ΕΙΔΗΣΕΙΣ ΚΡΗΤΗ

Έφυγε από τη ζωή ο λυράρης Γιώργης Καλομοίρης

Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 88 ετών ο Ανωγειανός λυράρης Γιώργης Καλομοίρης (Γιώργαντος).

O Γιώργης Καλομοίρης αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας και νοσηλευόταν στο Βενιζέλειο τις τελευταίες ημέρες. Ήταν ένας από τους τελευταίους μιας εξαιρετικής γενιάς της Κρητικής μουσικής.

Η κηδεία του θα γίνει την Πέμπτη στα Ανώγεια.

Ποιος ήταν ο Γιώργης Καλομοίρης

Ο Γιώργης Καλομοίρης (Γιώργαντος) γεννήθηκε στα Ανώγεια το 1931. Τα πρώτα βήματα στη μουσική, έγιναν από μικρό παιδί, στο Περαχώρι, εκεί που όλοι οι μερακλήδες του χωριού, στην παρέα τους έπαιρναν μαζί και τους πιτσιρικάδες λυράρηδες, για να συμμετέχουνε και αυτοί, σε κείνη την πανδαισία της αντιστοίχησης των συναισθημάτων. Ο Στραβός (Πασπαράκης Μανόλης), ο Κουρκούτης (Μανουράς Γιώργης), ο Κίτσος (Ξυλούρης ο Γιώργης), και ο Σωκράτης ο Κοκορδούλης, είναι οι πρώτοι παλιοί λυράρηδες της εποχής που επηρέασαν τον Καλομοίρη το Γιώργη.

Ηταν ο Γιωργαντός μόλις 12 χρονών που έπαιξε για πρώτη φορά λύρα, με τους μερακλήδες σε παρέα. Οι συνθήκες μέσα στην κατοχή, για ένα παιδί μόλις 12-13 χρονών, δεν ήταν οι κατάλληλες για να αποδώσει στη “θεά λύρα”, αλλά έχοντας δίπλα του, σε όλο το χωριό αυτούς τους αγγέλους μερακλήδες, δεν μπορούσε παρά να επηρεασθεί και να γενεί αποδέκτης, των συναισθημάτων του λαϊκού πολιτισμού και της ευαισθησίας που κουβαλάει ο Ανωγειανός και να διδαχθεί από τους γλεντζέδες, που ανάθρεφαν τόσους και τόσους καλλιτέχνες.

Το πρώτο επαγγελματικό γλέντι έγινε στ’ Ανώγεια το 1948, σ’ ένα γάμο και έπαιξαν μαζί με τον αξέχαστο Νίκο Ξυλούρη. Που σαν κοπέλια ετότεσας μαθαίνανε μαζί τη λύρα. Ηταν η απαρχή της προοπτικής του καλλιτέχνη, για να ξεπεράσει τα σύνορα του χωριού και άρχισε να κατεβαίνει στο Ηράκλειο, στην Πεδιάδα, στο Μονοφάτσι, στο Ρέθυμνο και σ’ όλη την Κρήτη.

Πρώτη φορά παίζει στο Ηράκλειο, ότου Χαρίλαου τη ταβέρνα στον Πόρο. Στη συνέχεια έπαιξε στο πρώτο Κρητικό κέντρο του Ηρακλείου στον “Ερωτόκριτο”. Ο Καλομοίρης ο Γιώργης είναι από τους πρώτους λυράρηδες στο Ηράκλειο, που επέβαλαν τη λύρα και γενικότερα την Κρητική Μουσική την δεκαετία των ονείρων, της ευαισθησίας, των τεχνών και των γραμμάτων, την δεκαετία του 60.

Στην συνέχεια η Κρήτη της Αθήνας, το 1970 τον “απέσπασε” προσφέροντας για εφτά χρόνια την σφραγίδα του στη Κρητική μουσική, στην Αττική στα Κρητικά κέντρα “Κονάκι” και “Αγρίμια” και ξαναγιαέρνει στο Ηράκλειο το 1977 στο “Λιμενικό Περίπτερο” όπου μέχρι και το 1995, δημιουργεί ένα αξεγόραστο και απλό στέκι των μερακλήδων της Κρητικής Μουσικής, δίπλα στην ώρες ώρες φουσκοθάλασσα του Κρητικού πελάγους και άλλες στιγμές, στην απαστράπτουσα από φως και ηρεμία, απέραντη θάλασσα του Μεγάλου Κάστρου, δίπλα στα κάστρα της αρμύρας και του φωτός, τραγουδώντας τους καημούς και τις λαχτάρες ετούνουνε του τόπου. Το 1996 μέχρι 1998 ξαναεπιστρέφει στην Αθήνα, για δυό χρόνια στο κέντρο “Ζορμπάς”.

