Κάθομαι και παρακολουθώ την εξέλιξη της δίκης από την πρώτη μέρα διεξαγωγής της. Για όσους ίσως δε γνωρίζουν, ένα αγοράκι 3,5 χρονών πριν από περίπου 4 χρόνια, έκανε διάρροιες και χαμηλό πυρετό, εξετάστηκε στο νοσοκομείο δε βρέθηκε κάτι από την εξέταση και δόθηκαν οδηγίες γαστρεντερίτιδας.
Λίγες μέρες αργότερα ενώ δεν είχε πια πυρετό, όμως δεν ήταν ακόμα καλά, εκτιμήθηκε από ιδιώτη παιδίατρο, η οποία βρήκε και λίγο κόκκινο λαιμό και έδωσε και πάλι οδηγίες για γαστρεντερίτιδα. Λίγες ώρες αργότερα το παιδί το πήγαν στο νοσοκομείο όπου αν και εξακολουθούσε να είναι χωρίς πυρετό, από την εξέταση ο λαιμός πλέον είχε και μικρά άσπρα σημάδια (βύσματα) και για αυτό έκαναν και έλεγχο με streptest το οποίο ήταν αρνητικό. Η κλινική εξέταση, εκτός από ειδικευόμενο ιατρό έγινε και από την διευθύντρια της παιδιατρικής, ακριβώς γιατί η κλινική εικόνα του παιδιού δεν συνηγορούσε με όλη την κινητικότητα και την διαδοχική εξέταση από διαφορετικούς παιδίατρους.
Παρόλο λοιπόν που η εξέταση εκτός από τον κόκκινο λαιμό με τα βύσματα δεν είχε κάτι το ιδιαίτερο αλλά και τον αρνητικό έλεγχο για στρεπτόκοκκο, ζητήθηκε το παιδί να επανέλθει για να κάνει περαιτέρω εξετάσεις. Ο έλεγχος έγινε την επόμενη το πρωί και επιβεβαίωσε τα κλινικά ευρήματα: εργαστηριακά ίωσης, CRP αρνητική (πρωτεΐνη που θετικοποιείται στις μικροβιακές λοιμώξεις, «ακόμα και ένα χαλασμένο δόντι μπορεί να θετικοποιήσει την crp», όπως χαρακτηριστικά απαντήθηκε σε ερώτηση της εισαγγελέως), αυξημένα λευκά (οι στρατιώτες μας και μάλιστα πολλά διεγερμένα μονοκύτταρα), καθώς και αυξημένα ηπατικά ένζυμα.
Σε όποιον γνωρίζει στοιχειώδη παιδιατρική όλα αυτά μεταφράζονται σε ίωση, και μάλιστα συγκεκριμένα σε λοιμώδη μονοπυρήνωση, που γίνεται από συγκεκριμένους ιούς. Παρόλα αυτά, όταν είδε τα εργαστηριακά η επιμελήτρια που εφημέρευε ζήτησε να δει το παιδί και μάλιστα πρότεινε στους γονείς να μείνουν για παρακολούθηση του μικρού, κάτι που δέχθηκαν με ανακούφιση. Το παιδί έμεινε λίγες ώρες στο νοσοκομείο μέχρι το βράδυ όταν επιδεινώθηκε αιφνίδια και λίγες ώρες μετά, παρόλες τις αγωνιώδεις προσπάθειες των γιατρών, κατέληξε. Γιατί πέθανε αυτό το παιδί, δεν το ξέρουμε. Κάποιος ιός ή παθογόνο που δεν γνωρίζουμε ακόμα; Χωρίς να το καταλάβουν όσοι το πρόσεχαν ήπιε ή έφαγε κάτι (εάν ένας ενήλικας φάει δύο τσιγάρα, η δόση της νικοτίνης είναι θανατηφόρος, στο παιδί αρκεί πολύ λιγότερος καπνός); Δώσανε κάτι στο παιδί για να το ανακουφίσουν από τις κοιλιακές διαταραχές, πιθανά κάποιο βραστάρι-αφέψημα, που σε συνδυασμό με την υποστηρικτική αγωγή που χορηγούσαν οι ιατροί στο νοσοκομείο μετατράπηκε σε δηλητήριο (το υδροκυάνιο μπορεί να δημιουργηθεί από φρούτα ή πικραμύγδαλα). Είχε το παιδί κάποιο υποκείμενο μεταβολικό νόσημα που δεν είχε ανιχνευτεί και πιθανά αντέδρασε τελείως παράδοξα στον ιό; Όλα όμως τα παραπάνω είναι εικασίες και σκέψεις ενός απλού παιδίατρου. Την αλήθεια για το λόγο που χάθηκε αυτό το παιδί μάλλον δεν θα τη μάθουμε ποτέ. Ο ιατροδικαστής, εκτός από τα ευρήματα που ήδη είχαν βρει οι παιδίατροι που αντιμετώπισαν το περιστατικό, δε κατάφερε να βρει αιτία θανάτου.
