Στο νομό Ρεθύμνου είναι ένα χωριό που μέχρι και σήμερα οι κάτοικοι του χορεύουν περισσότερους από 10 κρητικούς χορούς!
Πρόκειται για το χωριό Χάρκια που βρίσκεται στα νότια της πρώην επαρχίας Ρεθύμνου και γειτονεύει με την πρώην επαρχία Αμαρίου.
Πέρα από τους γνωστούς και συχνά αποκαλούμενους «παγκρήτιους» χορούς, Συρτό, Σιγανό και Πηδηχτό Πεντοζάλη, Σούστα και Καστρινό, στην παράδοση του ορεινού χωριού του Νομού Ρεθύμνου καταφέρνουν και επιζούν αρκετοί ακόμα κρητικοί χοροί, είτε πρωτότυποι, είτε παραλλαγές άλλων, είτε εισαγόμενοι στην Κρήτη τους τελευταίους δύο αιώνες.
Πρόκειται για τους χορούς Κατσαμπαδιανό, Μικρό Μικράκι, Λαζώτη, Ντάμες, Ντουρνεράκια, και Πρινιώτη.
Τριζάλης και Απανωμερίτης (Προβατινίστικος) παρόλο που χορεύονταν σε κοντινά χωριά δεν έχουν καταγράφει στα Χάρκια.
Στο κείμενο αυτό θα επιχειρήσουμε μια μικρή γνωριμία με τον καθένα από τους χορούς που έχουν καταγράφει στα Χάρκια.
Κατσαμπαδιανός
Από τους λεγόμενους «ξεχασμένους» τοπικούς χορούς της Κρήτης, ο Κατσαμπαδιανός χορεύονταν (σύμφωνα με τις έως τώρα καταγραφές) στο νομό Ρεθύμνου (και σε ορισμένα χωριά του γειτονικού Αποκόρωνα Χανίων) και στα νότια του νομού Ηρακλείου (ιδιαίτερα δε στις επαρχίες Αμαρίου και Πυργιωτίσσης). Έχει επίσης καταγραφεί με τις ονομασίες Κατσι(μ)παδιανός, Κατσαμπαδιανές και Κουτσιστός.
Για την ονομασία του χορού έχουμε τα εξής στοιχεία: ενώ σε όλη την επαρχία Αμαρίου και σε ορισμένα χωριά των γειτονικών σε αυτήν επαρχιών Ρεθύμνου, Μυλοποτάμου και Πυργιωτίσσης είναι γνωστός ως Κατσαμπαδιανός, στην επαρχία Αγίου Βασιλείου και δυτικότερα καταγράφεται ως Κατσι(μ)παδιανός. Με βάση την επικρατέστερη την ονομασία Κατσαμπαδιανός, που είναι η συντριπτικά κυρίαρχη, το πιθανότερο είναι ότι το όνομα του χορού προέρχεται από τη τουρκική λέξη κατσαμπάς που σημαίνει «μεγάλο χωριό» (κωμόπολη) ή «προάστιο». Μάλιστα στα ανατολικά του δήμου Ηρακλείου, στα σύνορα με τη Νέα Αλικαρνασσό, υπάρχει η περιοχή «Κατσαμπάς», οι κάτοικοι της οποίας χαρακτηρίζονται Κατσαμπαδιανοί. Από εκεί προέρχεται το γνωστό επιφώνημα «το κατσαμπαδιανό μου!» στο «γύρισμα» του τραγουδιού, σε μαντινάδες. Τη φράση αυτή, εκτός από γλέντια, ακούμε σε κοντυλιές στο δίσκο «Σεργιάνισμα στην Κρήτη» του Βασίλη Σκουλά, στο δίσκο «Τση νύχτας ο τραγουδιστής» του Γιώργη Μανωλιούδη αλλά και στο δίσκο του Στέλιου Πετράκη «Οι δικοί μου φίλοι» (στο τραγούδι ο Βασίλης Σταυρακάκης).
«Χόρευγε Κατσαμπαδιανό, χόρευγε και Κουγίτη,
απ’ ομορφύτερος χορός δε βρίχνεται στην Κρήτη»
(καταγραφή από Γαρεφαλλίτσα Φωτάκη, Αποδούλου Αμαρίου –
Κουγίτη ονόμαζαν σε περιοχές του Μυλοπόταμου τον Καστρινό, σύμφωνα με
μαρτυρία της Αθηνάς Βασιλακάκη από τα Χάρκια Ρεθύμνου)
«Τον Κατσαμπαδιανό χορό όποιος τονέ κατέχει
να ’ρθεί να πιάσομε μαζί, να μου τον αρμηνέψει»
Μικρό Μικράκι
Σιγανός χορός, έχει καταγραφεί από την επαρχία Αποκορώνου του νομού Χανίων έως και το νομό Λασιθίου. Ομαδικός χορός, εύκολος στο βηματισμό, φαίνεται ότι ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής. Άνδρες και γυναίκες σχημάτιζαν κύκλο και στην γραμμή αυτού χόρευαν με τις παλάμες πιασμένες στο ύψος των ώμων.
