Επιμέλεια Θεόδωρος Ι. Ρηγινιώτης
Παραθέτουμε τις θέσεις του Δημοκρατικού Πατριωτικού Κινήματος ΝΙΚΗ για τον πρωτογενή τομέα, δηλαδή τον τομέα της παραγωγής αγαθών, που συνιστά τη βάση, όχι μόνο της οικονομίας, αλλά και της επάρκειας αγαθών, της κοινωνικής συνοχής και της ποιότητας ζωής. Κι όμως ο τομέας αυτός (όπως και κάθε άλλος τομέας, σ’ αυτό το «κράτος σκαντζόχοιρο», που σε αγκυλώνει όπου και αν το αγγίξεις) όχι απλώς πεθαίνει, αλλά δολοφονείται συστηματικά από εκείνους που θα έπρεπε να φροντίζουν για την ανάπτυξή του.
Οι θέσεις αυτές, όπως και οι θέσεις της Νίκης για όλους τους τομείς, όπως η Παιδεία και ο Πολιτισμός, η Εξωτερική Πολιτική, η Οικονομία, η Οργάνωση του Κράτους & της Διοίκησης, το Δημογραφικό, η Υγεία και η Εθνική Άμυνα, δημοσιεύονται στην ιστοσελίδα του κινήματος (https://nikh.gr), όπου μπορεί ο ενδιαφερόμενος να διαβάσει περισσότερα.
Από πλευράς μας, παραπέμπουμε στο δικό μας άρθρο «Δημοκρατικό Πατριωτικό Κίνημα ΝΙΚΗ: μια πολιτική πρωτοβουλία που αξίζει να γνωρίσουμε», καθώς και στο όμοιο «Τι είναι και τι δεν είναι η ΝΙΚΗ», που δημοσιεύεται στο Διαδίκτυο.
Υποδομές για Βιωσιμότητα της Πρωτογενούς μας Παραγωγής
Η στρατηγική βιωσιμότητα της Πρωτογενούς μας Παραγωγής σημαίνει ότι οι νέοι άνθρωποι
- θέλουν να ασχοληθούν με την παραγωγή,
- βρίσκουν τους πόρους, τις υποδομές και την καθοδήγηση,
- η ενασχόλησή τους γίνεται με όρους επικερδείς.
Στα πλαίσια αυτά:
Η Πολιτεία πρέπει να εκπονήσει κατάλληλα εκπαιδευτικά προγράμματα για όλες τις εκπαιδευτικές βαθμίδες αλλά και στα μέσα μαζικής επικοινωνίας για το σύνολο του Ελληνικού λαού, ώστε να εμφυσήσει την αγάπη και το σεβασμό στην ελληνικής νεολαίας για αυτόν τον «άγνωστο», τον πρωτογενή μας τομέα.
Άρση των περιορισμών της Ε.Ε. για μέγιστη παραγωγή στα ελληνικά προϊόντα με συγκριτικά ποιοτικά πλεονεκτήματα (ελαιόλαδο, οίνος, γαλακτοκομικά προϊόντα κλπ).
Ίδρυση κρατικής αναπτυξιακής τράπεζας, για την αποτελεσματική άτοκη χρηματοδότηση του πρωτογενούς τομέα (νέων αγροτών, κτηνοτρόφων, ιχθυοκαλλιεργητών κλπ).
Πλαίσιο συμβουλευτικής υποστήριξης νέων που θέλουν να επενδύσουν επαγγελματικά στην αγροτική παραγωγή.
Αύξηση της εμπορικότητας του πρωτογενούς τομέα με μείωση κόστους παραγωγής με επιδότηση στο ενεργειακό κόστος πρωτογενούς παραγωγής (σήμερα το 18% του συνόλου των εισροών) ή στην ενεργειακή αυτονόμηση.
Θέσπιση ελαχίστων τιμών χονδρικής πώλησης από παραγωγούς, ώστε να διασφαλίζεται η κερδοφορία της παραγωγής και ταυτόχρονα να μειώνεται η διαπραγματευτική πίεση των μεσαζόντων.
Θέσπιση ελαχίστων τιμών λιανικής πώλησης προϊόντων ώστε να διασφαλίζεται στον πελάτη η δυνατότητα προτίμησης των ποιοτικότερων ελληνικών προϊόντων στη βάση της σχέσης ανώτερης ποιότητας/εντοπιότητας προς εφάμιλλη τιμή.
Πλήρης αξιοποίηση των υδάτινων πόρων με αρδευτικά έργα υποδομής για την συγκέντρωση των υδάτων.
Ενίσχυση των νησιών με εγκαταστάσεις αφαλάτωσης θαλασσίου ύδατος για αρδευτική χρήση.
Δημιουργία ψηφιακής πλατφόρμας του ΟΑΕΔ για εύρεση εποχικής αγροτικής εργασίας και καταπολέμηση της μαύρης ανασφάλιστης εργασίας.