Οι συγγενείς, αν και τους προτάθηκε να βάλουν δικό τους εμπειρογνώμονα, προτίμησαν, 3 μέρες μετά από το θάνατο του παιδιού, να κάνουν μήνυση στους γιατρούς που αντιμετώπισαν το περιστατικό.
Εδώ έρχεται ένα πρώτο παράδοξο. Ο κόσμος, φαίνεται να εμπιστεύεται την ιατρική, να θεωρεί ότι δε μπορεί να χαθεί ένα παιδί, το οποίο μάλιστα νοσηλεύεται στο νοσοκομείο, όμως φαίνεται να μην εμπιστεύεται τους επιστήμονες εκφραστές της, τους γιατρούς. Από τη μια οι άνθρωποι εφαρμόζουν τις επιταγές της επιστήμης τους και μια που δεν είναι Θεοί, σε κάποιες περιπτώσεις χάνουν τη μάχη. Από την άλλη η απαίτηση του απλού ανθρώπου, δεν είναι να αναζητήσουμε με όλες τις δυνάμεις μας την απάντηση στο τι έγινε; Να αναζητήσουμε το αίτιο ακόμα και σε εξειδικευμένα κέντρα της χώρας, της Ευρώπης ή και του πλανήτη (ένα 3χρονο παιδί χάθηκε!), προτιμά να πιστέψει κάτι που δε στέκει ιατρικά, να χορηγήσουμε αντιβίωση σε μια ίωση, και να καταδικάσει ανθρώπους που έκαναν σωστά το λειτούργημά τους.
Δίπλα μου όλοι οι παιδίατροι του Ρεθύμνου! Ιδιώτες και νοσοκομειακοί, ειδικευόμενοι και ειδικοί, είμαστε όλοι εδώ στο δικαστήριο. Ακόμα και εξειδικευμένοι συνάδελφοι. Και άλλοι γιατροί, άλλων ειδικοτήτων. Ο πρόεδρος του ιατρικού συλλόγου, ο πρόεδρος των νοσοκομειακών ιατρών. Είμαστε όλοι εδώ και παρακολουθούμε ένα θέατρο του παραλόγου.
