«Γεννήθηκα στις 23 Οκτωβρίου 1925… Πρέπει να πω ότι δεν μ’ αρέσει η αναμνησιολογία, την απεχθάνομαι. Νοσταλγώ μόνο δυο περιόδους της ζωής μου, όταν ήμουν και στις δυο περιπτώσεις ένα άγνωστο πρόσωπο και το στοιχείο της εξαφάνισής μου ήταν εντελώς ισοβαρές με την παρουσία μου. Απορείτε που νοσταλγώ την ανωνυμία και όχι έναν έρωτα; Δεν συμφιλιώθηκα ποτέ με τη διασημότητα.
Όταν είμαι με κόσμο, είμαι αμήχανος. Κάθε φορά νιώθω έναν μικρό πανικό που απλώς έχω τη δύναμη να μεταμφιέζω. Δεν υπερβάλλω που σας λέω πως μόνο οι δυο περίοδοι της ανωνυμίας μου ήταν οι κορυφώσεις της ζωής μου. Αυτές οι εποχές είναι οι μόνες στιγμές που μπορώ να νοσταλγήσω. Όλες τις άλλες σάς τις χαρίζω».
Μάνος Χατζιδάκις
91 χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από τη γέννηση του Μάνου Χατζιδάκι ο οποίος στο πέρασμά του από τη ζωή μελοποίησε στιγμές και όνειρα και ταυτόχρονα άφησε κείμενα τόσο “ζωντανά” που είναι σαν να γράφτηκαν σήμερα.
Ποιος δεν έχει συγκινηθεί ακούγοντας τις θαυμάσιες μουσικές από “Το Χαμόγελο της Τζοκόντα” και το “Μεγάλο Ερωτικό;”. Ποιος δεν έχει τραγουδήσει τη “Ρόζα Ροζαλία” από τη “Λιλιπούπολη” και το “Χονδρό Μπιζέλι”; Ποιος ακόμα δεν έχει συγκινηθεί με τα κινηματογραφικά τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι αλλά και με τις μουσικές του συνθέσεις;
Μα, ακόμα και ο λόγος του, μέσα από τα σχόλια του Τρίτου αλλά και από τα κείμενά του στο περιοδικό “Τέταρτο” παραμένουν σήμερα τόσο επίκαιρα. Τα δύο βιβλία του, “Τα σχόλια του Τρίτου” και “Ο καθρέπτης και το μαχαίρι” με κείμενά και σχόλια του αλλά και οι ποιητικές του συλλογές “Μυθολογία” και “Μυθολογία 1” κοσμούν πολλές βιβλιοθήκες.
«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος, πάει να πει ότι του μοιάζει. Και η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι, να συνηθίσουμε τη φρίκη, να μας τρομάζει η ομορφιά», είχε πει.
Η Κρήτη
Ο Μάνος Χατζιδάκις ο οποίος γεννήθηκε στη Ξάνθη είχε στενούς δεσμούς με την Κρήτη. Ο πατέρας του είχε καταγωγή από τη Μυρθιό Ρεθύμνου. Το 1979 ο Χατζιδάκις καθιέρωσε τις «Μουσικές Γιορτές» στα Ανώγεια με τοπικούς λαϊκούς χορούς και τραγούδια ενώ το 1980 εγκαινίασε τον «Μουσικό Αύγουστο» στο Ηράκλειο. Ήταν ένα καλλιτεχνικό Φεστιβάλ με κύριο στόχο την παρουσίαση νέων ρευμάτων τόσο στη μουσική όσο και στο χορό, τον κινηματογράφο, τη ζωγραφική και το θέατρο.
Τον Ιανουάριο του 1979 είχε μιλήσει «περί πολιτισμού και παράδοσης» στην Ορθόδοξο Ακαδημία Κρήτης στο Κολυμπάρι Χανίων και λίγους μήνες μετά, την Κυριακή 20 Μαίου 1979, το εβδομαδιαίο ραδιοφωνικό του σχόλιο στο Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας είχε ως αφορμή τη συγκεκριμένη εκδήλωση.
Στο σχόλιό του, το οποίο δημοσιεύεται στο βιβλίο: «Τα σχόλια του Τρίτου» ο Μάνος Χατζιδάκις είχε επισημάνει μεταξύ άλλων:
«Σαν ξαναβρήκα μέσα μου την Κρήτη, μ’ εντυπωσίασε που οι νέοι της χορεύανε την νύχτα κρητικούς χορούς κι όχι ξενόφερτους, ντυμένοι γαμπριάτικα και μασουλώντας τσίχλα. Το βρήκα τούτο εξαίσιο και φωτεινό παράδειγμα για την απάνω χώρα. Μα όσο το ‘βλεπα, τόσο και περισσότερο γινόμουν σκεφτικός και άρχιζα να ξεχωρίζω κάποιον κίνδυνο. Τον κίνδυνο του γραφικού. Αυτόν, που μας παρουσιάζει εύκολα, προκλητικά με το ιδιόμορφο πρόσωπό μας, χωρίς να ‘χουμε μάθει, στο μεταξύ, να ζούμε άνετα και φυσικά την καταγωγή μας. Γιατί η παράδοση έχει αξία, μονάχα όταν δεν στηρίζεται στην αναπαράσταση, αλλά στην καθημερινή και δίχως επιτήδευση ζωή μας. Όταν δηλαδή το κληροδότημα, χρησιμοποιείται φυσικά και δίχως την ανάγκη επεξήγησης. Τότε μονάχα οφείλει να υπάρχει. Διαφορετικά, θα ‘ναι καλό να εξαφανιστεί μέσα στον Χρόνο, κι ας έχουμε πιο δεύτερες συνήθειες αποκτήσει. Γιατί η ποιότητα της κληρονομιάς, ανήκει στη ζωντανή ύλη που περιέχουμε, κι όχι στο ήθος ή στο ύφος αλλοτινών καιρών».
