ΑΠΟΨΕΙΣ ΜΑΤΘΑΙΟΣ Ι ΤΣΙΡΙΜΟΝΑΚΗΣ

Κρήσσες Διηγήσεις: Δικολογιά (30η)

Από τον Ματθαίο Ι. Τσιριμονάκη.

Μια βολά, παλιά, εβγήκε διαταγή πόσο γομάρι[2] πρέπει να βάνουνε οι –γι- αθρώποι των κτημάτων[3] τωνε.

Τόσονε του μπεγιριού[4], τόσονε του μουλαριού, τόσονε του γαϊδάρου με το συμπάθειο.

Ένας γέρος εφόρτωσε το λιανόν[5] του, το κανονικό γομάρι, μα στη στράτα τον εξεκαπούλιασε[6] κιόλας.

Θωρεί τονε ο ζαφτιγιές[7] και κάνει του τη παρατήρηση:

« Γιάντα ’εις καβάλα το γάϊδαρο απού ’ναι και φορτωμένος;»

« Δικός μου δεν είναι αδερφωχτέ;»

« Ναι μα δεν επιτρέπεται να τονε καταλύσεις[8]!»

« Δεκαπέντε χρόνους τον έχω και δεν γνώρισα τσοι συγγενείς του. Δικολογιά σου είναι και τον υπερασπίζεσαι;»

« Σκότωνε κουζουλούς, πλέρωνε τζερεμέ[9]…Πάω να κάμω τη δουλειά μου. Δεν πάεις μπάρμπα στο καλό,εσύ κι ο γάϊδαρος σου να με λείπεις!»


[Δικολογιά] Συγγενολόϊ.

[2] Φορτίο.

[3] Ζώα μεταφοράς.

[4] Αρσενικό άλογο.

[5] Γαϊδούρι.

[6] Ανέβηκε στην καπούλα.

[7] Χωροφύλακας.

[8] Πεθάνεις.

[9] Πρόστιμο.