Ιούνιος 1941. Η γερμανική θηριωδία βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Στο Κοντομαρί Χανίων, Γερμανοί αλεξιπτωτιστές συγκεντρώνουν σε έναν ελαιώνα τους άρρενες κατοίκους του χωριού. Εν ψυχρώ εκτέλεση. Ανταποκριτής προπαγάνδας της Βέρμαχτ φωτογραφίζει καρέ καρέ το μακελειό. Οι εικόνες συγκλονίζουν.
Περισσότερα από 70 χρόνια και συγκεκριμένα τον Μάρτιο, ο Γερμανός δημοσιογράφος Ούλριχ Κλέμανν παρακολουθεί μία εκπομπή στην τηλεόραση αφιερωμένη στην οικονομική κρίση. Καλεσμένος είναι ο πρώην υπουργός Οικονομικών, Γιάνης Βαρουφάκης. Οι φωτογραφίες από το Κοντομαρί εμφανίζονται στη μικρή οθόνη. Μία από αυτές, κόβει την ανάσα του 56χρονου δημοσιογράφου.
«Στην οθόνη εμφανίζεται μια παλιά ιστορική φωτογραφία από την απόβαση της Βέρμαχτ στην Κρήτη και εκεί αναγνωρίζω τον πατέρα μου. Η διαίσθησή μου δεν αφήνει περιθώριο αμφιβολίας. Αυτός είναι», γράφει ο Κλέμμαν σε άρθρο που δημοσίευσε το αμέσως επόμενο διάστημα. Το σοκ του είναι τεράστιο. Η ευθύνη για τους θανάτους που προκάλεσε ο ναζιστικός στρατός τον πνίγει διπλά.
Σε αυτό το συγκλονιστικό άρθρο που δημοσιεύτηκε στη Γερμανία και προκάλεσε αίσθηση, ο γνωστός δημοσιογράφος έγραψε για τον πατέρα του: «Όταν ήταν 19 δεν υπήρχε ούτε γι’ αυτόν τρόπος να το αποφύγει: έπρεπε να πάει στη Βέρμαχτ. Και μόλις ένα χρόνο αργότερα, τον Ιούνιο του 1941, βρίσκεται στην Κρήτη, υποχρεωμένος να εκτελεί διαταγές και να δολοφονεί αθώους ανθρώπους. Είχε επιλογή; Ένας 20χρονος χωρικός, μπορούσε να προβάλει αντίσταση; Ο πόνος γι’ αυτόν, για τους ανθρώπους που σκότωσε, με αγγίζει».
Ο Ούλριχ Κλέμανν αποφάσισε να δημοσιοποιήσει τις σκέψεις του τον περασμένο Ιούνιο. Τότε, το κλίμα για την Ελλάδα στο Βερολίνο ήταν το λιγότερο αρνητικό. Ωστόσο, ο 56χρονος δημοσιογράφος βρήκε το σθένος, με αφορμή αυτή την φωτογραφία που τον συγκλόνισε, να πάρει θέση υπέρ των πολεμικών επανορθώσεων προς την χώρα μας.
«Τώρα πια ξέρω περί τίνος πρόκειται. Πάνω από 70 χρόνια έχουν περάσει. Κι όμως – εγώ, που γεννήθηκα μετά από το τέλος του πολέμου, αισθάνομαι πως έχω ευθύνη. Όχι ενοχή, αλλά ευθύνη. Και σκέφτομαι τις διεκδικήσεις της Ελλάδας», αναφέρει με απίστευτη ειλικρίνεια στο άρθρο και συνεχίζει: «Ένα είναι βέβαιο: αισθάνομαι τον ίδιο πόνο, όχι μόνο για τον άντρα που ήταν πατέρας μου, μα για τους Έλληνες νεκρούς, για τα παιδιά τους. Κι ύστερα φέρνω στο νου μου αυτό: το πώς οι γερμανικές κυβερνήσεις επινόησαν κάθε είδους τέχνασμα, μόνο και μόνο για ν’ αποφύγουν να πληρώσουν στην Ελλάδα τις αποζημιώσεις του πολέμου».
«Από αυτούς που κυβερνούν σήμερα τη Γερμανία ένα πράγμα έχω να ευχηθώ: δείξτε αλληλεγγύη και σταματήστε τη σκληρή γραμμή απέναντι στην Ελλάδα. Αυτή τη στιγμή έχει η δική μας γενιά τη δυνατότητα να κάνει κάτι. Να διορθώσουμε ένα μέρος έστω από τη συμφορά που έσπειρε στην Ελλάδα η ναζιστική θηριωδία. Όπως κι αν έχουν τα χρέη – σκεφτείτε τους ανθρώπους. Αυτούς που υποφέρουν κι έχουν άμεση ανάγκη τη συμπαράστασή μας», έγραψε.
Η Στέλλα Συνεγιάννη, διδακτορική φοιτήτρια του πανεπιστημίου της Ιένας στη Γερμανία, αποφάσισε να μεταφράσει το άρθρο του Κλέμανν στα ελληνικά. Η ίδια τόνισε ότι «εκείνες τις μέρες το κλίμα ήταν εκρηκτικό. Στο γερμανικό Τύπο δημοσιεύονταν συνέχεια άρθρα με καυστικά σχόλια κι επικρίσεις, χωρίς σοβαρή δημοσιογραφική έρευνα, που συχνά έδειχναν πλήρη άγνοια της ελληνικής πραγματικότητας».
Το συγκεκριμένο άρθρο ήταν μια αναπάντεχη έκπληξη για τους Έλληνες αναγνώστες, «όμως και το γερμανικό κοινό ανταποκρίθηκε εντυπωσιακά: το άρθρο αγγίζει το απαγορευμένο θέμα του ναζιστικού παρελθόντος, ενώ ταυτόχρονα εκφράζει εκείνους τους Γερμανούς που διαφωνούν με τη στάση της κυβέρνησής τους», δηλώνει η Ελληνίδα ακαδημαϊκός.
Σχολιάζοντας το κείμενο, η κ. Συνεγιάννη κάνει λόγο για «αφοπλιστικά ειλικρινείς» απαντήσεις στο θέμα του Πολέμου. «Στόχος του αρθρογράφου είναι να ξεκινήσει ένας δημόσιος διάλογος στη Γερμανία για το ζήτημα των επανορθώσεων. Τέτοιες φωνές είναι ίσως το καλύτερο αντίβαρο στα στερεότυπα της κρίσης και στις μνήμες που ξύπνησαν απότομα στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια. Ας ελπίσουμε ότι αυτές οι κινήσεις θα συνεχιστούν», καταλήγει.