Την Κυριακή 13 Αυγούστου 1978 το σχόλιό του είχε τίτλο: «Αγώνες λύρες και η άνοδος των Ανωγείων». Αφορμή οι Μουσικές Γιορτές στα Ανώγεια οι οποίες το 1978 διαρκούσαν δύο μέρες και περιείχαν μόνο αγώνες λύρας. Ο Μάνος Χατζιδάκις είχε πει στο σχόλιό του: «Τα Ανώγεια ζούνε για δύο μέρες μια μουσική εμπειρία μοναδική. Χωρίς επίσημους και τελετές, χωρίς λογύδρια εθνικά, μες στην πλατεία του χωριού, παρουσιάζεται ολόγυμνη η φαντασία, η έμπνευση κι η μουσική ευαισθησία ενός ολόκληρου λαού. Του κρητικού λαού. Κι ενός νησιού. Της Κρήτης». Στο ίδιο σχόλιο όπως και σε ένα επόμενο, ο Μάνος Χατζιδάκις είχε αποκαλύψει ότι γνώρισε την Κρήτη μέσα και από τις διηγήσεις μιας θείας του έξω από το Ηράκλειο. «Αυτή με βοήθησε να δω τη χάρη της Κρητικής μνήμης με τις δύο διαστάσεις», είχε πει.
Σημαντική ήταν η συμβολή του Μάνου Χατζιδάκι στην ίδρυση της Εταιρείας Θεάτρου Κρήτης (Ε.ΘΕ.Κ.) που αποτέλεσε πρόδρομο του ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ.Κ.
Εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ιστοσελίδα για τη ζωή και το έργο του μεγάλου συνθέτη στην ηλεκτρονική διεύθυνση: www.hadjidakis.gr. Οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να ακούσουν ηχητικά αποσπάσματα με τη φωνή του αλλά και να ενημερωθούν για το γενικότερο έργο του καθώς και για τις απόψεις και τις παρεμβάσεις του.
Ο Νεοναζισμός
Από το 1993 ο Μάνος Χατζιδάκις είχε καυτηριάσει το φαινόμενο του νεοναζισμού. Τον Φεβρουάριο του 1993 είχε δημοσιευτεί ένα κείμενο του με τίτλο: “Ο νεοναζισμός δεν είναι οι άλλοι”, στο πρόγραμμα αντιναζιστικής συναυλίας που είχε δώσει η Ορχήστρα των Χρωμάτων με έργα Βάιλ, Λιστ και Μπάρτον καθώς και στην εφημερίδα “Ελευθεροτυπία”.
«Η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η Παιδεία. Η αληθινή παιδεία και όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση και η πληροφορία χωρίς κρίση και χωρίς ανήσυχη αμφισβητούμενη συμπερασματολογία. Αυτή η παιδεία που δεν εφησυχάζει ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια στον σπουδάζοντα, αλλά πολλαπλασιάζει τα ερωτήματα και την ανασφάλεια. Όμως μια τέτοια παιδεία δεν ευνοείται από τις πολιτικές παρατάξεις και από όλες τις κυβερνήσεις, διότι κατασκευάζει ελεύθερους και ανυπότακτους πολίτες μη χρήσιμους για το ευτελές παιχνίδι των κομμάτων και της πολιτικής», έγραφε ο Μάνος Χατζιδάκις, ανάμεσα σε άλλα για να καταλήξει: «Ο νεοναζισμός δεν είναι θεωρία, σκέψη και αναρχία. Είναι μια παράσταση. Εσείς κι εμείς. Και πρωταγωνιστεί ο Θάνατος».
