* Ηγουμένου της Ιεράς Μονής Αγίας Αναστασίας της Ρωμαίας
Ο Αρχιμανδρίτης Βασίλειος Παπαδάκης στο νέο του αυτό βιβλίο (540 σελίδες) επιχειρεί μέσα από διεξοδική, κοπιώδη και λεπτομερή ανάλυση των πατερικών κειμένων να προσεγγίσει, να αναλύσει και να παρουσιάσει το ακανθώδες ζήτημα του θανάτου και της μετά θάνατον ζωής στην Ορθόδοξη Εκκλησία και Πίστη μας.
Η ανάλυση των εννοιών αυτών διεισδύει βαθύτερα στην ανάγκη της ανθρώπινης φύσης να ατενίζει με χαρά και αισιοδοξία τη ζωή, νικώντας το θάνατο μέσα από τη Λατρεία, τη Δοξολογία και την Ευχαριστία προς τον Λυτρωτή Ιησού.
Χρησιμοποιώντας ως αφετηρία την Πίστη, τον αγώνα για την απόκτηση των αρετών, την Μυστηριακή Ζωή αλλά και τη γνώση της θεολογίας μας και ειδικότερα της Ορθόδοξης Δογματικής Διδασκαλίας, επιχειρείται η Νίκη κατά του θανάτου και η προσέγγιση της ζωής μετά από αυτόν.
Στο πρώτο μέρος του δοκιμίου γίνεται αναφορά στη ζωή προ του θανάτου και αναλύονται οι έννοιες της Κτίσεως (σκοπός δημιουργίας της και τι περιλαμβάνει), του Ανθρώπου (ως ενότητα ψυχής και σώματος και ως σύνδεση αοράτου που συγγενεύει με τους Αγγέλους και ορατού που συγγενεύει με την κτίση), της Ψυχής ως ζώσας ουσίας, η οποία αποτελεί την καθαυτό ύπαρξή μας το κέντρο των ενεργειών και των σκέψεων μας. Τονίζεται η έννοια της Θεώσεως, της πλήρους δηλαδή ενώσεως με τον Θεό, ως υψίστου στόχου κάθε Χριστιανού. Αναλύεται ακόμη η ισάγγελη ζωή των πρωτοπλάστων καθώς και το νοημα της εντολής του Θεού και Πατέρα για την πλήρη υπακοή σ᾿ Εκείνον και την αναγνώριση του Θεϊκού Μεγαλείου.
Στο δεύτερο μέρος αναλύεται η έννοια της ανθρώπινης πτώσεως (της οποίας συστατικά είναι ο εγωισμός, η αχαριστία και η ασέβεια προς τον Θεό), καθώς και οι συνέπειές της που είναι η φθορά και ο θάνατος. Τονίζεται κατηγορηματικά ότι ο θάνατος δεν είναι έργο του Θεού αλλά συνέπεια της πτώσεως, αποτέλεσμα της αμαρτίας και της κακίας του ανθρώπου. Παρ᾿ όλα αυτά θεωρείται ευεργεσία, καθώς σταματά την παραμονή στην μεταπτωτική άρρωστη, αδύναμη και επιρρεπή προς την αμαρτία κατάσταση, ταπεινώνει, παιδαγωγεί και συνετίζει τον άνθρωπο. Τόσο η φθαρτότης όσο και η θνητότης χαρακτηρίζονται όχι εκδικητικές αλλά μόνον παιδαγωγικές και θεραπευτικές τιμωρίες που έχουν σκοπό να επανέλθει ο άνθρωπος στη σωστή κοινωνία με τον Θεό και Δημιουργό του.
Στο τρίτο μέρος προβάλλεται ο από μέρους του Θεού σεβασμός του χαρίσματος του αυτεξουσίου που έχει δοθεί ως δωρεά προς τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος πορεύεται με τα μάτια της πίστεως και όχι με επιστημονικές αποδείξεις για την ύπαρξη του Θεού και της πέραν του τάφου ζωής, προκειμένου να μη εξαναγκασθεί να αποδεχθεί τις μεγάλες αυτές δογματικές αλήθειες. Η μεγάλη νίκη κατά του θανάτου δια της Σταυρικής θυσίας του Υιού και Λόγου του Θεού και η υπόσχεσή Του περί Αναστάσεως, οδηγούν πλέον την ανάγνωσή μας σε βαθύτερα μονοπάτια της Ορθοδόξου Πίστεως.
