Η αίσθηση της συνεχώς διογκούμενης αγανάκτησης των πολιτών για την τραγωδία στα Τέμπη είναι η πραγματική αιτία που οδήγησε το Μέγαρο Μαξίμου σε αλλαγή ύφους και στη «συγγνώμη» που ζήτησε με ανάρτησή του ο Κυριάκος Μητσοτάκης.
Με τον τρόπο αυτό αντιμετώπισε η αντιπολίτευση (και όπως όλα δείχνουν το μεγαλύτερο μέρος τις κοινής γνώμης) το χθεσινό μήνυμα του πρωθυπουργού στα social media. Μια εκτίμηση που – εκ των πραγμάτων – επιβεβαιώθηκε λίγες ώρες μετά την πρωθυπουργική δήλωση: Όταν οι απρόκλητες επιθέσεις με χημικά εναντίον των δεκάδων χιλιάδων που διαδήλωσαν στο Σύνταγμα ζητώντας απαντήσεις για την τραγωδία, έδειξε ένα εντελώς διαφορετικό πρόσωπο της κυβέρνησης.
Γεγονός είναι πάντως πως ακόμη και υφολογική διαφοροποίηση των δύο πρωθυπουργικών ανακοινώσεων (της τηλεοπτικής δήλωση της περασμένης Τετάρτης και της ανάρτησης της Κυριακής) δείχνουν ότι η κυβέρνηση εισπράττει μηνύματα που την οδηγούν σε επικοινωνιακές αλλαγές. Αυτά προφανώς σχετίζονται τόσο με τις συνεχείς κινητοποιήσεις σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, όσο και με το ότι εντοπίζει πως το «αφήγημα» περί «ανθρώπινου λάθος» δε «περπάτησε» στην ελληνική κοινωνία. Έτσι το Μέγαρο Μαξίμου φάνηκε πως θέλει να θωρακίσει την εικόνα του πρωθυπουργού και το κοινωνικό του προφίλ.
Παρόλα αυτά το απολογητικό στοιχείο στο μήνυμα του Κυριάκου Μητσοτάκη φαίνεται να παρέμεινε μόνον στο ύφος. Γιατί στα ουσιώδη ζητήματα που αφορούν την «επόμενη μέρα» της τραγωδίας στα Τέμπη η κυβέρνηση δεν υπαναχώρησε σε κανένα σημείο. Παρά την πρωθυπουργική διαβεβαίωσή ότι «δεν θέλουμε και δεν πρέπει να κρυφτούμε πίσω από το ανθρώπινο σφάλμα» η βασική κυβερνητική «γραμμή» συνεχίζει να είναι αυτή που εκφράστηκε με το πρώτη δημόσια δήλωση του Κυριάκου Μητσοτάκη στην οποία ανέφερε πως «το δράμα οφείλεται, δυστυχώς, κυρίως σε τραγικό ανθρώπινο λάθος».
Αυτό καταδεικνύει η αναφορά του πρωθυπουργού σύμφωνα με την οποία «η Δικαιοσύνη θα ερευνήσει ταχύτατα τη τραγωδία και θα αποδώσει ευθύνες» αφού η εισαγγελική έρευνα αφορά σχεδόν κατ’ αποκλειστικότητα τα φυσικά πρόσωπα και τους εταιρικούς υπαλλήλους που εμπλέκονται στο σιδηροδρομικό δίκτυο. Ιδίως μάλιστα τον υπεύθυνο σταθμάρχη που έχει αναχθεί σε κεντρικό πρόσωπο των αιτίων της τραγωδίας, από τις δηλώσεις κυβερνητικών στελεχών. Αυτό σε συνδυασμό πως η κυβέρνηση επιμένει να αναθέσει την διερεύνηση των ευρύτερων αιτίων στην 3μελή επιτροπή εμπειρογνωμόνων που έχει ανακοινώσει ο μεταβατικός υπουργός Μεταφορών, Γιώργος Γεραπετρίτης. Θυμίζουμε ότι τα πρόσωπα που απαρτίζουν την εν λόγω επιτροπή έχουν επιλεγεί από την κυβέρνηση ενώ ήδη οι πρωθυπουργικές δηλώσεις – όπως προαναφέραμε- έχουν προδιαγράψει το αποτέλεσμα της έρευνας που θα διενεργηθεί. Επίσης είναι χαρακτηριστικό το ότι στην αρχική σύνθεση της επιτροπής βρίσκονταν ο υπεύθυνος των σιδηροδρομικών υποδομών της «γαλάζιας» κυβέρνησης την περίοδο 2012 – 2015, Αθανάσιος Ζηλιασκόπουλος, ο οποίος και παραιτήθηκε μετά την γενικευμένη καταγραυγή για το ότι ένα μέλος της επιτροπής καλούνταν να διερευνήσει τα πεπραγμένα από τον ίδιο.