Από Ξάνθη και Ρέθυμνο
Όπως διαβάζουμε στην ιστοσελίδα www.hadjidakis.gr, o Μάνος Χατζιδάκις γεννήθηκε στις 23 Οκτωβρίου 1925 στην Ξάνθη. Ο πατέρας του, Γεώργιος Χατζιδάκις, καταγόταν από τη Μύρθιο Ρεθύμνου και ήταν δικηγόρος. Η μητέρα του, Αλίκη (Βασιλική), το γένος Αρβανιτίδου καταγόταν από την Αδριανούπολη. «Από την μητέρα μου», όπως έλεγε ο ίδιος, «κληρονόμησα όλους τους γρίφους που από παιδί μ’ απασχολούν και μέχρι σήμερα κάνω προσπάθειες να τους λύσω. Χωρίς τους γρίφους της δεν θα ‘μουν ποιητής…». Από την ηλικία των τεσσάρων ετών αρχίζει τα πρώτα μαθήματα πιάνου, με δασκάλα την Αλτουνιάν, γνωστή μουσικό της Ξάνθης, αρμενικής καταγωγής. Μάθαινε επίσης, βιολί και ακορντεόν. Το 1932, η μητέρα και τα δύο παιδιά, ο Μάνος και η Μιράντα, εγκαθίστανται οριστικά στην Αθήνα και οι γονείς χωρίζουν. Το 1938 ο πατέρας του σκοτώνεται σε αεροπορικό δυστύχημα ενώ ταξίδευε για το Μιλάνο. Το γεγονός αυτό καθώς και η έναρξη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου, κατέστρεψαν οικονομικά την οικογένεια.
Στα δύσκολα χρόνια της κατοχής και της απελευθέρωσης, εργάζεται ως φορτοεκφορτωτής στο λιμάνι του Πειραιά, παγοπώλης, εργάτης στο εργοστάσιο ζυθοποιίας του Φιξ, υπάλληλος στο φωτογραφείο του Μεγαλοοικονόμου, βοηθός νοσοκόμος στο 401 Στρατιωτικό Νοσοκομείο. Συγχρόνως αρχίζει ανώτερα θεωρητικά μαθήματα μουσικής με τον Μενέλαο Παλλάντιο, σημαντική μορφή της ελληνικής εθνικής μουσικής σχολής. Αρχίζει επίσης σπουδές Φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (σπουδές που ποτέ δεν ολοκλήρωσε), ενώ παράλληλα γαλουχείται από καλλιτέχνες και διανοούμενους (Γκάτσος, Σεφέρης, Ελύτης, Τσαρούχης, Σικελιανός) της γενιάς του μεσοπολέμου, οι οποίοι θα συμβάλλουν ουσιαστικά στη διαμόρφωση των προσανατολισμών και της σκέψης του. Ο Νίκος Γκάτσος, με τον οποίο γνωρίστηκε το 1943, θα παραμείνει μέχρι το τέλος της ζωής του, ο μεγάλος δάσκαλος και ο ακριβός του φίλος.
Η πρώτη του εμφάνιση ως συνθέτη στο μουσικό ορίζοντα της χώρας γίνεται το 1944 με τον Τελευταίο Ασπροκόρακα του Αλέξη Σολωμού, στο Θέατρο Τέχνης του Κάρολου Κουν. Στη σχολή του Θεάτρου Τέχνης, ο Χατζιδάκις θα παρακολουθήσει και μαθήματα υποκριτικής, θέλοντας να γίνει ηθοποιός, αλλά ο Κουν θα τον αποτρέψει. Μέσα από τη γόνιμη συνεργασία του, ως συνθέτη πια, με το Θέατρο Τέχνης που θα διαρκέσει δεκαπέντε χρόνια, θα γράψει μουσική για πολλά έργα του σύγχρονου θεατρικού ρεπερτορίου: Γυάλινος Κόσμος (Τ. Ουίλιαμς, 1946), Αντιγόνη (Ζ. Ανουίγ, 1947), Ματωμένος Γάμος (Φ. Γ. Λόρκα, 1948),Όλα τα Παιδιά του Θεού έχουν Φτερά (E. Ο’ Νηλ, 1948), Λεωφορείον ο Πόθος (Τ. Ουίλλιαμς, 1948), Ο θάνατος του Εμποράκου (Α. Μίλερ, 1949) κ.ά.
Η σύγχρονη ελληνική κοινωνία, αναπτύχθηκε και τράφηκε από την προσωπικότητα του Μάνου Χατζιδάκι, που δεν δίστασε ούτε μια στιγμή να προβάλλει τα οράματά του στη πιο ακραία τους μορφή για να φανερώσει έτσι το βαθύτερο νόημα της τέχνης. Ασυμβίβαστος και πρωτοπόρος, εχθρός της σοβαροφάνειας και των παγιωμένων αντιλήψεων, λάτρης της «νεότητας» και της συνεχούς αμφισβήτησης και με όπλο του την ελληνική αλλά και την οικουμενική παιδεία, συνέδεσε τη λόγια με τη λαϊκή μουσική, δημιουργώντας έτσι ένα «νέο» ήχο, ένα «νέο» τραγούδι που έχει τις ρίζες του τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση. Το απόγευμα της 15ης Ιουνίου του 1994, ο Μάνος Χατζιδάκις «άρχισε το ταξίδι του προς τα άστρα»».
Γιάννης Λυβιάκης
πηγή Χανιώτικα Νέα