Συνεταιρισμοί: Από την κομματοκρατία στο «ευ συνεταιρίζεσθαι»
Στη χώρα μας το «δικαίωμα του συνεταιρίζεσθαι» κατοχυρώθηκε για πρώτη φορά στο Σύνταγμα του 1864. Μόλις 14 χρόνια αργότερα είχαν φτάσει τους 5.186. Ως εξαιρετικά επιτυχημένο μοντέλο, όμως, δεν άργησε να προσελκύσει και πολιτικές παρεμβάσεις ήδη από τη δεκαετία του ’30. Κι αυτή ήταν η αρχή του τέλους τους. Οι συνεταιρισμοί, σχολιάζουν οι ερευνητές, «έγιναν πρωτίστως μηχανισμοί παραγωγής ψήφων και όχι υγιείς επιχειρηματικές μονάδες. Η αναπόφευκτη συνέπεια ήταν η συσσώρευση γιγάντιων χρεών, που με τη σειρά της οδήγησε σε ακόμα περισσότερες πολιτικές παρεμβάσεις για τη ρύθμισή τους».
Σήμερα, τη στιγμή που, για παράδειγμα, ο ολλανδικός κολοσσός της Friesland είναι στην ρίζα του συνεταιρισμός κτηνοτρόφων, στην Ελλάδα μόλις 80 συνεταιρισμοί είναι έστω κερδοφόροι. Επομένως θα πρέπει με ειδική νομοθεσία να κατοχυρωθεί πλέον το «ευ συνεταιρίζεσθαι».
Η ανάπτυξη μονάδων συνεργατικότητας στον πρωτογενή τομέα σήμερα είναι απόλυτη ανάγκη, για μείωση κόστους, ορθολογικές επενδύσεις, διαπραγματευτική ισχύ στις τιμές και ισχυρότερη διανομή, διασφαλίζοντας αυξημένη μαζική συνεργασία:
οριζόντια μεταξύ των αγροτών (παραδοσιακοί ή νέου τύπου συνεταιρισμοί, αγροτικές επιχειρήσεις),
οριζόντια μεταξύ των μεταποιητικών επιχειρήσεων (δίκτυα και clusters),
κάθετα μεταξύ των αγροτών και των μεταποιητικών επιχειρήσεων (συμβολαιακή γεωργία, υβριδικά σχήματα συνεργασίας μεταξύ συνεταιρισμών και ιδιωτικών επιχειρήσεων),
μεταξύ ολόκληρης της αλυσίδας αξίας και των ερευνητικών κέντρων.
Η ανασυγκρότηση και επανίδρυση συνεταιρισμών σε υγιή αναπτυξιακή βάση συνεπάγεται:
Οικονομικά κίνητρα για συμμετοχή σε συνεργατικά σχήματα.
Δημιουργία νομικού πλαισίου, που να δίνει στους συνεταιρισμούς την ευελιξία να καθορίζουν οι ίδιοι, μέσω του καταστατικού τους, την εσωτερική οργάνωση και επιχειρηματική κατεύθυνση που επιθυμούν.
Δημιουργία ηλεκτρονικών εφαρμογών για τη διαχείριση της δραστηριότητας των συνεργατικών σχηματισμών και την επικοινωνία των μελών τους.
Πρόγραμμα οικοδόμησης ικανοτήτων για τη δημιουργία συνεργατικών σχημάτων.
Δημιουργία προγραμμάτων που ενθαρρύνουν τη συνεργατικότητα και την εξωστρέφεια με την από κοινού αξιοποίηση δικτύων μάρκετινγκ και εμπορίας.
Γεωργία
Προτάσσουμε νέο εθνικό μοντέλο για τη γεωργική ανάπτυξη, που θα θέτει σε πρώτο πλάνο τον γεωργό και τη σχέση του με τη γη και το περιβάλλον.
Ψηφιοποίηση της γεωργικής παραγωγής σε ένα πλαίσιο ευφυούς γεωργίας.
Ορισμός και καταγραφή γεωγραφικών ζωνών παραγωγής παραδοσιακών και καινοτόμων προϊόντων πρωτογενούς παραγωγής, ώστε να προστατεύεται η ποιότητα μοναδικών προϊόντων που παράγονται σε ιδιαίτερες κλιματικές συνθήκες και αποτελούν «σημαία» πολλών περιοχών της πατρίδος μας.
Κεντρικός σχεδιασμός της αγροτικής παραγωγής κατά περιφέρεια με γνώμονα τις πραγματικές ανάγκες της οικονομίας και της αγοράς.
Αδέσμευτη αγροτική πολιτική, που να εξυπηρετεί αποκλειστικά τα ελληνικά συμφέροντα.
Μηχανισμός αντιμετώπισης και διαχείρισης επισιτιστικών κρίσεων με κατάλληλες υποδομές (περιφερειακά ψυγεία – αποθήκες).
