Για τον εκλεκτό φίλο και αγαπητό συνάδελφο, εκπαιδευτικό, Κωστή Ηλ. Παπαδάκη, δεν χρειάζεται να πω πολλά. Η πέραν των τριάντα ετών εκπαιδευτική προσφορά του στη Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση του τόπου, σε συνδυασμό με την ογκώδη και πολυσχιδή συγγραφική και ερευνητική του δραστηριότητα, τον κατατάσσουν στους πνευματικούς άνδρες της πόλης, της οποίας τα ήθη και οι θεσμοί πλήττονται το τελευταίο διάστημα. Εξάλλου, η σεμνότητα του ανδρός, από μόνη της αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στη σκιαγράφηση και παρουσίαση της προσωπικότητάς του.
Δεν δύναμαι, όμως, να μην αναφερθώ, έστω και ακροθιγώς, στο τελευταίο του, σημαντικότατο κατά γενική ομολογία, συγγραφικό πόνημα, αναφορικά με τη γνωστή, αλλά συνάμα τόσο άγνωστη, σε πολλούς, Ιερά Μονή της Μεταμόρφωσης του Σωτήρα Χριστού στην περιοχή του Κουμπέ, καθώς και στο νεότερο επανιδρυτή της, Νέστορα Βασσάλο. Έναν ογκώδη και πολυτελή τόμο, που εκδόθηκε για λογαριασμό της Μονής και καταγράφει, λεπτομερώς, την ιστορία της, καθώς και το βίο του νεότερου ιδρυτή της, του θρυλικού Γέροντα, Νέστορα Βασσάλου.
Ο συγγραφέας, ανατρέχοντας σε νοταριακά έγγραφα της εποχής της Βενετοκρατίας, καθώς και σε piante της εποχής, έχοντας και ως αδιάσειστο στοιχείο το γνωστό πίνακα CIVITAS RETHYMNAE, καταλήγει στο επιστημονικό συμπέρασμα ότι η μονή υπήρχε στο ίδιο ακριβώς σημείο από την εποχή της Ενετοκρατίας και μάλιστα λειτουργούσε ως ορθόδοξο μοναστήρι. Παράλληλα, δε, στον ίδιο χώρο λατρευόταν και ο Άγιος Ιωάννης ο Ερημίτης, ο οποίος είχε δώσει και το όνομά του στη Μονή.
Τα μαύρα χρόνια της Τουρκοκρατίας διέκοψαν τη λειτουργία της πλούσιας Μονής, και με την πάροδο του χρόνου, ερειπώθηκε. Έπρεπε να περάσουν αρκετοί αιώνες και να βρεθεί ο Αγιορείτης μοναχός Νέστορας Βασσάλος, στις αρχές του 20ου αιώνα, μετά από μια θεία οπτασία «να κατέλθη και πάλιν εις Κρήτην, διά να ανακαλύψη τον ιερό ναόν του Σωτήρος Χριστού κείμενον εν τοις ορίοις του χωριού Γάλλου, της τοποθεσίας Κουμπέ, ως έχων άφθονον και ιαματικόν ύδωρ…».
O Κωστής Ηλ. Παπαδάκης κάνει εκτενέστατη αναφορά τόσο στην προσωπικότητα του Νέστορα Βασσάλου, όσο και στην προσπάθειά του να ξαναστήσει απ’ την αρχή τη Μονή. «Ο όλος βίος του, η αγία πολιτεία του, η φιλανθρωπία του, η αγάπη προς τον άνθρωπο και η σημαντική προσφορά του στον πολιτισμό αυτού του τόπου, με την πολύχρονη διδασκαλία της ζωγραφικής τέχνης και αγιογραφίας στους νέους, σε μια εποχή ιδιαίτερη μίζερη και εξαθλιωμένη τον έκανε να αγαπηθεί ιδιαίτερα από τους Ρεθεμνιώτες», γράφει ο συγγραφέας.
Κλείνοντας αυτή τη σύντομη παρουσία, θεωρώ σκόπιμο να αναφέρω ότι το Ρέθυμνο πρέπει να επαναπροσδιορίσει τους στόχους του και τον προσανατολισμό του ως κοινωνία. Φωτεινοί άνθρωποι του πνεύματος και του πολιτισμού όπως ο Κωστής Παπαδάκης, αλλά και τόσοι άλλοι, πρέπει να μπουν μπροστάρηδες ώστε το Ρέθεμνος να αποκτήσει ξανά την παλιά του πνευματική αίγλη, να ξανακουστεί ως Πόλη των Γραμμάτων. Η τωρινή του κατάσταση, ούτε το τιμά, ούτε του πρέπει!