Οι μάρτυρες κατηγορίας φαίνεται να μη γνωρίζουν στοιχειώδη ιατρική. Ένας ιατροδικαστής, αποφαίνεται ότι το πύον κατέβηκε από το λαιμό και πήγε στον πνεύμονα και στα άλλα όργανα! Πουθενά, από ότι προκύπτει από την δικογραφία, δεν υπήρχε πύον, που και να υπήρχε, δε θα μεταφερόταν έτσι. Ισχυρίστηκε ότι αν έκαναν νωρίτερα εξετάσεις θα φαινόταν το πρόβλημα (κυρίως για αυτό το λόγο διώκουν την πρώτη παιδίατρο, την ειδικευόμενη του νοσοκομείου). Δηλαδή με απλή λογική, ενώ εξελίσσεται η νόσος και μάλιστα επιδεινώνεται σε βαθμό να καταλήξει ο ασθενής, τα εργαστηριακά αρχικά θα ήταν άσχημα και καθώς ο ασθενής χειροτέρευε τα εργαστηριακά του θα έφτιαχναν, για να φτάσουν την ημέρα που πέθανε ο ασθενής να είναι καλά! Σε άλλο σημείο, ισχυρίστηκε ότι τα μικρόβια σκοτώνουν, οι ιοί όχι! Το AIDS δε σκοτώνει, η ιλαρά, η ευλογιά, ο έμπολα, ο αιμορραγικός πυρετός, ο SARS ή ακόμα και αυτή η γρίπη που μόνο πρόπερσι σκότωσε κοντά 200 ανθρώπους στην Ελλάδα, σύμφωνα με τον ιατροδικαστή που κατέθετε ανερυθρίαστα και με θράσος, δεν σκοτώνουν!
Ακούσαμε και τι δεν ακούσαμε από έναν εμφανώς άσχετο γιατρό και μάλιστα ιατροδικαστή, σε βαθμό να αναγκαστούμε να τον καταγγείλουμε στον ιατρικό του σύλλογο, απλά περιγράφοντας τα ιατρικώς ανυπόστατα που ακούσαμε από το στόμα του. Όλοι οι παιδίατροι, η Παγκρήτια Παιδιατρική Εταιρεία και ο Σύλλογος Ιδιωτών Παιδιάτρων Κρήτης, συνυπόγραψαν την καταγγελία μόλις διάβασαν αυτά που ισχυριζόταν ο «συνάδελφος». Όλα αυτά όμως τα ακούνε οι δικαστές που δεν είναι γιατροί, και προσπαθούν να βγάλουν άκρη. Που είναι η αλήθεια και που η παραπλάνηση; Το σκηνικό του παραλόγου βρίσκεται στο αποκορύφωμα του, με το τραγικό να παντρεύεται το γελοίο, όταν ακούς δικηγόρους να χρησιμοποιούν λάθος ιατρικές ορολογίες, να ταυτίζουν τη λοίμωξη με τη μικροβιακή λοίμωξη και τη «γενικευμένη καταπληξία» με τη «γενικευμένη καταληξία». Με λύπη μου διαπιστώνω ότι δεν ενδιαφέρονται για την αλήθεια αλλά για το ποιος θα κερδίσει τις εντυπώσεις. Εδώ αρχίζει να μπαίνει στο σενάριο ο κόσμος.
Ο κόσμος, ειδικά όσοι δεν είναι παρόντες στη δίκη, αντανακλαστικά ταυτίζονται με τον πονεμένο, με αυτόν που πάσχει, δηλαδή τους γονείς. Αναρωτιέμαι, οι παιδίατροι που έχασαν ένα ασθενή τους δεν πόνεσαν; Όποιος σκεφτεί «καλά υπάρχει τώρα σύγκριση του πόνου;», κάνουν αφαίρεση εκεί που θα έπρεπε να κάνουν πρόσθεση, αν όχι πολλαπλασιασμό. Έχω χάσει ασθενή μου και ήμουν δίπλα στους γονείς του σε όλη τη διαδικασία του θρήνου τους, πόνεσα το παιδί αλλά και τους γονείς.
Όμως η κοινή γνώμη επηρεάζεται από όσα ακούει ή διαβάζει και αυτά που ακούμε και διαβάζουμε στον Τύπο απέχουν παρασάγγας από όσα συμβαίνουν στη δίκη. Οι κατηγορούμενοι, αλλά και όσοι βρισκόμαστε εκεί για να τους συμπαρασταθούμε, ακούν υπομονετικά και πολιτισμένα όλα αυτά τα ανυπόστατα που κατά καιρούς ακούγονται. Ευτυχώς, η μια μετά την άλλη οι κατηγορίες καταπέφτουν και τότε κάποιοι καταφεύγουν στο συναίσθημα και στις εντυπώσεις. Ξαφνικές κραυγές, φωτογραφίες που επιδεικνύονται, προπηλακισμοί (αν όχι τραμπουκισμοί) όποιου δε καταθέτει σύμφωνα με αυτά που θέλουν να καταθέσει, και ο Τύπος να μεταδίδει μια τελείως διαφορετική πραγματικότητα. Υπάρχει μόνιμα μια κάμερα έξω από τα δικαστήρια που τραβά πλάνα μόνο της μια πλευράς και δημοσιογράφοι που μεταδίδουν μεροληπτικά. Διαβάζω για λιποθυμία της μητέρας, δεν αναφέρεται όμως πουθενά ότι απωθήθηκαν οι παιδίατροι που έσπευσαν να βοηθήσουν.
