ΑΠΟΨΕΙΣ

«Δεν ήξερε»: Όλες οι φορές που ο Κυριάκος Μητσοτάκης “δεν ήξερε τίποτα” μετά από μια κρίση

Από τη “συγγνώμη για την ευθύνη που μας αναλογεί”, φτάσαμε στο “φταίμε όλοι” και πλέον στο ξαναειπωμένο… “ο πρωθυπουργός δεν ήξερε”.

Η διάχυση ευθυνών που επιχειρείται για τα Τέμπη αποσκοπεί στο να βγουν από το κάδρο τα πλέον ανώτατα στελέχη της εξουσίας. Το υπονόησε ο πρώην υπουργός Μεταφορών, κ. Καραμανλής, πως δεν θα χρεωθεί ο ίδιος τα λάθη των… προηγούμενων, τα είπε την Τρίτη και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος κ. Οικονόμου, αναφέροντας πως ο πρωθυπουργός δεν είχε εικόνα για το “μπάχαλο” στα τρένα.

Η όλη διάχυση ευθυνών καταλήγει μάλιστα σε ξεκάθαρο σχέδιο συγκάλυψης καθώς στη Βουλή θα λάβει χώρα συνεδρίαση της Επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου την ημέρα της απεργίας των δημοσιογράφων, με παρουσία του… Γιώργου Γεραπετρίτη και όχι του Κώστα Αχ. Καραμανλή (με τη ΝΔ τελικά να ζητά σύγκλιση της επιτροπής διαφάνειας με Χρυσοχοΐδη, Σπίρτζη, Γεραπετρίτη και Καραμανλή).

Η αποποίηση των ουσιαστικών ευθυνών εντείνεται στρατηγικά από τη λήξη του εθνικού πένθους και πέρα. Η “γραμμή” είναι πως για το σιδηροδρομικό δυστύχημα φταίει το “βαθύ κράτος” και οι διαχρονικές παθογένειες του Δημοσίου, όπως είχε τονίσει πρόσφατα ο κ. Οικονόμου, αλλά και όπως είχε πει ο πρωθυπουργός στην εισήγησή του στο υπουργικό Συμβούλιο της “θλίψης”, ρίχνοντας την ευθύνη στους “εργατοπατέρες”.

Τότε που ο κ. Μητσοτάκης έβλεπε το “προβληματικό κράτος” αλλά δεν έβλεπε τους “γαλάζιους” διορισμούς στην ΕΡΓΟΣΕ.

Γνώριζαν πολύ καλά

Τώρα λοιπόν ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επιμένει. Ότι ο αρχηγός της κυβέρνησης, δεν ήξερε δηλαδή για τις παθογένειες στα τρένα, σχετικά με τις δραματικές ελλείψεις του εθνικού σιδηροδρομικού δικτύου, σε προσωπικό και υποδομές. “Κανείς δεν μπορεί να αρνηθεί ότι με τέτοιες παθογένειες ο πρωθυπουργός μάχεται από την πρώτη στιγμή. Λέω ότι προφανώς όφειλαν να ξέρουν αυτό το μπάχαλο σε ό,τι αφορά το ανθρώπινο δυναμικό του ΟΣΕ”, είπε ο ίδιος χαρακτηριστικά, ξεχνώντας φυσικά να αναφερθεί στους χειρισμούς της ίδιας της κυβέρνησης στην οποία βρίσκεται, η οποία αποψίλωσε το προσωπικό των σιδηροδρόμων για χάρη της περίφημης “εξυγίανσης”.

Τα γεγονότα όμως, είναι ξεροκέφαλα. Τον Μάρτιο του 2019, παρουσιάζοντας το πρόγραμμα της ΝΔ για τις υποδομές, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστήριζε ότι η ΝΔ “επιμένει στα έργα της συντήρησης και της αναβάθμισης” του σιδηροδρομικού δικτύου κατηγορώντας την προηγούμενη κυβέρνηση για όσα δεν προχώρησαν. “Επιμένουμε σε παρεμβάσεις που δεν είναι πολύ ελκυστικές, να το πω πολύ απλά δεν είναι πολύ… σέξι”, έλεγε χαρακτηριστικά. Σημειώνοντας ότι η διαδρομή Αθήνα – Θεσσαλονίκη “πρέπει να γίνεται μέσα σε τρεις ώρες”, τόνιζε ότι θα πρέπει να αναβαθμιστεί το υφιστάμενο δίκτυο.

