Την αντίδραση της Τουρκίας προκάλεσε η απόφαση της Ουάσινγκτον να άρει πλήρως το εμπάργκο πώλησης όπλων στην Κύπρο, με το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών να αναφέρει: «Καταδικάζουμε έντονα την επέκταση του εύρους εφαρμογής της απόφασης που ελήφθη από τις ΗΠΑ τον Σεπτέμβριο του 2020 να άρει το εμπάργκο προς την Ελληνοκυπριακή Κυβέρνηση».
«Η απόφαση αυτή, που έρχεται σε αντίθεση με την αρχή της ισότητας προς τις δύο πλευρές στο νησί και η οποία θα εντείνει περαιτέρω την αδιαλλαξία της ελληνοκυπριακής πλευράς, θα επηρεάσει αρνητικά τις προσπάθειες επίλυσης του κυπριακού ζητήματος και θα οδηγήσει σε μια κούρσα όπλων στο νησί, βλάπτοντας την ειρήνη και τη σταθερότητα στην ανατολική Μεσόγειο», πρόσθεσε το υπουργείο, όπως μετέδωσε το πρακτορείο Anadolu.
Η Άγκυρα ζήτησε από τις ΗΠΑ «να επανεξετάσουν την απόφαση αυτή και να ακολουθήσουν μια ισορροπημένη πολιτική απέναντι στις δύο πλευρές στο νησί».
«Η διεθνής κοινότητα, περιλαμβανομένων των ΗΠΑ, θα πρέπει να επαναβεβαιώσει την κυρίαρχη ισότητα και το ίδιο διεθνές καθεστώς του τουρκοκυπριακού λαού, τα οποία επιβεβαιώθηκαν με τις συμφωνίες του 1959-60, και να ενεργήσει ανάλογα», σημείωσε το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών.
«Σε κάθε περίπτωση η Τουρκία, ως εγγυήτρια χώρα, βάσει των νομικών και ιστορικών ευθυνών της, θα εξακολουθήσει να λαμβάνει τα απαραίτητα βήματα για την ύπαρξη, την ασφάλεια και τη γαλήνη των Τουρκοκυπρίων με κάθε μέσο», κατέληξε η ανακοίνωση.
Αναστασιάδης: Η απόφαση αντικατοπτρίζει τη στρατηγική σχέση ΗΠΑ – Κύπρου
Στον αντίποδα, η Κυπριακή Δημοκρατία εξέφρασε την ικανοποίησή της μετά την ανακοίνωση της αμερικανικής κυβέρνησης: «Με μεγάλη ικανοποίηση χαιρετίζω την ανακοίνωση του State Department για την πλήρη άρση του εμπάργκο όπλων των ΗΠΑ στην Κύπρο», αναφέρει ο Πρόεδρος Ν. Αναστασιάδης και επισημαίνει: «Πρόκειται για μια απόφαση – ορόσημο, η οποία αντικατοπτρίζει την αναπτυσσόμενη στρατηγική σχέση μεταξύ των δύο χωρών, συμπεριλαμβανομένου του τομέα της ασφάλειας».
Ιδιαίτερη αναφορά κάνει ο κ. Αναστασιάδης στον γερουσιαστή των Δημοκρατικών Ρόμπερτ Μενέντεζ, τον οποίο και ευχαριστεί δημόσια: «Θα ήθελα επίσης να ευχαριστήσω δημόσια τον Γερουσιαστή Μενέντεζ για όλη την δουλειά που έκανε δυνατή την σημερινή αυτή απόφαση, η οποία είναι σύμφωνη με εκείνη του 2019 για την Ασφάλεια στην Ανατολική Μεσόγειο και την Ενεργειακή Συνεργασία. Χτες συνομίλησα με τον Γερουσιαστή και για μια ακόμη φορά του εξέφρασα την ευγνωμοσύνη μου για την φιλία του».
Το εμπάργκο της πώλησης όπλων είχε επιβληθεί εναντίον της Κυπριακής Δημοκρατίας το 1987.
Υπενθυμίζεται ότι το πρώτο μεγάλο βήμα προς αυτή τη κατεύθυνση είχε γίνει τον Σεπτέμβριο του 2020, όταν ο τότε Αμερικανός υπουργός Εξωτερικών, Μάικ Πομπέο, είχε τηλεφωνήσει στον Νίκο Χριστοδουλίδη για να του ανακοινώσει τη μερική άρση του εμπάργκο. Το συγκεκριμένο γεγονός είχε ανοίξει τον δρόμο για την πώληση αμερικανικών μη φονικών όπλων στην Κύπρο, προβλέποντας ότι η μερική άρση του εμπάργκο θα πρέπει να ανανεώνεται με σχετική εντολή σε ετήσια βάση.
Με τη σημερινή απόφαση η κυβέρνηση των ΗΠΑ προχωρά στην ομαλοποίηση των αμυντικών της σχέσεων με τη Κυπριακή Δημοκρατία, καθώς πλέον δεν θα υπάρχουν περιορισμοί στην πώληση όπλων.
Παρόλα αυτά όμως, η άρση του εμπάργκο θα συνεχίσει να ανανεώνεται σε ετήσια βάση, καθώς ο νόμος «East Med Act» του 2019 και ο Νόμος για το Αμυντικό Προϋπολογισμό (NDAA) για το έτος 2020 προβλέπουν ότι ο Αμερικανός πρόεδρος πρέπει να πιστοποιεί στις αρμόδιες επιτροπές του Κογκρέσου ότι η Κυπριακή Δημοκρατία συνεχίζει να συνεργάζεται με τη κυβέρνηση των ΗΠΑ σε μια σειρά από κρίσιμους τομείς.
Ειδικότερα, προβλέπεται ότι το Στέιτ Ντιπάρτμεντ πρέπει να ελέγχει κάθε χρόνο ότι η κυπριακή κυβέρνηση:
- Συνεργάζεται για την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων πάνω στους κανονισμούς για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και τη χρηματοοικονομική ρυθμιστική εποπτεία.
- Συνεχίζει να λαμβάνει τα απαραίτητα μέτρα για την απαγόρευση πρόσβασης στα λιμάνια ρωσικών πολεμικών πλοίων για ανεφοδιασμό και εξυπηρέτηση.
- Σε κάθε περίπτωση, όμως, η σημερινή απόφαση για την πλήρη άρση του εμπάργκο εκτιμάται ότι πρόκειται για ένα επιπλέον βήμα που αντανακλά την συνεχώς αυξανόμενη σημασία που αποδίδει η αμερικανική εξωτερική πολιτική στις σχέσεις με την Κύπρο αλλά και τη στενότερη αμυντική συνεργασία που έχει οικοδομηθεί τα τελευταία χρόνια στη βάση του νομοσχεδίου «East Med Act».