Ενίσχυση του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης, που αφορά στη διαρκή ροή γνώσης και πληροφορίας στους απασχολούμενους και ιδιαίτερα στους νέους αγρότες, την κατάρτισή τους με συμβουλευτικές υπηρεσίες, συστήματα ποιότητας, βιολογική γεωργία.
Λήψη μέτρων για την καταπολέμηση της μαύρης οικονομίας, μέσω φορολογικών ελαφρύνσεων μεν, αλλά και μέσω της οικοδόμησης ενός συστήματος ελέγχου του παραγόμενου εισοδήματος στη βάση των εισροών, σε συνδυασμό με τη μηχανογραφημένη γνώση.
Κτηνοτροφία
Η κρητική και γενικότερα η ελληνική κτηνοτροφία πλήττεται από σοβαρά προβλήματα, που έχουν επισημανθεί με ένταση από τους μελετητές. Είναι θεμελιώδης υποχρέωσή μας η προστασία της και η ανάπτυξή της.
Εκτός από τα αναφερόμενα στο πρώτο τμήμα του παρόντος (για τις Υποδομές), οφείλουμε να προσθέσουμε τα παρακάτω:
Η αναλογία φυτικής και ζωικής παραγωγής είναι για την Ελλάδα 70:30 ενώ για την Ευρώπη 50:50. Εισάγουμε ανεπίτρεπτα πολλά κρέατα και γαλακτοκομικά προϊόντα, αντί να τα παράγουμε. Η σχεδόν κατεστραμμένη κτηνοτροφία μας καταγράφει πτώση 30% τόσο στην παραγωγή γάλακτος όσο και στο διαθέσιμο ζωικό κεφάλαιο. Την ίδια στιγμή, σημαντικό πρόβλημα είναι η ελληνοποίηση και οι έλεγχοι σε ξένα ζώα και σφαχτά, ενώ και τα εγχώρια σφαγεία λειτουργούν με απαρχαιωμένες τεχνολογίες – απόδειξη τα 139 σφαγεία της Ελλάδας έναντι μόλις 8 της Ολλανδίας.
Παρά τη μειωμένη συμμετοχή της κτηνοτροφίας στον πρωτογενή τομέα, η κορυφαία αναλώσιμη εισροή (34%) στον πρωτογενή τομέα αφορά σε ζωοτροφές. Κλειδί στην κτηνοτροφία μας είναι οι οικονομικότερες ζωοτροφές, για τις οποίες θα πρέπει να υπάρξει ειδικό πρόγραμμα (α) επιδοτήσεων και (β) εγχώριας παραγωγής τους.
Αναγκαία επίσης η υποχρεωτική προμήθεια ελληνικών κτηνοτροφικών και γαλακτοκομικών προϊόντων σίτισης σε δραστηριότητες που χρηματοδοτεί το κράτος (νοσοκομεία, στρατός, κυλικεία σχολείων, ξενοδοχεία κοινωνικού τουρισμού κλπ).
Αλιεία
Η υδατοκαλλιέργεια και κυρίως η ιχθυοκαλλιέργεια έχουν στρατηγικό ενδιαφέρον για την ανάπτυξη της αλιείας, καθώς σήμερα το 62% της εγχώριας παραγωγής αλιευτικών προϊόντων προέρχεται από την υδατοκαλλιέργεια και μόλις 38% από τη συλλεκτική αλιεία.
Βασική πρόκληση είναι ο άνισος ανταγωνισμός με τα εισαγόμενα προϊόντα τρίτων χωρών. Η ελληνική ιχθυοκαλλιέργεια παράγει κορυφαίας ποιότητας προϊόντα, ακολουθώντας αυστηρές Ευρωπαϊκές και εθνικές προδιαγραφές (προστασία του περιβάλλοντος, υγεία των εκτρεφομένων οργανισμών, προστασία του καταναλωτή) με αυξημένο κόστος παραγωγής.
Το ανταγωνιστικό πλεονέκτημα της ποιότητας υποβαθμίζεται από την υψηλή τιμή.
Και το παράδοξο της Ε.Ε. είναι αφ’ ενός η επιβολή πολύ αυστηρών κανόνων παραγωγής στους Ευρωπαίους ιχθυοτρόφους, αφ’ ετέρου η εισαγωγή, σε μερικές περιπτώσεις ατελώς, αντιστοίχων προϊόντων τρίτων χωρών, που είναι απαλλαγμένα από το κόστος των αυστηρών πρωτοκόλλων παραγωγής.
Οφείλουν να υπάρξουν συλλογικές δράσεις και εκ μέρους της Πολιτείας, ώστε να αναδειχθούν τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα και η ποιότητα των ελληνικών προϊόντων, και να προστατευθεί ο καταναλωτής από τα εισαγόμενα.