«Άλλο χορό δεν ρέγομαι σαν το Μικρό Μικράκι απού τονε χορεύουνε στο [ανάλογα την περιοχή αλλάζει ο τόπος]»
«Άλλο χορό δεν ρέγομαι σαν το Μικρό Μικρό μου
απού τονε χορεύουνε και μένα στο χωριό μου»
Λαζώτης
Πρόκειται για το κομμάτι «Κάνε με κυρά γαμπρό» (στίχοι και μουσική παραδοσιακή) όπως το κατέγραψε στην δισκογραφία ο Κώστας Μουντάκης. Στα Χάρκια ακόμα και σήμερα τον χορό τον ζητάνε ως «παίξε μας το κάνε με κυρά γαμπρό».
Χορός που προέρχεται από την παράδοση του Πόντου με δύο πιθανές ερμηνείες για την καταγωγή του. Είτε λοιπόν ήρθε στην Κρήτη από τους Λαζούς (λαό της περιοχής του Εύξεινου Πόντου) γύρω στον 18ο αιώνα, ή μεταφέρθηκε από Κρήτες πολεμιστές που πολέμησαν στους Βαλκανικούς πολέμους στις αρχές του 20ου αιώνα.
Άντρες και γυναίκες στον χορευτικό κύκλο, πιασμένοι από τις παλάμες και κάνοντας οκτώ βήματα, απέδιδαν αυτό τον χορό.
Πρινιώτης
Χορός που χορεύεται κυρίως σε περιοχές του Νομού Λασιθίου. Στα Χάρκια μάλλον έφτασε μέσω του λυράρη του χωριού επί δεκαετίες Στέλιου Διαμαντή (Διαμαντοστελή). Ο Διαμαντοστελής ήταν ξάδερφος και «μαθητής» του λυράρη Γιώργη Μουζουράκη (1904–2001) από την Παντάνασσα Αμαρίου, ο οποίος είχε υπηρετήσει ως χωροφύλακας στο Λασίθι και προφανώς έφερε τον χορό και την μελωδία του μέχρι τα «Ρεθυμνιώτικα».
Ντάμες
Πρόκειται για παραλλαγή του γνωστού Χανιώτικου Συρτού.
Χορεύεται από άντρες και γυναίκες, με τη γυναίκα να κρατάει την άκρη ενός μαντηλιού με το αριστερό της χέρι και δίπλα της να πιάνει την άλλη άκρη ένας άντρας μέχρι τη στιγμή που ο λυράρης θα φωνάξει «ντάμα» (ή ανάλογα το χωριό μετρούσε μέχρι το τρία), οπότε κάθε άντρας αφήνει το μαντήλι της ντάμας του για να πιάσει δίπλα σε αυτήν που είναι μπροστά του. Ο χορευτής που βρίσκεται στο τέλος μένει συνήθως μόνος του ή με τη συνοδεία μιας …καρέκλας, γιατί οι γυναίκες είναι σκόπιμα κατά μία λιγότερες.
Ντουρνεράκια
Άλλος ένας χορός που καθιερώθηκε σε όλη την Κρήτη από την δισκογραφία του Κώστα Μουντάκη. Πρόκειται για τον χασαποσέρβικο ή σέρβικο χορό που χορεύεται πάνω στην μελωδία του παραδοσιακού σέρβικου τραγουδιού Dunje Ranke (=φρέσκο κυδώνι) και είναι ένας παραλληλισμός για τα μικρά κορίτσια, που προφανώς παραφράστηκε στα δικά μας «Ντουρνεράκια». Το λέει άλλωστε και ο στίχος του Μουντάκη:
«Τα κορίτσια Σέρβικα τα λένε Ντουρνεράκια
και χορό τον είχανε τα ντελικανιδάκια
Ντουρνεράκια ντουρνεράκια ντουρ και παλαμάκια»
Σωτής
Λαϊκή διασκευή της γνωστής Πόλκα που έγινε γνωστή και διαδόθηκε στην Κρήτη, τουλάχιστον στον Noμό Ρεθύμνης, αρχές του εικοστού αιώνα, μεταμορφωμένος σε ιδιότυπο ζευγαρωτό κρητικό χορό. Ιδιαίτερα παιχνιδιάρικος και ερωτικός, εξυπηρέτησε τις ανάγκες της εποχής παίρνοντας και σατιρική διάθεση.