Στο τέταρτο μέρος περιγράφεται η κατάσταση την οποία αντικρύζει η ψυχή εξερχόμενη από το σώμα, ο φόβος που την διακατέχει, καθώς και οι διάφορες πρωτόγνωρες εμπειρίες της. Γίνεται λόγος για τους χορούς των Αγγέλων και τις ομάδες των δαιμόνων που παραλαμβάνουν αντίστοιχα τις ενάρετες και αμαρτωλές ψυχές, καθώς και για την προσπάθεια των πονηρών πνευμάτων, των τελωνίων, να εμποδίσουν την άνοδο της ψυχής προς τον ουράνιο Πατέρα. Γίνεται επίσης αναφορά στην μεγάλη συνδρομή και βοήθεια της Θεοτόκου κατά την ώρα της εξόδου της ψυχής. Γίνεται τέλος η διαπίστωση ότι το Σώμα της Εκκλησίας δεν βασίζεται σε αμφιβόλου γνησιότητος τις περισσότερες φορές μεταθανάτιες εμπειρίες, καθώς η Αγία Γραφή, οι Βίοι, οι Λόγοι και οι Διδασκαλίες των Αγίων, των Αποστόλων και των Προφητών αποτελούν τα αληθινά τεκμήρια όλων των ζητημάτων της Ορθοδόξου Πίστεως μας.
Στο πέμπτο μέρος δίδεται η εξήγηση και η απάντηση στα ερωτήματα του εάν η ψυχή έχει τη δυνατότητα να ζει μόνη μετά το θάνατο του σώματος και εάν η ψυχή που έφυγε από το σώμα περιπλανάται εδώ στη γη. Στη συνέχεια αναλύεται από τους Πατέρες η Μέση Κατάσταση της Ψυχής, που είναι η πρόγευση από τις ψυχές είτε των αγαθών του παραδείσου είτε των τιμωριών της κολάσεως. Τεκμηριώνεται η διαύγεια και η καθαρότητα μνήμης της ψυχής μετά το χωρισμό της από το σώμα και εξαίρεται στη συνέχεια η απεριόριστη Αγάπη των Αγίων που είναι έκδηλη στη ζωή των πιστών μέσα από τις θαυματουργικές τους παρεμβάσεις.
Στο έκτο μέρος γίνεται αναφορά στα δώρα των πιστών κατά την τέλεση του μυστηρίου της Θείας Ευχαριστίας και οι αντιπροσφορές του Θεού ως δωρεές και ευεργετήματα, ιδιαίτερα προς τους κεκοιμημένους αδελφούς μας. Τονίζεται η Συγχώρηση των μικρών αμαρτιών τους που λαμβάνουν μέσω της Ιεράς Θυσίας και επιβεβαιώνεται στη συνέχεια η συμμετοχή στη Θεία Ευχαριστία των κεκοιμημένων πιστών που πέθαναν με μετάνοια, λαμβάνοντας τα άχραντα Μυστήρια από τον ίδιο τον Δεσπότη Χριστό στο ουράνιο Δείπνο. Τα ιερά μνημόσυνα είναι ειδικές δεήσεις κατά τη Θεία Λειτουργία για χάρη των κεκοιμημένων γι΄αυτό και οι Πατέρες της Εκκλησίας μας προτρέπουν να μην αμελούμε να τα επιτελούμε με ευλάβεια. Προχωρώντας γίνεται η διευκρίνιση ότι το «καθαρτήριο πυρ» δεν υπάρχει ως τόπος καθαρισμού των ψυχών, όπως εσφαλμένα πιστεύουν οι Δυτικοί.
Στο έβδομο μέρος ερμηνεύονται ο όρος και η σημασία της Δευτέρας Παρουσίας, τα συμβάντα της «Εσχάτης Μέρας» κατά την οποία θα ακουστεί «ο θρήνος των φυλών» διότι σταύρωσαν Εκείνον που έπρεπε να προσκυνήσουν. Στη συνέχεια γίνεται αναφορά στη σκληρή παρουσία του Αντίχριστου κατά της Πίστεως, διευκρινίζεται ότι όταν μιλάμε για Ανάσταση νεκρών εννοούμε την Ανάσταση των νεκρών σωμάτων και όχι των ψυχών καθώς εκείνες δεν πεθαίνουν ποτέ, παρουσιάζεται η «Μερική Ανάσταση», τονίζεται ότι κατά τη Δευτέρα Παρουσία θα αλλάξουν όλοι -και οι κεκοιμημένοι και οι ζωντανοί- σώμα, καθώς πρέπει το φθαρτό σώμα να ντυθεί την αφθαρσία και το θνητό σώμα την αθανασία. Με το παράδειγμα του σπόρου που ακολουθεί διακηρύσσεται ότι ο θάνατος του Κυρίου καρποφόρησε τη σωτηρία του ανθρώπινου γένους και η παρατήρηση και η κατανόηση όλων των μεταβολών της άψυχης φύσης δυναμώνει τη πίστη μας για τον ερχομό της Ανάστασης.