“Όσον αφορά τους σιδηροδρόμους. Επιμένουμε σε παρεμβάσεις που δεν είναι πολύ ελκυστικές, να το πω πολύ απλά δεν είναι πολύ… σέξι. Δεν αφορούνε τρένα τα οποία έρχονται για δέκα ημέρες από την Ιταλία για να μας πείσουν ότι ξαφνικά ως δια μαγείας ότι θα κινούνται με αστρονομικές ταχύτητες σε δίκτυα τα οποία είναι εγκαταλελειμμένα. Μάλλον θα εκτροχιαζόντουσαν αν επιχειρούσαμε να τα κινήσουμε με αυτές τις ταχύτητες. Γι’ αυτό επιμένουμε τόσο πολύ στα έργα της συντήρησης και της αναβάθμισης αυτού του δικτύου που από το 2015 και μετά εγκαταλείφθηκε. Μέσα σε τέσσερα χρόνια, η διαδρομή Αθήνα – Θεσσαλονίκη πρέπει να γίνεται σε 3 ώρες. Μόνο αν γίνεται σε 3 ώρες το τρένο μπορεί να γίνει ανταγωνιστικό προς το αεροπλάνο και το αυτοκίνητο. Αλλιώς δεν έχει νόημα να συζητάμε για ανταγωνιστικό τρένο στον κορμό του σιδηροδρομικού δικτύου. Κι αυτό, μπορεί να γίνει με αναβάθμιση του υφιστάμενου δικτύου και όχι με καινούργια φαραωνικά έργα…“, ήταν η χαρακτηριστική δήλωση του πρωθυπουργού, που μάλλον δείχνει πως γνώριζε για τις παθογένειες που υπήρχαν σε υποδομές, έργα και δυναμικό, παρά τις αιτιάσεις του κ. Οικονόμου.

Αν ο κ. Οικονόμου με τη δήλωσή του – ότι δηλαδή ο πρωθυπουργός δεν είχε λάβει τη δέουσα ενημέρωση – προσπάθησε να “αδειάσει” τον πρώην υπουργό Μεταφορών, τότε πώς εξηγείται το γεγονός πως ο κ. Καραμανλής θα είναι πάλι στα ψηφοδέλτια της ΝΔ; Ποιος έχει την ευθύνη της ενορχήστρωσης των ψηφοδελτίων αν όχι ο ίδιος ο επικεφαλής της κυβέρνησης;

Όλα αυτά θα φάνταζαν κωμικά, αν δεν ήταν, εν προκειμένω, τραγικά.

Υπενθυμίζεται ότι στην εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο την περασμένη Πέμπτη ο πρωθυπουργός σημείωνε μεταξύ άλλων, πως “όλοι φταίμε και ας το ομολογήσουμε με θάρρος. Από κυβερνήσεις και διοικήσεις που επί χρόνια κατάντησαν ένα κρίσιμο έργο “γιοφύρι της Άρτας”, μέχρι κάποιες συντεχνίες που ταυτόχρονα εμπόδιζαν κάθε αξιολόγηση του προσωπικού των τρένων μας”.

Είχε αναφερθεί και σε μία “δύσκολη μάχη” λέγοντας, “το έμαθα καλά όταν ως απλός βουλευτής είχα έρθει σε σύγκρουση με “εργατοπατέρες” της δικής μας παράταξης ή όταν ως Υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης πάλευα για την αξιολόγηση των δημοσίων υπαλλήλων εν μέσω πάρα πολλών αντιδράσεων”, βάζοντας και πάλι στο στόχαστρο, το “κακό δημόσιο”. Και μόνο.

Οι δηλώσεις αυτές και η προσπάθεια επιμερισμού ευθυνών και στους εργαζομένους, πέραν από το να προκαλέσουν αποπροσανατολισμό, αποσκοπούν στο να αποσιωπήσουν προειδοποιήσεις ετών του προσωπικού του σιδηροδρομου για τα κρίσιμα κενά ασφαλείας στη λειτουργία των τρένων. Για τις απεργίες των εργαζομένων δε, που κρίθηκαν παράνομες και καταχρηστικές με τεχνάσματα, έγραψε πρόσφατα το Magazine του NEWS 24/7. Όχι μόνο λοιπόν ήξεραν, αλλά ήξεραν και πολύ καλά και ήθελαν την πλήρη φίμωση. Για αυτό τον λόγο ακριβώς, στήθηκε και ο νόμος Χατζηδάκη, του υπουργού που κάποτε έσβηνε τούρτες για το “καθάρισμα” βασικών φορέων.

Ήταν λάθος, δεν το γνώριζα, δεν θα το επέτρεπα ποτέ

Εννοείται πως τα παραπάνω, δεν είναι καινούργια. Στις 8 Αυγούστου του 2022, ο πρωθυπουργός έκανε την παρακάτω δήλωση, αναφερόμενος στην παρακολούθηση του κ. Ανδρουλάκη:

“Παρότι όλα έγιναν νόμιμα, η Εθνική Υπηρεσία Πληροφοριών υποτίμησε την πολιτική διάσταση της συγκεκριμένης ενέργειας. Ήταν τυπικά επαρκής, όμως πολιτικά μη αποδεκτή. Δεν θα έπρεπε να έχει συμβεί, προκαλώντας ρωγμές στην εμπιστοσύνη των πολιτών στις Υπηρεσίες Εθνικής Ασφάλειας.

Γιατί αν και αφορούσε προβεβλημένο πολιτικό πρόσωπο, ο χειρισμός της υπήρξε ελλιπής. Ακριβώς γι’ αυτό απομακρύνθηκε αμέσως ο Διοικητής της ΕΥΠ. Ενώ και ο Γενικός Γραμματέας του Γραφείου του Πρωθυπουργού ανέλαβε την αντικειμενική πολιτική ευθύνη.