Επίσης στο χθεσινό πρωθυπουργικό μήνυμα έγινε ξεκάθαρο πως το Μέγαρο Μαξίμου δεν έχει πρόθεση να εστιάσει στις ευθύνες της διακυβέρνησής του. Αντιθέτως σκοπεύει να «διαχύσει» την έρευνα σε ένα πολύ γενικό πλαίσιο που θα αφορά την κατάσταση του σιδηροδρόμου τις τελευταίες δεκαετίες. Πρόθεση που φάνηκε καθαρά στην αναφορά του Κυριάκου Μητσοτάκη στην «πονεμένη ιστορία των ελληνικών σιδηροδρόμων όλη την τελευταία εικοσαετία». Μάλιστα για το ζήτημα αυτό παρέπεμψε στην … «επόμενη Βουλή». Δείγμα του ότι η παρούσα κυβέρνηση θα αρκεστεί στο πόρισμα της επιτροπής την οποία και διόρισε.
Αυτά την ίδια στιγμή που η αντιπολίτευση συνεχίζει να εγείρει σοβαρά ζητήματα για την διερεύνηση της υπόθεσης. Από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ καταγράφεται η εμμονή της κυβέρνησης στην περίφημη «επιτροπή εμπειρογνωμόνων» παράλληλα με την καταγγελία ότι τα διευθυντικά στελέχη του σιδηροδρόμου, στην παραίτηση των οποίων αναφέρθηκε ο πρωθυπουργός, παραμένουν επί μέρες στις θέσεις τους. Χαρακτηριστική ήταν η αναφορά του τομεάρχη Μεταφορών του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκου Παππά που έθεσε το ερώτημα του αν «έχουν πάρει μπρος οι καταστροφείς εγγράφων;» ζητώντας την άμεση παραίτηση των διευθυνόντων του ΟΣΕ και της ΕΡΓΟΣΕ. Παράλληλα ο νέος τομεάρχης Διαφάνειας του ΣΥΡΙΖΑ, Γιάννης Ραγκούσης έθεσε το ερώτημα του «ποιος πολιτικός-κυβερνητικός παράγοντας πίεσε και επέβαλε την παράνομη μετάταξη του μοιραίου Σταθμάρχη;» παρουσιάζοντας έγγραφα από τα οποία συνάγεται πως ο εν λόγω υπάλληλος δεν θα μπορούσε να βρίσκεται στην θέση αυτή λόγω ηλικιακού ορίου.
Έντονη κριτική και από το ΠΑΣΟΚ, με τον γενικό γραμματέα πολιτικού σχεδιασμού του κόμματος, Παναγιώτη Δουδώνη να επισημαίνει σε τηλεοπτικές δηλώσεις του πως «αν έχουμε ένα χρέος απέναντι στους νεκρούς, αυτό είναι το χρέος της αλήθειας. Να δούμε ακριβώς τι έχει φταίξει . Το να ισχυρίζεται η ελληνική πολιτεία ότι αυτή η τραγωδία είναι το λάθος ενός ανθρώπου, δεν τιμά την ελληνική πολιτεία ούτε και τον Πρωθυπουργό που το είπε. Πρέπει να δούμε τι έχει πάει λάθος και προφανώς υπάρχουν ευθύνες για αυτό».