Στο όγδοο μέρος μαθαίνουμε ότι ανίσταται το ίδιο σώμα αλλά καθαρότερο και λαμπρότερο, ότι η δικαιοσύνη του Θεού απαιτεί την ανάσταση των νεκρών σωμάτων προκειμένου στην Αιωνιότητα να ζήσει όλος ο άνθρωπος, ο θάνατος δεν είναι αφορμή καταστροφής αλλά αναπλάσεως και ανακαινίσεως, ο Παντοδύναμος Θεός μπορεί χωρίς δυσκολία να συνάξει τα υπάρχοντα στοιχεία του διασκορπισμένου σώματος και να το αναστήσει. Το νέο σώμα θα είναι απαλλαγμένο από την φθαρτότητα και τη θνητότητα -καθώς θα ζει αιώνια- και δεν έχει ανάγκη από τροφές, ενδυμασία , ύπνο και ανάπαυση. Πνευματικό σώμα είναι εκείνο που διαθέτει πλούσια την ενέργεια του Αγίου Πνεύματος. Στην αιωνιότητα δε δίνεται η δυνατότητα κάποιας αλλαγής, τροπής, μεταβολής στις ψυχές που βρίσκονται εκεί, έχουν δηλαδή το άτρεπτο. Αιωνίως οι άνθρωποι δεν θα είναι πλέον δυνατόν να πεθάνουν γι΄αυτό και δεν υπάρχει γάμος αλλά θεϊκή διαγωγή και ζωή. Μετά την Ανάσταση τα σώματα των Αγίων ανθρώπων θα απαστράπτουν από το θείο και Άκτιστο Φως, ενώ τα σώματα των αμετανόητων αμαρτωλών δεν θα έχουν ανάλογη μετοχή στο Φως του Θεού.
Στο ένατο μέρος μας γίνεται γνωστό ότι ο Υιός του Ανθρώπου θα αποδώσει στον καθένα σύμφωνα με τις πράξεις του. Κατά τον Ευαγγελιστή Ιωάννη, η τέλεια αγάπη θα μας δώσει θάρρος και αφοβία κατά τη Δευτέρα Παρουσία, κατά την οποία θα υπάρξει μία ταχύτατη αποκάλυψη της πνευματικής καταστάσεως κάθε ανθρώπου. Στην πανανθρώπινη συνάντηση της Κρίσεως πέφτουν όλα τα προσωπεία και γίνονται φανερές οι πράξεις των ανθρώπων. Η χαρά των δικαίων που θα οδηγηθούν στην αιώνια ζωή είναι απερίγραπτη ενώ οι αμαρτωλοί θα νοιώσουν τεράστια αισχύνη, όταν θα αναγνωρισθούν από όλους τους ανθρώπους και θα γίνουν γνωστές οι αμαρτίες τους, οι οποίες θα είναι αφορμή να οδηγηθούν στην αιώνια κόλαση. Η Ορθόδοξη Εκκλησία γνωρίζει ότι η Σωτηρία παρέχεται μόνον στους κόλπους της και προσπαθεί να διαδίδει το Ευαγγέλιο, την ορθή και ακαινοτόμητη Πίστη, προς τον Έναν και Αληθινό Θεό και δια του Βαπτίσματος να οδηγεί τους ανθρώπους στην εν Χριστώ Ζωή.
Στο δέκατο και ενδέκατο μέρος αναλύονται προσεκτικά και λεπτομερώς οι τόσο σημαντικές δογματικές αλήθειες της Πίστεως μας, του Παραδείσου και της Κολάσεως. Καθίσταται σαφές στον αναγνώστη ότι δεν είναι δύο τόποι αλλά δύο τρόποι, δύο διαφορετικές καταστάσεις που προκύπτουν από μία και μόνο Πηγή το Θεό και Δημιουργό μας. Παράδεισος και κόλαση δεν είναι κτιστές πραγματικότητες, αλλά άκτιστες· είναι το ίδιο πράγμα, δηλαδή η Θέα της Αγάπης του Θεού στην αιωνιότητα, το Άκτιστο και προαιώνιο Φως της υπερευλογημένης Δόξης Του. Οι ενάρετοι άνθρωποι θα βλέπουν τον Θεό ως φως και θα ευφραίνονται αιώνια, απολαμβάνοντας τις ανέκφραστες υπερφυείς ουράνιες και θείες δωρεές, οι δε αμαρτωλοί θα βλέπουν τον Θεό ως φωτιά, κολαζόμενοι αιώνια, επειδή αρνήθηκαν σ΄ αυτή την ζωή να αγαπήσουν τον Θεό και τον συνάνθρωπο, προτιμώντας το σκότος και το αδιέξοδο της αμαρτίας.
Μέσα από τη μελέτη του βιβλίου αυτού διαφαίνεται ο σημαντικότερος ρόλος της Εκκλησίας που είναι η θεραπεία στη ζωή κάθε πιστού ώστε αυτός να μπορέσει να ακούσει εκείνη την «Εσχάτη Μέρα» τον ήχο της Αγγελικής σάλπιγγος, να αντικρύσει το Σημείο του Υπέρλαμπρου Σταυρού και να δει τον Θεό ως Παράδεισο και όχι ως κόλαση.
Βάλια Πετράκη