Και επειδή η λέξη ευθύνη προέρχεται από το επίθετο ευθύς, επαναλαμβάνω ευθέως: αυτό που έγινε μπορεί να ήταν σύμφωνο με το γράμμα του νόμου, ήταν όμως λάθος. Δεν το γνώριζα και, προφανώς, δεν θα το επέτρεπα ποτέ”.

Θυμίζουμε πως για τις υποκλοπές παραιτήθηκε ο ανιψιός και δεξί χέρι του πρωθυπουργού, Γρηγόρης Δημητριάδης, και ο πρώην αρχηγός της ΕΥΠ, Παναγιώτης Κοντολέων – η οποία ΕΥΠ λειτουργούσε βέβαια υπό την επίβλεψη του Μαξίμου. Από εκεί και πέρα, το επιτελείο της κυβέρνησης συνεχίζει να αντιμετωπίζει ως “λασπολογία” οποιαδήποτε προσπάθεια αποκαλύψεων εκ μέρους της ερευνητικής δημοσιογράφιας, αρνούμενο μάλιστα και να συναντήσει την υποεπιτροπή LIBE του Ευρωκοινοβουλίου που ήρθε στη χώρα μας δια μέσου αντιπροσώπων, οι οποίοι έφτασαν στην Αθήνα για να διερευνήσουν όλες τις πτυχές του κράτους Δικαίου στην Ελλάδα.

Για τις ΜΕΘ

Η “άγνοια” του κ. Μητσοτάκη είχε αναπτυχθεί και σχετικά με την πανδημία, τότε με τόνο επιθετικότερο. Όταν τον Σεπτέμβριο του 2021 δήλωνε στη Βουλή ότι δεν ήταν ενήμερος για υψηλότερη θνητότητα εκτός ΜΕΘ, αμφισβητώντας τα επίσημα στοιχεία.

“Υπάρχουν σήμερα ασθενείς διασωληνωμένοι εκτός ΜΕΘ; Ναι, υπάρχουν. Είναι σε κρεβάτι με κανονική φροντίδα; Είναι. Έχουμε ενδείξεις ότι έχουμε μεγαλύτερη θνησιμότητα σε αυτούς τους ασθενείς, σε σχέση με αυτούς οι οποίοι είναι στις μονάδες εντατικής θεραπείας; Δεν έχω τέτοια ένδειξη. Δεν έχω. Έχετε εσείς; Φέρτε τη”, έλεγε τότε.

Το Ινστιτούτο iMEdD Lab, εστιάζοντας στην περίοδο του δεύτερου κύματος της πανδημίας (12 Οκτωβρίου 2020 – 3 Ιανουαρίου 2021), είχε σκιαγραφήσει τι συνέβη εκείνους τους δραματικούς μήνες, όταν περισσότεροι από 4.200 συμπολίτες μας έχασαν τη ζωή τους από κορονοϊό. Σύμφωνα με στοιχεία από τις εκθέσεις του ΕΟΔΥ, στο συγκεκριμένο διάστημα σχεδόν επτά στους δέκα ασθενείς (2.954) που κατέληξαν από την Covid-19 ήταν εκτός ΜΕΘ, δηλαδή το 69,1%, ενώ εντός ΜΕΘ καταγράφηκαν 1.322 θάνατοι, δηλαδή το 30,9% των 4.276 συνολικών θανάτων εκείνο το διάστημα.

Τη δε, ουσιαστική ενίσχυση του Συστήματος Υγείας στη χώρα, ακόμη την περιμένουμε.

Από τον πρώτο καιρό βέβαια της διακυβέρνησής του, ο κ. Μητσοτάκης δεν γνώριζε πολλά. Στη ΔΕΘ του 2019, παραδεχόταν πως δεν ήταν ενήμερος για το κόστος των εξαγγελιών του “πλήρους κοστολογημένου προγράμματος της ΝΔ”, σχετικά με τις ελαφρύνσεις που είχε ανακοινώσει.

Στην πορεία μάθαμε πως ο πρωθυπουργός δεν γνώριζε προσωπικά τον Δ. Λιγνάδη παρά “μόνο ως ηθοποιό”, ενώ η όλη “στάση” υιοθετήθηκε και από βουλευτές της πλειοψηφίας που διαπράττουν ανοιχτά παρανομίες, όπως οι κ.κ. ο Πάτσης και Χειμάρας.

Εν κατακλείδι ας δεχθούμε πως ο κ. Μητσοτάκης δεν γνώριζε τίποτα για τα παραπάνω.

Αν επιβεβαιώνεται κάτι τέτοιο, τότε η τόση ανεπάρκεια και έλλειψη ικανής διοίκησης του “επιτελικού Κράτους”, αν μη τι άλλο αγγίζει τα όρια της εγκληματικής ευθύνης. Και το αυτό θα ίσχυε για οποιονδήποτε θα βρισκόταν στη θέση που βρίσκεται αυτή τη στιγμή, ο κ. Μητσοτάκης.

Χρήστος Δεμέτης
πηγή: news247.gr