Τραγικό, όμως ακόμα ο παλιός κανόνας της δημοσιογραφίας ή μήπως πιο σωστά της «δημοσιογραφίας», που θέλει για να πουλήσεις, για να σε διαβάσουν ή για να σε δούνε, το θέμα σου να έχει αίμα (ακόμα καλύτερα θάνατο), σπέρμα (κάτι σχετικά με σεξ) ή στέμμα (κάτι σχετικό με πολιτική), είναι και σήμερα σε πλήρη ισχύ. Για να ταχτεί ο Τύπος και το κοινό του υπέρ των γιατρών, δε φτάνει οι άνθρωποι να είναι αθώοι.
Θα μου πείτε, εντάξει όλα αυτά, όμως τις αποφάσεις δεν τις παίρνει ο κόσμος, τις παίρνουν οι δικαστές. Είναι όμως τόσο απλό; Οι δικαστές είναι άνθρωποι και αυτό που με στεναχωρεί και με κάνει να απογοητεύομαι, είναι ότι από ότι φαίνεται μάλλον πρέπει να γίνουν υπέρανθρωποι προκειμένου να κάνουν τη δουλειά τους και να απονείμουν δικαιοσύνη. Σε συζήτηση που είχα με φίλο δικηγόρο, τον οποίο σε γενικές γραμμές επιβεβαίωσε φίλος δικαστικός, φαίνεται ότι η καταδίκη στην συγκεκριμένη δίκη είναι σχεδόν δεδομένη, μια που ένα παιδί χάθηκε και κάποιος πρέπει να «πληρώσει» ώστε να ικανοποιηθεί το κοινό περί δικαίου αίσθημα! Στην ένστασή μου «μα είναι αθώοι!», η απάντηση είναι ότι κάποιος θα καταδικαστεί πρωτόδικα, για να μην έχει την ευθύνη της αθώωσης ο δικαστής, και στο εφετείο θα αθωωθεί. Τραγικό! Το αποτέλεσμα πρόσφατης δίκης, στην οποία καταδικάστηκαν τέσσερις γιατροί, ενώ εφημέρευαν μόνο τρεις, μάλλον επιβεβαιώνει τα λεγόμενά τους!
Τελικά από ότι φαίνεται στην Ελλάδα δεν ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας. Δυστυχώς, δεν είσαι αθώος, αλλά ένοχος μέχρι αποδείξεως του εναντίου. Και δυστυχώς κάποιες φορές ακόμα και αυτό δεν είναι αρκετό.
Στη συγκεκριμένη δίκη δεν δικάζονται τέσσερις παιδίατροι, αλλά η σύγχρονη παιδιατρική! Οι συνάδελφοί μου, έκαναν ότι θα έκανε όποιος θα ήταν στη θέση τους και θα ακολουθούσε τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες (guidelines) της παιδιατρικής. Αν καταδικαστούν αυτοί οι άνθρωποι, γιατί και οι παιδίατροι άνθρωποι είμαστε, τότε δεν απέχουμε πολύ από το σκοταδισμό και την Ιερά Εξέταση, μια που τα κριτήρια καταδίκης τους δεν είναι θα είναι επιστημονικά, αλλά η ικανοποίηση του όχλου.
Με εκτίμηση,
Νίκος Βαράκης
Παιδίατρος