Ο Καλομοίρης ο Γιώργης, σε όλη του τη διαδρομή, συνεργάστηκε με κορυφαίους λαγουθιέρηδες μεταξύ άλλων και οι: Φασούλάς Ζάχαρης, Κουμιώτης Γιώργης, Τσαγκαράκης Δημήτρης, Νίκος Μανιάς, Μαρκογιαννάκης Γιάννης, Ξυλούρης Γιάννης, Λαρετζάκης Μανώλης, Χαριτάκης Λάμπρος, Κουμιώτης Μανώλης, Ξυλούρης Βασίλης.

Πρώτος δίσκος του, 78 στροφών, το 1958 με το εκπληκτικό τραγούδι “Εγινες μάγισσα για με” και “Δυστυχισμένος βρίσκομαι”, επόμενος δίσκος 78 στροφών “Κυπριωτοπούλα μου” το 1959, δίσκους μικρούς 45 στροφών έγραφε από το 1958 μέχρι και το 1968 γύρω στους 50. Ενδεικτικά αναφέρουμε ορισμένα τραγούδια, “Μ’ άνοιξες στο κορμί πληγές”, “Τα δυό σου χέρια να κρατώ”, “Τσάκι τσάκι”, “Μ’ ένα σου όχι στη ζωή”, “Πάει και πάει το σταμνί στη βρύση”, “Χριστέ και Παναγία μου”, “Βαστά καλό λογαριασμό”, “Φιλενάδες”, “Ηρθε στη βρύση το νερό” και άλλα, συνολικά από το 1969, έγραψε, μέχρι σήμερα, 21 μεγάλους δίσκους.

Ομως δεν πρέπει να ξεχάσουμε να αναφερθούμε, πως το ταξίδι της μετανάστευσης των Ελλήνων εκείνες τις δύσκολες δεκαετίες, έφερε πολλούς καλλιτέχνες της Κρητικής μουσικής κοντά στην Κρήτη του Καναδά, την Κρήτη της Αμερικής την Κρήτη της Αυστραλίας και στην Κρήτη της Ευρώπης. Εκεί βρέθηκε ο Γιώργης με τους συνεργάτες του, μεταφέροντας την γλυκιά ζεστασιά και την ευαισθησία, που χωρίς αυτήν οι Κρήτες όπου και να ‘ναι αισθάνονται ορφανοί.

Αυτή η μικρή αναφορά στο έργο στην πορεία και την δημιουργία του Γιωργαντό, σκοπό κυρίως έχει την νέα γενιά, που αν πάει κιανείς σήμερο σ’ ένα χωριό της Κρήτης, ένα ηλιοβασίλεμα και αφήσει το βλέμμα του σε κείνα τα ερημοκαταλύματα, με τα ξερά χόρτα που δέχουνται τσ’ αχτίνες του ήλιου, θέλει δε θέλει, θ’ απλώσει το χέρι του και θα ακουμπήσει εκείνες τις ερειπωμένες μνήμες, θα χαϊδέψει εκείνα τα απλά αντικείμενα μέσα στα χαλάσματα και θα διακρίνει εκείνο τον Λαϊκό Πολιτισμό, που ξεπροβαίνει μέσα από το χρόνο, με κείνη την παρουσία του ήλιου που βαδίζει προς το χρυσορόδυσμά ντου. Κι ύστερα πιο πέρα μια πεζούλα πετρόχτιστη, στέκει ακόμη στα χαλάσματα και αν κάτσει κιανείς απάνω, η σκέψη, μόνο για σεβασμό και αυτοσεβασμό, θα μπορούσε να μιλήσει.

Ο λογισμός μας θα προπατίξει, σ’ αυτά τα άγια χώματα, με την αξεπέραστη κληρονομιά, είτε λέγεται λαϊκή δημοτική μουσική, είτε δημοτικό τραγούδι, είτε λαϊκή αρχιτεκτονική και αισθητική, είτε ντοπιολαλιά και γενικά εκείνο που λέμε και ενοούμε λεγοντας Λαϊκό πολιτισμό. Χωρίς την ιστορία μας, χωρίς τη γλώσσα μας, χωρίς την ίδια μας την ταυτότητα, στις ανακατατάξεις που επιφέρουν, οι αλλαγές στις παραγωγικές σχέσεις και στην σημαντική αλλοτρίωση του χαρακτήρα του ανθρώπου, από την τεχνολογική εξέλιξη, χωρίς την λαϊκή θυμοσοφία, όλα τα άλλα μετριούνται, στις μέρες μας σε κέρδος και χρήμα!

Με αυτές τις σκέψεις πιστεύουμε πως απλά καταγράφουμε μια πορεία ενός καλλιτέχνη, που έχει προσφέρει πολλά. Κυρίως όμως, πως αυτά που πρόσφερε έχει ιερό καθήκον, να τα παραδώσει στις ερχόμενες γενιές αμόλευτα και αληθινά.

(από το cd Γιώργης Καλομοίρης, 40 Χρόνια)