστοιχο της επιτροπής εμπειρογνώμων τον καιρό της πανδημίας.
Eπί της ουσίας προβλέπεται ότι ο Πρόεδρος και τα μέλη της έκτακτης Επιτροπής “δεν έχουν καμία ευθύνη, ούτε διώκονται και δεν εξετάζονται για γνώμη που διατύπωσαν ή ψήφο που έδωσαν κατά την άσκηση των καθηκόντων τους στο πλαίσιο της λειτουργίας της, εκτός αν ενήργησαν με δόλο”. Ακόμη διευκρινίζεται πως δεν δέχονται υποδείξεις ή οδηγίες.
Ωστόσο, αξίζει εδώ να αποσαφηνιστεί πως η γνώμη που θα διατυπώσει η εν λόγω Επιτροπή είναι ιδιαιτέρως κρίσιμη καθώς από αυτή θα εξαρτηθούν εν πολλοίς τα δικαιώματα των οικογενειών των θυμάτων, το αν δηλαδή θα μπορούν να στραφούν αποτελεσματικά κατά του Δημοσίου ή ιδιωτών, καθώς και κατά στελεχών δημοσίων οργανισμών ή στελεχών της κυβέρνησης, σε περίπτωση που δεν αποζημιωθούν ή καθυστερήσουν οι αποζημιώσεις, ή δεν τις αποδεχθούν, καθώς και σε περίπτωση που δεν καλύπτονται από την επίσημη απόδοση ευθυνών.
Προβλέπεται ακόμη ότι ότι αν ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής διώκονται για πιθανό δόλο, η υποστήριξη και εκπροσώπησή τους δύναται να ανατίθεται σε λειτουργό του ΝΣΚ ή σε δικηγόρο της επιλογής τους η αμοιβή του οποίου καταβάλλεται από το ίδιο το Δημόσιο.
Από την άλλη, οι οικογένειες των θυμάτων και τα θύματα του δυστυχήματος εκπροσωπούνται από δικηγόρους ειδικού δημόσιου καταλόγου σε ένα σύστημα που παρουσιάζει μεγάλες καθυστερήσεις.
Αν μη τι άλλο η αντιμετώπιση αυτή είναι δύο μέτρων και δύο σταθμών.
Τα μισόλογα του υφ. Μεταφορών στη Βουλή
Τις αντιδράσεις της αξιωματικής αντιπολίτευσης προκάλεσε η απόφαση της κυβέρνησης, με τον Αλέξη Τσίπρα να κάνει λόγο για «ντροπή» αλλά και για επιβεβαίωση του ρόλου που καλείται να παίξει αυτή η επιτροπή.
Θυμίζουμε ότι η ανάθεση της διερεύνησης σε τριμελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων ανακοινώθηκε αρχικά από τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη και στην συνέχεια εξειδικεύθηκε από τον στενό συνεργάτη του Γιώργο Γεραπετρίτη που ανέλαβε την θέση του μεταβατικού υπουργού Μεταφορών. Μάλιστα η αρχική της σύνθεση άλλαξε μετά την παραίτηση του Αθανάσιου Ζηλιασκόπουλου που υπήρξε διοικητής τη ΤΡΑΙΝΟΣΕ δηλαδή αρμόδιος για το σιδηροδρομικό δίκτυο, οπότε καλούνταν να ελέγξει τον εαυτό του. Η παραίτηση επήλθε λόγω των έντονων αντιδράσεων στην κυβερνητική μεθόδευση.
Ενδεικτική του «σκότους» που περιβάλλει την απόφαση της κυβέρνησης να θεσπίσει το ακαταδίωκτο της Επιτροπής Γεραπετρίτη ήταν το σκεπτικό που διατύπωσε ο υφυπουργός Μεταφορών Μιχάλης Παπαδόπουλος εισηγούμενος την τροπολογία. Υποστήριξε πως έτσι «θωρακίζεται η ανεξαρτησία του Προέδρου και των μελών της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για την διερεύνηση και ανάδειξη των συστημικών προβλημάτων και δυσλειτουργιών, αναφορικά με το σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών της 28ης Φεβρουαρίου». Πρόσθεσε επίσης ότι «η προτεινόμενη ρύθμιση διασφαλίζει ότι ο Πρόεδρος και τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων ασκούν τα καθήκοντά τους δίχως τον κίνδυνο οποιωνδήποτε παρεμβάσεων, κακόβουλων διώξεων ή παρελκυστικών ενδίκων βοηθημάτων». Δίχως πάντως να διευκρινίσει το …από ποιον προέρχονται οι «κίνδυνοι» που επικαλέστηκε, ούτε και το ποιοι μπορεί κακόβουλα να στραφούν εναντίον των εμπειρογνωμόνων.
Μάλιστα ο υφυπουργός Μεταφορών φάνηκε να έρχεται σε δύσκολη όταν δήλωσε άγνοια προκειμένου να απαντήσει στο ερώτημα του αν πρόκειται για κυβερνητική πρωτοβουλία ή για αίτημα των μελών της επιτροπής. Το ερώτημα έθεσε χθες στην Βουλή ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ Αλέξης Τσίπρας, ενώ το επανέφερε ο βουλευτής της αξιωματικής αντιπολίτευσης Χρήστος Γιαννούλης. Ρώτησε αν «το ακαταδίωκτο σας το ζήτησαν οι εμπειρογνώμονες ή είναι δική σας πρωτοβουλία να τους το παρέχετε, όπως κάνατε επί μακρόν σε τραπεζίτες, διοικητικούς υπαλλήλους; Σας το ζήτησαν οι εμπειρογνώμονες ή είναι δική σας απόφαση;». Ο Μιχάλης Παπαδόπουλος απέφυγε ουσιαστικά την απάντηση λέγοντας βιαστικά πως «όσον αφορά τα μέλη της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων δεν ξέρω αν το ζήτησαν, πάντως είθισται να λειτουργεί έτσι και είναι για να θωρακίζεις την ανεξαρτησία του Προεδρείου και των μελών της Επιτροπής».